Χρυσή λεία, άλυτο μυστήριο – Η ιστορία πίσω από την ελληνική σειρά που θα γίνει το νέο μας «κόλλημα»
Η ανεξιχνίαστη και πιο μυστηριώδης ληστεία «μαμούθ» σε τράπεζα της Ελλάδας αναβιώνει από τον Σωτήρη Τσαφούλια και θα γίνει η νέα μας τηλεοπτική εμμονή
Μια από τις πιο αινιγματικές, μυστηριώδης και άλυτη έως σήμερα ληστεία «μαμούθ» ήταν αυτή που σημειώθηκε το 1992 στην Αθήνα στην Τράπεζα Εργασίας και η οποία πρόκειται να αναβιώσει μέσω της τηλεοπτικής σειράς «ΡΙΦΙΦΙ» του Σωτήρη Τσαφούλια στην COSMOTE TV.
Ονομάστηκε -και όχι άδικα- ως «το μεγάλο ριφιφί του αιώνα» γιατί ήταν μια διάρρηξη η οποία έγινε με τη μέθοδο του ριφιφί (κατά την οποία οι δράστες μπαίνουν πρώτα σε ένα παρακείμενο χώρο και από εκεί μπαίνουν στο χώρο που αποτελεί τον στόχο τους.
Στόχος ήταν το υποκατάστημα της Τράπεζας Εργασίας στην οδό Καλλιροής 19, στο Νέο Κόσμο, στην Αθήνα, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 19 και 20 Δεκεμβρίου, αν και είναι δεδομένο ότι οι δράστες σχεδίαζαν το «χτύπημα» τους πολλούς μήνες πριν, αφού η κάθε τους κίνηση δεν ήταν απλώς μελετημένη, αλλά «χειρουργική».
Τούνελ σαν μετρό
Σύμφωνα με τις αρχές άγνωστοι δράστες εισήλθαν στο υπόγειο της τράπεζας όπου βρίσκονταν οι θυρίδες, μέσω ενός τούνελ που είχαν σκάψει από την κοίτη του ποταμού Ιλισσού και έφτανε στο υποκατάστημα περνώντας κάτω από την οδό Καλλιρρόης.
Το τούνελ είχε μήκος γύρω στα 25 μέτρα και κατά μήκος της διαδρομής του είχαν τοποθετηθεί υποστυλώματα και ράγες, οι οποίες χρησίμευαν για να κινείται πάνω τους ένα βαγονέτο, με το οποίο οι δράστες έβγαζαν όλα τα μπάζα κατά την εκσκαφή της σήραγγας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αστυνομίας οι δράστες χρειάστηκαν 10 μέρες έως 3 μήνες προκείμενου να σκάψουν όλο το τούνελ.
Κατά την είσοδο τους στο υπόγειο χώρο της Τράπεζας οι δράστες παραβίασαν 301 από τις 1.151 θυρίδες και αφαίρεσαν το περιεχόμενό τους. Εκτιμάται ότι η αξία των κλοπιμαίων ανερχόταν σε 5 δισεκατομμύρια δραχμές!

Περίπου 14,7 εκατ. ευρώ με βάση την ισοτιμία, ποσό αστρονομικό για την εποχή αλλά και για σήμερα βέβαια.
Καθόλου τυχαία η επιλογή της συγκεκριμένης τράπεζας.
Σε έναν κεντρικό αλλά όχι θορυβώδη δρόμο της Αθήνας, ήταν παλαιάς κατασκευής, στοιχείο που οι δράστες χρησιμοποίησαν στο έπακρο.
Το δίκτυο των γειτονικών κτισμάτων, με υπόγεια και βοηθητικούς χώρους, παρείχε μια μοναδική ευκαιρία για διάνοιξη προσβάσεων που δεν κάλυπταν τα τότε συστήματα ασφαλείας.
Η περιοχή είχε περιορισμένη νυχτερινή κίνηση, περιβαλλόταν από μαγαζιά που έκλειναν νωρίς, διέθετε κτίρια με κοινές τοιχοποιίες, ενώ το θησαυροφυλάκιο της τράπεζας ήταν μεν ασφαλές, αλλά βασισμένο σε τεχνολογία δεκαετίας προηγούμενης.
Οι δράστες φορούσαν ρούχα εργασίας τα οποία έφεραν το σήμα της ΕΥΔΑΠ. Για μέρες ήταν στο απέναντι παρκάκι, πάνω από μία αποχέτευση, άρα κανείς δεν μπορούσε να τους υποπτευθεί.

Εμπειρία, τεχνογνωσία και μεθοδική οργάνωση.
Ο τρόπος δράσης έδειξε εμπειρία, τεχνογνωσία και μεθοδική οργάνωση.
Οι πληροφορίες της αστυνομίας τότε ανέφεραν συγκρατημένα πως οι δράστες πιθανότατα είχαν αποκτήσει πρόσβαση σε υπόγειο γειτονικού καταστήματος.

Παρατηρήθηκαν ίχνη παραμονής, μικρά, προσεκτικά, αλλά ενδεικτικά, που έκαναν σαφές ότι οι δράστες δούλευαν πυρετωδώς για μεγάλο διάστημα και υπό άκρα μυστικότητα.
Ειδικοί πραγματογνώμονες που εξέτασαν την οπή δήλωσαν πως «δεν μπορεί να έγινε χωρίς γνώση μηχανολογίας». Η διάνοιξη του τοίχου ήταν απόλυτα ευθυγραμμισμένη, είχε πάχος που μετρήθηκε πριν από το χτύπημα, έφερε σημάδια εργαλείων επαγγελματικής ποιότητας.
Η νύχτα του ριφιφί
Το χτύπημα πιθανότατα έγινε Σάββατο προς Κυριακή. Η επιλογή άφηνε στους δράστες σχεδόν 48 ώρες μέχρι το άνοιγμα της τράπεζας.
Από το υπόγειο του διπλανού κτιρίου άνοιξαν άνοιγμα που τους οδήγησε απευθείας στον χώρο πίσω από το θησαυροφυλάκιο. Για να αποφύγουν θόρυβο και κραδασμούς χρησιμοποίησαν υδροκοπτικά εργαλεία, μόνωσαν το δωμάτιο με υλικά απορρόφησης ήχου, έστησαν φορητά φώτα χαμηλής ισχύος.
Κοπή που θύμιζε εργαστήριο
Στόχος τους δεν ήταν τα ταμεία της Τράπεζας αλλά οι θυρίδες που βρίσκονταν στο υπόγειό της.
Οι δράστες φτάνοντας, απόλυτα προσανατολισμένα, κάτω από το υπόγειο τρύπησαν μπετόν 60 εκατοστών, παραβίασαν 301 από τις 1.151 θυρίδες της Τράπεζας και αφαίρεσαν όλο το περιεχόμενό τους.

Η επίσημη καταγραφή παρέμεινε θολή, είτε λόγω πολιτικής, είτε λόγω της φύσης των θυρίδων.
Το μεταλλικό τοίχωμα, παλαιού τύπου, κόπηκε όχι βίαια αλλά με απόλυτη ακρίβεια. Η αστυνομία μίλησε για «κοπή που θύμιζε εργαστήριο». Κανένα σημάδι βιασύνης. Κανένα ίχνος αυτοσχέδιου εργαλείου.
Δεν τους επηρέασε ούτε ο συναγερμός
Θα πει κάποιος «μα καλά, συναγερμός δε χτύπησε»; Φυσικά.

Αλλά οι αρμόδιοι της τράπεζας το απέδωσαν σε βλάβη και δεν έδωσαν την παραμικρή σημασία ιδιαίτερα από τη στιγμή που δεν υπήρχε κανένα ίχνος παραβίασης από την κεντρική είσοδο.
Ο διευθυντής άλλωστε της τράπεζας πήγε εκεί και το διαπίστωσε με τα μάτια του καθώς την πρώτη φορά που ήχησε ο συναγερμός πήγε ο ίδιος να δει τι συμβαίνει.
Το σοκ της επόμενης ημέρας
Όταν οι υπάλληλοι μπήκαν το πρωί της Δευτέρας, η εικόνα ήταν σχεδόν υπερρεαλιστική. Το θησαυροφυλάκιο ανοιγμένο σαν κονσέρβα, ο συναγερμός άθικτος, κανένα ίχνος εισβολής από την κεντρική είσοδο.
Η ΕΛ.ΑΣ ξεκίνησε άμεσα επιτόπιες αναλύσεις με πραγματογνώμονες, έλεγχο εργαλείων που θα μπορούσαν να φέρουν αντίστοιχα ίχνη, διασταύρωση με διεθνείς μεθόδους ριφιφί.
Στο στόχαστρο βρέθηκαν ομάδες από τα Βαλκάνια, οργανωμένα κυκλώματα με δράση στη Γαλλία και την Ιταλία, αλλά και Έλληνες «επαγγελματίες» της εποχής.
Καμία θεωρία, όμως, δεν αποδείχθηκε.
Το «τέλειο έγκλημα»
Η υπόθεση γρήγορα απέκτησε φήμη «τέλειου εγκλήματος».
Δεν υπήρχαν κάμερες (ή λειτουργούσαν ελάχιστες).
Δεν υπήρχαν μάρτυρες.
Δεν υπήρχαν DNA αναλύσεις το 1992.
Τα δακτυλικά αποτυπώματα ήταν ελάχιστα – και κανένα χρήσιμο.
Το ριφιφί έμοιαζε εκτελεσμένο από ανθρώπους που γνώριζαν πολύ καλά τι έκαναν. Ούτε υπερβολές, ούτε λάθη, ούτε «υπογραφές».
Μια ληστεία που άλλαξε τα πάντα
Η συγκεκριμένη υπόθεση λειτούργησε σαν καταλύτης.
Μετά το 1992 οι τράπεζες εγκατέστησαν νέας γενιάς συστήματα συναγερμού, ενίσχυσαν τα θησαυροφυλάκια με υψηλής αντοχής υλικά, επανασχεδίασαν τα υπόγεια και τις περιμετρικές ζώνες ασφαλείας.
Η αστυνομία δημιούργησε εξειδικευμένα τμήματα αντιμετώπισης οργανωμένων ληστειών, συνεργάστηκε με ευρωπαϊκές υπηρεσίες για ανταλλαγή τεχνογνωσίας, αύξησε τους ελέγχους σε κτίρια που συνορεύουν με τράπεζες.
Έρευνες, μαρτυρίες, θεωρίες
Οι πρώτες έρευνες της Ελληνικής Αστυνομίας δεν οδήγησαν κάπου σχετικά με την εξακρίβωση της ταυτότητας των δραστών της ληστείας.
Στις 12 Ιανουαρίου 1993 ανακαλύφτηκαν τυχαία σε ερημική τοποθεσία σε παραλία της Βραυρώνας ομόλογα, επιταγές και άλλα έγγραφα που περιέχονταν σε θυρίδες της Τράπεζας.
Οι αρχές θεώρησαν τότε ότι πιθανόν οι δράστες να διέφυγαν με τα κλοπιμαία στο εξωτερικό χρησιμοποιώντας κάποιο σκάφος.
Ο τότε αρχηγός ΕΛ.ΑΣ., Στέφανος Μακρής, θα δηλώσει μπροστά στις κάμερες:
«Βρέθηκαν επιπλέοντα της θαλάσσης, κουτιά που είχανε μέσα διάφορα αντικείμενα, πιθανώς κοσμήματα, βρέθηκαν διάφορες σακούλες, γραμμάτια και συναλλαγματικές. Γίνονται στον ίδιο χώρο και έρευνες περεταίρω για ανεύρεση τυχόν και άλλων αντικειμένων ή εντοπισμό του σκάφους».
Τον Ιούλιο του 1994, ο Σύριος κρατούμενος στις φυλακές Κορυδαλλού Τζουμάχ Χαλίντ υπέδειξε ως δράστες του ριφιφί της Τράπεζας Εργασίας τον υποδιευθυντή του υποκαταστήματος Αναγνώστη Καλαφάτη, τον υπάλληλο των ΕΛΤΑ Λάμπρο Κότσαλο και τους επιχειρηματίες Στέλιο Κολοβό, Διονύση Παπασταμάτο και Μανώλη Σπανουδάκη.
Ο Χαλίντ ισχυρίστηκε στην κατάθεση του στις δικαστικές αρχές ότι είχε πάρει μέρος στο ριφιφί και ο ίδιος βοηθώντας στο σκάψιμο του τούνελ και στην τοποθέτηση των υποστυλωμάτων αλλά οι υπόλοιποι δράστες αθέτησαν την υπόσχεση τους να του καταβάλουν 30 εκατομμύρια δραχμές βάσει της συμφωνίας που είχαν κάνει και έτσι ο ίδιος τους κατέδωσε στις αρχές.

Ο ανακριτής που είχε αναλάβει την υπόθεση θεώρησε επαρκείς ενδείξεις τους ισχυρισμούς και εξέδωσε εντάλματα σύλληψης για τους δράστες, που είχε κατονομάσει ο Χαλίντ. Ο Καλαφάτης και ο Παπασταματάτος προφυλακίστηκαν μετά την απολογία τους, ο Κότσαλος αφέθηκε προσωρινά ελεύθερος με περιοριστικούς όρους ενώ ο Στέλιος Κολοβός και ο Μανώλης Σπανουδάκης δεν προσήλθαν να απολογηθούν και ήταν καταζητούμενοι.
Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ωστόσο ο Χαλίντ σε τηλεοπτική συνέντευξη αναίρεσε τους ισχυρισμούς του για τους δράστες του ριφιφί και στις 25 Ιανουαρίου 1995 το επιβεβαίωσε και ενώπιον της Ελληνικής δικαιοσύνης. Λίγες ημέρες νωρίτερα ο Καλαφάτης και ο Παπασταματάτος αποφυλακίστηκαν.
Τον Απρίλιο συνελήφθη ο Κολοβός, ο οποίος είχε διαφύγει στο εξωτερικό για να συγκεντρώσει στοιχεία, όπως είχε ισχυριστεί, που θα αποκάλυπταν ότι δεν είχε καμιά ανάμιξη στη διάρρηξη.
Το φθινόπωρο του ίδιου έτους υπήρξε βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, το οποίο απάλλασσε από όλες τις κατηγορίες και τους πέντε κατηγορούμενους για το ριφιφί της Τράπεζας Εργασίας.
Η υπόθεση μπήκε στο αρχείο χωρίς να υπάρξει κάποιο νέο στοιχείο για την ταυτότητα των δραστών που έκαναν το ριφιφί στη Τράπεζα Εργασίας.
Υπήρξαν διάφορες θεωρίες για το ποιοι μπορεί να ήταν οι δράστες της ληστείας. Μια από αυτές ήταν πως την διάρρηξη είχε κάνει η τρομοκρατική οργάνωση Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας, μαζί με υπαλλήλους άλλων υποκαταστημάτων της Τράπεζας, οι οποίοι και βοήθησαν στο να γίνει η διάρρηξη. Επίσης ότι την διάρρηξη των θυρίδων έκανε η Ιταλική μαφία, καθώς είχε γίνει παρόμοιο περιστατικό σε τράπεζα του Μιλάνου.
Η Τράπεζα Εργασίας επικήρυξε με 200 εκατομμύρια δραχμές τους δράστες με την ελπίδα ότι κάποιος εμπλεκόμενος στο ριφιφί θα δώσει πληροφορίες για τους δράστες. Κάτι τέτοιο δεν έγινε.
Χάθηκαν όλα μέσα σε μια στιγμή
Η υπόθεση απασχόλησε όχι μόνο τα ελληνικά αλλά και τα ξένα ΜΜΕ.
Ο κορυφαίος αστυνομικός συντάκτης Πάνος Σόμπολος σε συνέντευξή του στο «Ράδιο Θεσσαλονίκη» την 1η Απριλίου 2021 τόνισε ότι σίγουρα υπήρχαν άτομα με εξαιρετικές τεχνικές γνώσεις ανάμεσα σε όσους πήραν μέρος στο ριφιφί και ότι η λεία της διάρρηξης πιθανότατα μεταφέρθηκε στο εξωτερικό. Οι θυρίδες που ανοίχθηκαν δεν ήταν «στοχευμένες» αλλά η επιλογή τους έγινε τυχαία.
Ο Πάνος Σόμπολος ανέφερε και τις συγκλονιστικές εικόνες με τους ανθρώπους που είχαν χρήματα, κοσμήματα, πολύτιμα αντικείμενα κ.ά. στις θυρίδες τα οποία από τη μια στιγμή στην άλλη έγιναν καπνός…
Πιθανότατα, τα θύματα του ριφιφί δεν αποζημιώθηκαν ποτέ.
Κυνήγι μαγισσών
Πολλά γράφτηκαν και κυρίως ακούστηκαν για το τι περιείχαν οι θυρίδες και εξαιτίας αυτού ότι μπορεί να ήταν φειδωλές οι πληροφορίες που δόθηκαν από τα στελέχη της τράπεζας προς τις αστυνομικές αρχές.
Άλλες άφηναν υπόνοιες ότι στη ληστεία ήταν αναμεμιγμένοι και υψηλά ιστάμενοι στην ΕΛ.ΑΣ.
Ακόμα και ονόματα επιχειρηματιών «παρέλασαν» από τα έντυπα της εποχής, με τα ΜΜΕ να ξεκινούν ένα κυνήγι μαγισσών που δεν κατέληξε πουθενά.
Ακόμη και σήμερα κανείς δε ξέρει τι έχει συμβεί.
Η μυθική ληστεία αναβιώνει από τον Σωτήρη Τσαφούλια
Τη Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου θα κάνει πρεμιέρα η νέα παραγωγή μυθοπλασίας της COSMOTE TV, «ΡΙΦΙΦΙ».
Η σειρά 6 επεισοδίων, σε σκηνοθεσία Σωτήρη Τσαφούλια και σενάριο Βασίλη Ρίσβα και Δήμητρας Σακαλή, θα προβάλλεται κάθε Δευτέρα στις 23:00 αποκλειστικά στο COSMOTE CINEMA 1.
Αμέσως μετά την προβολή του στο κανάλι, κάθε νέο επεισόδιο της σειράς θα είναι διαθέσιμο On Demand, σε 4Κ ανάλυση.
Η υπόθεση
Το «ΡΙΦΙΦΙ» είναι εμπνευσμένο από την περιβόητη ληστεία σε τράπεζα της Αθήνας το 1992. Ποιοι το έκαναν και γιατί; Οι Αρχές μίλησαν για οργανωμένο έγκλημα, τρομοκρατικές οργανώσεις και ιδιαίτερα μορφωμένους και αδίστακτους δράστες. Ήταν, όμως, πράγματι έτσι; Με τη δύναμη της μυθοπλασίας, η νέα παραγωγή της COSMOTE TV συνδυάζει τη μεγαλύτερη ληστεία που έγινε ποτέ στην Ελλάδα με μια αληθινή ιστορία ανθρώπινης τραγωδίας, δημιουργώντας μια ανθρωποκεντρική σειρά, γεμάτη συγκίνηση κι έντονα στοιχεία χιούμορ.
Οι χαρακτήρες
Ο μελαγχολικός Νίκος (Βασίλης Χαραλαμπόπουλος), ο «αιώνιος έφηβος» Βάκης (Πάνος Βλάχος) και ο πληγωμένος Μιχάλης (Προμηθέας Αλειφερόπουλος) είναι τρεις άντρες που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, μέχρι που εισβάλλει στη ζωή τους η Όλγα (Ευαγγελία Μουμούρη). Η μοναχική και μυστηριώδης γυναίκα τους προσεγγίζει με μία σκοτεινή και ριψοκίνδυνη πρόταση.

Θα την ακολουθήσουν στο σχέδιό της; Το πρωταγωνιστικό καστ συμπληρώνουν ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης στον ρόλο του Μανώλη, του αφοσιωμένου φίλου της Όλγας, ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης και ο Δήμος Γιγαντάκης στους ρόλους των παιδικών φίλων Αντώνη και Αργύρη, αντίστοιχα.
Στη σειρά συμμετέχουν, ακόμα, οι: Αχιλλέας Ζέρβας, Άρης Λεμπεσόπουλος, Κατερίνα Μάντζιου, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Κώστας Φιλίππογλου, Ράνια Παπαδάκου, Άννα Μενενάκου, Δημήτρης Γεροδήμος, Γιώργος Χατζής, Έλη Δρίβα, Δημήτρης Μαυρόπουλος, Δημήτρης Μάριζας, Γεωργία Συφιανού, Γιώργος Κανέλλης, Φρύνη Θετάκη, Φώτης Θωμαΐδης κ.ά.

Το «ΡΙΦΙΦΙ» είναι μια παραγωγή της COSMOTE TV, ενώ την εκτέλεση παραγωγής έχει αναλάβει η Tanweer Productions.
Συντελεστές:
Παραγωγή: COSMOTE TV Εκτέλεση Παραγωγής: Tanweer Productions Σενάριο: Βασίλης Ρίσβας, Δήμητρα Σακαλή Σκηνοθεσία: Σωτήρης Τσαφούλιας Παραγωγός: Διονύσης Σαμιώτης Executive producers: Δημήτρης Μιχαλάκης, Φαίη Τσιτσιπή Line Producer: Πάνος Πετρόπουλος Δ/ντης Φωτογραφίας: Claudio Bolivar Production Designer: Μιχάλης Σαμιώτης Μουσική: Ted Reglis Μοντάζ: Γιώργος Γεωργόπουλος Ενδυματολόγος: Άγις Παναγιώτου Art Director: Μυρτώ Δασκαρόλη Ηχοληψία: Πάνος Παπαδημητρίου Make up artist: Κατερίνα Βαρθαλίτου Hair Stylist: Γιώργος Ταμπακάκης Sound design & mixing: Κώστας Βαρυμποπιώτης, Άρης Λουζιώτης Colorist: Δημήτρης Μανουσιάκης VFX: Έλενα Τοπούζογλου, Tony Alamo
