Γιατί τα βιβλιοπωλεία να παραμένουν κλειστά εν μέσω του lockdown;
Τα βιβλιοπωλεία θέλουν, μπορούν και πρέπει να επαναλειτουργήσουν
Όπως και στο πρώτο lockdown, έτσι και στο δεύτερο, το βιβλίο αναμένει να αποτελέσει για πολλούς από εμάς μία πολύτιμη συντροφιά, αλλά και διέξοδο γύρω από τον «καταιγισμό» των ειδήσεων και των πληροφοριών στην τηλεόραση και τα social media γύρω από την πανδημία.
«Το βιβλίο είναι το πνευματικό και πολιτιστικό αγαθό που επηρεάζει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μέσο τη ζωή κάθε κοινωνίας. Είναι κοινό μυστικό πως όσο πιο πολύ ταυτίζεται η ζωή ενός ατόμου με το βιβλίο τόσο περισσότερο αναβαθμίζεται και το επίπεδο της ιδιαίτερης ζωής του» τονίζει μεταξύ άλλων η ανακοίνωση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εκδοτών και Βιβλιοχαρτοπωλών προς το υπουργείο Ανάπτυξης ζητώντας το άνοιγμα των βιβλιοπωλείων κατά τη διάρκεια του lockdown.
Άλλωστε, βιβλίο χωρίς ανοιχτά βιβλιοπωλεία δε νοείται, πόσω μάλλον, όταν τα σχολεία της χώρας συνεχίζουν να λειτουργούν, είτε κανονικά, είτε μέσω τηλεκπαίδευσης, και οι μαθητές έχουν ανάγκη πρόσβασης και προμήθειας σχολικής ή άλλης παρεμφερούς ύλης.
Ο κλάδος καλείται για μία ακόμη φορά μέσα στη χρονιά να σταθεί «όρθιος» απέναντι στο δεύτερο lockdown που επιβλήθηκε, με τους εκδοτικούς οίκους και τους ιδιοκτήτες να τονίζουν την ανάγκη για ανοιχτά βιβλιοπωλεία που θα προσφέρουν στους πολίτες πνευματική ανακούφιση κατά τη διάρκεια του νέου εγκλεισμού, θα εξυπηρετούν άμεσα και με τα απαραίτητα προβλεπόμενα υγειονομικά μέτρα το κοινό που αναγκάζεται να περιμένει για αρκετές ημέρες τις online παραγγελίες λόγω του φόρτου εργασίας στις εταιρείες ταχυμεταφορών και το κυριότερο θα προμηθεύει τους μαθητές με τα απαραίτητα από τη στιγμή που συνεχίζεται στη χώρα η εκπαιδευτική διαδικασία.
Η Parallaxi συνομίλησε με τον κ. Παναγιώτη Σπετσαρίδη, ιδιοκτήτη του βιβλιοπωλείου «Σωκράτης», ενός από τα παλαιότερα στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος αναφέρθηκε στην κατάσταση του κλάδου, αλλά και στις «συνήθειες» του αναγνωστικού κοινού που έσπευσε να προμηθευτεί βιβλία πριν από την επιβολή του νέου lockdown στην πόλη.
«Οι ενέργειες που γίνονται για το άνοιγμα των βιβλιοπωλείων είναι κυρίως από πλευράς του συλλόγου των εκδοτών, αλλά φυσικά επηρεάζουν άμεσα και εμάς σαν ιδιοκτήτες, αφού είμαστε η κύρια πηγή που προμηθεύει το αναγνωστικό κοινό. Θεωρείται λογικό ότι από τη στιγμή που τα δημοτικά σχολεία είναι ανοιχτά, πρέπει και τα βιβλιοπωλεία να συνεχίσουν να λειτουργούν, εννοείται ακολουθώντας πιστά όλους τους κανόνες ασφαλείας.
Δεν υπήρχε κανένας λόγος για να κλείσουν. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που πρόκειται για προϊόντα πολιτισμού που μπορούμε να τα παρέχουμε σε όσους είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους, ώστε το βιβλίο να τους κάνει συντροφιά, πέρα από την τηλεόραση και τον υπολογιστή».
Με τα βιβλιοπωλεία να παραμένουν κλειστά, το αναγνωστικό κοινό έχει στραφεί στα e-shop προκειμένου να προμηθευτεί τα βιβλία του, αν και η «αίσθηση» σίγουρα δεν είναι η ίδια.
«Εμείς από την πλευρά μας λειτουργούμε το e-shop τα τελευταία δέκα χρόνια και πρόσφατα προχωρήσαμε στην αναβάθμιση του. Λειτουργεί όμως προσθετικά. Το βιβλίο είναι ένα προϊόν που έχει να κάνει κυριολεκτικά με την αφή. Πρέπει να το πιάσεις το βιβλίο. Θα ήταν πάρα πολύ ωραίο να έρχεται ο κόσμος να έρχεται και να το βλέπει πριν το αγοράσει, αλλά από τη στιγμή που δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, το e-shop βοηθάει να ερχόμαστε σε μία “επικοινωνία” με τον κόσμο. Αυξάνεται όπως είναι λογικό η κίνηση στα e-shop».
Με τα κρούσματα ολοένα να αυξάνονταν στη Θεσσαλονίκη που βάδιζε με μαθηματική ακρίβεια προς νέο lockdown, όπως και τελικά συνέβη, οι πολίτες έσπευσαν στα βιβλιοπωλεία για να προμηθευτούν τους αγαπημένους τους τίτλους. Ο κ. Σπεταρίδης, σχολιάζει σχετικά:
«Πράγματι, όταν ακούστηκε ότι η πόλη οδηγείται στο δεύτερο lockdown υπήρξε μία αυξημένη κίνηση, γιατί ο κόσμος έσπευσε να προμηθευτεί κάποιους τίτλους που ήθελε να διαβάσει».
Όσον αφορά το είδος των βιβλίων που κεντρίζουν το ενδιαφέρον του κοινού, απάντησε:
«Είμαι στην ευχάριστη θέση να πω ότι είναι πολλά τα είδη τα οποία το τελευταίο διάστημα έχουν καταφέρει να κερδίσουν το ενδιαφέρον του κόσμου. Τόσο από την ελληνική, όσο και από τη ξένη λογοτεχνία. Επίσης, είναι και διαφορετικό το αντικείμενο των βιβλίων που πωλούνται. Και η αστυνομική λογοτεχνία που “τραβάει” κατ’ εξοχήν τον ανδρικό πληθυσμό, αλλά και φιλοσοφικά κείμενα, καθώς και βιβλία αυτοβελτίωσης που τα τελευταία χρόνια έχουν ένα σταθερό και αυξανόμενο κοινό. Και φυσικά η γυναικεία λογοτεχνία που ελκύει τις γυναίκες».
Το πρώτο lockdown «γέννησε» νέους αναγνώστες, αφού αρκετοί ήταν εκείνοι που δεν είχαν μεγάλη επαφή με τα βιβλία, όμως ο εγκλεισμός τους οδήγησε στη δραστηριότητα αυτή για να γεμίσουν τον χρόνο τους, με τον κ. Σπετσαρίδη να αναφέρει:
«Θα μπορούσα να το πω ότι όντως συνέβη αυτό. Υπήρχε κόσμος που δεν είχε ιδιαίτερη επαφή, αλλά το lockdown βοήθησε, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, ώστε μία μεγάλη μερίδα του κοινού να έρθει κοντά στα βιβλία. Όπως είναι φυσικό δε θέλουν όλοι μία συνεχής επαφή με τον υπολογιστή τους και την τηλεόραση τους και αναζητούσαν μία διέξοδο».
Ο κλάδος θέλει να περάσει το μήνυμα ότι πρέπει, αλλά και μπορεί να λειτουργήσει με απόλυτη ασφάλεια κατά τη διάρκεια του lockdown, με τον κ. Σπετσαρίδη να τονίζει:
«Είναι τέτοια η φύση του δικού μας εμπορικού χώρου, που δεν απαιτείται ένας πελάτης να περάσει ώρες σε ένα μαγαζί. Θα μπορούσαν δηλαδή ένας ένας οι πελάτες, με τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, με τη μάσκα τους, κτλ, να μπαίνουν στο βιβλιοπωλείο, να διαλέγουν το βιβλίο τους και να αποχωρεί. Άλλωστε, έτσι ακριβώς λειτουργούσαμε και πριν επιβληθεί το δεύτερο lockdown.
Το βιβλίο αποτελεί μία πηγή που ο κόσμος μπορεί να “καθαρίσει” το μυαλό του. Στις τηλεοράσεις και τα social media γίνεται ένας καταιγισμός από τα νέα και τις ειδήσεις που αφορούν αποκλειστικά και μόνο τον κορονοϊό. Έρχεται, όμως η στιγμή που θες να διαβάσεις κάτι διαφορετικό. Το μυαλό πρέπει να ξεφύγει».