Πολιτισμός

Μπήκαμε στο Επταπύργιο στην πρόβα της όπερας «Παλιάτσοι» – Η ιστορία που συγκλονίζει

Με σαφή αναφορά στην έμφυλη βία και στις γυναικοκτονίες η όπερα που θα παρουσιαστεί στη Θεσσαλονίκη σε λίγες μέρες - Εικόνες

Γιώργος Σταυρακίδης
μπήκαμε-στο-επταπύργιο-στην-πρόβα-της-1180647
Γιώργος Σταυρακίδης

Με μία εμβληματική όπερα – ιστορικά και νοηματικά – εμπλουτίζει το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας το πρόγραμμα του 6ου Φεστιβάλ Επταπυργίου, χαρίζοντας στο κοινό της Θεσσαλονίκης όχι μόνο ένα θέαμα υψηλού επιπέδου – που κι αυτό έχει το δικό του σημαντικό νόημα στην εποχή μας – αλλά και μία πολύ συγκεκριμένη θέση πάνω στην κακοποίηση της γυναίκας και στις γυναικοκτονίες που απασχολούν ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό την χώρα μας.

Ξεκινώντας από τις συστάσεις ωστόσο, να πούμε πως οι «Παλιάτσοι» που επέλεξε το Φεστιβάλ που πραγματοποιείται στο ιστορικό μνημείο της Θεσσαλονίκης, είναι μία όπερα που εντάσσεται στην κατηγορία του μουσικού βερισμού, με πρόλογο και δύο πράξεις του Ρουτζέρο Λεονκαβάλο, όπου η πρώτη της παρουσίαση, έγινε στο θέατρο Dal Verme του Μιλάνου την 21η Μαΐου το 1892. Ο συνθέτης έγραψε την όπερα βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, όπως αναφέρουν τα ιστορικά στοιχεία. Μίλησε για τον φόνο μιας ηθοποιού πάνω στη σκηνή. Επιπλέον, πρόκειται για την πρώτη όπερα που ηχογραφήθηκε σε δίσκο γραμμοφώνου.

Από εκεί και πέρα, οι «Παλιάτσοι» έχουν ηχογραφηθεί πάμπολλες φορές, ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του ’50. Έχουν αναφερθεί για την ακρίβεια 137 ηχογραφήσεις της όπερας, με τα σπουδαιότερα ονόματα του λυρικού θεάτρου. Κινηματογραφικά, η όπερα διασκευάστηκε στην Αμερική και μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη το 1928 ως βουβή ταινία με τον τίτλο «Γέλα, Παλιάτσε, Γέλα» ενώ τη συναντούμε και στους «Αδιάφθορους» του Μπράιαν Ντε Πάλμα, όταν ο Αλ Καπόνε (Ρόμπερτ Ντε Νίρο), παρακολουθεί την όπερα κλαίγοντας.

Στο 6ο Φεστιβάλ Επταπυργίου, στις 10, 11, 12 και 14 Ιουλίου θα μεταφερθούμε στη δεκαετία του ‘50, στην περίοδο που ακόμα υπήρχε το «χρώμα» του ιταλικού νότου, που τα απόνερα του πολέμου εξωθούν ανθρώπους, όπως η Νέντα, σε δύσκολες επιλογές επιβίωσης και που ακόμα η ενδοοικογενειακή βία και το bulling όχι απλά δεν κατακρίνονται αλλά θεωρούνται δείγματα ισχύος και δημοφιλίας.

Ένα από τα προηγούμενα βράδια, ανηφόρησα για να βρεθώ σε μία από τις τελευταίες πρόβες της όπερας που σκηνοθετεί ο Θανάσης Κολαλάς για λογαριασμό του Φεστιβάλ που καθιερώθηκε πλέον στη συνείδηση του κοινού της Θεσσαλονίκης αλλά και για λογαριασμό του Κέντρου Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Άλλωστε είναι εκείνος μαζί με την πρόεδρο του Κέντρου Πολιτισμού Άννα Μυκωνίου που οραματίστηκαν και πραγματοποίησαν αυτό το φεστιβάλ σε έναν ιστορικό χώρο που μέχρι πριν από αυτούς κανείς δεν είχε καταφέρει να αξιοποιήσει έτσι, με ένα σπουδαίο φεστιβάλ που συγκεντρώνει πλήθος κόσμου και καταφέρνει συνεχόμενα sold out σε παραγωγές που γίνονται συνήθως αποκλειστικά για τον χώρο.

Φέτος ο καλλιτεχνικός προγραμματισμός χτίζεται γύρω από τη γυναίκα, τη γυναίκα των διαφορετικών τόπων και χρόνων, επιχειρώντας να φωτιστούν διαφορετικές πλευρές της στο διάβα των αιώνων σε μία εποχή που γίνονται συνεχώς γυναικοκτονίες και συζητάμε από την αρχή πράγματα αυτονόητα σχετικά με ισότητα μεταξύ των ανθρώπων και το ποιος είναι υπεύθυνος στη βία.  Ξεκινώντας η παράσταση, γίνεται ξεκάθαρο – και αυτό δεν υπάρχει στην αρχική ιστορία του Λεονκαβάλο αλλά είναι μία προσθήκη των συντελεστών – πως η ηρωίδα, η Νέντα, έρχεται συνεχώς αντιμέτωπη με τον βίαιο χαρακτήρα του Κάνιο, ενός άντρα που δεν τον οδήγησε κάποιο πάθος ή η ζήλεια του στην δολοφονία της ερωμένης του αλλά που καθημερινά έδειχνε μία βίαιη συμπεριφορά, κάνοντας αναφορά με αυτόν τον τρόπο ο Κολαλάς στο σήμερα και στην έμφυλη βία που έχει έξαρση στην κοινωνία μας.

Αυτό που είδα να εκτυλίσσεται πάνω στην επιβλητική σκηνή του Επταπυργίου εκείνο το βράδυ, ήταν εξαιρετικά συναισθηματικό. Σε μία καλλιτεχνική δουλειά που έχει να διαχειριστεί πολλά, μεταξύ αυτών και το είδος της όπερας αλλά και την παρουσία παιδιών πάνω στη σκηνή, το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα φορτισμένο, ιδιαίτερα συναισθηματικό με τις ερμηνείες να ακροβατούν πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί και αυτό που είναι σημαντικό είναι πώς καταφέρνει ο σκηνοθέτης να ενορχηστρώσει όλα τα στοιχεία και να παραδώσει ένα αξιόλογο αποτέλεσμα που συγκινεί τον θεατή από τα πρώτα λεπτά μέχρι την κορύφωση της ιστορίας, όταν αντιμέτωποι οι δύο πρωταγωνιστές «παλεύουν» λεκτικά και σωματικά. Οργή και πόνος, δυστυχία και άδικο και ένα απέραντο γιατί πλημμυρίζει τη σκηνή τόσο ρεαλιστικά που εύκολα οι αναφορές γίνονται μνήμη για όσους δουν αυτή τη δουλειά.

Οι ερμηνευτές, μερικές σπουδαίες φωνές που ζωντανεύουν  τους ήρωες των «Παλιάτσων» αποδίδουν εξαιρετικά τους ρόλους τους, φροντίζοντας περισσότερο για ένα σύνολο συναισθημάτων.

Από τα παιδιά στη σκηνή, την εξαιρετική κίνηση που ευθύνη γι’ αυτή έχει η χορογράφος Τατιάνα Παπαδοπούλου, την ιταλική φινέτσα που βγαίνει αβίαστα, τα ρούχα, το πράσινο βανάκι του πλανόδιου θιάσου που μετατρέπεται σε σινεμά, στο φως και το σκοτάδι των ανθρώπων που μέσα τους κάνουν γιορτή και έξω τους κηδεία. Στον έρωτα που γίνεται μαχαίρι και σκοτώνει. Στο τραγούδι που θα αγγίξει κάθε θεατή.

“Από την αρχή αισθανόμουνα ότι δραματουργικά έπρεπε να μετακινήσουμε κάπως το κέντρο βάρους της όπερας ( πέρα από το δράμα του Παλιάτσου, και την δολοφονία της γυναίκας του απλά λόγω απιστίας) προς την καθημερνή μας πραγματικότητα, δηλαδή την βία- ενδοοικογενειακή και έμφυλη” ανέφερε πριν λίγες μέρες ο Αθανάσιος Κολαλάς σε συνέντευξη του στην Parallaxi, εξηγώντας πως: “Μελετώντας το έργο αποδομήθηκαν όλοι οι ανδρικοί χαρακτήρες και διαπίστωσα ότι στην πραγματικότητα η πρωταγωνίστρια είναι ανάμεσα σε μια διελκυστίνδα  τριών ανδρών που κακοποιητικά, ο κάθε ένας με τον τρόπο του, την τραβάει προς το μέρος του. Η  ιστορία παρακολουθεί τη σχέση των πρωταγωνιστών ενός περιοδεύοντος θιάσου της Commedia del Arte. Δραματουργικά, παρά το εξαιρετικά συγκινησιακό αποτύπωμα που αφήνουν οι ευαίσθητες στιγμές που ο συνθέτης χαρίζει στον Παλιάτσο, ή το φαινομενικά τρυφερό ερωτικό ντουέτο, κάτω από την επιφάνεια κρύβονται δύο χαρακτήρες που προσεγγίζουν την πρωταγωνίστρια είτε χειριστικά είτε κακοποιητικά και με τρόπο τέτοιο που δε της επιτρέπουν ούτε να το καταλάβει ούτε και να αντιδράσει. Και αυτό είναι επίσης και ένα από τα μηνύματα που θέλουμε να περάσουμε, μπορεί δηλαδή κάτι να μοιάζει αθώο ή να μας έχει πείσει ότι είναι φυσιολογικό, δε σημαίνει όμως ότι είναι κιόλας. Η ενημέρωση σχετικά με κακοποιητικές συμπεριφορές (λεκτικές η και σωματικές) και η σωστή ανάγνωση ακόμα και των πρώιμων σημάτων τους, είναι βασικό στοιχείο για την εξάλειψη τέτοιων καταστάσεων και πραγματικά ελπίζουμε μέσα από τη φετινή μεγάλη μας παραγωγή ναι ευαισθητοποιήσουμε, στοχεύοντας σε μια κοινωνία λίγο ποιο υγιή και ασφαλή για όλους”

Με την σύμπραξη της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης υπό τη μουσική διεύθυνση του Γιώργου Βράνου, της Μικρής Χορωδίας Θεσσαλονίκης υπό την μουσική διεύθυνση της Μαίρης Κωνσταντινίδου, σπουδαίους ερμηνευτές από Ελλάδα και εξωτερικό, μία συγκλονιστική ιστορία και ένας επιβλητικός χώρος που δημιουργεί μία ξεχωριστή εμπειρία. Η παράσταση που ετοιμάζει το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας για το Επταπύργιο, είναι μία εμπειρία που αξίζει να ζήσει κάποιος.

Η τοποθέτηση κερκίδων με αριθμημένες θέσεις, σκηνής, ηχoφωτιστικής κάλυψης, αναδεικνύουν, αλλά  και διαφυλάττουν την μοναδική αισθητική αυτού του μνημείου, παράλληλα αποτελούν ένα φιλόξενο χώρο για τους θεατές.

Λίγα λόγια για το έργο

Ένα από τα γνωστότερα πρώιμα έργα του ιταλικού βερισμού που αγαπήθηκε από την πρώτη στιγμή και εξακολουθεί να αποτελεί έργο ρεπερτορίου σε όλα τα μεγάλα λυρικά θέατρα. Η «γεμάτη» μουσική του Λεονκαβάλο αναδύεται σχεδόν φυσικά μέσα από τη δραματουργία του έργου και ενισχύει την τραγικότητα τόσο των χαρακτήρων όσο και της ιστορίας, που μακριά από τα δεδομένα του ρομαντισμού, σκύβει σε καθημερινά προβλήματα απλών ανθρώπων.

Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, η ιστορία, παρακολουθεί τη σχέση των δύο πρωταγωνιστών ενός περιοδεύοντος θιάσου της Commedia del Arte. Μπροστά μας εκτυλίσσεται ένα ψυχολογικό παιχνίδι, με φόντο ένα ιταλικό χωριό. Ο βίαιος χαρακτήρας του Canio και η ανάγκη της Nedda να ξεφύγει προς μια πλασματική ελευθερία, μέσω της αγκαλιάς ενός άλλου άνδρα, αποτελούν ένα εκρηκτικό συνδυασμό, που πυροδοτείται από τον Tonio, ένα χαρακτήρα που βρίσκεται εκεί για να καθορίσει την εξέλιξη της ιστορίας, ωθώντας τους πρωταγωνιστές στα όρια των αντοχών τους και οδηγώντας τους σε μια παρανοϊκή βουτιά.

Στην παραγωγή του Φεστιβάλ Επταπυργίου μεταφέρουμε την ιστορία στη δεκαετία του 50΄. Μια περίοδο που ακόμα υπάρχει το «χρώμα» του ιταλικού νότου, που τα απόνερα του πολέμου εξωθούν ανθρώπους, όπως η Νέντα, σε δύσκολες επιλογές επιβίωσης και που ακόμα η ενδοοικογενειακή βία και το bulling όχι απλά δεν κατακρίνονται αλλά θεωρούνται δείγματα ισχύος και δημοφιλίας. Είναι μια περίοδος για την οποία ο θεατής έχει αναφορές και ως εκ τούτου μπορεί εύκολα να κατανοήσει, να αποκωδικοποιήσει και να σηματοδοτήσει τα σκηνικά μηνύματα.

Έρωτες, ζήλια, έμφυλη βία, εκδίκηση, ντύνονται με μερικές από τις γνωστότερες και πιο δραματικές μελωδίες οπερατικής μουσικής, γεμάτες πάθος, δημιουργώντας έτσι στιγμές βαθιάς συγκίνησης, που από την πρώτη τους παρουσίαση το 1891, στοιχειώνουν τραγουδιστές και θεατές και διαχρονικά ταξιδεύουν μέχρι τις μέρες μας και δένουν τόσο στενά με την τραγική κοινωνική πραγματικότητα κακοποίησης και το ολοένα και πιο διογκούμενο κίνημα του MeToo.

10, 11, 12 και 14 Ιουλίου 

Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης – Μουσική διεύθυνση: Γιώργος Βράνος | Μικτή Χορωδία Θεσσαλονίκης – Διεύθυνση: Μαίρη Κωνσταντινίδου | Παιδική Χορωδία Ι.Ν. Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου | Διεύθυνση: Μαρία Μελιγκοπούλου – Ελπίδα Τσάμη | Σκηνοθεσία – Σκηνικά Αθανάσιος Κολαλάς | Κοστούμια: Πένυ Ντάνη | Χορογραφίες: Τατιάνα Παπαδοπούλου | Φωτισμοί: Σαράντος Ζουρντός

Τους βασικούς ρόλους παίζουν: Canio: Mikhael Spadaccini | Neda: Μαρία Κωστράκη | Tonio: Armando Puklavec | Peppe: Αλέξανδρος Σταυρόπουλος | Silvio: Γιώργος Ιατρού

Σε συμπαραγωγή με την ΚΟΘ και το ΚΘΒΕ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα