Σούπερμαρκετ: Φουσκώνει ο τζίρος τους χωρίς να υπάρχει κατανάλωση λόγω πληθωρισμού
Ως και 1.110 ευρώ το μήνα για τα βασικά
Εφιάλτη για τις όλες τις οικονομίες ανά τον κόσμο προκαλεί ο πληθωρισμός που φουσκώνει τους τζίρους αλλά όχι και την κατανάλωση. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία μετρήσεων της εταιρείας ανάλυσης αγοράς Nielsen IQ για το σύνολο του 2023 είναι ενδεικτικά της κατάστασης που επικρατεί στην ελληνική αγορά με τις πωλήσεις των σούπερ μάρκετ να σπάνε το φράγμα των 13,05 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 8,9% έναντι του 2022.
Το γεγονός αυτό φανερώνει πως τα νοικοκυριά χρειάστηκε να βάλουν βαθύτερα το χέρι στην τσέπη δαπανώντας 1,05 δισ. ευρώ παραπάνω σε σχέση με το 2022.
Ο τζίρος σε τρόφιμα και ποτά αυξήθηκε ενώ η ζήτηση παρέμεινε αμετάβλητη σε σχέση με το 2022
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Nielsen IQ η συνολική αξία πωλήσεων αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 8,9%, ενώ ο τζίρος των προϊόντων ταχείας κατανάλωσης (FMCGs) αυξήθηκε κατά 9,1%. Αντίστοιχα οι τιμές τους αυξήθηκαν κατά 8,7% ενώ η ζήτηση σημείωσε οριακή άνοδο, μόλις 0,4%.
Ο τζίρος σε τρόφιμα και ποτά αυξήθηκε 9%, όσο και ο ρυθμός των ανατιμήσεων ανά τεμάχιο, ενώ η ζήτηση παρέμεινε αμετάβλητη σε σχέση με το 2022. Διαφοροποιήσεις παρατηρούνται στον τζίρο (9%) των ειδών προσωπικής υγιεινής και ομορφιάς, όπου οι ανατιμήσεις ήταν πιο συγκρατημένες (3,7%) και η ζήτηση αυξήθηκε κατά 5,3%.
«Οι Έλληνες καταναλωτές είναι αναμφίβολα πιεσμένοι, αναζητούν όμως και βρίσκουν λύσεις»
Όπως επισημαίνει ο Βάιος Δημοράγκας, διευθύνων σύμβουλος της NielsenIQ, «στις αρχές του 2023, δεδομένου του επίμονου πληθωρισμού στα ταχυκίνητα καταναλωτικά προϊόντα, ήταν αρκετές οι ανησυχίες για σημαντική πτώση της κατανάλωσης. Στην πράξη οι συνολικοί όγκοι δεν επηρεάστηκαν σημαντικά και μάλιστα με το κλείσιμο της χρονιάς σημείωσαν και οριακή άνοδο, προφανώς όμως με διαφορετική συμπεριφορά ανά κατηγορία και, κατά περίπτωση, με διαφοροποιημένο προϊοντικό μίγμα. Οι Έλληνες καταναλωτές είναι αναμφίβολα πιεσμένοι, αναζητούν όμως και βρίσκουν λύσεις έτσι ώστε να μη στερούνται τα βασικά, κάτι που συνιστά ένα ενθαρρυντικό μήνυμα για τις αντοχές της αγοράς».
Οι περιοχές με θετικές τάσεις ανάπτυξης
Αναλύοντας στη συνέχεια την αγορά στις διαφορετικές τυπολογίες καταστημάτων, καθώς στις διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, όπως τις ορίζει η NielsenIQ, προκύπτουν ορισμένα επίσης αξιοσημείωτα ευρήματα:
- Όσον αφορά στους διαφορετικούς τύπους καταστημάτων, την μεγαλύτερη ανάπτυξη παρουσιάζουν οι μεγαλύτερες αίθουσες (άνω των 2500 τ.μ.), στο +11,5%, γεγονός που ενδεχομένως να οφείλεται, μεταξύ άλλων, στο ότι οι αγοραστές επιλέγουν τα μεγαλύτερα καταστήματα, στα οποία πέρα από μεγαλύτερη ποικιλία μπορούν να βρουν περισσότερες διαθέσιμες προσφορές, καθώς και πιο ανταγωνιστικές τιμές.
- Σε επίπεδο γεωγραφικών περιοχών οι περιοχές της Κρήτης, αλλά και της Πελοποννήσου εξακολουθούν να εμφανίζουν τις πιο θετικές τάσεις ανάπτυξης (+15,4% και +6,8% αντίστοιχα), όμως την ίδια στιγμή αυτή η αύξηση του τζίρου φαίνεται να συνδέεται με εντονότερες πληθωριστικές πιέσεις σε αυτές τις περιοχές, σε σχέση με το σύνολο της χώρας.
Άνοδος για τα χαρτικά, πτώση στις κατηγορίες που συνδέονταν με την πανδημία
Επικεντρώνοντας στην πορεία συγκεκριμένων προϊόντικών κατηγοριών, τα χαρτικά παρουσιάζουν ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης (ενδεικτικά: χαρτί υγείας: +48,6%, χαρτί κουζίνας +37,0%), κυρίως λόγω της πολύ μεγάλης αύξησης της μέσης τιμής τους.
Στον αντίποδα, συνεχίζουν την πτωτική τους πορεία κατηγορίες που συνδέονταν με την πανδημία, όπως τα αντισηπτικά των χεριών (-58,2%), καθώς και τα ελαστικά γάντια (-30,1%), ενώ επίσης η κατηγορία των σπορέλαιων, παρουσιάζει σημαντική μείωση στις συνολικές πωλήσεις της (-16,9%), καθώς συγκρίνεται με την υψηλή βάση του 2022, λόγω του ξεσπάσματος του πολέμου στην Ουκρανία και των ελλείψεων που είχαν παρατηρηθεί στην αγορά.
Ως και 1.110 ευρώ το μήνα για τα βασικά
Σύμφωνα με έρευνα του MEGA, μία τετραμελής οικογένεια για τα βασικά ψώνια του σούπερ μάρκετ και του κρεοπωλείου το μήνα χρειάζεται από 700 έως 1.110 ευρώ.
Μόνο για φαγητό, για το κρέας χρειάζεται να ξοδέψει από 150 έως 300 ευρώ, για γαλακτοκομικά και αλλαντικά από 100 έως 200 ευρώ, για φρούτα και λαχανικά από 100 έως 200 ευρώ , για ζυμαρικά, ρύζι και ψωμί από 50 έως 100 ευρώ, και για σνακς, χυμούς και αναψυκτικά από 70 έως 180 ευρώ.