Διεθνή

Είδος πολυτελείας το ελαιόλαδο και στην Ισπανία

Η πρωτοφανής ξηρασία σε ορισμένες περιοχές ζημιώνει σημαντικά τις σοδειές

Parallaxi
είδος-πολυτελείας-το-ελαιόλαδο-και-στ-990730
Parallaxi

Το φθινόπωρο ξεκινάει μία δύσκολη περίοδος για τα ελαιόδεντρα στην Ισπανία. Οι ελιές μπορούν να αντέξουν τις περιόδους ξηρασίας μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου, όπως και το ξαφνικό ψύχος του Νοεμβρίου.

Όταν όμως μεταξύ Οκτωβρίου και Φεβρουαρίου υφίσταται το τράνταγμα για να ρίξει τους καρπούς της και αμέσως μετά κλαδεύεται, «τότε πραγματικά υποφέρει», λέει ο Ρουμπέν Γκόμεζ, ο οποίος επιβλέπει την παραγωγή και τη συγκομιδή στην εταιρεία García de la Cruz. «Μέχρι τώρα τα δέντρα μπορούσαν να ξεκουραστούν μία χρονιά, όμως αυτό πρόκειται πλέον να αλλάξει».

Στις εκτάσεις της εταιρείας στο Τολέδο η συγκομιδή έχει ξεκινήσει ήδη από τις αρχές Οκτωβρίου. Ένα τρακτέρ με τον κατάλληλο εξοπλισμό πιάνει και ταρακουνάει κάθε κορμό, ενώ οι εργαζόμενοι χτυπάνε τα κλαδιά με μακριά κοντάρια.

«Για το δέντρο είναι μία πολύ πιεστική διαδικασία. Γι’ αυτό και το τράνταγμα δεν πρέπει να διαρκεί περισσότερο από 15 δευτερόλεπτα και τα χτυπήματα στα κλαδιά θα πρέπει να γίνονται προσεκτικά», εξηγεί ο Γκόμεζ. Κάθε δέντρο προσφέρει κατά κανόνα 40 κιλά ελιές.

Οι επιπτώσεις της ξηρασίας

Η πρωτοφανής ξηρασία σε ορισμένες περιοχές της Ισπανίας ζημιώνει σημαντικά τις σοδειές. Η ελιά δεν χρειάζεται πολύ νερό, όταν όμως καρποφορεί τον Μάιο δεν μπορεί να αντέξει υπερβολικούς καύσωνες. Αυτό ακριβώς συνέβη το 2023 – γι’ αυτό και οι τιμές από το καλοκαίρι βρίσκονται στα ύψη.

Η García de la Cruz είναι μεταξύ των ελάχιστων παραγωγών στην Ισπανία που καταφέρνει να εξασφαλίσει τη βέλτιστη δυνατή καρποφορία, βασιζόμενη σε μία ήπια τεχνική συγκομιδής και στη μερική άρδευση. Το 25% της φυτείας αρδεύεται πλέον με τη βοήθεια της τεχνολογίας, με αισθητήρες που αντιλαμβάνονται ακριβώς πότε και για πόσο πρέπει να ποτιστούν τα δέντρα.

Η τιμή του ελαιόλαδου εξαρτάται από την Ισπανία

Η τεχνογνωσία των Ισπανών στις ελαιοκαλλιέργειες και την παραγωγή ελαιόλαδου είναι περιζήτητη σε όλον τον κόσμο. Στη Μέκκα της ελιάς, στη Χαέν, καθορίζονται οι παγκόσμιες τιμές της αγοράς. Τη συγκεκριμένη περίοδο η τιμή των παραγωγών βρίσκεται στα 8 ευρώ ανά λίτρο, ενώ στα καταστήματα ένα μπουκάλι λάδι κοστίζει πλέον 10 ευρώ – η τιμή έχει υπερδιπλασιαστεί συγκριτικά με δύο χρόνια πριν.

«Κι όμως η ζήτηση στην παγκόσμια αγορά παραμένει υψηλή», δηλώνει ο Γκόμεζ, ο οποίος βλέπει στις σημερινές συνθήκες και μία μεγάλη ευκαιρία. Πλέον, οι Ισπανοί έχουν ελαιοκαλλιέργειες με δικά τους είδη ελιάς στις Η.Π.Α., ενώ προμηθεύουν με ελαιόλαδο και την Ιταλία, η οποία θεωρείται ανταγωνίστρια.

Επειδή όμως οι αγοράστριες χώρες επανεξάγουν το μισό περίπου ελαιόλαδο που παίρνουν από την Ισπανία, η τιμή καταλήγει να είναι πολύ υψηλή για τον τελικό καταναλωτή, όπως εξηγεί ο Αντόνιο Κανιαντίγια, πρόεδρος της  Cooperativa San Sebastián-Aceites Umbrión. «Γι’ αυτό η Ισπανία θα έπρεπε να ελέγχει η ίδια την αλυσίδα εφοδιασμού της». Επιπλέον, οι Ιταλοί πουλάνε συχνά το ισπανικό λάδι υπό δικά τους εμπορικά σήματα, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές παγκοσμίως να νομίζουν ότι αυτοί είναι οι ηγέτες της αγοράς του λαδιού και όχι οι Ισπανοί.

Το ελαιόλαδο γίνεται είδος πολυτελείας

Πάντως υπάρχουν κι άλλα προβλήματα. Οι ισπανικοί γεωργικοί συνεταιρισμοί έχουν συχνά απαρχαιωμένες δομές, ταυτοχρόνως όμως ελέγχουν το 80% της ισπανικής αγοράς. Επίσης, υπάρχουν λίγες γυναίκες στον κλάδο – κάτι στο οποίο η García de la Cruz αποτελεί εξαίρεση, μιας και ιδρύθηκε προ 150 ετών από μία γυναίκα. Σήμερα, η εταιρεία είναι από τους ελάχιστους παραγωγούς που ελέγχει η ίδια την αλυσίδα εφοδιασμού της, καταφέρνοντας έτσι να μεγιστοποιεί το κέρδος της, αλλά και να εξασφαλίζει πιο ανταγωνιστικές τιμές στα προϊόντα.

Η εταιρεία εξάγει σχεδόν ολόκληρη την παραγωγή της στην Ιαπωνία και τις Η.Π.Α. Εκεί τα μπουκάλια με ελαιόλαδο πωλούνταν για χρόνια σε διπλάσια τιμή συγκριτικά με την εγχώρια. Στην Ισπανία όμως τα διαρθρωτικά προβλήματα της εγχώριας αγοράς ελιάς και οι ζημιές στις σοδειές έχουν συμβάλει στην αύξηση του πληθωρισμού, που την τελευταία διετία πλήττει διαρκώς περισσότερο την ισπανική αλυσίδα τροφίμων.

Ακόμη και στην Ισπανία το ελαιόλαδο έχει γίνει πλέον προϊόν πολυτελείας. Σύμφωνα με μελέτη του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, οι τιμές για τα βασικά τρόφιμα στην Ισπανία αυξήθηκαν πέρυσι κατά 15,7% και φέτος η ακρίβεια παραμένει περίπου στα ίδια επίπεδα. Ως αποτέλεσμα οι Ισπανοί αλλάζουν τις συνήθειές τους. «Η εθνική κατανάλωση ελαιόλαδου μειώθηκε φέτος κατά 38%», εκτιμά ο Κανιαντίγια.

Ο Ραφέλ Παμπιγιόν, οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο San Pablo CEU της Μαδρίτης, είναι πεπεισμένος πως η αύξηση των τιμών έχει να κάνει και με την κερδοσκοπία: «Είναι γεγονός ότι το ελαιόλαδο στη Γαλλία και την Πορτογαλία είναι φθηνότερο».

Εν αντιθέσει με τη Γερμανία, το ελαιόλαδο δεν είναι προϊόν πολυτελείας στην Ισπανία, αλλά συγκαταλέγεται μεταξύ των βασικών τροφίμων. Γι’ αυτό και ορισμένες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ εισάγουν φθηνότερο ελαιόλαδο από την Πορτογαλία, για να μειώσουν την πίεση στις τιμές. Όπως τονίζει ο Παμπιγιόν, αυτό μπορούν να το κάνουν επειδή έχουν ήδη διαμορφώσει δίκτυα διανομής στην Πορτογαλία. «Οι αλυσίδες εφοδιασμού δεν μπορούν απλώς να αλλάξουν, το κόστος είναι πολύ υψηλό». Ο ίδιος δεν πιστεύει πως το 2024 θα υποχωρήσουν οι τιμές των γεωργικών προϊόντων στην Ισπανία – λόγω και των κλιματικών προοπτικών.

Υπάρχει λύση στην ξηρασία;

Λόγω της ξηρασίας οι ελαιοκαλλιέργειες υποφέρουν από την έλλειψη νερού. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας όμως η Ισπανία ενδέχεται να μην αναγκαστεί να μειώσει την παραγωγή της.

Μάλιστα, ο Ενρίκε Γκαρσία-Τενόριο πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. Είναι αυτός που κατοχύρωσε την ονομασία προέλευσης D.O. για το ελαιόλαδο από την περιοχή “Monte de Toledo” και πιστεύει πως η παραγωγή ελαιόλαδου πρέπει να γίνει πιο ευέλικτη: «Δεν υπάρχει παντού στην Ισπανία έλλειψη νερού. Εμείς εδώ στο Τολέδο δεν έχουμε υποφέρει τόσο όσο οι άλλοι καλλιεργητές στη Χαέν». Ο ίδιος υπολογίζει ότι η αγορά θα ανακάμψει το 2025 και μαζί με αυτήν και η τιμή του ελαιόλαδου. Θα στοιχημάτιζε μάλιστα πως η τιμή του λίτρου θα έπεφτε και πάλι στα 3 με 4 ευρώ.

Πηγη:Deutsche Welle / Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα