Ας μιλήσουμε (επιτέλους) για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης σώματος στα παιδιά
Μετά τις ανατριχιαστικές υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων στη χώρα μας και το πρόσφατο φιλί του Δαλάι Λάμα σε ένα αγοράκι, ανοίγει έντονα συζήτηση
Εκτός από τον σάλο που προκλήθηκε από το βίντεο που δείχνει τον Δαλάι Λάμα να πλησιάζει ένα αγοράκι στο στόμα, να το φιλάει και να του ζητάει να «ρουφήξει τη γλώσσα του», κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο Μοναστήρι Ναμγκιάλ στην Νταραμσάλα, ανοίγει πιο έντονα από ποτέ και η συζήτηση σχετικά με την αυτοδιάθεση του σώματος των παιδιών και πόσο αυτή μπορεί να επηρεάσει τελικά την μετέπειτα ζωή τους.
Στην Ελλάδα, τον τελευταίο χρόνο ειδικά, υπάρχουν πολλά παραδείγματα παιδικών σωμάτων που αντικειμενοποιήθηκαν, σεξουαλικοποιήθηκαν και κακοποιήθηκαν από ενήλικες που νόμιζαν πως έχουν αυτό το δικαίωμα.
Από την υπόθεση σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κατά συρροή παιδοβιασμών με θύμα το 12 χρονο κορίτσι στον Κολωνό, μέχρι την ιστορία παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης στα Πετράλωνα ή τη σύλληψη του συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας, Βασίλη Παπαθεοδώρου για κατοχή ενός τεράστιου όγκου υλικών παιδικής πορνογραφίας, δυστυχώς ζούμε σε μία κοινωνία που παρακολουθεί, κρατώντας το στομάχι της, την συστηματική παιδική σεξουαλική κακοποίηση βγάζοντας στην επιφάνεια ένα μόνο κομμάτι ενός σάπιου συστήματος που μεγαλώνει παιδιά για να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης.
Στο βίντεο που έχει κάνει το γύρο του κόσμου τις τελευταίες μέρες, ένας μαθητής από την Ινδία ζητάει από τον ιερό ηγέτη και εμβληματική προσωπικότητα του Θιβέτ και του βουδισμού, να τον αγκαλιάσει. Ο 87χρονος Δαλάι Λάμα λέει στο αγόρι να έρθει κοντά του και του ζητάει αρχικά να τον φιλήσει στο μάγουλο.
Στη συνέχεια ακουμπάει το μέτωπο του στο μέτωπο του παιδιού και το φιλάει στο στόμα ζητώντας στη συνέχεια από το παιδί να ρουφήξει τη γλώσσα του. Κάποιοι από τους παρευρισκόμενους ακούγονται να γελάνε εκλαμβάνοντας ως «αστείο» την κίνηση του Δαλάι Λάμα.
Why is the Dalai Lama fondling this young boy and asking him to “suck his tongue”? pic.twitter.com/cZWHfbgTAd
— Stew Peters (@realstewpeters) April 9, 2023
Οι αντιδράσεις που ακολούθησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ανάγκασαν το γραφείο του πνευματικού ηγέτη να εκδώσει ανακοίνωση ζητώντας συγγνώμη και κάνοντας λόγο για ένα… αθώο πείραγμα προς το παιδί.
«Η αγιότητά του επιθυμεί να ζητήσει συγγνώμη από το αγόρι και την οικογένειά του, καθώς και στους πολυάριθμους φίλους του ανά την υφήλιο, για τον πόνο που μπορεί να προκάλεσαν τα λόγια του. Η αγιότητά του συχνά πειράζει τους ανθρώπους που συναντά με αθώο και παιχνιδιάρικο τρόπο, ακόμα και δημόσια και μπροστά στις κάμερες. Αισθάνεται άσχημα για το περιστατικό», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Εδώ λοιπόν, σε αυτή την περίπτωση, έχουμε ένα κοινό – πιστό στον πνευματικό του ηγέτη, με ό, τι σημαίνει αυτό – που μπροστά του εκτυλίσσεται μία σκηνή βίας και την βρίσκουν «αστεία» κάποιοι από αυτούς. Ένα κομμάτι λοιπόν της κάθε κοινωνίας, ταράζεται και προβληματίζεται για το πώς πρέπει να αντιδράσει σε μία τέτοια περίπτωση. Ένα άλλο πάλι προτιμά να χαμογελάει αμήχανα (όπως οι παραπάνω), να εθελοτυφλεί, να συντηρεί την αυταπάτη ότι όλα αυτά είναι στενάχωρες «εξαιρέσεις» και ότι οι δράστες της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης δεν μπορεί να είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας αλλά κάποια «τέρατα» και ότι τα παιδιά – θύματα δεν είναι τα δικά τους παιδιά μα κάποια άλλα που έχουν… κακή τύχη.
Με βάση το Σύνταγμα, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας αποτελεί το κύριο περιεχόμενο της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και σημαίνει προπάντων πλήρη και απόλυτη αυτοδιάθεση, δηλαδή το δικαίωμα και συνάμα την ελευθερία κάθε ανθρώπου να διαμορφώνει τη ζωή του σύμφωνα με τις κλίσεις, τις ικανότητες, τα ενδιαφέροντα και τις κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις του, χωρίς να είναι επιτρεπτή οποιαδήποτε επέμβαση των οργάνων του κράτους που να οδηγεί στη δημιουργία ενός ενιαίου τύπου προσωπικότητας και κατ’ επέκταση στην «αποπροσωποποίηση» του ανθρώπου ή στην επιβολή ενός ηθικού αρχέτυπου που θα πρέπει να προσδιορίζει τις πράξεις του.
Τι γίνεται όμως στην πραγματικότητα;
Σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά στατιστικά δεδομένα, ένα στα πέντε παιδιά στην Ευρώπη πέφτει θύμα κάποιας μορφής σεξουαλικής κακοποίησης. Η σχετική έρευνα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού για την Ελλάδα κάνει λόγο για ένα ποσοστό της τάξης του 16%. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, εννέα στις δέκα φορές, οι δράστες είναι πρόσωπα που προέρχονται από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού, άτομα δηλαδή που το παιδί εμπιστεύεται και γι’ αυτό η συνειδητοποίηση της βλάβης που υφίσταται καθίσταται πολύ πιο δύσκολη και δυσανάγνωστη. Και βεβαίως, ένα μεγάλο ποσοστό των θυμάτων δε μιλά για αρκετά χρόνια, ίσως και ποτέ.
Χαρακτηριστικά είναι και τα επίσημα στοιχεία της αστυνομίας που αφορούν σε υποθέσεις, οι οποίες πήραν το δρόμο της επίσημης καταγγελίας. Για το οχτάμηνο του 2022 τα παιδιά που κακοποιήθηκαν σεξουαλικά, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία που έχουμε, ανέρχονται σε 294, εκ των οποίων τα 244 είναι κορίτσια και τα 50 αγόρια. Ανάμεσα σ’ αυτά βρίσκονται βρέφη, παιδιά δημοτικού και άτομα στην εφηβεία.
Το 85% της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης έχει ως δράστες συγγενείς, ή οικεία άτομα που δεν έχουν συγγένεια με το παιδί. Ωστόσο, οι γονείς για κάποιο λόγο, θεωρούν ακόμα και σήμερα πιο επικίνδυνους τους αγνώστους. Συγκεκριμένα πάνω από το 1/3 των γονιών δεν αναφέρουν καν στο παιδί τον κίνδυνο που μπορεί να διατρέχει από ενήλικες που γνωρίζει, ενώ πάνω από το 55% δεν αναφέρουν συγγενείς ως πιθανούς δράστες.
Πόσες φορές δεν ακούσαμε την πρόταση «ντροπή σου, αγκάλιασε τον νονό σου, μη στέκεται έτσι»
Αν λοιπόν θέλουμε να ξεκινήσουμε από κάπου και να αντιμετωπίσουμε ένα ένα τα προβλήματα αυτά των παιδιών, θα πρέπει να ενισχύσουμε στο παιδί το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος του και να τα εκπαιδεύσουμε πάνω στην υπεράσπιση αυτού του πολύτιμου δικαιώματος.
Το να μάθουν τα παιδιά από πολύ μικρά ότι δεν έχει κανένας δικαίωμα να τα αγγίζει χωρίς να θέλουν, από συγγενείς μέχρι οικογενειακούς φίλους και οποιοσδήποτε άλλος (ακόμα και οι γονείς όταν αυτά δεν το επιθυμούν), μέχρι να μάθουν να μην αγγίζουν τα σώματα άλλων παιδιών χωρίς να το θέλουν και να εκπαιδευτούν πάνω στις έννοιες της σεξουαλικότητας και της συναίνεσης. Να μη διστάζουν να μιλήσουν για οτιδήποτε τα απασχολεί, τα μπερδεύει ή τα πληγώνει, συμβάλλοντας σε μία μελλοντική κοινωνία με λιγότερους θύτες και ως αποτέλεσμα, με λιγότερα θύματα.
Πόσες φορές είδαμε (ή βιώσαμε ως παιδιά) την επιμονή ενός γονιού προς το παιδί του για να φιλήσει έναν θείο, έναν παππού, έναν νονό, έναν οικογενειακό φίλο. Πόσες φορές δεν ακούσαμε την πρόταση «ντροπή σου, αγκάλιασε τον νονό σου, μη στέκεται έτσι». Τη στιγμή που ξεκάθαρα το παιδί δείχνει πως δεν θέλει να έρθει τόσο κοντά με κάποιον άνθρωπο, είναι οι ίδιοι οι γονείς του – αυτοί που στην ιεραρχία της ζωής του, στο παιδικό του μυαλό, έχει στην κορυφή – που το ωθούν να πιέσει τα θέλω του, να τα παραμερίσει και να υποκύψει στην επιθυμία των άλλων.
Πόσες φορές είδαμε (ή βιώσαμε ως παιδιά) γονείς που πιέζουν τα παιδιά τους να γίνουν αθέλητοι και παθητικοί αποδέκτες των σωματικών εκδηλώσεων τρυφερότητας κάποιου συγγενή, ή που κατηγορούν τα «απρόθυμα» παιδιά ως αγενή και κακότροπα, επειδή εκφράζουν την επιθυμία τους να διαχειριστούν το σώμα τους όπως θέλουν ή δε θέλουν εκείνα.
Να ξέρουμε λοιπόν, πως συνήθως οι δράστες στοχοποιούν ένα παιδί το οποίο είναι ακόλουθος των “θέλω” των άλλων. Ένα παιδί που δεν λέει όχι. Η ομάδα «Άγγιγμα και όρια» αναφέρει σχετικά με το προφίλ των δραστών:
«Άνθρωποι που μπορούν να κακοποιήσουν σεξουαλικά ένα παιδί έχουν κοινωνική ζωή παρόμοια με τη δική μας. Έχουν σταθερή δουλειά, φίλους, οικογένεια, σχέση, είναι παντρεμένοι με παιδιά ή χωρίς. Δεν υπάρχει κάτι στην εμφάνιση ή στη στάση ζωής τους που να προδίδει τις σκέψεις και τους σκοπούς τους. Γι’ αυτό χρειάζεται να ρίξουμε μια δεύτερη ή μια τρίτη ματιά, απομακρυσμένη από το συναίσθημα ή την κοινωνική εικόνα που μπορεί να έχουμε για τον συγκεκριμένο άνθρωπο, και να παρατηρήσουμε κυρίως συμπεριφορές.
Συνήθως είναι ένας άνθρωπος πολύ ελεγκτικός είτε προς την οικογένεια του (αν εκεί είναι το θύμα) ή προς την οικογένεια και το παιδί στο οποίο έχει στοχεύσει. Αυτός ο έλεγχος όμως έχει πάντα ένα πολύ ωραίο περιτύλιγμα. Είναι πολύ καλά καμουφλαρισμένος. Κάποια από τα χαρακτηριστικά του λοιπόν είναι η έντονη ανάγκη για κυριαρχία και έλεγχο, η ανασφάλεια, η ανωριμότητα-παλινδρόμηση σε παιδικά συναισθήματα, με έντονες εκρήξεις θυμού, έλλειψη συναισθηματικού ελέγχου, έλλειψη ενσυναίσθησης. Δεν σημαίνει βέβαια ότι αν έχουμε έναν τέτοιο άνθρωπο στο περιβάλλον μας είναι απαραίτητα παιδεραστής!»
Όταν πιέζουμε το παιδί να αγκαλιάζει αθέλητα και να φιλάει τους συγγενείς και γνωστούς, δημιουργούμε σχέσεις υποταγής και εξουσίας, σαμποτάροντας την σχέση μας μαζί του. Από την άλλη, του προκαλούμε σύγχυση : Είναι τα όρια του σώματος του προσωπικά και αδιαπραγμάτευτα; Σε ποιους έχει δικαίωμα να λέει όχι;
Όπως κάθε άλλο όριο που θέτουμε στα παιδιά, τα όρια στο άγγιγμα βοηθούν στην προστασία των παιδιών καθώς και στην ανάπτυξη μια υγιούς σεξουαλικής ζωής. Όταν ένας γονιός θέτει τα σωματικά όρια στα παιδιά, τα βοηθά στην υγιή κοινωνικοσυναισθηματική τους ανάπτυξη. Τα βοηθά να γνωρίζουν το δικαίωμά τους, να πουν «όχι» και φυσικά το δικαίωμα της επιλογής. Μαθαίνουν να νοιάζονται για τους άλλους και να διαχειρίζονται τα δύσκολα συναισθήματά τους.
Τα όρια είναι οδηγός συμπεριφοράς και αυτοπειθαρχίας. Μαθαίνουν τα παιδιά να ελέγχουν τις ορμές τους, να μην παραβιάζουν τα όρια των άλλων και να μην παρενοχλούν τους άλλους. Τα όρια βοηθούν το παιδί να διατηρεί την ασφάλειά του, καθώς και τη σωματική και συναισθηματική υγεία του.
Γαργαλώντας το μωρό μας, που σκάει στα γέλια μέσα στα χέρια μας, δεν σημαίνει ότι το κακοποιούμε. Έχουμε, όμως, ξεκινήσει να ασκούμε ένα είδος εξουσίας πάνω του. Και αυτή είναι η στιγμή που μεγαλώνοντας ένα παιδί, και οδηγώντας το σταθερά στο σύμπαν των μεγάλων, μπορούμε να το θωρακίσουμε περιορίζοντας τις δικές μας παρορμήσεις.
Η επιστημονική κοινότητα έχει φτάσει σε κάποια συμπεράσματα πάντως, σχετικά με το γαργαλητό και το γέλιο που προκαλεί. Στην πραγματικότητα, πιστεύουν ότι είναι αντανακλαστικό και δεν συνοδεύεται από συναισθήματα ευφορίας. Ας είναι λοιπόν αυτό το πρώτο πράγμα που πρέπει να βάλουμε στο μυαλό μας.
Αμερικανική έρευνα στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια έχει καταγράψει τον μηχανισμό γέλιου σαν αντανακλαστική αντίδραση διαφοροποιώντας το από τα συναισθήματα ευχαρίστησης που προκαλούν τα γέλια από την παρακολούθηση μια αστείας σκηνής.
Επομένως, απέχουμε από το γαργαλητό και κυρίως μαθαίνουμε σε ένα παιδί ότι κανένας δεν μπορεί να το αγγίζει – ούτε καν οι γονείς του –, αν δεν παίρνουν την άδειά του. Τα ίδια πρέπει να αποφασίζουν για το σώμα τους και να δίνουν τη συγκατάθεσή τους.
Έλλη Χατζηπαζαρλή, ψυχολόγος: “Τα παιδιά δεν θα ακούσουν αυτό που θα πεις, αλλά θα δουν αυτό που θα κάνεις”
“Θα έπρεπε οι Έλληνες γονείς να ήμασταν πιο κοντά σε αυτό που λέμε σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και να γνωρίζαμε ότι λέγοντας σεξουαλική διαπαιδαγώγηση δεν μιλάμε μόνο για το σεξ, αλλά μαθαίνουμε στο παιδί να οριοθετείται, του μαθαίνουμε τις ζώνες ασφαλείας και ότι δεν τις ακουμπάει κανένας. Αυτιά, στήθος, , στόμα και τα γεννητικά όργανα και πίσω στον ποπό, δεν τα ακουμπάει κανείς.” αναφέρει στην Parallaxi η Έλλη Χατζηπαζαρλή (Ψυχολόγος σε ενήλικες & παιδιά – Κλινική αξιολόγηση Ενδοοικογενειακής βίας & Σεξουαλικής κακοποίησης), ενώ συνεχίζοντας τονίζει πως “Ακόμη και το όχι που θα μάθεις στο παιδί, είναι αγάπη. Η αγάπη πρέπει να έχει όρια για να είναι υγιής. Ξέρεις αυτή η έκφραση «γίνομαι χαλί να με πατήσεις» δεν είναι υγιής και δεν θέλω να την ακούω από τις μαμάδες να το λένε στα παιδιά τους, γιατί έτσι δίνουν το πρότυπο στο παιδί ότι αφού αυτή γίνεται χαλί να την πατήσω, πρέπει και εγώ να κάνω το ίδιο για να με αποδεχτούν και να δείξω την αγάπη μου. Όλα είναι εκπαίδευση στα παιδιά. Τα παιδιά να ξέρεις ότι δεν θα ακούσουν αυτό που θα πεις αλλά θα δουν αυτό που θα κάνεις. Αυτό θα κρατήσουν.”
Μιλώντας με την κ. Χατζηπαζαρλή για τα περιστατικά που έχει συναντήσει στους χώρους εργασίας της, αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Αρχικά να σου πω ότι όταν κάποια στιγμή εγώ θέλησα να θίξω αυτό το θέμα βρήκα μπροστά μου τοίχο. Βρήκα μπροστά μου γονείς που αντέδρασαν και μου είπαν ότι η αγάπη δεν έχει όρια και πως ό, τι κάνουν είναι για καλό των παιδιών τους. Εγώ προσπαθούσα να τους εξηγήσω ότι το 90% των κακοποιήσεων προέρχεται από άτομο που είναι μέσα στην οικογένεια, αλλά ήταν δύσκολο να το δεχτούν. Από την άλλη, αυτό το κάνε μία αγκαλιά τον παππού γιατί θα στεναχωρηθεί, κάνε μία αγκαλιά τη θεία, νομίζω ότι τείνει να εξαφανιστεί, είναι πια ξεπερασμένο. Αρχίσαμε να ξεπερνάμε αυτό το τυπικό ελληνικό σύνδρομο και πήγαμε επιτέλους ένα βήμα παρακάτω, και αυτό γιατί νομίζω και νιώθω από αυτά που βλέπω στο γραφείο, ότι οι γονείς άρχισαν να ενημερώνονται πιο πολύ και να ζητούν μία συμβουλή από έναν ειδικό.”
“Είναι βασικό να ακούμε τα παιδιά”
“Γενικώς η αυτοδιάθεση του σώματος έχει να κάνει με την οριοθέτηση που μαθαίνουν τα παιδιά από το σπίτι. Μαθαίνουν να διαχειρίζονται το σώμα τους, να οριοθετούνται απέναντι σε άλλους, όποιος και αν είναι αυτός, είτε ο παππούς και η γιαγιά, είτε ο μπαμπάς, η μαμά και τα αδέρφια. Δηλαδή δεν υπάρχει ένα φάσμα στο οποίο μπορεί να κινείται ένα παιδί και από κει και πέρα να πρέπει να οριοθετείται, είναι κάτι που πρέπει να συμβαίνει σε όλους. Ό, τι έχει να κάνει με το σώμα ενός παιδιού, έχει να κάνει με τον εαυτό του. Αν κάτι το κάνει να νιώθει άβολα πρέπει να το σταματά. Όπως το ίδιο ισχύει και για έναν ενήλικα. Είναι βασικό να ακούμε τα παιδιά. Όπως ακούμε έναν ενήλικα και τον σεβόμαστε, το ίδιο ακριβώς πρέπει να είναι και με τα παιδιά. Το ότι είναι μικρά δεν σημαίνει ούτε ότι δεν καταλαβαίνουν, ούτε ότι δεν έχουν κριτική ικανότητα. Αν το παιδί δεν μάθει από νωρίς ότι το σέβονται, δεν θα μπορέσει να κάνει το ίδιο αύριο μεθαύριο στις σχέσεις του. Έτσι μαθαίνει να σέβεται τον εαυτό του, μαθαίνει να σέβεται το σώμα του.” λέει η κ. Χατζηπαζαρλή
Ευγένεια δεν σημαίνει υποχρεωτική συναίνεση
Τα παιδιά χρειάζεται να ζουν ελεύθερα και παράλληλα θωρακισμένα με γνώσεις και εφόδια, έτσι ώστε ο θύτης να μην τα επιλέξει για θύμα του. Η αυτοδιάθεση του σώματος δεν είναι μία γνώση, την οποία θα λάβει το παιδί σε μια συγκεκριμένη ηλικία. Αποτελεί στάση ζωής και δεξιότητα. Για αρχή είναι σημαντικό να γνωρίζει και να υπερασπίζεται τα δικαιώματά του στο σώμα του γιατί μπορεί κάποια παραβίαση να γίνει σε πολύ μικρή ηλικία. Επιπλέον, όπως όλες οι κοινωνικές δεξιότητες καλλιεργούνται από νωρίς ως βίωμα και στη συνέχεια τα παιδιά εμβαθύνουν σε αυτές και τις συνειδητοποιούν καλύτερα.
Ευγένεια δεν σημαίνει υποχρεωτική συναίνεση, αλλά αμοιβαίος σεβασμός: Δεν είναι αγένεια το παιδί να αρνηθεί το φιλί της γιαγιάς, αντίθετα είναι αγένεια κάποιος να προσπαθεί να του επιβάλει το δικό του τρόπο έκφρασης και να το πειθαναγκάσει να δεχτεί τη διαχυτικότητά του.
Τα μηνύματα που περνάμε μέσα από αυτές τις αντιδράσεις, είναι ότι στην ουσία το σώμα δεν είναι δικό του να το διαχειρίζεται όπως επιθυμεί εκείνο. Μαθαίνουμε στο παιδί να υποκύπτει σε συναισθηματικούς εκβιασμούς και προετοιμάζουμε υποψήφια θύματα για σεξουαλική κακοποίηση.
Δεν διδάσκουμε στα παιδιά μας το σεβασμό, αν δεν σεβόμαστε τη δική τους επιθυμία στο να μην αποδεχτούν τη σωματική εκδήλωση τρυφερότητας και αγάπης από κάποια συγγενή ή φιλικό πρόσωπο.
Τα ενθαρρύνουμε να μην φιλάνε, ούτε να αγκαλιάζουν, αν δεν θέλουν, κάποιον. Το σώμα τους είναι δικό τους και μόνο αν θέλουν εκείνα, μπορεί να αγκαλιάσουν τη συμμαθήτριά τους στον παιδικό σταθμό.
Την επόμενη φορά, ας πούμε το ίδιο, αν νιώσει υποχρεωμένο ένα παιδί να φιλήσει τη γιαγιά, τον παππού ή και τους υπόλοιπους συγγενείς. Και κάπως έτσι, σχηματίζεται σταδιακά το αποτύπωμα ενός πιο δυνατού παιδιού με αυτοδιάθεση και σεβασμό στο ίδιο του το σώμα, με αποτέλεσμα μία κοινωνία με δυνατούς ανθρώπους που δεν μεγαλώνει θύματα και αποτρέπει τους θήτες.