Ένα ακόμα επεισόδιο στο έγκλημα των αρχαίων της Βενιζέλου
Το ΣτΕ αποφασίζει το ξεπάστρεμα και των νέων ευρημάτων.
Άλλο ένα επεισόδιο έρχεται να προστεθεί γύρω από το σίριαλ του Μετρό Θεσσαλονίκης και του σταθμού Βενιζέλου θέτοντας εκ νέου σοβαρά ερωτηματικά γύρω από την παράδοση του πολύπαθου έργου.
Στη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, την Τρίτη 1 Μαρτίου, εισάγεται ως δεύτερο θέμα η «Έγκριση ή μη διατήρησης των αρχαίων καταλοίπων που αποκαλύφθηκαν εντός κελύφους του σταθμού Βενιζέλου, από το υψόμετρο +5.30/+4.40 έως το υψόμετρο +3.50 (σχετικά βάθη από -6.30/-7.20 έως -8.10), κατά την β’ φάση ανασκαφικής διερεύνησης που υλοποιήθηκε μετά την προσωρινή απόσπαση -δυνάμει της 326790/9-7-21 Υ.Α.- των υπερκείμενων αρχαιοτήτων, στο πλαίσιο κατασκευής του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης».
Οι ανασκαφές στο σταθμό Βενιζέλου συνεχίζονται και φέρνουν στο φως νέα αρχαιολογικά ευρήματα που χρονολογούνται στα ρωμαϊκά χρόνια, με τη διαδικασία να συνεχίζεται μέχρι το τέλος Μαρτίου.
Ανάμεσα στα νέα ευρήματα, είναι και ρωμαϊκοί αγωγοί ύδρευσης που ανατρέπουν όσα γνωρίζαμε για την χρονολόγηση της Εγνατίας Οδού.
Δεν αποκλείεται μάλιστα οι ανασκαφές σε βαθύτερα στρώματα να κρύβουν και άλλες εκπλήξεις ακόμα και από την ελληνιστική περίοδο.
Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι η εύρεση της κεντρικής λεωφόρου Decumanus maximus (Μέση Οδός) αποκαλύφθηκε σε βάθος 6 μέτρων από τον σταθμό Βενιζέλου.
Το περιεχόμενο του θέματος που τέθηκε υπό τη συνεδρίαση του ΚΑΣ, αποτελεί για την Δέσποινα Κουτσούμπα, Πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, μια έμπρακτη ομολογία του υπουργείου Πολιτισμού, ότι ο σταθμός Βενιζέλου δεν πρόκειται να παραδοθεί εντός χρονοδιαγράμματος.
Είναι χαρακτηριστικά άλλωστε τα όσα αναφέρει στη δήλωση της στην parallaxi.
«Πρόκειται για την έμπρακτη ομολογία του ΥΠΠΟΑ ότι το έργο του Σταθμού Βενιζέλου δεν θα παραδοθεί στα χρονοδιαγράμματα που ισχυριζόταν η Αττικό Μετρό.
Όπως είναι σαφές από το θέμα, ούτε οι αποσπάσεις των αρχαιοτήτων, ούτε βέβαια οι ανασκαφικές εργασίες στα πυκνά υποκείμενα στρώματα δεν έχει ολοκληρωθεί (γνωρίζουμε ότι οι ανθρωπογενείς αποθέσεις εκτείνονται έως το +1,50), ενώ για τις νέες αποσπάσεις και αποδομήσεις θα χρειαστεί εκπόνηση νέων μελετών, νέες συνεδριάσεις του ΚΑΣ και νέες Αποφάσεις του ΥΠΠΟΑ.
Βεβαίως η Αττικό Μετρό αρνείται να δώσει αναλυτικό χρονοδιάγραμμα εργασιών. Το ίδιο και το ΥΠΠΟΑ. Αναπάντητο παρέμεινε και από το Υπουργείο Μεταφορών το ερώτημα που τέθηκε στη Βουλή για το ύψος των κονδυλίων που έχουν εγκριθεί από την Αττικό Μετρό για την αποζημίωση του Ανάδοχου του έργου, λόγω της αλλαγής στον σχεδιασμό και την καταστροφή του βυζαντινού αρχαιολογικού χώρου.
Όταν δοθούν στη δημοσιότητα το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα εργασιών και οι αποζημιώσεις του ανάδοχου, τότε θα φανεί ότι η αυθεντικότητα του μοναδικού βυζαντινού αρχαιολογικού χώρου του Σταθμού Βενιζέλου θυσιάστηκε στο βωμό σκοπιμοτήτων. Το έργο δεν θα παραδοθεί πριν το 2025 και ο Ανάδοχος θα έχει εισπράξει εκ. ευρώ ως αποζημιώσεις, για να μην προχωρά τις εργασίες στους υπόλοιπους 12 σταθμούς.
Πρόκειται όμως για ένα δημόσιο έργο, που χρηματοδοτείται από δημόσια κονδύλια. Ο εκτροχιασμός του κόστους και του χρονοδιαγράμματος, μαζί με την καταστροφή του μοναδικού αρχαιολογικού χώρου, βαρύνουν την Αττικό Μετρό, το Υπουργείο Πολιτισμού και το Υπουργείο Μεταφορών, που θα κληθούν να λογοδοτήσουν για αυτές».
Η νέα καταστροφή που επιχειρείται έρχεται να προστεθεί στο μεγάλο έγκλημα του τεμαχισμού και της απόσπασης του Decumanus Maximus.
Tα κείμενα δεοντολογίας για τη διαχείριση των έργων αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, με κορυφαίο τον «Χάρτη της Βενετίας» (1964) πρακτικά «απαγορεύουν» την μετακίνηση των έργων (παρ. 7) εκτός και αν δεν μπορεί να γίνει τίποτε άλλο για την σωτηρία τους. Αυτό συνέβη σε ακραίες περιπτώσεις όπως για το ναό του Αμπού-Σίμπελ, που θα κατακλυζόταν από την τεχνητή λίμνη του Νείλου.
Όμως η παραπάνω «απαγόρευση» δικαιολογείται πλήρως εδώ διότι: α) Τα ευρήματα της Θεσσαλονίκης έχουν τη μορφή αυτή λόγω και του τόπου όπου δημιουργήθηκαν και ο τόπος αυτός (δηλαδή, η καρδιά της πόλης όπου διασταυρώνονται οι κύριοι οδικοί της άξονες, ο Cardo και ο Decumanus) δεν μετακινείται. β) Αν τα αρχαία αποσπασθούν, τεμαχιστούν και επανατοποθετηθούν αργότερα (όποτε και αν), δεν θα είναι ακριβώς τα ίδια, καθώς θα έχουν χάσει μέρος τουλάχιστον της αυθεντικότητάς τους. Και η αυθεντικότητα είναι μια έννοια που διαπερνά τον «Χάρτη της Βενετίας», αλλά και την ίδια τη νεωτερική εποχή μας. Κάτι τεχνικά δυνατόν δεν είναι πάντα και σκόπιμο.
Εν προκειμένω, η τεχνική έχει λύσει το πρόβλημα της κατασκευής του μετρό χωρίς την επιβλαβή απόσπασή τους. Όσοι συνέταξαν τον παραπάνω Χάρτη, αλλά και πολλοί Δάσκαλοί μας, όπως ο αείμνηστος Χαράλαμπος Μπούρας, που συνέλαβε νωρίς τις αρχές αυτές που εφαρμόσθηκαν με άκρα επιτυχία στο σημαντικότερο «μεγάλο έργο» από τη Μεταπολίτευση στην Ελλάδα, την συντήρηση των μνημείων της Ακρόπολης, κάτι ήξεραν! Επειδή συμβαίνει να έχω διδάξει για πολλά χρόνια, μεταξύ άλλων, το μάθημα «Αρχιτεκτονική και Δημόσιος Χώρος», όπου συζητήσαμε από δεκαετίας περίπου το ζήτημα αυτό με τους φοιτητές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, εικαστικούς και θεωρητικούς, που είναι ενημερωμένοι, ας μου επιτραπεί να προσθέσω την ελάχιστη μαρτυρία μου. Ας γνωρίζουν τέλος οι Yπεύθυνοι και οι Kριτές ότι η απόσπαση θ’ αποτελούσε μια νομότυπη μεν, αλλ’ ανεπίτρεπτη «κρατική αυθαιρεσία» που, αθέλητα βέβαια, θα έδινε ψευδοεπιχειρήματα και σε άλλους, άλλως επί εμβληματικών Μνημείων αυθαιρετήσαντας. Η αποκατάσταση του ορθού πάντα περιποιεί τιμή χωρίς κόστος και ωφελεί τη Χώρα, έγραφε στην parallaxi o Γιάννης Καρατζόγλου είναι αρχιτέκτονας -πολεοδόμος, τ. αναπληρωτής καθηγητής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών.
Ακολουθεί η ανακοίνωση των Ελλήνων αρχαιολόγων που εκδόθηκε σήμερα.
ΣΕΑ: Το ΥΠΠΟΑ προχωρά σε άλλο ένα βήμα καταστροφής των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου
H απόφαση του ΚΑΣ όπως δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο του ΥΠΠΟ:
«Απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων καταλοίπων, που αποκαλύφθηκαν κατά τη β’ φάση των ανασκαφών στον Σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης.
Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, σύμφωνα με την κοινή εισήγηση των τεσσάρων Διευθύνσεων (ΔΙΠΚΑ, ΔΒΜΑ, ΔΑΑΜ, ΔΑΒΜΜ) και της Εφορείας Αρχαιοτήτων πόλης Θεσσαλονίκης γνωμοδότησε ομόφωνα υπέρ της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαίων καταλοίπων, που αποκαλύφθηκαν εντός του κελύφους του σταθμού Βενιζέλου κατά τη β’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης, και τοποθετούνται μεταξύ του όψιμου 3ου και 6ου αι. μ.Χ. Η έρευνα υλοποιήθηκε μετά την προσωρινή απόσπαση των υπερκείμενων αρχαιοτήτων.
Βασική μέριμνα υπήρξε η προσπάθεια επαναφοράς των υποκείμενων αρχαιοτήτων, οι οποίες είτε θα αποτελέσουν υπόβαση των αρχαιοτήτων, που ήδη έχουν αποσπαστεί, είτε θα αναδειχθούν κατά περίπτωση, κάτω από αυτές, εξασφαλίζοντας τη διατήρηση της μαρτυρίας της πολεοδομικής οργάνωσης και των χρήσεων της περιοχής, την επαλληλία των οικοδομικών φάσεων του πολεοδομικού ιστού της πόλης, της ιστορίας και στοιχεία της διαχρονίας της, την ακεραιότητα κατά το δυνατόν των υποκείμενων φάσεων, καθώς και τη διδακτική προβολή και έκθεσή τους, που δεν θα ήταν σε άλλη περίπτωση ορατά.
Συγκεκριμένα, το ΚΑΣ γνωμοδότησε θετικά υπέρ της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των οικοδομικών φάσεων της ΝΑ νησίδας της ύστερης αρχαιότητας, οι οποίες αποτελούν ενιαίο σύνολο με τις ήδη αποσπασμένες αρχαιότητες, καθώς και υπέρ της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των αγωγών του δικτύου υποδομής των κεντρικών οδικών αξόνων ή τμημάτων αυτών, που αποκαλύφθηκαν κατά τη β’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης, λαμβάνοντας υπόψη το ανελαστικό όριο της πλάκας του σταθμού.
Οι αρχαιότητες κατά την επαναφορά τους στο κέλυφος του Σταθμού Βενιζέλου συμπεριλαμβάνονται στο προς επανατοποθέτηση μνημειακό σύνολο.
Το Συμβούλιο γνωμοδότησε, επίσης, υπέρ της απόσπασης τοίχου και υποκείμενων επάλληλων υποστρωμάτων του, προκειμένου να εκτεθούν ως δείγμα στρωματογραφίας εργαστηριακών χρήσεων εντός του Σταθμού Βενιζέλου. Παράλληλα, υπέρ της διερεύνησης με ανασκαφικό τρόπο τμημάτων μικρών δεξαμενών, αποσπασματικά σωζόμενων, και τμημάτων κτιστών αγωγών, προκειμένου να συνεχιστεί η αρχαιολογική έρευνα των υποκείμενων ανθρωπογενών επιχώσεων. Τέλος, το Συμβούλιο ζήτησε, σε επόμενη συνεδρίαση, να έρθει μελέτη απόσπασης και επανατοποθέτησης των παραπάνω αρχαιοτήτων, καθώς και την εξάντληση της ανασκαφικής διερεύνησης ως το πέρας των ανθρωπογενών επιχώσεων.
Όπως δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, «οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού εργάζονται με ιδιαίτερη αφοσίωση και εξαιρετικά εντατικούς ρυθμούς, τηρώντας τα χρονοδιαγράμματα και με απόλυτο σεβασμό στην αρχαιολογική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία, τη διατήρηση της αυθεντικότητας και την ανάδειξη των αρχαιοτήτων που αποκαλύπτονται στον Σταθμό Βενιζέλου. Αυτό τεκμαίρεται και από τις αποφάσεις των δικαστηρίων, που δικαιώνουν τις επιλογές του ΥΠΠΟΑ. Η σημερινή γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου διασφαλίζει και προστατεύει τα αρχαιολογικά κατάλοιπα, τα οποία αποκαλύφθηκαν μετά την απόσταση των υπερκειμένων στρωμάτων, εν οις και ο decumanus maximus. Με τις διαδοχικές γνωμοδοτήσεις του το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο επιτρέπει την προσωρινή απόσπαση και την επανατοποθέτηση του 92% των αρχαιοτήτων στην ίδια θέση, που αποκαλύφθηκαν, εντός του Σταθμού Βενιζέλου, ενώ με την πρόσφατη γνωμοδότηση καθίσταται δυνατόν να επανέλθουν και οι υποκείμενες αρχαιότητες, που συνιστούν ενιαίο σύνολο με τις ήδη αποσπασμένες, ολοκληρώνοντας την εικόνα του αστικού ιστού της πόλης στη διασταύρωση του decumanus με τον cardo και καταδεικνύοντας την αλληλουχία των οικιστικών φάσεων. Ο Μητροπολιτικός Σιδηρόδρομος θα εκτελεστεί εντός του χρονοδιαγράμματος, που έχει ήδη τεθεί, εξυπηρετώντας καθημερινά χιλιάδες Θεσσαλονικείς, ενώ θα διαθέτει έναν μοναδικής αισθητικής σταθμό, που μπορεί πραγματικά να αποτελέσει σχολή, όχι μόνο για τα ελληνικά, αλλά για τα διεθνή δεδομένα».
Ο Γενικός Γραμματέας Πολιτισμού Γιώργος Διδασκάλου έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Με τη σημερινή ομόφωνη γνωμοδότηση του ΚΑΣ συνεχίζουμε να προασπίζουμε το δημόσιο συμφέρον. Η απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν μετά το πέρας της ανασκαφικής διερεύνησης, ή η έκθεσή τους σε άλλους κατάλληλους χώρους, διασφαλίζει τόσο τη διατήρηση και ανάδειξη του μνημειακού συνόλου όσο και την κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου του Μετρό».
Κατά τη Β’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης, η οποία πραγματοποιήθηκε το ίδιο διάστημα με τις εργασίες προσωρινής απόσπασης των αρχαιοτήτων, ανασκάφθηκε, ενιαία, ολόκληρη η επιφάνεια του σκάμματος (1260τ.μ.) έως το υψόμετρο +3,50μ. Τα νέα ευρήματα που αποκαλύφθηκαν καλύπτουν ένα χρονικό ορίζοντα από τον 3ο έως τον 5o/6o αι. μ. Χ., ενώ μόλις διακρίνονται προγενέστερα κατάλοιπα, η ανασκαφή των οποίων θα ολοκληρωθεί με τη συνέχιση της έρευνας σε βάθος, σε επόμενη φάση.
Τα νεοαποκαλυφθέντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αφορούν σε δίκτυο υποδομών κάτω από τα καταστρώματα των δύο κεντρικών δρόμων -decumanus maximus και cardo στο ύψος της σημερινής οδού Βενιζέλου- καθώς και σε πυκνοδομημένο ιστό με επάλληλες φάσεις της πρώτης οικοδομικής νησίδας ΝΑ της διασταύρωσης των οδικών αξόνων.
Η ανασκαφή απέδωσε πλήθος κινητών ευρημάτων, πολυάριθμα νομίσματα, άφθονη κεραμική υστερορωμαικών χρόνων (3ος) και ύστερης αρχαιότητας (4ος-6ος), γυάλινα, μαρμάρινα, σιδερένια, χάλκινα και οστέινα ευρήματα, η συντήρηση και η καταγραφή των οποίων προχωρά παράλληλα με την ανασκαφική έρευνα».