HERITAGEnt: Όταν οι γειτονιές και τα σοκάκια αφηγούνται τις δικές τους ιστορίες
Η Κωνσταντίνα Μαρκόγλου σου μαθαίνει τη δημόσια ιστορία της αρχιτεκτονικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς στην Αθήνα μιλάει στην Parallaxi
Οι λάτρεις της αρχιτεκτονικής των κτηρίων και των μνημείων στα σοκάκια και τους δρόμους της Αθήνας, βρίσκουν καταφύγιο στο ψηφιακό εγχείρημα «HERITAGEnt», ιχνηλατώντας την πλούσια ιστορία της πολιτιστικής κληρονομιάς της πρωτεύουσας από το παρελθόν έως το σήμερα και γνωρίζοντας καλύτερα τους ανθρώπους που έχουν διαμορφώσει το αστικό τοπίο της.
Από το Κουκάκι, το Παγκράτι, την Κυψέλη μέχρι τους Αμπελόκηπους, την Κηφισιά και τη Γλυφάδα, η νεαρή Κωνσταντίνα Μαρκόγλου μας ξεναγεί μέσα από τις αφηγήσεις της στην πολιτιστική και αρχιτεκτονική Ιστορία της πρωτεύουσας, μεταδίδοντας τις γνώσεις της, όχι μόνο μέσα από το ψηφιακό project, αλλά και μέσα από workshops και ζωντανές δράσεις με περιηγήσεις στις γειτονιές της Αθήνας.
Η Κωνσταντίνα Μάρκογλου, μιλάει στην Parallaxi για το «HERITAGEnt», τη διαδικασία των αφηγήσεων, τις αλλαγές στις γειτονιές της Αθήνας από το τότε στο σήμερα, την ανταπόκριση του κόσμου αλλά και την ένταξη της Θεσσαλονίκης στο project.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Πότε και πώς γεννήθηκε η ιδέα για το project HERITAGEnt;
«Η ιδέα ήρθε λίγο μετά το δεύτερο lockdown της πανδημίας, μέσα από την ανάγκη μου να βρω τρόπους για αναδείξω όσα ανακάλυπτα στις βόλτες μου σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας. Έτσι, σκέφτηκα να φτιάξω ένα blog για να μοιραστώ με φίλους και γνωστούς φωτογραφίες, πληροφορίες και σκέψεις του δικού μου τρόπου «ανάγνωσης» της τοπικής και συλλογικής ταυτότητας, μέσα από τα κτήρια και τα μνημεία που βλέπουμε γύρω μας.
Το 2023, αυτή η ιδέα μεταφέρθηκε στο Instagram, επιχειρώντας μια πιο ανοιχτή, διαδραστική και σύγχρονη διάσταση της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς από τους πρώιμους νεότερους χρόνους μέχρι σήμερα. Ο λογαριασμός @heritagent_ τελικά, έδωσε τη δυνατότητα για μια πιο κοινωνικά προσβάσιμη και καινοτόμα διάσταση του project που ενσωματώνει μεθοδολογικά εργαλεία της δημόσιας ιστορίας, της δημόσιας ψηφιακής ιστορίας και της αρχαιολογίας του πρόσφατου παρελθόντος».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Πως είναι να εξερευνείς τις γειτονιές της Αθήνας και πόσο δύσκολο να ενσωματώσεις αυτά που βλέπεις/ μαθαίνεις στην αφήγηση;
«Η διαδικασία ξεκινά συχνά από το τέλος του ερωτήματος, δηλαδή οι ίδιες οι αφηγήσεις με οδηγούν προς συγκεκριμένα κτήρια ή μνημεία.
Όπου η δημόσια ιστορία δεν είναι «αναγνώσιμη», στρέφομαι στους ίδιους τους κατοίκους και εργαζόμενους της γειτονιάς. Αυτή η διάσταση της έρευνας προσφέρει αυθόρμητες συζητήσεις, αφιλτράριστες σκέψεις και βιωμένες εμπειρίες που συχνά δεν θα διαβάσεις σε επίσημα βιβλία ιστορίας.
Παράλληλα, η παρατήρηση και η βιωματική εξερεύνηση του αστικού χώρου αποτελεί μια καθημερινή πρακτική που εφαρμόζω ακόμα και όταν πηγαίνω με φίλους για καφέ. Εάν έχω χρόνο, προτιμώ να μην πάρω το λεωφορείο ή το αμάξι και να ξεκινήσω νωρίτερα, ώστε να έχω τον χρόνο να περπατήσω και να λάβω τυχαία ερεθίσματα που θα μου κινήσουν το ενδιαφέρον: ένα κτήριο, το όνομα μιας πλατείας, ένα μνημείο που κάποιος του άφησε λουλούδια κ.α».
«Η πόλη σου δίνει αυτό το γοητευτικό παλίμψηστο από εποχές, τεχνικές, μνήμες και γεγονότα».
Υπάρχει κίνδυνος να ενσωματωθεί στην αφήγηση κάτι το όποιο δεν είναι επιβεβαιωμένο;
«Όχι, γιατί αν κάτι δεν τεκμηριώνεται και δεν είναι κρίσιμο για το αφήγημα, προτιμώ απλώς να μην το αναφέρω. Αν παρ’ όλα αυτά θεωρώ ότι αξίζει να το μοιραστώ, τότε το παρουσιάζω με απόλυτη ειλικρίνεια, χρησιμοποιώντας διατυπώσεις όπως “εικάζεται”, “λέγεται” ή “σύμφωνα με τις τάδε μαρτυρίες”.
Το τελευταίο βέβαια δεν συμβαίνει συχνά, γιατί έχω κόλλημα με τις πηγές. Με ενδιαφέρει να υπάρχει πάντα τεκμηρίωση ή να την έχω στο αρχείο μου σε περίπτωση που ερωτηθώ. Όχι λόγω ανασφάλειας, αλλά επειδή υπάρχουν άνθρωποι που μελετούν και εξειδικεύονται για χρόνια σε ένα γνωστικό αντικείμενο και το λιγότερο που οφείλουμε να κάνουμε δεοντολογικά είναι η αναφορά τους ή η παραπομπή τους για περαιτέρω ερευνά στο εκάστοτε θέμα.
Σε κάθε περίπτωση, πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να δηλώνεις ξεκάθαρα πότε δεν γνωρίζεις κάτι ή πότε δεν είσαι βέβαιος. Έχουμε μεγαλώσει σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον που συχνά καλλιεργεί μια τοξική αίσθηση παντογνωσίας και αυτό είναι κάτι που θέλω να αποφύγω. Ο μεγάλος κίνδυνος στη διαμεσολάβηση της ιστορίας (δημόσια ιστορία) και εν προκειμένω της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς είναι να μην είσαι ειλικρινής για αυτά που δεν γνωρίζεις».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ποιο είναι για σένα το αγαπημένο σου μέρος της διαδικασίας του HERITAGEnt;
«Νομίζω πως είναι αυτό που προηγείται από το δημόσιο περιεχόμενο, δηλαδή η έρευνα. Είναι μια διαδικασία που με γεμίζει βαθιά και που πάντοτε συνοδεύεται από τη σκέψη ότι, στο τέλος, θα επιστρέψει στην κοινότητα.
Ξεκινάω με την επιτόπια έρευνα, την παρατήρηση του κτηρίου, την καταγραφή λεπτομερειών, τη φωτογράφιση ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και σημειώνω ενδεικτική χρονολόγηση, χρήσεις και σχόλια που μπορεί να προκύψουν από σύντομες συζητήσεις. Στη συνέχεια εντοπίζω το κτήριο στο αρχαιολογικό κτηματολόγιο ή στο αρχείο διατηρητέων κτιρίων και μελετώ την ιστορία του μέσα από βιβλιογραφία και ψηφιακές πηγές, οι οποίες συχνά φέρουν πολύτιμο αρχειακό υλικό. Πολλές φορές, αυτή η μελέτη με οδηγεί πίσω στο πεδίο, για να ξαναδώ λεπτομέρειες που δεν είχα παρατηρήσει.
Η διαδικασία ολοκληρώνεται με την αφηγηματική ανασύνθεση και ερμηνεία του κτηρίου ή μνημείου, αντιμετωπίζοντάς το ως υλικό τεκμήριο της ιστορικής αφήγησης που «μνημονεύει πρόσωπα, γεγονότα, εποχές, πρακτικές και τεχνικές». Αυτή η θέση, όπως την έχει διατυπώσει ο καθηγητής Νίκος Μπελαβίλας στο κείμενό του «Περί μνημείων και μνήμης» (από: Ν. Παπαδημητρίου – Α. Αναγνωστόπουλος, Το παρελθόν στο παρόν, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2017, σελ. 64-82), υπήρξε για μένα καθοριστική πηγή έμπνευσης στη μεθοδολογική μου προσέγγιση».
Μέσα από όλες τις νέες πληροφορίες που έχεις μάθει τα τελευταία χρόνια για την ιστορία της Αθήνας, την πολιτιστική και αρχιτεκτονική της κληρονομιά, τι σε έχει εντυπωσιάσει περισσότερο;
«Αυτό που με εντυπωσιάζει περισσότερο στην Αθήνα είναι η πολυεπίπεδη και πλουραλιστική της διάσταση, όπως φαίνεται στα αρχιτεκτονικά ίχνη που αποτυπώνουν την κοινωνική και πολιτισμική ιστορία της πόλης.
Για παράδειγμα, περπατώντας στο Γκάζι, μπορεί κανείς να δει κτήρια και κατάλοιπα κτηρίων από τον 19ο αιώνα μέχρι τη σύγχρονη εποχή: βιομηχανικά και βιοτεχνικά κτήρια, εγκαταλελειμμένες μονοκατοικίες και διώροφα σπίτια, αλλά και πολυτελή διαμερίσματα τύπου «New York loft-living».
Αυτό το σύντομο αρχιτεκτονικό μωσαϊκό «αφηγείται» κάποιες από τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές της περιοχής και της ταυτότητάς της: από την ίδρυση του εργοστασίου φωταερίου το 1857, την εγκατάσταση προσφύγων από Κρήτη, Μικρά Ασία και Καύκασο στις αρχές του 20ού αιώνα, μέχρι τις αυξήσεις των τιμών γης τη δεκαετία του 2000 και την ανάπτυξη της ψυχαγωγίας στην περιοχή».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Πως έχουν αλλάξει οι γειτονιές της Αθήνας από το τότε στο σήμερα;
«Στην Αθήνα οι αλλαγές στις γειτονιές είναι συχνά έντονες, γιατί η πόλη βρίσκεται στον πυρήνα των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων. Με αυτές τις αλλαγές μεταβάλλεται και το ιστορικό τοπίο της πόλης, η φυσιογνωμία της. Κατά συνέπεια αλλάζει και η καθημερινότητα των κατοίκων, οι οποίοι -όπως είδαμε και παραπάνω- αρκετές φορές αναγκάζονται να αλλάξουν γειτονιές ή τρόπο ζωής.
Αρχιτεκτονικά, αυτό που μου έρχεται πρώτα στο μυαλό είναι η μεγάλη αύξηση των κατεδαφίσεων σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας, κυρίως σε κτήρια του Μεσοπολέμου (βλ. 1922-40). Μαζί με αυτά χάνεται η μνήμη των ανθρώπων που ζούσαν εκεί, αλλά και ιστορικά παραδείγματα υλικών, τεχνικών δόμησης και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Παρότι έχω ελλιπείς κατασκευαστικές και οικοδομικές γνώσεις, μου μοιάζει κάπως αντιφατικό την ίδια στιγμή που όλοι μιλούν για νέες κατασκευές που προάγουν τη βιωσιμότητα, να καταστρέφονται ιστορικά κτήρια που θα μπορούσαν να αποκατασταθούν ή να επαναχρησιμοποιηθούν.
Κάποιες από τις γειτονιές που έχουν επηρεαστεί έντονα είναι το Κουκάκι, το Παγκράτι, η Κυψέλη, οι Αμπελόκηποι κ.α. Αν κάποιος ενδιαφέρεται περισσότερο για το ζήτημα, αξίζει να δει τις ενέργειες της Monumenta, της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, αλλά και το πρόσφατο συμμετοχικό πρόγραμμα «Demolition Atlas» του Solomon σε συνεργασία με το ευρωπαϊκό δίκτυο δημοσιογραφίας Correctiv.Europe, όπου μπορεί κανείς να καταγράψει φωτογραφίες, μαρτυρίες και πληροφορίες για κτήρια που έχουν ήδη κατεδαφιστεί ή κινδυνεύουν να κατεδαφιστούν».
Τι ανταπόκριση βλέπεις από τον κόσμο αναφορικά με το project;
«Έχω την τύχη να διαχειρίζομαι μια σελίδα που μεγαλώνει οργανικά και προσελκύει ποιοτικό κοινό.
Οι περισσότεροι θεωρώ δεν με ακολουθούν τυχαία επειδή βγήκα στην αρχική τους. Βλέπω πως ενδιαφέρονται ήδη για την ιστορία, την αρχιτεκτονική ή την κληρονομιά της πόλης, οπότε υπάρχει συνεχής αλληλεπίδραση. Στον ψηφιακό χώρο με ρωτούν για πληροφορίες, για βιβλία που σχετίζονται με τα θέματα που παρουσιάζω, ανταλλάσσουμε γνώμες, μοιράζονται φωτογραφίες και προσωπικές μαρτυρίες.
Σε φυσικό επίπεδο, οι δωρεάν δράσεις, οι οποίες έχουν όριο συμμετοχής 18-20 ατόμων, γεμίζουν μέσα σε λίγες ώρες. Δημιουργείται πάντα ένα φιλικό περιβάλλον, με ενδιαφέρουσες προσωπικότητες και ουσιαστική συμμετοχή, κάτι που με γεμίζει αισιοδοξία και με κάνει πολύ χαρούμενη, γιατί επιβεβαιώνει το ενδιαφέρον και τις ευαισθησίες του κόσμου για την πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Θα μπορούσε να γίνει ένα ανάλογο project και στη Θεσσαλονίκη; Έχεις στο μυαλό σου να το διευρύνεις πέρα από την Αθήνα;
«Η πρόθεσή μου είναι το HERITAGEnt να έχει πανελλαδικό χαρακτήρα. Σύντομα θα είναι διαθέσιμος στο website ένας ψηφιακός χάρτης (https://www.heritagent.com/map) με τα μνημεία και τα ιστορικά κτήρια που παρουσιάζονται στο Instagram. Μαζί με τον Κωνσταντίνο Μπαρμπούνη, ο οποίος έχει αναλάβει την ανάπτυξη του ψηφιακού χάρτη, σκεφτήκαμε πως θα είχε ενδιαφέρον όλες αυτές οι πληροφορίες να μην χάνονται στο feed του Instagram, αλλά να ενταχθούν οργανωμένα σε ένα πιο διαδραστικό και ελεύθερα προσβάσιμο εργαλείο που θα μεταφέρει κάθε χρήστη από τον ψηφιακό στον φυσικό χώρο.
Σταδιακά, σε αυτόν τον χάρτη θα ενταχθούν και κτήρια της Θεσσαλονίκης, όπως και άλλων περιοχών της Ελλάδας. Στοχεύω σε μια επίσκεψη στη Θεσσαλονίκη τον χειμώνα 2025-26, ώστε να συλλέξω υλικό για τις ψηφιακές δημοσιεύσεις, να κάνω επιτόπια έρευνα σε κάποια κτήρια για τα οποία έχω μεγάλο ενδιαφέρον και να συνομιλήσω με κατοίκους και φορείς της πόλης.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Όσον αφορά τις φυσικές δράσεις, επειδή ζω, εργάζομαι και κάνω το διδακτορικό μου στην Αθήνα, υπάρχουν πρακτικοί περιορισμοί. Το ιδανικό θα ήταν να έχω την οικονομική και χρονική ευελιξία να δραστηριοποιούμαι 1-2 φορές τον χρόνο με κάποιες δράσεις ή εργαστήρια και στη Θεσσαλονίκη. Ενδεικτικά, θα ήθελα πολύ να συνεργαστώ για τέτοιες πρωτοβουλίες με τη Μαρία Γεωργίου που ζει και εργάζεται ως αρχιτέκτων μηχανικός με έδρα τη Θεσσαλονίκη και παράλληλα διαχειρίζεται το project studio MNEME για την καταγραφή και ανάδειξη της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής.
Ελπίζω με το νέο έτος να έχουμε ξανά την ευκαιρία να συζητήσουμε αποκλειστικά για τη Θεσσαλονίκη, με αφορμή και την ανακοίνωση κάποιου εργαστηρίου ή δράσης εκεί».