Ελλάδα

«Έφυγε» από τη ζωή ο θρυλικός «μαύρος» της Σταυρούπολης

Ο Νετσμί το τελευταίο διάστημα είχε κάποια προβλήματα υγείας.

Parallaxi
έφυγε-από-τη-ζωή-ο-θρυλικός-μαύρος-752339
Parallaxi
Εικόνα: Γιάννης Γούτμαν

Έφυγε από τη ζωή ο ο θρυλικός «μαύρος» της Σταυρούπολης. Ο Νετσμί το τελευταίο διάστημα είχε κάποια προβλήματα υγείας.

Η καντίνα του Μαύρου λειτουργούσε τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες πίσω από τα παλιά καπνομάγαζα της Σταυρούπολης, στη γωνία της οδού Αμπελοκήπων με την οδό Ιατρού Γωγούση, μετά τις γραμμές του ΟΣΕ. Είχε φοβερά σουβλάκια, πανσέτες και άλλα κρεατικά. Ο Μαύρος – ελάχιστοι γνωρίζουν ότι το πραγματικό του όνομα είναι Νετσμί, γεννήθηκε στην Κομοτηνή στα τέλη της δεκαετίας του ’40.

Ήρθε στη Θεσσαλονίκη παιδάκι και πουλούσε κουλούρια μέσα στα τραμ. Σάντουιτς άρχισε να ψήνει το ’61 πάνω σε καρότσι, αρχικά στην παραλία, αργότερα στο Βαρδάρη και από το ’65 στη Σταυρούπολη.

Η καντίνα του Μαύρου ήταν αρκετά δημοφιλής για τα «βρώμικα» της καθώς και το μπουκαλάκι με το Άζαξ που ψέκαζε κάθε σάντουιτς. Το περιεχόμενο του «Άζαξ» το ήξερε μόνο αυτός και η μητέρα του. Πριν αρκετά χρόνια η καντίνα του είχε κλείσει λόγω ενός προβλήματος ανανέωσης της άδειας. Προσπάθησε να την ανοίξει ξανά σε άλλο μέρος της Σταυρούπολης και τελικά η καντίνα άνοιξε από τον ίδιο και την οικογένειά του κάπου στον περιφερειακό.

Ο «μαύρος» υπήρξε συνώνυμο της νοσταλγίας όλων μας για τη διασκέδαση στη δυτική Θεσσαλονίκη από το 1970 και μετά. Πρόσφατα, με αφορμή τις ανησυχίες για τον εμβολιασμό, είχε γίνει χάσταγκ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η φράση «τι να φοβηθώ από το εμβόλιο. Εχω φάει σουβλάκι από τον μαύρο».

Ο «μαύρος», όμως, υπήρξε συνώνυμο και της διαφορετικότητας. Ο ίδιος μιλούσε και ελληνικά και τούρκικα. Με καταγωγή από την Κομοτηνή και με οικογένεια που τηρούσε όλα τα θρησκευτικά και πολιτισμικά της έθιμα, σου φώναζε ένα «ταμάμ» καθώς σου έδινε τα ρέστα και η κουβέντα αυτή ήταν σαν να σου έλεγε πως «όλοι είμαστε αδέλφια».

Αντίο «μαύρε». Αντίο Νετσμί. Κι ας μη μάθουμε ποτέ τι έβαζες μέσα στο βαποριζατέρ του Άζαξ. Θα βλέπουμε το βίντεό σου και θα σε ακούμε να φωνάζεις «καμάν, κάμαν» και «το μπούκοβο αγαπιέται βρε», υπό τους ήχους του «Σίνδος Fm» με αυθεντικά λαϊκά και σκυλάδικα.

O αποχαιρετισμός του Βασίλη Μόσχου:

ΚΑΜ ΟΝ ΨΗΛΕ ΠΑΝΤΣΕΤΑ

Στον Μαύρο είχες δύο μονάχα επιλογές: με μπούκοβο ή χωρίς μπούκοβο. Άπαξ κι έκανες το λάθος να πεις κάτι του στυλ “βάλε λίγο μπούκοβο” τα έπαιρνε στο κρανίο, σου αναποδογύριζε μισό κιλό μέσα στο σάντουιτς και σε σιχτίριζε ότι δεν ξέρεις να τρως. Ένα βράδυ είδαμε ότι ανάμεσα στα αμέτρητα αυτοκόλλητα κάθε πιθανού κι απίθανου συνδέσμου του ΠΑΟΚ είχε και κάνα δυο του Άρη. Ρε συ τι ‘ναι αυτά, έβαλες τα σκουλήκια στο μαγαζί σου, τι θέλετε να κάνω ρε, αυτοί δεν τρώνε, πελάτες είναι, κι αυτούς μάνα τους γέννησε, να μην τους ευχαριστήσω, ήταν η απάντηση.

Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα καταγράψουν στα ψηφιακά κιτάπια τους ότι ο Μαύρος τάισε 5 γενιές Σταυρουπολέιρος, άλλες τόσες ΠΑΟΚτσήδων, 10 φουρνιές κινηματογραφιστών, τουλάχιστον 4 καταλήψεις διάρκειας από δύο εβδομάδες έως τέσσερις μήνες, όλους τους ταξιτζήδες της πόλης και περίπου 47 χιλιάδες εκατομμύρια ξενύχτηδες, ντόπιους, μέτοικους και περαστικούς. Και ότι το περιεχόμενο του AZAX ήταν, πιθανότατα, το ίδιο με της βαλίτσας στο Ronin και το Pulp Fiction.

Αντίο σε μια μορφή της παλιάς καλής Θεσσαλονίκης, της λαϊκά αρχοντικής, της τσαούσας και μάγκισσας.

Διαβάστε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα