Συραγώ Τσιάρα: Η πρώτη δήλωση της για την Εθνική Πινακοθήκη
Η ιστορικός τέχνης και επιμελήτρια είναι η νέα διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου
Εικόνα: Χρύσα Νικολέρη
Η πρώτη δήλωση της νέας διευθύντριας του μουσείου:
Με αισθήματα ιδιαίτερης τιμής, χαράς και ευθύνης αναλαμβάνω τη διεύθυνση της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου.
Ο ρόλος της Εθνικής Πινακοθήκης στη διαμόρφωση του σύγχρονου πολίτη είναι θεμελιακός. Εκτός από κιβωτός της νεότερης ελληνικής τέχνης, η Εθνική Πινακοθήκη είναι και εργαστήρι σφυρηλάτησης της οπτικής μας ταυτότητας ως έθνους.
Χάρη στην άοκνη αφοσίωση, το όραμα και το δυναμισμό της πρόσφατα εκλιπούσας διευθύντριας, Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα, έχει επίσης καταστεί ένα προσφιλές τοπόσημο βιωμένης εμπειρίας, γνώσης και συγκίνησης. Ευχαριστώ την πολιτεία για την εμπιστοσύνη.
Θα καταβάλω κάθε δυνατή προσπάθεια να ανταποκριθώ επάξια στα νέα μου καθήκοντα». Είναι η πρώτη δήλωση της Συραγώς Τσιάρα μετά την ανακοίνωση νωρίτερα σήμερα του διορισμού της ως επικεφαλής στην ΕΠΜΑΣ.
Η γνωστή ιστορικός της τέχνης, επιμελήτρια και διευθύντρια του ΜΟΜus – Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και της Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης βρίσκεται στη συμπρωτεύουσα ώστε να διευθετήσει ζητήματα παράδοσης που αφορούν τα μέχρι τώρα καθήκοντά της, ενώ το επόμενο διάστημα θα έλθει στην Αθήνα προκειμένου να ενημερωθεί για τη νέα της θέση.
Ποια είναι η Συραγώ Τσιάρα
Διαθέτοντας δεκαπενταετή εμπειρία στη διεύθυνση δημόσιων μουσειακών οργανισμών και εικοσαετή εμπειρία στη διαχείριση συλλογών έργων ελληνικής και διεθνούς τέχνης, η Συραγώ Τσιάρα έχει επιμεληθεί περισσότερες από πενήντα εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, έχει οργανώσει συνέδρια, συγγράφει επιστημονικές μελέτες και δίνει διαλέξεις, κυρίως πάνω σε ζητήματα σχέσεων τέχνης και πολιτικής, μνήμης, ταυτότητας, επιμελητικών πρακτικών και διασύνδεσης της σύγχρονης τέχνης με τους αρχαιολογικούς χώρους και τη δημόσια σφαίρα.
Από το 2007 μέχρι το 2020 ανέλαβε τη διεύθυνση του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης. Από το 2017 μέχρι σήμερα διευθύνει τη Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Το 2009 συνεπιμελήθηκε τη 2η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης – «Πράξις. Τέχνη σε Αβέβαιους Καιρούς». Διετέλεσε επιμελήτρια του Ελληνικού Περιπτέρου στην 55η Μπιενάλε της Βενετίας το 2013. Το 2017 συνεπιμελήθηκε με τη Μαρία Τσαντσάνογλου έκθεση 28 Ελλήνων καλλιτεχνών στο Εθνικό Μουσείο Τεχνών του Πεκίνου στο πλαίσιο της 7ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης του Πεκίνου, διοργάνωση στην οποία η Ελλάδα υπήρξε τιμώμενη χώρα. Στην 58η Μπιενάλε της Βενετίας, το 2019, ανέλαβε τα καθήκοντα της εθνικής επιτρόπου.
Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1968. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, ενώ συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στην Κοινωνική Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Leeds, στην Αγγλία. Εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στο Α.Π.Θ. με θέμα το ρόλο της δημόσιας γλυπτικής στη διαμόρφωση της εθνικής μνήμης και αναγορεύτηκε διδάκτωρ το 2000. Εργάστηκε για την έρευνα, μελέτη, τεκμηρίωση και εκθεσιακή προβολή της Συλλογής Κωστάκη στην Ελλάδα και το εξωτερικό, διδάσκοντας παράλληλα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Από την ίδρυση του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus), το 2018, ανέλαβε τη διεύθυνση του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης – Συλλογές Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Το 2019 εργάστηκε μαζί με τον Δημήτρη Αντωνακάκη στη διεύθυνση του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης ώστε να αποδοθεί το μουσείο στο κοινό. Την ίδια χρονιά ολοκλήρωσε το σχεδιασμό και την επιμέλεια της παρουσίασης της μόνιμης συλλογής νεοελληνικής τέχνης στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας – Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα.