Γκάγκα: Το φθινόπωρο ενδεχομένως η τέταρτη δόση εμβολίου

"Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος για νέες μεταλλάξεις, ειδικά στο πλαίσιο ενός πολέμου. "

Parallaxi
γκάγκα-το-φθινόπωρο-ενδεχομένως-η-τέτ-827480
Parallaxi
Εικόνα: SOOC

Να είμαστε πολύ προσεκτικοί διότι «μπαίνουμε σε μια κανονικότητα», αλλά «η πανδημία δεν έχει φύγει», συνέστησε η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα, η οποία μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Καθρέφτης» με τον Χρήστο Μιχαηλίδη, τόνισε ότι προς το παρόν τα στοιχεία δεν δείχνουν ότι χρειάζεται τέταρτη δόση εμβολιασμού για τον γενικό πληθυσμό.

«Το βλέπουμε όλοι ότι δεν έχει φύγει η πανδημία. Υπάρχουν αρκετές εισαγωγές, δεν είμαστε βέβαια κοντά στα επίπεδα του Νοεμβρίου και του Δεκεμβρίου. Μειώνονται σταθερά, αλλά πολύ αργά. Και αυτές τις τελευταίες ημέρες έχουμε μια μικρή αύξηση. Νομίζω ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, μπαίνουμε σε μια κανονικότητα, ο περισσότερος κόσμος είναι εμβολιασμένος. Πολλοί επίσης έχουν κολλήσει και έχουν περάσει τη νόσο», σημείωσε. «Άρα τα πράγματα είναι σαφώς καλύτερα, αλλά ακόμη έχουμε πάρα πολλά κρούσματα, υπάρχει μεγάλη διαμόλυνση και υπάρχει ένας διάχυτος φόβος επειδή έχουμε πολύ μεγάλες ροές προσφύγων, επειδή έχουμε έναν πόλεμο δυστυχώς και μαζί με αυτόν επιβαρύνεται και η υγεία. Αυτό το έχουμε δει πάντα με τις μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών και με ανθρώπους που ζουν σε συγχρωτισμό σε δύσκολες συνθήκες. Άρα εκεί μπορεί να υπάρξει διαμόλυνση και πάντα υπάρχει ο κίνδυνος για νέες μεταλλάξεις», διεμήνυσε.

Κληθείσα να σχολιάσει το αίτημα για έγκριση και τέταρτης δόσης εμβολίου για τους ενήλικες άνω των 65 ετών που κατέθεσαν οι φαρμακοβιομηχανίες Pfizer και BioNTech στην αμερικανική ρυθμιστική αρχή φαρμάκων FDA, αντέτεινε ότι οι περισσότεροι ειδικοί θωρούν ότι ο γενικός πληθυσμός θα κάνει νέα δόση το φθινόπωρο. «Και βέβαια είναι κάτι καινούργιο που το πάμε βήμα-βήμα. Αυτοί που φαίνεται να χρειάζονται 4η δόση είναι οι ανοσοκατασταλμένοι, πιθανώς να συζητηθεί στις πολύ μεγάλες ηλικίες και στα χρόνια νοσήματα, αλλά προς το παρόν τα στοιχεία δεν δείχνουν ότι χρειάζεται για όλο τον πληθυσμό τέταρτη δόση», υπογράμμισε.

«Φαίνεται από τις μελέτες ότι η ανοσία από την τρίτη δόση κρατάει λιγότερο και αυτό βέβαια μπορεί να έχει σχέσεις και με νέες μεταλλάξεις. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει ιδιαίτερα προβλήματα μετά την τρίτη δόση, νομίζω ότι πρέπει να είμαστε υπομονετικοί και να δούμε περισσότερες μελέτες. Το καλοκαίρι, οι καιρικές συνθήκες βοηθούν περισσότερο γιατί δεν έχουμε τον ίδιο συγχρωτισμό, είναι λιγότερα τα κρούσματα, είδαμε ότι τα δυο προηγούμενα καλοκαίρια πέρασαν καλά», πρόσθεσε η ίδια.

Γιατί έχουμε πολλά κρούσματα σε εμβολιασμένους

Ερωτηθείσα για τα πολλά κρούσματα σε πλήρως εμβολιασμένους όπως ο πρωθυπουργός, η κυρία Γκάγα έφερε ως παράδειγμα την γρίπη, για την οποία έχουμε εμβολιαστεί αλλά κολλάμε ξανά.

«Κάνουμε ένα καινούργιο εμβόλιο κάθε χρόνο, γιατί το καινούργιο εμβόλιο έχει καινούργια στελέχη του ιού που μεταλλάσσεται συνεχώς. Και έχουμε δει και επιδημίες γρίπης που την ξέρουμε πάρα πολλά χρόνια. Δηλαδή είχαμε το H1N1, με το οποίο είχαμε έναν πολύ δύσκολο χειμώνα. Και ο κορονοϊός ξεκίνησε με μια μετάλλαξη, έκανε μια δεύτερη, έκανε μια τρίτη και τώρα είμαστε στην Όμικρον και έχουμε περάσει με μισά-μισά κρούσματα στην Όμικρον 2. Είναι λογικό κάποιος ακόμη και εμβολιασμένος να μπορεί να κολλήσει με ένα καινούργιο στέλεχος. Όμως η νόσηση είναι πολύ ηπιότερη, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν χρειάζονται νοσοκομείο, ενώ την πρώτη φορά που έρχεσαι σε επαφή με έναν ιό τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα και είδαμε πόσο επικίνδυνο και πόσο θανατηφόρο ήταν το νόσημα στην αρχή του, από ό,τι είναι τώρα», εξήγησε.

«Δηλαδή τώρα βλέπουμε θανάτους, αλλά έχουμε 20.000 κρούσματα και φτάσαμε στα 50.000 κρούσματα. Άρα δεν είναι το ίδιο με τον πρώτο καιρό που είχαμε 100, 200 και 400 κρούσματα την ημέρα», συμπλήρωσε.

Αναφορικά με το δίλημμα στο οποίο μπαίνουν ορισμένοι οι οποίοι σκέφτονται μήπως είναι καλύτερα να κολλήσουν τον ιό, τώρα που είναι πιο ήπια τα συμπτώματα, αντί να εμβολιαστούν, η κυρία Γκάγκα αναφέρθηκε στις πολλές παρενέργειες που παρατηρούνται μετά τη λοίμωξη, από την απώλεια της όσφρησης που κρατάει για μήνες μέχρι και νευρολογικά προβλήματα που διαρκούν για πολύ καιρό. «Βέβαια πολλές ιώσεις αφήνουν ένα σύνδρομο μετά την αποδρομή τους. Απλώς, αυτό που βλέπουμε τώρα με τον κορονοϊό είναι σε μια κλίμακα που δεν την έχουμε δει ποτέ. Δεν θέλουμε να κολλήσουμε το νόσημα. Είναι πολύ πιο ασφαλές να κάνουμε ένα εμβόλιο, το οποίο δεν έχει τις παρενέργειες που έχει το νόσημα. Έχουν γίνει πάνω από 10 δισεκατομμύρια δόσεις εμβολιασμού και οι παρενέργειες είναι ελάχιστες, ενώ με τα κρούσματα της νόσου οι παρενέργειες είναι πάρα πολλές αι οι θάνατοι είναι πάρα πολλοί. Άρα δεν υπάρχει σύγκριση», ξεκαθάρισε.

«Εάν κολλήσουμε, θα καθίσουμε στο σπίτι μας. Και τα καινούργια στοιχεία δείχνουν ότι αυτοί που δεν έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό τους και έρθουν σε επαφή με κρούσμα, πρέπει να μείνουν στο σπίτι 5 ημέρες και μετά να είναι προσεκτικοί εφόσον είναι ασυμπτωματικοί και να βγουν με μάσκα. Όσοι έχουν εμβολιαστεί, μπορούν να βγουν και αυτοί αλλά τηρώντας τα μέτρα με μάσκες και αποστάσεις, μην τυχόν και το μεταφέρουν σε άλλους ανθρώπους. Άρα δεν είμαστε σε φάση να πούμε όλα καλά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, βγαίνουμε, δεν υπάρχει θέμα να κολλήσουμε. Άλλωστε βλέπουμε ότι στην Ελλάδα και τώρα διασωληνώνονται άνθρωποι. Άρα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, πάμε καλύτερα αλλά πρέπει να είμαστε προσεκτικοί», υπογράμμισε.

«Το ότι μπορούμε να αρχίσουμε να κυκλοφορούμε και να μπορούμε να έχουμε πίσω μια φυσιολογική ζωή το οφείλουμε στους ανθρώπους που ανοσοποιήθηκαν με τον εμβολιασμό, είναι πάνω από το 80% του πληθυσμού», πρόσθεσε η ίδια.

Για τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς σε αναστολή

Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους ανεμβολίαστους υγειονομικούς, λέγοντας ότι είναι λίγο πάνω από 400 γιατροί, περισσότεροι νοσηλευτές και ακόμη περισσότεροι διοικητικοί. «Αλλάζουν τα νούμερα, γιατί κάποιοι κολλάνε, έρχονται πίσω στο νοσοκομείο, δεν είναι σε αναστολή και βλέπουμε πως γίνεται αφού περάσει η ισχύς του πιστοποιητικού νόσησης. Έχουμε να δούμε διάφορα θέματα», δήλωσε.

«Καταρχάς μιλάμε σε ένα ανθρώπινο επίπεδο. Είναι πολύ σημαντικός ο διάλογος, πηγαίνω σε όλα τα νοσοκομεία που επισκέπτομαι και συζητώ με τους ανθρώπους που είναι σε αναστολή και δεν θέλουν να εμβολιαστούν. Η ιατρική σήμερα είναι βασισμένη σε τεκμήρια, τα οποία δείχνουν ότι πρέπει να εμβολιαστούμε», σημείωσε, υπενθυμίζοντας ότι υπάρχει υποχρεωτικός εμβολιασμός εδώ και πάρα πολλά χρόνια, καθώς τα ανεμβολίαστα παιδιά δεν μπορούν να πάνε σε σχολείο.

«Δεν είναι καινοφανής ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ούτε η ασφάλεια και η προστασία των εμβολίων που έχει αποδειχθεί εδώ και πολλά χρόνια. Κάποιοι δεν θέλουν για λόγους αρχής, κάποιοι έχουν προβλήματα και φοβούνται και με αυτούς πρέπει να συζητήσουμε όσο περισσότερο μπορούμε. Τον φόβο τον κατανοώ, δεν μπορώ να του εγγυηθώ ότι δεν θα πυροδοτηθεί ένα ανοσολογικό νόσημα, αλλά μπορώ να του εγγυηθώ ότι αν κολλήσει, το νόσημα θα πυροδοτηθεί πολύ περισσότερο. Οι φωνές έξω από το υπουργείο δεν είναι σωστός τρόπος διαμαρτυρίας, ενοχλεί όλη την περιοχή και τους περίοικους. Ο τρόπος να λύνεις τα προβλήματα σου είναι να κάνεις διάλογο», είπε.

Ερωτηθείσα για την άποψη του υπουργού Υγείας, Θανάση Πλεύρη, ότι δεν θα έχουν θέση στο ΕΣΥ όσοι δεν εμβολιάζονται, η κυρία Γκάγκα ανέφερε ότι δεν έχει ληφθεί καμία απόφαση, και οι συζητήσεις θα γίνουν σε κεντρικό επίπεδο. «Τα επιχειρήματα είναι πάρα πολλά. Αυτό που λέει ο υπουργός είναι ότι πρέπει να δεχόμαστε όσα αναφέρει η επιστήμη και αυτό ισχύει περισσότερο για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές. Δεν θέλω να πάρω θέση, είναι υπό συζήτηση, την προσωπική μου θέση θα την πω στην κυβέρνηση», πρόσθεσε η κυρία Γκάγκα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα