Ήταν μόνο 15 χρονών…
15 χρόνια από τη δολοφονία Γρηγορόπουλου - Το χρονικό, οι μαρτυρίες, το αποτύπωμα στην κοινωνία ενός Δεκέμβρη που δεν τελείωσε ποτέ...
Επιμέλεια: Μυρτώ Τούλα, Νίκος Γκάγιας, Ραφαήλ Γκαϊδατζής
Το ημερολόγιο έδειχνε Σάββατο 6 Δεκεμβρίου του 2008.
Στις 21:15 στο λογαριασμό του χρήστη @cpil στο X (μέχρι πρότινος Twitter) «ανεβαίνει» το παρακάτω tweet:
«Κάποιον πυροβόλησαν στα Εξάρχεια».
Κάποιον πυροβόλησαν στα Εξάρχεια.
— Constantin Pilavios (@cpil) December 6, 2008
Τρία λεπτά μετά, στις 21:18, στο Indymedia δημοσιεύεται είδηση με τον τίτλο «Επείγον! Σοβαρός τραυματισμός στη Μεσολογγίου».
Στα Εξάρχεια επικρατεί αναβρασμός. Όπως είναι φυσικό και μόνο ο ήχος των πυροβολισμών συγκεντρώνει κόσμο στο σημείο.
Οι πρώτες πληροφορίες συγκεχυμένες. Κάνουν λόγο για σοβαρό τραυματισμό νεαρού από πλαστική σφαίρα, ο οποίος μεταφέρεται στον Ευαγγελισμό με τη ζωή του να βρίσκεται σε κίνδυνο.
Όσο τα κανάλια σιωπούσαν, στο διαδίκτυο «ανέβαιναν» όλο και περισσότερες πληροφορίες για το περιστατικό. Ώσπου στις 22:00 στο Indymedia επιβεβαιώνεται ο θάνατος του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου από τη σφαίρα του αστυνομικού Ε. Κορκονέα στα Εξάρχεια.
Από τα social media, κάτι πρωτοφανές για εκείνη την εποχή για τα ελληνικά δεδομένα, η είδηση αρχίζει να διαδίδεται και στα δημοσιογραφικά γραφεία.
Αργά το βράδυ οι ιστοσελίδες αρχίζουν να αναφέρονται στο περιστατικό.
Σχεδόν όλη η Αθήνα έχει μάθει τι πραγματικά συνέβη και μέχρι το επόμενο πρωί η είδηση είναι γνωστή σε όλη τη χώρα.
Θυμάμαι να «κατεβαίνω» από τον Εύοσμο προς το κέντρο, τότε 18 χρονών, στο δεύτερο έτος μου στη Σχολή Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ.
Όσο προσέγγιζες προς τα πανεπιστήμια ήξερες ότι κάτι διαφορετικό υπήρχε στην ατμόσφαιρα. Πρωτόγνωρο. Μια παγωμάρα. Μια βουβαμάρα, αλλά τόσο… ηχηρή, όσο οξύμωρο και αν ακούγεται αυτό. Αντιλαμβανόσουν ότι βρισκόσουν σε ένα καζάνι που έβραζε, σε ένα ηφαίστειο που βρυχάται, έτοιμο να εκτοξεύσει τη λάβα του. Και ας ήσουν 500 χιλιόμετρα μακριά από το σημείο που ο Αλέξης έπεφτε νεκρός.
Το χρονικό μιας εξέγερσης που συγκλόνισε την Ελλάδα
Οι επόμενες ημέρες έχουν μείνει χαραγμένες έως σήμερα στις μνήμες μας.
Οι νέοι άνθρωποι σε όλη τη χώρα είναι στους δρόμους.
Η έκταση της οργής και των επεισοδίων βρίσκουν την κυβέρνηση απροετοίμαστη.
Ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας, κοιμάται τα βράδια στο Μέγαρο της Ηρώδου Αττικού και όχι στο σπίτι του, καθώς αυτό βρίσκεται επί της οδού Ασκληπιού, στα Εξάρχεια.
Ο τότε Πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, προσπαθεί με τηλεοπτικά διαγγέλματα από το Μέγαρο Μαξίμου να διασκεδάσει τις εντυπώσεις και να κατευνάσει την οργή.
Στο τραπέζι πέφτει ακόμα και πρόταση για επιβολή στρατιωτικού νόμου.
6/12
Κυβέρνηση και ΕΛ.ΑΣ βρίσκονται σε σύγχυση. Ο τότε υπουργός Εσωτερικών, Προκόπης Παυλόπουλος καταδικάζει το γεγονός ζητώντας να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι ένοχοι. Λίγο αργότερα βέβαια κάτω από το βαρύ κλίμα που έχει δημιουργηθεί, υποβάλλει την παραίτησή του μαζί με τον υφυπουργό Π. Χηνοφώτη. Οι παραιτήσεις δεν γίνονται δεκτές.
7/12
Χιλιάδες πολίτες βγαίνουν στους δρόμους. Τα στενά στο κέντρο της Αθήνας θυμίζουν σκηνικό πολεμικής ταινίας. Πέτρες, μολότοφ, δακρυγόνα, χημικά, αστυνομική βία.
Φοιτητές και μαθητές αρχίζουν να κινητοποιούνται από άκρη σε άκρη στην Ελλάδα μέσω sms.
Οι νέοι όλης της χώρας βγαίνουν στους δρόμους.
8/12
Σχολεία και αμφιθέατρα πανεπιστημίων έχουν αδειάσει από μαθητές και φοιτητές. Είναι όλοι στους δρόμους. Διαδηλώνουν για τον 15χρονο Αλέξη που έπεσε νεκρός από τη σφαίρα του Κορκονέα. Στο στόχαστρο μπαίνουν αστυνομικά τμήματα και τράπεζες στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και άλλες μεγάλες πόλεις.
Η οργή μεγαλώνει όλο και περισσότερο.
Στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη βιτρίνες καταστημάτων σε κεντρικούς δρόμους γίνονται θρύψαλα.
Τα κανάλια μεταδίδουν διαρκώς τα επεισόδια εστιάζοντας στην καταστροφή των περιουσιών.
Εκατοντάδες προσαγωγές, δεκάδες συλλήψεις.
Το κράτος απών.
«Οργή – οργή, σκοτώσατε παιδί».
«Αυτές οι ημέρες ανήκουν στον Αλέξη».
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο στο Σύνταγμα παραδίδεται στις φλόγες
9/12
Ο τόσο άδοξος επίλογος στη ζωή του Αλέξη Γρηγορόπουλου πέφτει στις 9/12 στο Παλαιό Φάληρο εκεί όπου τελείται και η κηδεία του παρουσία χιλιάδων πολιτών.
Ένας από τους ανθρώπους που μεταφέρουν στους ώμους τους το φέρετρο του Αλέξη, ήταν ο Νίκος Ρωμανός, ο φίλος του που τον είδε να ξεψυχά στα χέρια του.
Οι διαδηλώσεις και οι καταστροφές συνεχίζονται, το ίδιο και η αστυνομική βία.
Ιδιοκτήτες επιχειρήσεων μετρούν τις ζημιές τους, την ώρα που η κυβέρνηση συνεχίζει να παρακολουθεί αμήχανα τις εξελίξεις.
Οι αντιδράσεις αρχίζουν να επεκτείνονται και εκτός συνόρων. Έλληνες και ξένοι φοιτητές στο εξωτερικό εκφράζουν την οργή τους για τη δολοφονία του Αλέξη.
10/12
Επαμεινώνδας Κορκονέας και Βασίλης Σαραλιώτης προφυλακίζονται και οδηγούνται στις φυλακές Δομοκού. Οι αυτόπτες μάρτυρες καταθέτουν ότι είδαν τον Κορκονέα να σημαδεύει και να πυροβολεί προς την πλευρά του Αλέξη. Εκείνος επιμένει στη «γραμμή» περί «ανάρμοστης και αποκλίνουσας συμπεριφοράς του θύματος».
«Μη μας ρίχνετε άλλα δακρυγόνα, κλαίμε και από μόνοι μας» λένε οι φίλοι του Αλέξη και όσοι νεαροί βρίσκονται στους δρόμους.
Όπως τότε δημοσιεύει η “Ελευθεροτυπία”, το κόστος των ζημιών μόνο στην Αθήνα εκτιμάται από το ΕΒΕΑ στα 50 εκατ. ευρώ. Ζημιές υπέστησαν 374 μεσαία και μικρά καταστήματα, 40 μεγάλα, 16 τράπεζες, 3 θέατρα και κινηματογράφοι, 2 σουπερμάρκετ. Στη Θεσσαλονίκη 88 καταστήματα και 14 τράπεζες, στον Βόλο 14 τράπεζες και 2 καταστήματα, στο Ηράκλειο 20 τράπεζες, στη Λάρισα 36 τράπεζες, 3 δημόσια κτίρια και 3 καταστήματα. Την ίδια ώρα, η αστυνομική καταστολή ξεπέρασε κάτι προηγούμενο με τους κατοίκους των Εξαρχείων και των γύρω περιοχών να μην μπορούν να αναπνεύσουν από τα χημικά.
11/12
Εκατοντάδες σχολεία σε όλη τη χώρα τελούν υπό κατάληψη. Το πολιτικό σκηνικό «φλέγεται» με την κυβέρνηση να παραβλέπει την κοινωνική οργή και να βλέπει μπροστά της μόνο βία. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης «συγκρούονται» για το ποιος στηρίζει τους κουκουλοφόρους.
Ο ανακριτής που διερευνά τις συνθήκες της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου δέχεται την κατάθεση αυτοπτών μαρτύρων, καθώς και ένα βίντεο που είχε τραβήξει μια κοπέλα εκείνο το βράδυ και στο οποίο απεικονίζεται η σκηνή του πυροβολισμού. Ο συνήγορος των δύο ειδικών φρουρών, Αλέξης Κούγιας, κάνει λόγο για «ανθρωποκτονία από αμέλεια» και «εξοστρακισμό της σφαίρας» που σκότωσε τον 15χρονο, πυροδοτώντας νέο κύκλο αντιδράσεων.
Η Ευρώπη φοβάται ότι η εξέγερση στην Ελλάδα θα περάσει τα σύνορα της χώρας.
Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται.
Τις επόμενες ημέρες…
Το κύμα οργής συνεχίζεται. Μαθητές και φοιτητές παραμένουν στους δρόμους και προειδοποιούν ότι θα κάνουν Χριστούγεννα στους δρόμους.
«Τα Χριστούγεννα αναβάλλονται, έχουμε εξέγερση».
Η Αστυνομία απαντά με εκτεταμένη χρήση βίας.
Νεαροί εισβάλλουν στην ΕΡΤ και κάνουν ολιγόλεπτη κατάληψη στο στούντιο της NET, διακόπτοντας το δελτίο ειδήσεων και αναρτώντας πανό, που έγραφε «Σταματήστε να κοιτάτε / Βγείτε όλοι στους δρόμους».
Πόλεμος με μολότοφ, πέτρες, δακρυγόνα, χειροβομβίδες κρότου – λάμψης, ακολουθούν τις πορείες μαθητών και φοιτητών στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Μαζικές αναίτιες συλλήψεις
Στα Εξάρχεια χριστουγεννιάτικο δέντρο παραδίδεται στις φλόγες.
Περισσότεροι από 120 καλλιτέχνες και συγκροτήματα συμμετείχαν στη μεγάλη συναυλία ενάντια στην κρατική καταστολή, στα Προπύλαια.
Ο πρωθυπουργός απορρίπτει πρόωρες εκλογές και έκτακτα μέτρα κατά διαδηλωτών. Ο υπουργός Παιδείας Ευρ. Στυλιανίδης κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ ως ηθικό αυτουργό των μαθητικών κινητοποιήσεων. Επανεξετάζεται το καθεστώς οπλοφορίας των αστυνομικών με ετήσια εξέταση από ψυχίατρο.
18 Ιανουαρίου 2009
Με χειροκροτήματα και συνθήματα, μέσα σε φορτισμένο κλίμα, ολοκληρώνεται η επιμνημόσυνη δέηση για τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, 42 ημέρες από τη δολοφονία του. Χωρίς την παρουσία της Αστυνομίας αυτή τη φορά.
Τα σοβαρά επεισόδια, ωστόσο, δεν τελειώνουν εδώ. Την ώρα που το πανελλήνιο με κομμένη την ανάσα παρακολουθεί τις εξελίξεις για την υπόθεση, η Αθήνα μετατρέπεται και πάλι σε πεδίο μάχης.
Το κοινωνικό αποτύπωμα της δολοφονίας
Το αποτύπωμα της δολοφονίας διαφέρει ανάλογα τα προσωπικά βιώματα του καθενός, την ηλικία που βρισκόταν την εποχή εκείνη καθώς και τον τόπο διαμονής.
Σε κάθε περίπτωση τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 συνέβαλαν καθοριστικά στην διαμόρφωση της πολιτικής ταυτότητας ενός τμήματος των τότε νέων και εφήβων και σημερινών 20αρηδων ή και 30άρηδων, όπως αποτυπώνεται στην έρευνα «Επιδραστικά πολιτικά γεγονότα μιας γενιάς» που πραγματοποιήθηκε το 2020 με επικεφαλής την Μανίνα Κακεπάκη, κύρια Ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Πολιτικών Ερευνών, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών.
Ο Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, κ. Κάρολος Καβουλάκος, αναφέρει στην parallaxi για το θέμα ότι: «το κίνημα που δημιουργήθηκε τον Δεκέμβριο του 2008 μετά την δολοφονία του Γρηγορόπουλου δεν μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για αστική εξέγερση».
Όπως ο ίδιος εξηγεί: «για να έχουμε αστική εξέγερση πρέπει να υπάρχει έντονη η χωρική διάσταση, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στα προάστια του Παρισιού ή τα γκέτο στις πόλεις των ΗΠΑ. Στην περίπτωση της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου έχουμε ένα και μοναδικό χωρικό στοιχείο, το οποίο δεν μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για αστική εξέγερση. Το χωρικό στοιχείο συνίσταται στο γεγονός ότι η δολοφονία σημειώθηκε στην περιοχή των Εξαρχείων, μία περιοχή με ιδιαίτερη σημασία για τα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα και ευρύτερα για κάθε μορφής αμφισβήτηση.
Μία περιοχή που έχει μεγάλη ιστορία και έχει κατά καιρούς στοχοποιηθεί από πολλές κυβερνήσεις. Μία περιοχή που υπάρχει έντονο το στοιχείο της σύγκρουσης και της καταστολής. Ωστόσο, η εξέγερση του 2008 δεν είναι μία εξέγερση των Εξαρχείων. Είναι μία εξέγερση της νεολαίας και κυρίως των μαθητών».
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα και τον κ. Καβουλάκο, δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε πως η οικονομική διάσταση είναι πολύ σημαντική για το ξέσπασμα της εξέγερσης του 2008.
«Ωστόσο δεν μπορούμε να αποδώσουμε εκεί την εξέγερση, με την έννοια ότι θα μπορούσε να συμβεί και σε μία καλύτερη οικονομική συγκυρία. Πρέπει να δούμε τα αίτια της εξέγερσης κάπως πιο συνολικά. Να δούμε τα αδιέξοδα της νεολαίας, όπως για παράδειγμα το ανούσιο, βαρετό, άγονο και καταπιεστικό σχολείο, ή ευρύτερα το εκπαιδευτικό σύστημα που κάνει κάθε τι για να στείλει τους έφηβους και τις έφηβες στα φροντιστήρια, την αδυναμία των νέων ανθρώπων να δουν και να σχεδιάσουν κάπως το μέλλον τους, το φόβο της οικονομικής μιζέριας που τους/τις περιμένει ανεξάρτητα από την προσπάθεια που καταβάλλουν.
Συνολικά μία αδιαφορία του κράτους και των θεσμών απέναντί τους που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αγωνίες που πάντα έχουν οι νέοι/ες και έφηβοι/ες. Έρχεται λοιπόν η δολοφονία ενός 15χρονου, «ενός από εμάς», από αστυνομικό όργανο και μάλιστα δίχως καμία αιτία. Δίχως να έχει προκαλέσει σε τίποτα το θύμα. Αυτό δεν αποτέλεσε απλά της θρυαλλίδα της εξέγερσης. Ήταν ένα τεράστιο πλήγμα για τη νεολαία, μια προσβολή της ήδη τρωθείσας αίσθησης του δικαίου και της ασφάλειας»
Σχετικά με το πως εξελίχθηκε το κίνημα εκείνων την ημερών στο πέρασμα των χρόνων, ο κ. Καβουλάκος δηλώνει ότι: «κάθε χρόνο έχουμε κινητοποιήσεις, άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρότερη συμμετοχή.
Δεν έχουμε τη δυνατότητα να προδικάσουμε ούτε το τέλους των κινητοποιήσεων αυτών ούτε τη μορφή και το περιεχόμενο που θα λάβουν στο μέλλον. Οι ετήσιες κινητοποιήσουν αποτελούν έναν κινηματικό πότο, ένα «κινηματικό ραντεβού» που είναι δυνατό να ενισχυθεί ή να εξασθενίσει στο μέλλον, να εμπλουτιστεί ή όχι σε περιεχόμενο κλπ.
Σε κάθε περίπτωση η εξέγερση του 2008 αποτελεί ένα κομβικό σημείο στη σύγχρονη ιστορία της συλλογικής δράσης στη χώρα μας. Διαμόρφωσε νέα δεδομένα για τη συλλογική δράση και τα κοινωνικά κινήματα και με μία έννοια, άλλοτε εντονότερα και άλλοτε ισχνά, είναι ακόμα παρούσα»
Μπορεί να έχουν περάσει 15 χρόνια, όμως η βάση των προβλημάτων που γέννησε την εξέγερση του 2008 είναι διαρκώς παρούσα.
«Η κάθε γενιά φτιάχνει τη δική της ιστορία. Συνεπώς δεν μπορούμε να μιλήσουμε με τους ίδιους όρους γι’ αυτούς που συμμετείχαν τότε και για τις νεότερες γενιές, ακόμα και αν τμήμα αυτών συμμετέχει στις ετήσιες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, καθώς αυτή η συμμετοχή αποτελεί μία νέα ιστορία με τα δικά της νοήματα. Γι’ αυτούς που συμμετείχαν τότε μπορούμε να πούμε ότι αναμένουμε ότι η εξέγερση έχει επίπτωση στην «βιογραφία» τους.
Από τη βιβλιογραφία που αποτυπώνει σχετικές έρευνες από παρόμοιες δράσεις, ξέρουμε ότι η συμμετοχή σε τέτοιου είδους γεγονότα είναι δυνατό να έχει επίδραση σε όλη τη διάρκεια της ζωής των συμμετεχόντων. Είναι μια εξαιρετικά σημαντική και ίσως κομβική εμπειρία.
Σε μια εξέγερση έχουμε διάρρηξη της κανονικότητας, αίσθηση μεγαλύτερης ελευθερίας και δημιουργικότητας και δημιουργία ενός πολύ ισχυρού αισθήματος συλλογικότητας που εμπεδώνει αντιλήψεις αμφισβήτησης και ενισχύει αρχές και αξίες όπως η δικαιοσύνη, η δημοκρατία, η ισότητα. Όλα αυτά επηρεάζουν βαθιά τους συμμετέχοντες. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι όλοι οι συμμετέχοντες επηρεάστηκαν εξίσου ή με τον ίδιο τρόπο».
Εκείνοι που τα έζησαν θυμούνται…
O Mάριος Λώλος κάλυψε φωτογραφικά τα επεισόδια εκείνης της νύχτας κι όλων των υπόλοιπων που ακολούθησαν για 20 ημέρες. Στην εξομολόγησή του στην parallaxi σημειώνει μεταξύ άλλων:
«[…] Το 2008 για τον κλάδο μας, ήταν ένα κομβικό σημείο. Η κοινωνία κατάλαβε πως εμείς είμαστε εργαζόμενοι και όχι ρουφιάνοι, περάσαμε στην πλευρά των διαδηλωτών και κάναμε την δουλειά μας με αξιοπρέπεια. Επιτέλους γίναμε τα μάτια της κοινωνίας!
Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν πρωτόγνωρες για όλους. Η πρώτη αντίδραση των μαθητών ήταν πως σκοτώσανε τον φίλο τους, είχαν τρομερή φαντασία στις πορείες τους, από τα συνθήματα μέχρι τον παλμό τους. Έβλεπες την οργή στα μάτια τους, ήταν τεράστια έκπληξη, κανείς δεν φανταζόταν πως θα υπάρχει ένα τόσο έντονο μεγάλο μαθητικό κίνημα που έβραζε, δεν υπήρχαν δείγματα.
Τις πρώτες ημέρες, η αστυνομία ήταν αμυντική, το επόμενο διάστημα όμως έγινε εντελώς επιθετική, κάνοντας μαζικές προσαγωγές μαθητών. Εγώ τότε ήμουν πρόεδρος του Σωματείου των Φωτορεπόρτερ, είχαμε εκδώσει μία ανακοίνωση, περί συνεργασίας μας με την ομάδα δικηγόρων δίνοντας φωτογραφίες τις στιγμές των προσαγωγών στον δρόμο, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθούν στα πιθανά δικαστήρια που θα γινόταν κατά των μαθητών, σαν στοιχεία. Οι φωτογραφίες μας ελευθέρωσαν δεκάδες μαθητές και φοιτητές εκείνες τις ημέρες κι αυτό φυσικά σήμαινε την στοχοποίηση μας απέναντι στην αστυνομία. Όλοι οι φωτορεπόρτερ λειτουργούσαμε με την λογική του να αποδοθεί η δικαιοσύνη, είμαστε αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας, την φωτογραφίζουμε και λογοδοτούμε απέναντι της, γι αυτό και συνεργαστήκαμε με την ομάδα δικηγόρων. Δεν γίνεται η αστυνομία να προσαγάγει πιτσιρικάδες και να τους φορτώνει στην πλάτη 15 μολότοφ, πέτρες και βαριοπούλες».
Ο Γιάννης Μπαϊρακτάρης τότε ήταν 16 χρονών.
«Θυμάμαι σχεδόν κάθε στιγμή από εκείνο το Σάββατο. Ήμουν 16 ετών και πήγαινα Δευτέρα λυκείου. Το απόγευμα της 6ης Δεκεμβρίου 2008 είχα πάει στο σινεμά που υπήρχε τότε στο Μπουρνάζι μαζί με δύο πολύ καλούς μου φίλους. Επιστρέφοντας από τη βόλτα μας πετύχαμε στην πλατεία Αγίου Αντωνίου στο Περιστέρι αρκετούς συμμαθητές μας, οι οποίοι ήταν αρκετά αναστατωμένοι.
Κάτι είχε συμβεί. Ήταν λες και οι λέξεις, όμως, δεν έβγαιναν εύκολα από το στόμα τους. Την ίδια ακριβώς στιγμή «έπεφταν» τηλεφωνήματα στα κινητά όλων μας, με φίλους και συγγενείς να μας ενημερώνουν πως «στα Εξάρχεια ένας συνομήλικός μας δολοφονήθηκε από σφαίρα αστυνομικού». Κάποιοι από όσους ήμασταν εκεί μπήκαν απευθείας στο μετρό και κατέβηκαν στο κέντρο της Αθήνας. Εγώ γύρισα σπίτι και καρφώθηκα μπροστά στον υπολογιστή, διαβάζοντας ενημερωτικές σελίδες και scrollάροντας στα social media, για να μάθω όσο γίνεται περισσότερα για τα όσα συνέβαιναν.
Ήταν πολύ έντονα τα συναισθήματα εκείνης της ημέρας. Αυτό που κυριαρχούσε, όμως, ήταν ο θυμός. Ένα παιδί στην ηλικία μας είχε δολοφονηθεί τόσο άδικα. Μπορεί όλα αυτά τα χρόνια στο σχολείο να μας «προγραμμάτιζαν» και να μας μιλούσαν για μια «τέλεια» κοινωνία, όπου κυριαρχούσε το δίκαιο, όμως όλο αυτό ήταν μια δυνατή σφαλιάρα. Η γενιά μας κατάλαβε με τον πιο βίαιο τρόπο τότε, πως τα πράγματα είναι τελικά πολύ διαφορετικά. Είχαμε «παγώσει» μπροστά στη συνειδητοποίηση πως αυτό ήταν το τέλος μιας εποχής και ψάχναμε τρόπους να αντιδράσουμε».
Ο Χρήστος Δεμέτης τότε ήταν 25 ετών:
«[…] Το 2008 δεν υπήρχαν τα social που υπάρχουν τώρα, δεν υπήρχε το διαδίκτυο όπως το ξέρουμε. Υπήρχαν τα δελτία ειδήσεων, υπήρχαν τα παραποιημένα βίντεο του MEGA, οι αντικρουόμενες πληροφορίες, η θολή εικόνα. Υπήρχαν sms από τα στέκια μας, από αυτοοργανωμένους χώρους, εκείνοι που έλεγαν πως απλώς, σκότωσαν ένα μικρό παιδί που δεν είχε κάνει τίποτα. “Κάτι πλαστικά μπουκάλια έριξαν κάποιοι. Τίποτα άλλο”.
Στο μυαλό μας έρχονταν άλλες εικόνες, εκείνες του Καλτεζά που εμείς δεν τις είχαμε ζήσει με τα ίδια μας τα μάτια. Στα 25 μας όμως, αυτό που γινόταν αφορούσε τη δική μας γενιά. Μας αφορούσαν ως το μεδούλι. Έρχονταν ως συνέχεια της αστυνομικής βίας που είχαμε δεχθεί στα πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια των προηγούμενων χρόνων.
Τα τηλέφωνα άρχισαν να χτυπούν, τα Εξάρχεια γέμιζαν με κόσμο. Εκείνο το βράδυ επέλεξα να γυρίσω στο σπίτι. Δεν κοιμήθηκα καθόλου. Το επόμενο πρωί κατέβηκα στην περιοχή που σύχναζα, δούλευα νύχτες, άραζα πρωινά, έπαιζα τάβλι, έπινα μπύρες στην πλατεία, έβλεπα συναυλίες στην πλατεία, γνώριζα κόσμο τα ξημερώματα. Τα Εξάρχεια του 2008 ήταν ζωντανά, γίνονταν πράγματα κάθε στιγμή, ήταν η καρδιά της πόλης. Η 7η Δεκεμβρίου ήταν μια μέρα που θα θυμάμαι για πάντα».
Ο Νίκος Σταμάτης, λίγα μέτρα μακριά από το σημείο της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου, εκείνο το βράδυ, εξομολογείται στην parallaxi:
«[…] Η απότομη ενηλικίωση θα ερχόταν μαζί με τις πιο συγκεκριμένες πληροφορίες. […]. Όταν γυρίζαμε και βρίσκαμε πάλι τις παρέες μας και τους συνομήλικους μας, βρίσκαμε μαζί και ένα καταφύγιο. Μιλούσαμε με ανθρώπους που καταλάβαιναν πόσο σοβαρό ήταν αυτό που είχε συμβεί και πόσο ήταν χρέος όλων μας να αποδείξουμε στο κράτος ότι η ζωή του Αλέξη μετρούσε.
Από πολύ νωρίς αρχίσαμε να σκεφτόμαστε με όρους γενιάς, είχαμε γίνει η γενιά του Γρηγορόπουλου και ήταν η σειρά μας να δράσουμε συλλογικά και να πάρουμε από πολύ νωρίς, κάποιοι ανήλικοι ακόμα, το δικό μας μερίδιο στην ιστορία. Δεν γνωρίζαμε ότι μετά θα παίρναμε και άλλες ετικέτες: η γενιά της κρίσης, η γενιά της πανδημίας.
Περίπου 15 χρόνια μετά, τα πάντα μοιάζουν διαφορετικά και η γενιά μας γεύεται τη μία πίκρα πίσω από την άλλη, έχοντας όμως ακόμα σε μεγάλο κομμάτι της έναν ριζοσπαστισμό (όπως και αν αυτός εκφράζεται). Πολλοί από όσους ζήσαμε από κοντά τον Δεκέμβρη του ‘08, συνεχίζουμε να πορευόμαστε και τώρα άλλες φορές μαζί και άλλες κοντινά αλλά παράλληλα.
Κάποιες φορές όμως φαντάζει σαν να νιώθουμε ότι εκπληρώσαμε το χρέος μας στην ιστορία και ότι τώρα είναι η σειρά των επόμενων. Και αυτό νομίζω ότι δεν είναι καθόλου πραγματικό».
«Επιδραστικά πολιτικά γεγονότα μιας γενιάς»
Η επικεφαλής της έρευνας, Μανίνα Κακεπάκη, κύρια Ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Πολιτικών Ερευνών, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών εξηγεί πως σε σχετική ερώτηση έρευνας του ΕΚΚΕ το 2020 σε νέους/ες ηλικίας 17 έως 29 ετών, ζητήθηκε από τους/τις ερωτώμενους/ες να επιλέξουν από μια λίστα το γεγονός το οποίο συνέβαλε στη διαμόρφωση των πολιτικών τους απόψεων. Μια από τις επιλογές της λίστας ήταν και ο ‘Δεκέμβρης του ΄08’.
Μιλώντας στη Parallaxi αναφέρει ότι «από τις απαντήσεις φαίνεται ότι το γεγονός αυτό διατηρεί ακόμα ένα –μικρό βέβαια- μέρος της κοινωνικοποιητικής του δυναμικής, καθώς επιλέχθηκε σχεδόν από το 6% του συνόλου των ερωτώμενων. Ωστόσο το ποσοστό αυτό σχεδόν διπλασιάζεται (καθώς επιλέγεται από το 11,6%), για όσους/ες ανήκαν στην ηλικιακή ομάδα 25-29 ετών, δηλαδή βρίσκονταν κοντά στην ηλικία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008» ενώ συμπληρώνει πως «παράλληλα, σε σχέση με τις ψήφο στις εκλογές (οι απαντήσεις αφορούσαν την ψήφο στις εθνικές εκλογές του 2019), ο Δεκέμβρης του ΄08 εγγράφεται ως μείζον γεγονός κυρίως για τους ψηφοφόρους των αριστερών κομμάτων. Τέλος σημαντικά διαφοροποιούνται οι απαντήσεις ανάλογα και με τον βαθμό αστικότητας του τόπου κατοικίας των ερωτώμενων. Συνεπώς αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι φαίνεται πως η δολοφονία Γρηγορόπουλου και τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 συνέβαλαν καθοριστικά στην διαμόρφωση της πολιτικής ταυτότητας ενός τμήματος των τότε νέων και εφήβων και σημερινών 20αρηδων ή και 30άρηδων, αριστερής ταυτότητας αλλά και κατοίκων των αστικών κέντρων»
Σύμφωνα με το συμπέρασμα της έρευνας: «η νεότητα δεν αποτελεί μια ενιαία και αδιαίρετη κοινωνική κατηγορία. Όσοι και όσες βρίσκονται μεταξύ 25-29 ετών, βίωσαν σε εντελώς άλλο στάδιο της ζωής τους ορισμένα γεγονότα, με συνέπεια να τους έχουν πολύ περισσότερο καθορίσει. Ο ‘Δεκέμβρης του ‘08’, τα μνημόνια και, ως ένα βαθμό, το δημοψήφισμα, φαίνεται πως άφησαν εντονότερο το αποτύπωμα τους στην συγκρότηση της πολιτικής τους ταυτότητας. Για όσους και όσες βρίσκονται στο κατώφλι της ενηλικίωσης (17-18 ετών), Πρέσπες, Προσφυγικό και δολοφονία Φύσσα είχαν ανάλογη επίδραση. Ωστόσο, τα προσωπικά και οικογενειακά βιώματα διαπερνούν όλες τις ηλικίες και κυριαρχούν στη συνείδηση των νέων ως παράγοντας διαμόρφωσης της πολιτικής τους ταυτότητας»
Κλείνουμε με το editorial του Γιώργου Τούλα στο τεύχος
Καπνός μύρισε, είναι οι τύψεις μας που σιγοκαίνε
Εικόνα εξωφύλλου: Μάνος Παπαδόπουλος.
Τη βραδιά που δολοφονήθηκε ο Αλέξης Γρηγορόπουλος παρατηρούσα την κόρη μου που σε λίγο κλείνει τα δεκατέσσερα. Μπαινόβγαινε σιωπηλή στο δωμάτιο, έβλεπε τις εικόνες στην τηλεόραση, για ποιο λόγο τον σκότωσαν μας ρωτούσε, ξανακλεινόταν στη μοναξιά της. Οι κουβέντες ήταν λίγες και συγκεκριμένες.
Όπως είναι οι κουβέντες όλων των παιδιών αυτής της ηλικίας. Κάθισε λίγο μαζί μας, της λέγαμε. Άστο έχω διάβασμα, δίνω Lower όπως ξέρετε, απαντούσε. Δυο μέρες μετά, στο βίντεο κλαμπ μού ζήτησε να νοικιάσει ένα παιχνίδι που είναι για παιδιά πάνω από δεκαοκτώ και παίζεται ομαδικά στο διαδίκτυο.
Έχει λεηλασίες, βία ακόμα και εικονικούς φόνους αστυνομικών. Προσπάθησα να την πείσω πως δεν θα της κάνει καλό. Μα όλοι το έχουν σπίτια τους, μου απάντησε.
Σε μια γωνία της Τσιμισκή, που είναι πια σκεπασμένη όλη με λαμαρίνες, ένα παιδί έχει γράψει με μαύρο σπρέι: Μη σκας που στα σπάμε, θα στα πληρώσει ο Εφραίμ. Νοιώθω ένα απέραντο κενό, μια εγκεφαλική δίνη που δεν ξέρω πώς να την ξορκίσω. Έξω υπάρχουν αποκαΐδια παντού. Σπασμένα τζάμια, απόγνωση. Τα πιο παράξενα Χριστούγεννα της ζωής μας έρχονται. Κανείς δεν έχει διάθεση να τα γιορτάσει.
Τα παιδιά γιατί δεν έχουν πια τι να ζητήσουν στον Αϊ Βασίλη, μιας και τα έχουν όλα από χρόνια – και δεν έχουν τίποτε ταυτόχρονα, οι μεγάλοι γιατί οι ζωές τους άδειασαν μαζί με τα πιστεύω τους, οι αλλοδαποί που άδειαζαν τις βιτρίνες με τα κινητά γιατί δεν έχουν τι να τα κάνουν, οι πολιτικοί που αλληλοκατηγορούνται στα παράθυρα γιατί δεν έχουν λύσεις. Στη Βρετανία το Υπουργείο Παιδείας εισηγήθηκε τα παιδιά να πηγαίνουν εντατικά σχολείο από τα τέσσερα. Διότι είναι χαμένα χρόνια να περιμένεις μέχρι τα έξι. Δεν υπάρχει λόγος, ούτε χώρος για την παιδική ηλικία. Για αγκαλιές, χάδια, ξεγνοιασιά. Προέχει το πρόγραμμα, η εντατικοποίηση. Να προλάβεις.
Τα τέσσερα χρόνια είναι μια καλή ηλικία για να αναλάβεις ευθύνες. Να μπεις στη γραμμή. Και τα δεκατέσσερα μια ακόμα καλύτερη ηλικία για να τερματίσεις. Θα τα έχεις κάνει όλα σε μια δεκαετία. Θα έχεις υπερπροσπαθήσει να πάρεις βαθμούς, πτυχία, αναγνώριση, θα έχεις αντιμετωπίσει τα νεύρα και την αδιαφορία των δικών σου, γιατί και κείνοι μην ξεχνάς πως είναι φορτωμένοι με χίλια δυο, για σένα το κάνουν. Τα θηριώδες τζιπ στο πάρκινγκ, τα μπλουζάκια με τις αναγνωρίσιμες στάμπες, το πιο καινούργιο mp3, το blue ray dvd, για ποιον είναι όλα αυτά; Για μας τα κάνουμε μόνο ή για να νοιώσεις και συ καλύτερα;
«Ζείτε ψεύτικες ζωές, έχετε σκύψει το κεφάλι, έχετε κατεβάσει τα παντελόνια και περιμένετε, τη μέρα που θα πεθάνετε. Δε φαντάζεστε, δεν ερωτεύεστε, δεν δημιουργείτε! Μόνο πουλάτε κι αγοράζετε», απαντάνε στα blogs. Σκληρά που είναι τα παιδιά ώρες ώρες! Και αρχίζεις πάλι το γνωστό αμήχανο τροπάρι. Πριν είκοσι χρόνια δεν ήταν έτσι τα πράγματα… Θυμάμαι στα δεκαοκτώ… Όταν αρχίζεις και θυμάσαι σημαίνει πως γερνάς. Και αδυνατείς πια να καταλάβεις. Πως ακόμα και το καλό που εσύ φαντάζεσαι πως κάνεις, στα δικά τους μάτια μοιάζει κακό.
Κοιτάζω στο ίντερνετ τις απειλές για την επιβολή κατάστασης εκτάκτου ανάγκης στη χώρα. Την πιο αμήχανη κυβέρνηση των τελευταίων πενήντα χρόνων να διαχειρίζεται τη μία κρίση πιο τραγικά από την επόμενη. Αν δεν μαζευτούν τα παιδιά, θα τα μαζέψουμε εμείς, λένε. Διότι δεν συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις. Ζούμε μια τραγική στιγμή της νεώτερης ελληνικής Ιστορίας. Το πιο τραγικό δεν είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα, το εφήμερο. Το πιο τραγικό είναι αυτό που κάνουμε σε όλους εκείνους και εκείνες που θα βρεθούν στη θέση μας σε δέκα, είκοσι χρόνια.
Που θα έχουν βιώσει την απόλυτη ισοπέδωση, που θα έχουν διαγράψει από τα ελληνικά λεξικά τη λέξη όνειρα. Τη λέξη ελπίδα. Να ονειρευτείς τι και να ελπίσεις τι σε ένα τόπο που σε λίγο δεν θα φυτρώνει ούτε χορτάρι. Στις ειδήσεις είδα ένα κορίτσι να κλαίει. Δεν θέλουμε να ζούμε έτσι πια, έλεγε. Ούτε εμείς καρδιά μου. Αλλά ντρεπόμαστε να το πούμε.
*Το editorial του τεύχους 147, Δεκέμβριος 2008