πήγα-στην-εθνική-όπερα-σόφιας-να-δω-μπα-1259590

Πολιτισμός

Πήγα στην Εθνική Όπερα Σόφιας να δω μπαλέτο και σκεφτόμουν τις διαφορές με το ελληνικό κοινό

Μπορεί άραγε να είναι διαφορετικό το κοινό από μία χώρα σε μία άλλη και πόσο αυτό μπορεί τελικά να επηρεάζει ακόμα και το ίδιο το θέαμα και τους συντελεστές του;

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Μπορεί άραγε να είναι διαφορετικό το κοινό από μία χώρα σε μία άλλη και πόσο αυτό μπορεί τελικά να επηρεάζει ακόμα και το ίδιο το θέαμα και τους συντελεστές του, όταν πολλές φορές μιλάμε για καλλιτεχνικές δουλειές υψηλού επιπέδου που απευθύνονται σε ένα ειδικό κοινό ή σε ένα περιορισμένο αριθμό θεατών που αρέσκονται να απολαμβάνουν κάτι ανάλογο.

Πηγαίνοντας πριν λίγες μέρες να δω τον «Καρυοθραύστη» του Τσαϊκόφσκι στην Εθνική Όπερα της Σόφιας, πολύ γρήγορα εντόπισα διαφορές, σε σύγκριση με τις φορές που πήγα να δω ανάλογα θεάματα σε ελληνικές σκηνές.

Ξεκινώντας, ακόμα από την είσοδο στο ιστορικό κτίριο της Σόφιας, που από μέσα του έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από ότι στην όψη του, η προετοιμασία για κάτι σπουδαίο ήταν εμφανής παντού. Από τα μπαρ με ποτήρια σαμπάνιας ή κρασιού που περίμεναν τους θεατές στο φουαγιέ μέχρι το επιβλητικό και επίσημο ένδυμα των υπαλλήλων, η εμπειρία για ένα τέτοιο θέαμα έκανε «ακριβή» τη στιγμή πολύ νωρίτερα ακόμα από την έναρξη της παράστασης.

Η ιστορία της κατασκευής του κτιρίου της Εθνικής Όπερας της Σόφιας ξεκινάει το 1947 όταν ο αρχιτέκτονας Lazar Parashkevanov σχεδίασε το επιβλητικό οικοδόμημα ειδικά για το κυβερνών κόμμα τότε, με πρωθυπουργό τον Alexander Stamboliyski. Η κατασκευή ολοκληρώθηκε το 1957 αφού ένα χάλκινο γλυπτό του πολιτικού και αρχηγού του κόμματος, φτιαγμένο από τους γλύπτες Μάρκο Μάρκοφ και Στέφαν Στανιμίροφ, τοποθετήθηκε μπροστά από το κτίριο και αφήνοντας για πάντα το στίγμα του στην κοινωνία της Σόφιας και διαμορφώνοντας τελικά την νοοτροπία των ντόπιων θεατών που μέχρι και σήμερα μπορεί να θεωρείται η όπερα ή το μπαλέτο ως θεάματα υψηλού επιπέδου, ωστόσο έχουν κάπως ως υποχρέωση τους να το τιμήσουν όπως του αξίζει.

Η εικόνα πολλών νέων ανθρώπων στο κτίριο για να παρακολουθήσουν μία παράσταση μπαλέτου και να απολαύσουν τη μουσική ενός μεγάλο κλασσικού συνθέτη, θα μπορούσε να είναι μία μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις δύο χώρες συγκρίνοντας αυτό που είδα με τις παραστάσεις που έχω πάει στην Ελλάδα, που συνήθως το μεγαλύτερο μέρος του κοινού είναι θεατές άνω των πενήντα ετών. Στη Σόφια λοιπόν, τόσο στην πλατεία (που τα εισιτήρια ξεπερνούν τα 80 λέβα, δηλαδή περίπου τα 40 ευρώ) όσο και στον εξώστη που τα εισιτήρια κάνουν 35 λέβα (κάπου 17 ευρώ) είδα δεκάδες εικοσάρηδες θεατές, είδα νέες οικογένειες με μικρά παιδιά να κάθονται και να παρακολουθούν απόλυτα ώριμα χωρίς να ενοχλούν, είδα μία πολιτιστική μόρφωση σε ένα μεγάλο λαϊκό κοινό που όμως έδειχνε να μην είναι όπως το ψάρι έξω από το νερό του, αλλά να γνωρίζει απόλυτα που βρίσκεται, γιατί βρίσκεται εκεί και πώς θα πρέπει να συμπεριφερθεί.

Την ιστορία του κινούµενου στρατιώτη που λειτουργούσε ως Καρυοθραύστης πήρε ο Τσαϊκόφσκι και την έκανε µπαλέτο σε δύο πράξεις. Στην πρώτη πράξη που είδαμε, όταν η γιορτή τελείωσε και οι καλεσµένοι έφυγαν, η Κλάρα µπήκε στο ήσυχο σαλόνι για να κοιµίσει τον καρυοθραύστη. Καθώς το ρολόι χτύπησε µεσάνυχτα, το κορίτσι αποκοιµήθηκε και µεταφέρθηκε σε έναν παραµυθένιο κόσµο. Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο µεγάλωσε µαγικά, όλα τα παιχνίδια, ανάµεσά τους και ο Καρυοθραύστης, ζωντάνεψαν και ρίχτηκαν στη µάχη µε µεγάλα ποντίκια που εισέβαλαν στο δωµάτιο. Τελικά ο καρυοθραύστης κέρδισε τη µάχη και µεταµορφώθηκε σε έναν όµορφο πρίγκηπα.

Αμέσως μετά, ακολούθησε ένα διάλειμμα μερικών λεπτών που και πάλι, υπήρχε μία όμορφη ησυχία στην αίθουσα.

Στη δεύτερη πράξη η Κλάρα και ο πρίγκηπας – Καρυοθραύστης ξεκινούν για ένα µαγικό ταξίδι. Περνούν από τη Βασίλισσα του Χιονιού αλλά και από τη χώρα των Ζαχαρωτών µε τη νεράιδα Ζαχαρένια. Η Κλάρα δεν θέλει να αποχωριστεί τον Καρυοθραύστη της, όµως την ηµέρα των Χριστουγέννων καθώς ξυπνά κοντά στην οικογένειά της, το µόνο που κρατά στα χέρια της είναι ο Καρυοθραύστης, η κούκλα που της είχε χαρίσει ο νονός της.

Το χειροκρότημα σε όλους του χορευτές κράτησε πάνω από δέκα λεπτά, δείχνοντας τον ενθουσιασμό του το κοινό σε αυτό που είδε και επιβραβεύοντας τους πρωταγωνιστές.

Τις τιμές λοιπόν παραπάνω, τις έγραψα για να πω βέβαια πως εκεί, ένα τέτοιο θέαμα μπορεί να είναι σπουδαίο και πολύτιμο, ωστόσο δεν είναι ακριβό, όπως συνήθως είναι στη χώρα μας θεάματα ανάλογης ποιότητας. Το ότι μπορεί ένας 22χρονος να δώσει λίγα χρήματα και να παρακολουθήσει μία βραδιά μπαλέτου είναι σπουδαίο και καθόλα επιτρεπτό για την τσέπη του, που στην Ελλάδα δύσκολα θα μπορούσε ένας νεαρός θεατής να δώσει πενήντα ευρώ για να μπει σε σκηνές που φιλοξενούν τέτοιες παραστάσεις και σίγουρα όχι, με τη συχνότητα που μπορεί να το κάνει ένας συνομήλικος του στην Βουλγαρία.

Βέβαια, μιλάμε για μία χώρα όπου η όπερα και το μπαλέτο είναι στην κουλτούρα της. Ωστόσο, ότι το συντηρεί μέχρι και σήμερα ως ένα λαϊκό θέματα έχει την αξία του.

Όπως τη δική του σημασία έχει πως οι θεατές, ήξεραν πότε και πώς να χειροκροτήσουν τους χορευτές. Ήξεραν να υποδεχτούν όπως πρέπει την ορχήστρα. Γνώριζαν, έστω και αυθόρμητα, που να αναφωνήσουν μπράβο διατηρώντας ενδεχομένων μία αθωότητα που στη χώρα μας την έχουμε χάσει υπολογίζοντας τα πάντα, ακριβώς επειδή είναι τοποθετημένα όλα αυτά σε ένα υψηλό βάθρο και όχι ενταγμένα στην κοινωνία μας.

Το να βλέπω παιδιά των πέντε ετών να παρακολουθούν μπαλέτο στην Εθνική Όπερα της Σόφιας, μου δίνει ελπίδες για το μέλλον. Όχι επειδή κάποιος κάπως τα πήγε εκεί, όσο γιατί αυτά τα παιδιά έμειναν απέναντι σε αυτά τα θεάματα με απόλυτο σεβασμό και προσοχή διαμορφώνοντας το αυριανό κοινό και μεταδίδοντας τις γνώσεις τους σε επόμενες γενιές.

Δυστυχώς στην Ελλάδα η όπερα και το μπαλέτο πέρασαν στα χρόνια ως θεάματα κυρίως της ελίτ κοινωνίας, με υψηλό συνήθως εισιτήριο, σε τεράστιες αίθουσες που απευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο κοινό. Ίσως να είμαστε από τις λίγες χώρες μάλιστα, που έχουμε τόσες πολλές σχολές μπαλέτου και τόσους λίγους τελικά επαγγελματίες χορευτές μπαλέτου, γιατί το έχουμε μετατρέψει σε προσχολική και σχολική απασχόληση των παιδιών που τελικά ελάχιστα από αυτά το επιλέγουν για να συνεχίσουν μετά το λύκειο.

Όπως και να έχει, οι διαφορές στο κοινό από τη μία χώρα στην άλλη, έχει απόλυτη σχέση με την ιστορία και τον πολισμό της. Είναι βέβαια και μία εικόνα του μέλλοντος της. Ας ελπίζουμε λοιπόν σε ένα καλύτερο μέλλον!

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα