Κενό ηγεσίας στη Συρία ή στην Ευρώπη;

Ήταν απλώς αποτέλεσμα της έκπληξης για μια ανατροπή, που δεν περίμεναν ή περισσότερο άγνοια για τα νέα δεδομένα;

Parallaxi
κενό-ηγεσίας-στη-συρία-ή-στην-ευρώπη-1252974
Parallaxi

Παρακολουθώντας κανείς τα τηλεοπτικά δίκτυα της Ευρώπης την περασμένη Κυριακή, ανάμεσά τους και τα γερμανικά, δεν μπορούσε παρά να αναρωτηθεί για το αίσθημα απέραντης ευφορίας που μετέδιδαν, επαναλαμβάνοντας μονότονα επί ώρες τις ίδιες εικόνες πανηγυρισμών από την «απελευθερωμένη» Δαμασκό. Ήταν απλώς αποτέλεσμα της έκπληξης για μια ανατροπή, που δεν περίμεναν ή περισσότερο άγνοια για τα νέα δεδομένα; Η σχετικά καθυστερημένη και μάλλον γενικόλογη, αλλά περίπου ταυτόσημη αντίδραση των υπουργείων Εξωτερικών της Γερμανίας και Γαλλίας επιβεβαίωσε περισσότερο την ανάγκη τους να κερδίσουν χρόνο, πριν αξιολογήσουν την κατάσταση.

Προγράμματα άμεσου επαναπατρισμού

Το σίγουρο είναι πάντως ότι αυτή η εικόνα του άκρατου ενθουσιασμού και της ανακούφισης από την πτώση του Άσαντ, ως πρώτη αντίδραση δεν απηχεί απαραιτήτως τις διαθέσεις των περίπου 24 εκατομμυρίων Σύρων, πολλοί από τους οποίους έτσι κι αλλιώς ζουν εκτός χώρας ως πρόσφυγες, άλλοι σε καλύτερες και άλλοι σε άθλιες συνθήκες. Τις ώρες που ακολούθησαν, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, εκτός από την ικανοποίηση για το «πλήγμα στο κύρος του Πούτιν», έδειξαν να στρέφουν το βλέμμα τους στην προοπτική «απαλλαγής» τους από το προσφυγικό, έτοιμες να χαρακτηρίσουν τη Συρία πλέον ως μια χώρα που οι κάτοικοί της μπορούν να νοιώσουν ασφαλείς και δεν χρήζουν προστασίας ασύλου. Κάποιες, όπως η Αυστρία, έφτασαν να μιλούν για την επεξεργασία ενός προγράμματος «εξπρές», με στόχο τις απελάσεις και τον επαναπατρισμό Σύρων πολιτών.

Τζιχαντισμός με ανθρώπινο… πρόσωπο

Η Κομισιόν ήταν βεβαίως πιο προσεκτική στις διατυπώσεις της, επισημαίνοντας ότι είναι ακόμη νωρίς για ασφαλή συμπεράσματα. Πράγματι, είναι ένα ερώτημα κατά πόσον ασφαλείς μπορεί να νοιώθουν όλοι οι Σύροι, ειδικά οι Χριστιανοί, που αποτελούσαν περίπου το 10% του πληθυσμού πριν τον πόλεμο, από ένα σύστημα «τζιχαντισμού με ανθρώπινο πρόσωπο» (ή καλύτερα προσωπείο). Όσο ασφαλής μπορεί να νοιώθει μια γυναίκα στο Αφγανιστάν των Ταλιμπάν.

Αλλά ακόμα και αν πιστέψει κανείς στη μεταμόρφωση του Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζολάνι σε εθνικό ήρωα είναι σίγουρο ότι δεν θα είναι και τόσο πρόθυμος να μοιραστεί την εξουσία που του δίνουν οι… δάφνες της νίκης του με τις αντίπαλες ένοπλες ομάδες στη χώρα. Το ενδεχόμενο νέων εμφυλίων συγκρούσεων κάθε άλλο παρά απίθανο είναι. Οπότε η βιασύνη των Ευρωπαίων να αρχίσουν να μιλούν για απελάσεις κινείται μάλλον στην παράδοση που έχουν εδώ και δεκαετίες, να βαφτίζουν δηλαδή τις επιθυμίες τους πραγματικότητα. Η στάση τους μάλλον επικοινωνιακή στόχευση προς το δικό τους εσωτερικό κοινό έχει και μπορεί να αποδειχτεί τελικά και μπούμερανγκ, αν η χώρα βυθιστεί στο χάος και το «κύμα επιστροφών» αποδειχτεί ατυχής ψευδαίσθηση.

Άλαλοι παρατηρητές

Αλλά δεν είναι μόνο το ζήτημα του επαναπατρισμού. Οι Ευρωπαίοι «άλαλοι» παρακολουθούν την εισβολή του Ισραήλ στη Συρία με τις ευλογίες του Μπάιντεν, που μπορεί να οδηγήσει σε άλλα παρατράγουδα ή τις προσπάθειες της Τουρκίας να εξασφαλίσει την έγκριση ή έστω την ανοχή για εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στις περιοχές των Κούρδων. Δεν τολμούν να ψελλίσουν το παραμικρό. Αυτό δεν έχει να κάνει με την διστακτικότητά τους απέναντι στον φόβο ενός κενού εξουσίας στη Συρία, αλλά με το υπαρκτό «κενό ηγεσίας» στην ίδια την Ευρώπη.

Αυτό ακριβώς, για το οποίο μίλησε τη Δευτέρα το βράδυ στο Μιλάνο ο Μάριο Ντράγκι, τον οποίο παρεμπιπτόντως οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες έχουν επιφορτίσει να τους τροφοδοτήσει με ιδέες για το μέλλον τους. Μπορεί να έχει κανείς όποια άποψη θέλει για τον άλλοτε «Σούπερ Μάριο». Αλλά η διαπίστωσή του ότι η γαλλογερμανική ηγεσία έχει εξασθενίσει και δεν βλέπει «καμιά άλλη ηγεσία ικανή να οδηγήσει την Ευρώπη σε κοινό μέλλον» απηχεί ρεαλιστικά την πραγματικότητα.

Αδίκως θα περιμένει ο Μάριο

Η Ευρώπη είναι αυτή που πληρώνει καθημερινά τις συνέπειες του πολέμου στη Συρία και αυτή που γειτονεύει με μια εύφλεκτη περιοχή, που κινδυνεύει να αποσταθεροποιηθεί ολοκληρωτικά.

Αλλά συμπεριφέρεται λες και είναι… αλλού. Η προοπτική τριχοτόμησης της Συρίας, η κάθε άλλο παρά κρυφή όρεξη κάποιων να διαμοιράσουν τα ιμάτια της ρημαγμένης χώρας, η άδηλη μοίρα των μειονοτήτων, η ενίσχυση του «ηθικού» των ισλαμιστών πολέμαρχων δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται με ένα απλό ανασήκωμα των ώμων. Αλλά αυτή είναι προς το παρόν η «επίσημη» στάση Βερολίνου και Παρισιού.

Όσο για την προσδοκία που εξέφρασε ο άλλοτε Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης λέγοντας «να φανούμε υπομονετικοί και να περιμένουμε τα αποτελέσματα των εκλογών στη Γερμανία» μάλλον ως σαρκαστική προειδοποίηση περί του αντιθέτου θα πρέπει να ιδωθεί. Η επόμενη κυβέρνηση στο Βερολίνο δεν πρόκειται να συσταθεί πριν – το νωρίτερο – τα μέσα προς τέλη Απριλίου. Αφενός είναι αστείο να λέει κανείς ότι μπορεί να περιμένει μέχρι τότε, έχοντας τόσο νωπή την εμπειρία της πτώσης της Δαμασκού μέσα σε ένα δεκαήμερο περίπου. Άλλωστε, όπως λέει η παλιά θυμοσοφία: «όποιος περιμένει πολύ, δεν πρέπει να περιμένει πολλά».

Ένα παρκέ άβολο για τον επόμενο καγκελάριο

Αφετέρου ο πιθανότερος επόμενος καγκελάριος, ο Χριστιανοδημοκράτης Φρίντριχ Μερτς, δεν έχει θαμπώσει μέχρι τώρα με δείγματα μαεστρίας σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Οι άχρωμες δηλώσεις του την περασμένη Δευτέρα, μετά από μια «επίσκεψη-αστραπή» στο Κίεβο, επιβεβαίωσαν ότι το παρκέ της εξωτερικής πολιτικής δεν είναι ο αγαπημένος του χώρος. Το ενδιαφέρον του είναι σαφώς στραμμένο προς τα μέσα, και όχι προς τα έξω. Ή αλλιώς ό,τι λέει για «έξω» σχετίζεται με την τακτική του για να κερδίσει τις εκλογές «μέσα».

Είναι μάλλον αποκαρδιωτικό, αλλά οφείλει κανείς να το έχει στο μυαλό του ως δεδομένο. Όσο ο Μακρόν θα προσπαθεί να ξεμπλέξει από το εσωπολιτικό δράμα που ο ίδιος προκάλεσε και οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες θα ψάχνουν τους συμμάχους τους και τα πατήματά τους, στη Μέση Ανατολή οι εξελίξεις θα τρέχουν προς άγνωστες κατευθύνσεις και οι «μικρότεροι» της ΕΕ θα αναζητούν «ιδιωτικές» λύσεις για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους, με μεγαλύτερο φόβο ένα νέο προσφυγικό κύμα από κάποια χώρα που οι διεθνολόγοι θα βαφτίσουν πάλι «αποτυχημένη».

Πηγή: DW

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα