Ο Φοίβος Δεληβοριάς αποχαιρετά τον Χρήστο Γιανναρά
Η ανάρτησή του στο Facebook για τον σπουδαίο συγγραφέα και καθηγητή φιλοσοφίας, που έφυγε από τη ζωή.
Μέσα από ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Φοίβος Δεληβοριάς αποχαιρετά τον Χρήστο Γιανναρά, ο οποίος έφυγε από τη ζωή, το βράδυ του Σαββάτου (25/8), σε ηλικία 89 ετών.
Ο Χρήστος Γιανναράς ήταν καθηγητής φιλοσοφίας και σπουδαίος συγγραφέας.
Την είδηση για τον θάνατό του έκανε γνωστή ο ο γιος του, Σπύρος, μέσω ανάρτησης στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook, γράφοντας χαρακτηριστικά: «Απεβίωσε σήμερα το απόγευμα ο πολυαγαπημένος μου πατέρας, Χρήστος Γιανναράς», έγραψε χαρακτηριστικά.
Ολόκληρη η ανάρτησή του:
“Με πολλή αγάπη θα θυμάμαι τον Χρήστο Γιανναρά- και στο προσωπικό επίπεδο της ανθρώπινης επαφής και στο άλλο (της περιόδου 1991-2002) που τον είχα μελετήσει, μαζί με όλους εκείνους τους ανθρώπους που έσκαψαν στο χώμα της ιστορίας του ελληνισμού και βρήκαν τρύπες που οδηγούσαν στον Έρωτα, στο Πρόσωπο και στον Θεό. Εμένα που η Ποίηση και το τραγούδι ήταν πιο πολύ ο ουρανός μου, με πρωτοτράβηξε στα «μέρη του» το έξοχο -σχεδόν ποιητικό- βιβλίο του για το «Άσμα Ασμάτων». Πολύ αποκαλυπτικό ήταν και το «Ορθοδοξία και Δύση στη Νεώτερη Ελλάδα». Και βαθειά βουτιά σε άγνωστά μου, ως τότε, πράγματα «Το Πρόσωπο και ο Έρως». Έτυχε και γνωριστήκαμε σε ένα φιλικό σπίτι, λίγο αργότερα γνώρισα και τον γιο του, Σπύρο (φίλο πολύ, ακόμα) και -παρέα με τον Δημήτρη Καράμπελα, την αδελφή μου Μυρτώ και την αγαπημένη μου Λήδα Καπουράλη- τον βλέπαμε συχνά. Μας είχε φιλοξενήσει και στο σπίτι του στα Κύθηρα το 1997 και θυμάμαι ένα υπέροχο βράδυ που έπιασα την κιθάρα και διατρέξαμε τον Κοέν, τον Μπρασένς, τον Γκάτσο, τον Σαββόπουλο, τον Ντύλαν, τον Κέϊβ και τα δημοτικά της συλλογής του Νικολάου Πολίτη.
Το επόμενο πρωί βουτήξε στη θάλασσα και τον είδα να βγαίνει με αυτό το λαμπυρίζον βλέμμα κι εκείνην την παλιά ομορφιά των ελλήνων μαθητών του ‘50 που έγιναν δάσκαλοι και ζήσαν τη ζωή στις θάλασσες και στα βιβλία ψάχνοντας αν υπήρχε ακόμη Ελλάδα έξω από το φαντασιακό μας. Έτσι τον θυμάμαι και θα τον θυμάμαι. Μια φορά μας είχε καλέσει σε μιαν εκπομπή του στο ραδιόφωνο με τον Δημήτρη και είχαμε μια κουβέντα μετά μουσικής- ποιος ξέρει τι είχαμε πει εμείς, μες στη νεανική αφέλειά μας; Μετά το 2003 τα διαβάσματα και οι ανησυχίες μου έφυγαν αλλού -κάθε γενιά πρέπει να κερδίζει τη ζωή της με τελείως άλλο τρόπο. Η αρθρογραφία του -από την οποία τον γνωρίζουν οι περισσότεροι- θεωρώ πως του έδωσε λάθος θαυμαστές και λάθος εχθρούς. Τώρα που, αναχωρώντας, είναι πια ένας «Ερχόμενος», θα καθαρίσει η εικόνα του από τις επικαιρότητές της κι από την παρακμή που μας σκέπασε όλους -όσο αντιθετικούς δρόμους κι αν ακολουθήσαμε- και θα λάμψει ξανά η ουσία του, σαν εκείνες τις σταγόνες νερού που μένουν για λίγο πάνω μας βγαίνοντας από τη θάλασσα”.