Η πρώτη μαζική δολοφονία στην Ελλάδα, πριν 115 χρόνια, που έγινε τηλεοπτική σειρά
Στις 23 Αυγούστου του 1909 στο χωριό Καλοκαιρινές στα Κύθηρα, εκτυλίχτηκε μία από τις πιο φρικτές μαζικές δολοφονίες της χώρας - Από απόψε "ζωντανεύει" στην τηλεόραση
Στις 23 Αυγούστου του 1909 στο χωριό Καλοκαιρινές στα Κύθηρα, εκτυλίχτηκε μία από τις πιο φρικτές μαζικές δολοφονίες της χώρας και μία από τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες της ιστορίας στη χώρα μας. Ο τσαγκάρης, ο Αντώνη Λαγωνάρης μεταβαίνει στο χωριό από λάθος, μία Κυριακή και αρχίζει να χτυπάει την καμπάνα. Ήταν μέρα που επρόκειτο να γίνει βάφτιση, οπότε ακούγοντας την καμπάνα οι χωριανοί έτρεξαν στην εκκλησία. Ο Αντώνης έσφαξε εκείνη τη μέρα 15 ανθρώπους, μεταξύ αυτών γυναίκες και παιδιά. Ήταν ένα από τα πρώτα τόσο μεγάλα εγκλήματα που έγιναν στη χώρα…
Ο δολοφόνος φαίνεται ότι κινήθηκε κάτω από την επήρεια ναρκωτικών με κίνητρο της εκδίκηση για την κοινωνική αδικία που αισθανόταν στην πρώτη μαζική δολοφονία που έχει καταγραφεί στην χώρα μας και ήρθε ξανά στο προσκήνιο λόγω ενός βιβλίου και μίας τηλεοπτικής σειράς.
Την ιστορία «ζωντάνεψε» εξαιρετικά ο σκηνοθέτης Σωτήρης Τσαφούλιας σε έξι επεισόδια για λογαριασμό της Cosmote Tv με την Μιρέλλα Παπαοικονόμου και την Κάτια Κισσονέργη στο σενάριο και με τον Πάνο Βλάχο στον δύσκολο ρόλο του Αντώνη, όπου προβλήθηκε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 2024 στην συνδρομητική πλατφόρμα. Η είδηση της νέας σεζόν βέβαια, είναι πως οι «17 κλωστές» όπως ονομάζεται η σειρά και βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Πάνου Δημάκη, θα προβληθεί από απόψε στο Mega και κάθε Κυριακή στις 22:50.
“Την ιστορία των 17 κλωστών την επέλεξα, διότι την θεωρώ πιο επίκαιρη από ποτέ” αναφέρει ο Σωτήρης Τσαφούλιας στην συνέντευξη του για την Parallaxi στην Μυρτώ Τούλα πριν μερικούς μήνες. “Στην αρχή των γυρισμάτων, οι κάτοικοι των Κυθήρων μας αντιμετώπιζαν πολύ ψυχρά και σκεπτικιστικά, σχεδόν με μισό μάτι. Ένα πρωί μας πλησίασαν δύο τύποι και μας ρώτησαν: “ήρθατε εδώ για να μας κάνετε να φανούμε κακοί;” Όσο προχωρούσαν τα γυρίσματα, άνοιγαν οι καρδιές, τα στόματα και οι ψυχές. Όταν δε, έφτασε η σκηνή της δολοφονίας, μας παρακάλεσαν απόγονοι των θυμάτων να παίξουν εις μνήμην τους. Πάντα θα μας ενδιαφέρει το τι θα πουν οι γύρω μας, έτσι όμως, κανείς δεν ζει την ζωή που θα ήθελε να ζήσει. Ο κόσμος είναι πολύς και η ζωή είναι λίγη, όσο ζεις με γνώμονα του τι θα πει ο κόσμος, δεν θα είσαι ποτέ, ούτε ό,τι θες εσύ, αλλά, ούτε όσα θέλουν οι άλλοι. Αν την αστάθεια της εποχής, την μεταφράζαμε ως “τίποτα δεν είναι δεδομένο και γι’ αυτό την κάθε ημέρα πρέπει να την ζω όχι ως την τελευταία μου αλλά ως την πρώτη της υπόλοιπης ζωής μου”, εκεί θα βρίσκαμε ένα μέτρο” αναφέρει ο σκηνοθέτης για τη σειρά.
Για την απόφαση της να αναλάβει το τηλεοπτικό σενάριο της ιστορίας, μίλησε και η σπουδαία σεναριογράφος Μιρέλλα Παπαοικονόμου στο ladylike.gr και την δημοσιογράφο Λία Παπαιωάννου, λέγοντας: “Ήμουν καλοκαίρι στα Κύθηρα. Πρέπει να ήταν πριν 3 χρόνια. Στο χωριό Λιβάδι με σταμάτησε ο φίλος μου, ο βιβλιοπώλης Πάνος (βιβλιόγατος το παρατσούκλι του) και μου είπε πως μόλις είχε διαβάσει τις 17 κλωστές, ένα μυθιστόρημα ενός πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα, του Πάνου Δημάκη και πως έπρεπε οπωσδήποτε να το κάνω σειρά για την τηλεόραση. Ήταν μια αληθινή ιστορία που διαδραματίστηκε το 1909 στα Κύθηρα. Διάβασα αμέσως το βιβλίο και ενθουσιάστηκα. Συναντήθηκα στο νησί με τον συγγραφέα και του υποσχέθηκα πως θα γράψω την σειρά. Ακολούθησαν 2 παρουσιάσεις του μυθιστορήματος. Η συμμετοχή των κατοίκων του νησιού ήταν συγκινητική, παρόλο που κάποιοι ήταν απόγονοι των θυμάτων του δολοφόνου Καστελάνη! Ακολούθησαν εκ μέρους μου πολλές προσπάθειες για να εγκριθεί το σενάριο από κάποιο γραφείο παραγωγής. Μετά από 2 χρόνια η εταιρία Τanweer μού απάντησε πως ενδιαφέρεται για το project. Στη συνέχεια έγινε η επαφή με την COSMOTE TV, με την οποία συμφωνήθηκε και η παραγωγή της σειράς. Έδωσαν το σενάριο να το διαβάσει και ο Σωτήρης Τσαφούλιας και είπε πως θέλει να το σκηνοθετήσει“.
Μέσα από τα 6 επεισόδια των «17 Κλωστών» ξεδιπλώνονται στις οθόνες τα αληθινά γεγονότα, που οδήγησαν στη μαζική δολοφονία που συγκλόνισε την Ελλάδα, στις αρχές του 1900, με πρωταγωνιστή τον Αντώνη, έναν φιλήσυχο τσαγκάρη και λυράρη. Ο αγαπητός στον τόπο του νέος κατηγορήθηκε άδικα και τράπηκε σε φυγή, επιστρέφοντας όμως για εκδίκηση.
Η ιστορία του Αντώνη
Ένας φιλήσυχος άνθρωπος ο Αντώνης, φίλος με όλους στο χωριό, που όταν δε δούλευε φρόντιζε να διασκεδάζει όσους το επιθυμούσαν με τη λύρα του. Αν και ζούσε στο χωριό Γερακιτιάνικα των Αρωνιάδικων στα Κύθηρα ήταν τόσο φημισμένος που άνθρωποι από όλα τα χωριά του νησιού πήγαιναν για να του παραγγείλουν στιβάνια. Όλα αλλάζουν όταν στο τσαγκαράδικό του εμφανίστηκε μια γυναίκα από διπλανό χωριό και του παράγγειλε ένα ζευγάρι στιβάνια. Όταν πήγε να τα παραλάβει, η γυναίκα δεν μπορούσε να τον πληρώσει και όταν ο Λαγωνάρης της παραπονέθηκε η πελάτισσα τού είπε να περάσει από το σπίτι της, για να τον εξοφλήσει.
Πράγματι ο αγαθός Αντώνης πήγε για να πληρωθεί. Εκείνη τον δέχτηκε και έβγαλε να τον κεράσει, ωστόσο επέστρεψε ο σύζυγος της γυναίκας, ο οποίος θεώρησε ότι ο νεαρός άντρας είχε πονηρούς σκοπούς για τη γυναίκα του. Έτσι, τον ξυλοκόπησε και τον έδιωξε χωρίς μάλιστα να του δώσει τα χρήματα που του χρωστούσε για τα στιβάνια, κάτι που σύμφωνα με πηγές της εποχής, αλλά όπως φαίνεται και από την ιστορία της σειράς, ίσως ήταν στημένο.
Πάντως, το ζευγάρι δεν αρκέστηκε στο ξυλοδαρμό και άρχισε να δυσφημεί τον Λαγωνάρη σε όλη την περιοχή που μέχρι τότε τον εκτιμούσαν όλοι, με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα να αρχίσει να χάνει την πελατεία του, ενώ σταμάτησαν να τον καλούν ως οργανοπαίχτη καθώς φοβούνταν ότι θα αποπλανήσει τις γυναίκες τους.
Σε ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον, ο νεαρός άντρας αποφασίζει να φύγει από το χωριό και να πάει στον Πειραιά, όπου έπιασε δουλειά σε τσαγκαράδικο. Η φήμη του ως καλού τεχνίτη άρχισε να μεγαλώνει και αυτό προκάλεσε τον φθόνο άλλων μαστόρων από τον Πειραιά. Σύμφωνα με την ιστορία, οι μάστορες κατέστρωσαν σχέδιο για να τον βγάλουν από την μέση και να του πάρουν τη δουλειά. Έτσι, του έβαλαν μέσα στην τσάντα του κάποια εργαλεία του μαγαζιού θέλοντας να τον κατηγορήσουν για κλεψιά. Όταν τα ανακάλυψε το αφεντικό του και ενώ ο ίδιος αποφάσισε να δείξει επιείκεια, η γυναίκα του, τον έπεισε να του κάνει μήνυση για κλοπή υπενθυμίζοντάς του μάλιστα και το περιστατικό των Κυθήρων, το οποίο είχε γίνει γνωστό επειδή η καταγωγή του αρχιτσαγκάρη ήταν από τα Πιτσινιάνικα.
Ο Λαγωνάρης καταδικάστηκε για κλοπή, παρά την αθωότητα του και χωρίς να έχει χρήματα να εξαγοράσει την ποινή βρέθηκε στη φυλακή, όπου εξέτισε όλη την ποινή του. Όταν αποφυλακίστηκε μετά από λίγο καιρό έπιασε δουλειά σε ένα άλλο τσαγκαράδικο, ωστόσο φαίνεται ότι ούτε εκεί έμεινε για πολύ καθώς απολύθηκε λίγο αργότερα χωρίς να είναι γνωστοί οι λόγοι που έχασε τη δουλειά του.
Από τσαγκάρης… δολοφόνος
Κάπου εκεί και μετά τις κατηγορίες και τις απολύσεις, ο Λαγωνάρης φαίνεται να σχεδίασε τη μεγάλη επίθεση για να εκδικηθεί τους Κυθηριώτες από τους οποίος είχε ξεκινήσει η «οδύσσεια» του. Μάλιστα, τόσο στην ιστορία της τηλεοπτικής σειράς, όσο και πληροφορίες της εποχής που πέρασαν από χρόνο σε χρόνο, αναφέρουν πως ο Αντώνης είχε εθιστεί στα ναρκωτικά, κάτι που πιθανότατα έπαιξε ρόλο σε αυτήν την απόφαση εκδίκησης που πήρε. Κατά άλλους είχε «μυηθεί» στο χασίς όσο έμεινε στη φυλακή για την κλοπή που δεν έκανε, ενώ κατά άλλους εκείνη την περίοδο είχε βρει δουλειά στην κατεργασία του λιναριού (που γινόταν με το στόμα) και βρισκόταν υπό την επίδραση παραισθησιογόνου ουσίας που υπάρχει σ’ αυτό το φυτό.
Αφού γύρισε στο χωριό του, στα Αρωνιάδικα, στις 23 Αυγούστου του 1909 πήρε μάλλον την απόφαση να θέσει το σχέδιο εκδίκησής του σε εφαρμογή. Σκοπός του ήταν να πάει στο χωριό Πιτσινιάνικα, το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες ήταν το χωριό του πρώτου τσαγκάρη στον Πειραιά που τον είχε απολύσει και μηνύσει για κλοπή. Όταν ρώτησε πώς να πάει στο χωριό, του είπαν απλώς πως είναι το χωριό με το «αψηλό καμπαναριό». Από την Ξεροσοβάλα, κατά μία εκδοχή, ακολούθησε το δρόμο των Μυρτιδίων από τις Μολιγκάτες και βγήκε στο Μαραθέα. Ωστόσο από λάθος ή ίσως και λόγω της επήρειας των ναρκωτικών στην οποία βρισκόταν, αντί να πάρει τον σωστό δρόμο, πήρε το δρόμο προς ένα άλλο χωριό, τις Καλοκαιρινές, που και εκεί υπήρχε ψηλό καμπαναριό.
Στις Καλοκαιρινές, την ημέρα εκείνη επρόκειτο να γίνει στην εκκλησία του χωριού, η βάπτιση ενός μικρού κοριτσιού. Ο αποφασισμένος άντρας όταν έφτασε στο χωριό πήγε και σήμανε τις καμπάνες και στη συνέχεια κρύφτηκε. Οι χωριανοί νόμισαν ότι είναι η ώρα για να ξεκινήσει το μυστήριο και άρχισαν να φτάνουν στην εκκλησία. Ο Λαγωνάρης τότε, άρχισε να μαχαιρώνει αδιακρίτως όποιον έβρισκε μπροστά του. Ο πιο ψύχραιμος, ο εφημέριος του χωριού, ο παπα Κοσμάς Λεονταράκης από τα Φράτσια, βγήκε από το σπίτι του και διαπίστωσε ότι δεν ήταν πειρατές, αλλά κάποιος που βρισκόταν σε κατάσταση αμόκ. Χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του, άρπαξε το τουφέκι του, τον σημάδεψε και τον πέτυχε στην πλάτη. Ήταν σούρουπο, περίπου οκτώ και η ομίχλη εμπόδιζε την ορατότητα. Μέσα στον πανικό ο κόσμος έπεσε στα θύματα, που κατά την προφορική παράδοση ήταν 15 και τον εκτελεστή τον άφησαν να διαφύγει. Μεταξύ των θυμάτων ήταν μια έγκυος γυναίκα με τα δύο παιδιά της 12 και 10 ετών. Λέγεται μάλιστα ότι η γυναίκα, μόλις αντιλήφθηκε ότι κινδυνεύουν τα παιδιά της έτρεξε να τα σώσει και έπεσε θύμα και η ίδια.
Στο δρόμο της επιστροφής ο Λαγωνάρης συνάντησε άλλους δύο χωριανούς που γύριζαν ανύποπτοι στο χωριό και πήγε να τους επιτεθεί, αλλά το μαχαίρι είχε κολλήσει στη θήκη του. Ο ένας εξ αυτών ήταν κάποιος Γαροφαλής, που δεν έχασε την ψυχραιμία του και τον χτύπησε. Ο Λαγωνάρης γύρισε πίσω στο χωριό του και ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού του όπου έμεινε όλη νύχτα σύμφωνα με τις πληροφορίες.
Τα άσχημα νέα διαδόθηκαν γρήγορα στα γύρω χωριά και ασφαλώς και στο χωριό του Λαγωνάρη, χωρίς όμως να γνωρίζουν την ταυτότητα του δράστη. Μία γειτόνισσα στην απέναντι ταράτσα βγήκε να δει τα σύκα της, είδε τα αίματα στην πλάτη του Λαγωνάρη, υποψιάστηκε και ειδοποίησε τον αστυνόμο στον Ποταμό, ο οποίος σε λίγο τον συνέλαβε.
Με χειροπέδες τον πηγαίνουν στο Ναύπλιο, την πρωτεύουσα του νομού Αργολιδοκορινθίας, όπου υπάγονταν τα Κύθηρα κατά το 1909. Μάλιστα ο γνωστός Καψαλιώτης αείμνηστος Αντώνιος Πετρόχειλος-Μαμαλούκος τράβηξε μια μοναδική αναμνηστική φωτογραφία, την οποία διέθεσε η κόρη του Σοφία Πετροχείλου-Βασιλοπούλου και μπορέσαμε να βρούμε και στο διαδίκτυο. Η δίκη έγινε στο Ναύπλιο, όπου πήγαν πολλοί μάρτυρες από τις Καλοκαιρινές.
Ο Λαγωνάρης καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και όχι εις θάνατον. Με ένα ορισμένο αριθμό θυμάτων εκείνη την εποχή ο δράστης προοριζόταν για δήμιος και φαίνεται ότι τον Λαγωνάρη τον ήθελαν γι’ αυτή τη δουλειά. Κινούμενος για ακόμα μία φορά μέσα στον κόσμο των φυλακών, ο Λαγωνάρης αντιμετώπισε πάλι το κακό πρόσωπο, αυτή τη φορά των συγκρατουμένων του που τον φθονούσαν επειδή είχε… περισσότερα θύματα από αυτούς. Να σημειωθεί, πως μέσα στη φυλακή ο Αντώνης σκότωσε ακόμα έναν κι έτσι τα θύματά του έγιναν δεκάξι, εξ ου και η προσωνυμία «καπετάν δεκάξι».
Μετά από αυτό, ομάδα των συγκρατουμένων του, αποφάσισαν να τον εξοντώσουν και έτσι συνεργάστηκαν με τον κουρέα της φυλακής. Εκείνος, την ώρα που τον ξύριζε τον τραυμάτισε θανάσιμα στο λαιμό με το ξυράφι και αυτό ήταν το τέλος του Λαγωνάρη και της ζωής του που ήταν γεμάτη με αδικίες που τον μετέτρεψαν στον πρώτο μακελάρη της Ελλάδας.
Η ιστορία του επέζησε στην λαϊκή μνήμη και έγινε ακόμα και τραγούδι, το οποίο οι άνθρωποι τραγουδούσαν για χρόνια στα Κύθηρα με κάποιους από τους στίχους να λένε:
«Πάνω στις Καλοκαιρινές τη μέγα πολιτεία
ο Λαγωνάρης έκαμε μέγα ματοχυσία!
Πάνω στις Καλοκαιρινές αγνάντια στον Πονέντε
ο Λαγωνάρης έσφαξε άτομα δεκαπέντε».
Από τα 15 θύματα του Λαγωνάρη στις Καλοκαιρινές μάς είναι γνωστά μόνο τα 11, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των χωριανών.
Ρόζα Βλαντή, έγκυος, θυγ. Αντώνη Βλαντή, σύζ. Παναγιώτη Βλαντή-Καρίγιαννη, ετών 45.
Αντώνης Βλαντής του Παναγιώτου Καρίγιαννη, ετών 12.
Κωνσταντίνος Βλαντής του Παναγιώτου Καρίγιαννη, ετών 10.
Δημήτριος Βλαντής του Εμμανουήλ, ετών 55.
Μαρία, θυγ. Δημητρίου Βλαντή, σύζ. Νικολάου Καλλιγέρου.
Αρετή, θυγ. Σαράντου Βλαντή, σύζ. Εμμ. Βλαντή, ετών 60.
Ελένη, θυγ. Παναγιώτου Βενέρη, σύζ. Παναγιώτου Βλαντή, ετών 50.
Γιάννης Βλαντής του Εμμανουήλ
Παναγιώτης Κασιμάτης
Γιωργίτσα Κασιμάτη
Εξ αυτών, όπως προκύπτει από τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του αρχείου του Δήμου Κυθήρων κατά το έτος 1909, οι 8 πρώτοι υπέκυψαν, εάν υπολογίσομε σ’ αυτούς και το κυοφορούμενο βρέφος της Ρόζας. Οι υπόλοιποι επέζησαν.
«Δείχνει πώς εμείς οι άνθρωποι δημιουργούμε τα τέρατα κι όταν αυτά μας χτυπούν, αναρωτιόμαστε τι κάναμε εμείς οι καλοί άνθρωποι, ώστε να υποστούμε τέτοιο πράγμα, ενώ εμείς οι ίδιοι φτιάχναμε τα τέρατά μας» είχε πει ο Σωτήρης Τσαφούλιας για την τηλεοπτική σειρά του.
Πρωταγωνιστές στη σειρά είναι οι: Πάνος Βλάχος, Αθηνά Τσιλύρα, Θοδωρής Κατσαφάδος, Μαρίνα Ψάλτη, Κώστας Φλωκατούλας, Κώστας Φιλίππογλου, Μάνος Βακούσης, Ταξιάρχης Χάνος, Φώτης Θωμαΐδης, Θάνος Τοκάκης, Ντένια Στασινοπούλου, Μελίνα Βαμπούλα, Νατάσα Εξηνταβελώνη, Άλκηστη Πουλοπούλου, Ειρήνη Ιωάννου–Παπανεοφύτου, Στέλλα Αντύπα, Χρήστος Βελιάνος, Θράσος Σταθόπουλος, Τάσος Σωτηράκης, Νικόλας Μαραγκόπουλος, Ελένη Δαφνή και Νικόλας Δροσόπουλος.
Στη σειρά συμμετέχουν, επίσης, οι: Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Δήμητρα Σακαλή, Δωροθέα Βουτσαδοπούλου, Μαρία Κοντοδήμα, Κώνσταντίνος Τσεντούρος, Κωνσταντίνος Γώγουλος, Μιρέλλα Παπαοικονόμου, Γιάννης Βουλγαράκης, Κωνσταντίνος Σειραδάκης, Φώτης Πέτσος, Γιώργος Κανέλλης, Κώστας Ροζής Άπος Κυπραίος και Πέτρος Χυτήρης.
Δείτε το trailer της σειράς
17 Κλωστές: Οι συντελεστές
Παραγωγή: COSMOTE TV Εκτέλεση Παραγωγής: Tanweer Productions Σενάριο: Μιρέλλα Παπαοικονόμου, Κάτια Κισσονέργη Σκηνοθεσία: Σωτήρης Τσαφούλιας Παραγωγοί: Διονύσης Σαμιώτης, Ναταλύ Δούκα Executive Producers: Δημήτρης Μιχαλάκης, Φαίη Τσιτσιπή Production Designer: Μιχάλης Σαμιώτης Διευθυντής Φωτογραφίας: Claudio Bolivar Ηχοληψία: Πάνος Παπαδημητρίου Μοντάζ: Γιώργος Γεωργόπουλος Μουσική: Μίνως Μάτσας Hair Stylist: Έλενα Παρασκευά Make-up Artist: Κατερίνα Βαρθαλίτου Casting: Σταύρος Ράπτης – Fin Casting
*Με στοχεία για την ιστορία από τα www.kythiraika.gr / Μηχανή του χρόνου