Πάσχα στο Άγιο Όρος: «Μία εμπειρία που βιώνεται τελείως διαφορετικά»
Η Parallaxi φιλοξενεί εμπειρίες επισκεπτών που έζησαν τη σημαντική γιορτή της Ορθοδοξίας σε κάποιο μοναστήρι
Πάσχα στο Άγιο Όρος. Αναμφίβολα μια ιδιαίτερη εμπειρία κατάνυξης για όσους την έχουν ζήσει, μιας και η μεγάλη γιορτή της Ορθοδοξίας είναι διαφορετική όταν βρίσκεσαι σε μοναστήρι στη χερσόνησο του Άθω.
Η ατμόσφαιρα, η κατάνυξη, η συμπεριφορά των μοναχών, η εσωτερικότητα. Όλα είναι διαφορετικά.
Άνθρωποι που έχουν βιώσει τη συγκεκριμένη εμπειρία του να βρίσκεσαι τις ημέρες του Πάσχα σε κάποιο μοναστήρι του Αγίου Όρους, τη μοιράζονται μέσω της Parallaxi και όσα λένε έχουν ενδιαφέρον.
Νικόλαος Φ. Δημητριάδης
Δεν περιγράφεται η αγάπη…
Πώς να περιγράψεις τη Μεγάλη Εβδομάδα στο Άγιο Όρος; Ευκολάκι. Δεν μπορείς να την περιγράψεις! Δεν περιγράφεται η αγάπη… Μόνο βιώνεται.
Δεν είναι μετρήσιμο μέγεθος. Δεν ζυγίζεται. Όλους τους συγγραφείς, ποιητές, καλλιτέχνες μαζί να τους βάλεις, απλά «ψηλαφούν επιδερμικά» αυτό που διαδραματίζεται κάθε φορά κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας. Η απόλυτη έκφραση της αγάπης. Πρόκειται για την ίδια ιστορία, της οποίας γνωρίζεις την πλοκή και την κατάληξη κι όμως είναι κάθε φορά διαφορετικά. Γιατί εσύ είσαι διαφορετικός. Γιατί ανακαλύπτεις κάθε φορά κάτι καινούριο.
Το Πάσχα στο Άγιο Όρος είναι μια συνεχής εναλλαγή συναισθημάτων. Από το απόλυτο πένθος, με τη σταύρωση του Χριστού, στην απόλυτη χαρά, την Ανάσταση, η οποία θεωρείται και προσωπική ανάσταση του καθενός. Και όλα αυτά είναι φυσιολογικό να αποτελούν για πολλούς απλά θεωρίες ή και θεολογικά αξιώματα.
Την εμπειρία όμως δεν μπορεί να την αμφισβητήσει κανείς, γιατί είναι προσωπική και τη βιώνεις. Αυτό είναι που με συγκινεί στο Άγιο Όρος κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας. Η εμπειρία. Ο τρόπος που βιώνει κανείς, όλα αυτά που διαδραματίζονται. Ο μοναχός και ο απλός προσκυνητής.
Το φως των κεριών, τα εκατοντάδες χρόνια αδιάλειπτης προσευχής, την απόλυτη ησυχία. Προχθές, λίγο πριν ξεκινήσει η λειτουργία, κοιτούσα το πάτωμα του ναού και μου λέει ψιθυριστά ένας μοναχός: «1020 χρόνια συνεχούς προσευχής! Ούτε μια μέρα δεν σταμάτησε εδώ η προσευχή». Προσευχή για όλο τον κόσμο.
Και μαζί με την προσευχή, βλέπεις και πολλά δάκρυα. Δάκρυα λύπης, μετάνοιας, ταπείνωσης, και στο τέλος λύτρωσης και χαράς. Μου λέει ένας φίλος μου, ξένος: Τη Μεγάλη Πέμπτη έκλαψα μια φορά μόνο. Από το πρώτο ως το τελευταίο Ευαγγέλιο! Στο «τετέλεσται» βέβαια, ξεσπάς.
Τη Μεγάλη Παρασκευή, πενθείς με τους γύρω σου. Ολοι μαζί, ένα. Ακολουθείς την πομπή σιωπηλά, με το κεφάλι κατεβασμένο και με ένα κεράκι στο χέρι. Το μόνο που διακόπτει το δράμα που βιώνεις, είναι ένα αεράκι που ίσως να σβήσει το κερί σου και για μια στιγμή σηκώνεις το κεφάλι να δεις κάποια φλόγα δίπλα σου και να το ξανανάψεις.
Και είναι όλα πένθιμα την Μεγάλη Παρασκευή και όλα χαρμόσυνα το δευτερόλεπτο της Ανάστασης. Όταν σβήνουν τα κεριά πριν το ΔΕΥΤΕ ΛΑΒΕΤΕ ΦΩΣ, βάζω τα χέρια μου μπροστά στο πρόσωπο μου και προσπαθώ να τα δω. Τίποτα! Πλήρης συσκότιση. Και έχεις μια όμορφη αγωνία, γιατί ξέρεις ότι «Ὁ ἄγγελος θὰ κυλίσῃ τὴν πέτρα τοῦ τάφου, καὶ ἡ ἀρχαιότερη φράση τῆς νίκης θὰ ἀκουστῇ: «Χριστὸς Ἀνέστη!»»
Και σε μια στιγμή τα δάκρυα της θλίψης μετατρέπονται σε δάκρυα χαράς και μετά σηκώνεις το κεφάλι σου και βλέπεις ότι όλοι, όλα χαμογελούν! ΠΑΤΗΣΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ! Το θεωρείς και προσωπική σου νίκη.
Ένας Θεός που ταπεινώνεται και πεθαίνει…για όλους τους ανθρώπους, που ο ίδιος δημιούργησε! Είναι παράλογο, είναι συγκλονιστικό, είναι ασύλληπτο! Η Ανάσταση είναι λιμάνι του Θεού.
Ας οδηγηθούμε με χαρά στο λιμάνι της Ανάστασής Του κι ας ευχαριστήσουμε τον Θεό για όλα όσα μας προσφέρει. Κι αυτό το λιμάνι έχει κατασκευαστεί για να χωράει όλους τους ανθρώπους».
*Ένα γράμμα στο φίλο μου τον Αλέξη
O Δρ Νικόλαος Φ. Δημητριάδης είναι καθηγητής Θρησκειολογίας στο Τμήμα Ανθρωπιστικών Σπουδών του Αμερικανικού Κολλεγίου και πρόεδρος του Cemes.
Ηλίας Κούτλας
«Η εμπειρία μου είναι από το μακρινό 1993. Το Πάσχα είναι πάντα μυσταγωγική γιορτή, υπάρχει ένα συναίσθημα χαρμολύπης. Μπαίνοντας από την αρχή στο Άγιο Όρος, από το καραβάκι και το μοναστήρι, είχα άλλη διάθεση. Στην πόλη είμαστε γκρινιάρηδες, εκεί υπάρχει ο κόσμος της χαράς και της Ανάστασης. Όλοι περιμένουν το Μεγάλο Σάββατο.
Το βλέπεις στα πρόσωπα των μοναχών που εκείνες τις μέρες, όλοι μαζί έχουν όμορφο και καθαρό το μοναστήρι για τη μέρα της Ανάστασης. Όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα υπάρχει κατάνυξη, στις ακολουθίες, πολλοί οι προσκυνητές, με διαφορετικές αφετηρίες ο καθένας.
Υπάρχουν δουλειές που πρέπει να γίνουν και για τις οποίες βοηθούν οι επισκέπτες. Οι δουλειές αυτές λέγονται παγκινιές.
Μιλάμε για σκούπισμα αυλής, τακτοποίηση, καθάρισμα χώρου, βοήθεια στην κουζίνα. Μετά την Ανάσταση υπάρχει ένα γεύμα που θέλει χέρια. Οπότε πρέπει να τακτοποιήσουμε τα προϊόντα που που έρχονται στο μοναστήρι για εκείνες τις μέρες. Μιλάμε για μέρες αλάδωτες, δεν τρώμε ούτε λάδι. Η Παναγία ευλογεί το φαγητό που τρως και αντέχεις.
Θυμάμαι ότι τακτοποιούσα κουλουράκια που μοσχοβολούσαν, μύριζαν απίστευτα αλλά δεν έφαγα, έπρεπε να περιμένω από εγκράτεια, για την ευλογία που θα πάρεις μετά.
Το πιο απίθανο είναι ότι το Μεγάλο Σάββατο το πρωί ξεκίνησε με την Αναστάσιμη, πρώτη Θεία Λειτουργία, η οποία τη στιγμή που βγήκε ο ιερέας, πατήρ Βησσαρίων με το καλάθι με τις δάφνες και άρχισε να ραίνει ψέλνοντας το Ανάστα ο Θεός, η χαρά περιέλουζε τα πρόσωπα όλων των ανθρώπων, μοναχών και επισκεπτών.
Πέραν της Λειτουργίας Πρώτης Ανάστασης, συνεχίζεται η μυσταγωγία του Μεγάλου Σαββάτου.
Η αγρυπνία της Αναστάσεως ξεκινά στις 20.30 το απόγευμα, όλοι είχαμε ένα κερί ή μια λαμπάδα περιμένοντας να βγει το Άγιο Φως. Μέσα ο ναός σκοτεινός. Βγαίνοντας ο ιερέας με το Άγιο Φως στην ωραία πύλη και λέγοντας Δεύτε λάβετε φως, ως δια ευλογίας όλα τα κεριά ανάβουν με φως χριστού και φωταγωγείται όλος ο ναός. Μετά βγαίνουν όλοι στην αυλή, στις 23.30 και εκεί γίνεται η Αναστάσιμη Ακολουθία, διαβάζει το Ευαγγέλιο και είναι παρατεταγμένοι όλοι, οι ηγούμενοι οι ιερείς, οι διάκοι και οι καλόγεροι με τη λαμπρότητα που απαιτεί η μέρα.
Με το που λέει το Χριστός Ανέστη, ξεκινούν από τις καμπάνες και τα τάλαντα να ηχούν χαρμόσυνες μελωδίες. Όλοι λένε το Χριστός Ανέστη. Μπαίνοντας στην εκκλησία υπήρχαν σημεία μέσα στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία που φώναζαν όλοι Χριστός Ανέστη, με μεγαλοπρέπεια.
Να πω ότι μέσα στη Θεία Λειτουργία έρχονταν μυρωδιές από την κουζίνα, αλλά ήμασταν στο αποκορύφωμα. Η Θεία Λειτουργία τελείωσε στις 8.30 το πρωί και μετά πήγαμε στην πασχαλινή τράπεζα, που είχε πλούσια αγιορείτικα εδέσματα, όπως μαγειρίτσα με σουπιές, ροφό, σαλάτα, αυγά, γιαούρτι.
Κυριακή υπάρχει ανοιχτή η τράπεζα, όποιος θέλει πηγαίνει και τρώει, άλλοι ξεκουράζονται και κάνουν βόλτες.
Όταν έφευγα από το Όρος, όλα όσα έζησα τα κράτησα μέσα στην ψυχή μου και κάθε φορά που έρχεται Πάσχα νομίζω ότι θα πάω ξανά εκεί».
Δημήτρης Ακριτίδης
«Ήμουν 17 ετών, στη Β’ Λυκείου όταν πήγα με τον πατέρα μου στο Άγιο Όρος και συγκεκριμένα στο μοναστήρι της Σιμωνόπετρας. Πήγαμε από Μεγάλη Πέμπτη, εκείνος έφυγε την επόμενη μέρα κι εγώ έμεινα εκεί, Μεγάλη Παρασκευή, Μεγάλο Σάββατο και Κυριακή του Πάσχα. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ κατανυκτική, ήταν ένα τελείως διαφορετικό Πάσχα. Οι λειτουργίες είναι μαραθώνιες, η Αναστάσιμη κράτησε 12ωρο, είχαμε ξεκινήσει 7 -8 το απόγευμα και τελείωσε στις 6 το πρωί. Όλοι οι μοναχοί ήταν όρθιοι, δεν έκατσαν λεπτό.
Την Μεγάλη Παρασκευή μου έκανε εντύπωση ο Επιτάφιος. Έχουν μόνο το πανί, το υφαντό, δεν έχουν όλη την κατασκευή με τα λουλούδια, είναι πολύ λιτά, συμβολίζοντας τη λιτότητα του Χριστού. Η περιφορά έγινε με καμπανοκρουσίες, με τα κεριά στα χέρια χωρίς να ακούγεται κιχ. Απόλυτη ησυχία, τελείως διαφορετικά από τον Επιτάφιο στην πόλη όπου συνήθως ακούγεται οχλαγωγία.
Δεν υπήρχε κήρυγμα από τους ιερείς και μάλιστα τα ευαγγέλια το έλεγαν σε πολλές γλώσσες.
Μετά τη Θεία Λειτουργία, όλοι οι μοναχοί κοινώνησαν και στη συνέχεια και οι επισκέπτες. Ο ιεράς ρωτούσε το όνομα του καθένα και έλεγε αναφέροντας το όνομά του: ‘Σώμα και Αίμα Χριστού’.
Να πω ότι στη Σιμωνόπετρα ειδικά, στις Λειτουργίες υπήρχε πολύ ωραία χορωδία με βροντερές φωνές από τους μοναχούς, τα κεριά και οι πολυέλαιοι ανάβουν και σβήνουν ανάλογα με το τι ψέλνουν. Μειώνουν το φωτισμό όταν χρειάζεται. Στο τελείωμα όλων αυτών και αφού τελείωσε η Λειτουργία της Ανάστασης έχουν την τράπεζα.
Εκεί μεγάλοι πάγκοι εννοούν τη τραπεζαρία, κάθονται 40 ή 50 άτομα ένας μοναχός διαβάζει κάποια αναγνώσματα για να δείξουν ότι ακόμη και όταν τρώμε, το μυαλό μας είναι στην προσευχή, μετά από νηστεία και τεράστια ακολουθία, κλείνει με την τράπεζα. Είχα γεύμα με ψάρι. 6 το πρωί να τρως γεύμα με ψάρι και σαλάτα μου είχε κάνει εντύπωση.
Η Σιμωνόπετρα είναι ένα ιδιαίτερο μοναστήρι χτισμένο στο βράχο, με 60 μοναχούς. Είναι ένα κοινόβιο μοναστήρι και φημίζεται για την πειθαρχία του.
Το Πάσχα εκεί δεν έχει καμία σχέση με αυτό της πόλης και το νοσταλγώ. Με τις υποχρεώσεις είναι δύσκολο να ξαναπάω, αλλά θα το προσπαθήσω».