Ο εικονογράφος της Αμερικής της μοναξιάς
O πιο παραστατικός από τους Αμερικάνους ζωγράφους. H Αμερική της μοναξιάς, των άδειων βλεμμάτων, των βουβών ζευγαριών στη μπάρα ενός καφέ...
Το 1900 ήταν μια συναρπαστική χρονιά στην ιστορία της Νέας Υόρκης. Η είσοδος του αιώνα έμοιαζε ένα ελπιδοφόρο καράβι που άφησε πίσω το Έλις Άιλαντ και μπούκαρε με φόρα στην καρδιά του Μανχάταν. Η πόλη της φιλοδοξίας και του μέλλοντος γεννιόταν και ο αιώνας έφερνε στην πόλη έναν αέρα δημιουργίας και νέους επιβάτες στο αμερικάνικο όνειρο της.
Ο Έντουαρντ Χόππερ φτάνει στην πόλη την χρονιά της πανηγυρικής έναρξης, έχοντας υποσχεθεί στους γονείς του πως θα ασχοληθεί με την εικονογράφηση που έχει μέλλον. Η ζωγραφική όμως είναι το κρυφό μαράζι του και η πόλη θα αποτελέσει το σκηνικό της μοναδικής έμπνευσης που τον κατέστησε δεκαετίες αργότερα μια από τις πιο εμβληματικές φιγούρες της αμερικάνικης τέχνης.
Ο εικοστός αιώνας, αποτέλεσε για κείνον το απόλυτο σκηνικό έμπνευσης. Είναι η εποχή του. Και αυτούς τους καιρούς, της δικής του ζωής, αλλά και της ζωής όσων συμπορεύτηκαν μαζί του εξετάζει διεξοδικά η μόνιμη έκθεση του Whitney Museum της Νέας Υόρκης “Modern life and his time”.
Ένα μουσείο που ειδικεύεται στο φαινόμενο Χόπερ, καθώς η γυναίκα του χάρισε εκεί το σύνολο του έργου του και οι εκθέσεις που διοργανώνει φωτίζουν κατά καιρούς με διαφορετικούς τρόπους τις πτυχές και τις περιόδους της δημιουργίας του.
Ο Χόπερ έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του στην πόλη της Νέας Υόρκης. Με μικρά διαλείμματα τις εποχές που ταξίδεψε στην Ευρώπη θαυμάζοντας το έργο των Ευρωπαίων και την απουσία του στην εξοχή, στο σπίτι που έχτισε στο Cape Cod, όταν η ζωή στην πόλη έμοιαζε πια αφόρητη.
Η Αμερική του Χόπερ είναι η Αμερική της μοναξιάς, των άδειων βλεμμάτων, των ανθρώπων που στέκονται απελπισμένοι πίσω από φωτισμένα παράθυρα, των βουβών ζευγαριών στη μπάρα ενός καφέ, των άδειων θεωρείων στην όπερα, κουρείων στην άκρη της πόλης, ενός διανυκτερεύοντος βενζινάδικου.
Πλάι στη ματαιοδοξία των ουρανοξυστών και του όγκου στέκονται μικροί οι ήρωες του, στεγνοί από δάκρυα, ξένοι μέσα στον ίδιο τους τον τόπο. Γυναίκες στις άκρες των κρεβατιών, πίσω αυλές σπιτιών, στέγες, ανθρώπινα γεράκια της νύχτας, το Χάρλεμ των χαμένων ψυχών, απελπισμένοι ταξιδιώτες του αμερικάνικου ονείρου. Ένας ωμός ρεαλισμός, απογυμνωμένος από ωραιοποιήσεις και μια κριτική ενατένιση ενός αιώνα και ενός τρόπου ζωής, που άλλοι αποθέωναν.
Στη δεκαετία του 20 ο Χόπερ και η γυναίκα του αποφασίζουν να αφήσουν τη ζωή στην πόλη που τους φαίνεται ήδη εξαιρετικά σκληρή, να ζήσουν την απόδραση στα μεγάλα τοπία. Στην ερημιά του Cape Cod τα τοπία στους πίνακες του θα αλλάξουν. Η μεγάλη αμερικάνικη ενδοχώρα θα κυριαρχήσει. H πόλη θα υποχωρήσει και οι ανάσες θα έρθουν από το ύπαιθρο. Και μετά η επιστροφή. Τα χρόνια του πολέμου. Το Περλ Χάρμπορ. Ο πόνος. Και ο Χόπερ άσημος ακόμα να παλεύει να ξορκίσει τους δαίμονες του. Τον πρώτο του πίνακα τον πούλησε στην ηλικία των σαράντα.
Η γυναίκα του Τζόζεφιν διαρκώς πλάι του. Η μοναδική μούσα του, καθώς τον υποχρέωνε μέχρι τέλους να ποζάρει μονάχα εκείνη, ακόμα και σε προχωρημένη ηλικία γυμνή σε άδεια δωμάτια και η σχέση του μαζί της που πέρασε από όλα τα στάδια,. Ο φίλος του και συνεργάτης του Charles Burchfiled, ο μοναδικός συνοδοιπόρος, ο άνθρωπος με τον οποίο συζητούσε για τα πάντα. Και μια σειρά πρόσωπα που αποτέλεσαν τους ανθρώπους που συνδιαλέχτηκε στη διαδρομή της τέχνης και της ζωής του. Αλλά και ένα ολόκληρο σύμπαν έμπνευσης που δημιουργήθηκε από την εντατική παρατήρηση του κόσμου γύρω του αλλά και των εικόνων που δημιούργησε, οι άνθρωποι που επηρέασε και επηρεάστηκε. Από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ ως τους social realists.
Η έκθεση του έργου του Χόπερ αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να καταγραφεί αυτή η εντυπωσιακή μετάβαση της αμερικάνικης τέχνης, από τα αριστοκρατικά πορτραίτα του 19ου αιώνα στη μοντέρνα ζωή. H γέννηση του κοινωνικού ρεαλισμού, σε μια παράλληλη πορεία μεγάλων καλλιτεχνών όπως οι John Sloan, Alfred Stieglitz, Edward Steichen, Paul Strand, Charles Demuth, Guy Pène du Bois, Charles Sheeler, Ben Shahn, Reginald Marsh, είναι η διαδρομή που επιλέγει η επιμελήτρια Barbara Haskell για να αποδείξει περίτρανα πως τα βήματα τους συναντήθηκαν σε καιρούς αβέβαιους, σχεδιάζοντας σκοτεινές εικόνες παράλληλες με τα πολτικά κινήματα που ανέτειλαν στη χώρα, την πτώση του 29, την ασφυξία που αποτυπώνουν με τα χρώματα τους. Τα δραματικά μοτίβα που συναντά κανείς στα έργα των περισσότερων από αυτούς στην πρώτη περίοδο που μελετά η έκθεση, την αρχή του εικοστού αιώνα.
Κατόπιν η επαφή του Χόππερ με τους ρεαλιστές στα χρόνια του είκοσι. Ο προβληματισμός για την κυριαρχία της μηχανής και της άναρχης ανάπτυξης, αλλά και η ξεγνοιασιά λίγο πριν τη μεγάλη Κρίση και οι μέρες που έμοιαζαν να μην έχουν αύριο. Και μετά η στροφή στη φύση μακριά από την απάνθρωπη πόλη. Το νέο κίνημα που έγινε γνωστό ως American Scene Painting. Εργοστάσια, άνθρωποι καθισμένοι σε γειτονιές της πόλης, γιγάντιες σκιές ουρανοξυστών, σχεδόν τρομακτικές, άδειοι δρόμοι, εξοχές ανακουφιστικές, παρόμοια βλέμματα πάνω στις ίδιες ανησυχίες, διαδέχονται ως εικόνες και οι σκηνές της καθημερινότητας μετατρέπονται μοναδικά σε επικές δηλώσεις.
Τα μέσα μιλούν για τον μεγάλο πεσιμιστή που ήταν μπροστά από την εποχή του, για την πρώιμη Αμερική, μια διαφορετικά μοντέρνα ζωή από αυτή που φανταζόμαστε και βέβαια τη ματιά ενός ονειροπόλου και των σύγχρονων του. Συγκρίνουν την εποχή του, μια εποχή ησυχίας σε αντίθεση με τον ήχο της πόλης που παράγει σήμερα ένα i-pod στον υπόγειο.
Ο πιο ήσυχος ζωγράφος της αμερικάνικης ιστορίας του περασμένου αιώνα μεταφέρει εικόνες εγκράτειας. Καμία υπόσχεση, κανένας θόρυβος. Μόνο απουσίες. Και ίχνη. Παγερές επιφάνειες και στιγμές ανάπαυσης.
To έργο του ενέπνευσε όλα τα είδη τέχνης. Το σινεμά ασχολήθηκε με το έργο του συχνά ακόμα και στήνοντας ολόκληρα φιλμ βασισμένα στα έργα του. O Βέντερς, ο Λίντς, o Χίτσκοκ και δεκάδες άλλοι σκηνοθέτες επηρεάστηκαν από τη δύναμη των εικόνων του.