«Τίνος είσαι εσύ;»: Είναι κατάλοιπο της πατριαρχίας η αλλαγή του επιθέτου της γυναίκας μετά το γάμο;

Κοινωνιολόγος αναλύει στην Parallaxi την αλλαγή του νόμου, την κοινωνική εφαρμογή του και τι συμβαίνει με τα διπλά επίθετα σήμερα σε γυναίκες και παιδιά

Χρυσάνθη Αρχοντίδου
τίνος-είσαι-εσύ-είναι-κατάλοιπο-της-1233776
Χρυσάνθη Αρχοντίδου

Παλαιότερα στην Ελλάδα, όπως και σε όλο τον κόσμο, η εξάρτηση της γυναίκας από τον άνδρα φαινόταν σε όλες τις φάσεις της ζωής της και με διάφορους τρόπους, είτε αυτός ήταν ο πατέρας, είτε ο σύζυγός της.

Ενα κλασικό και αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ήταν το θέμα του ονόματος.

Το «τίνος είσαι εσύ;» ήταν μία φράση που άκουγαν κοπέλες και γυναίκες καθημερινά και η απάντηση δεν ήταν ποτέ το όνομα της μητέρας τους, αλλά το επώνυμο του συζύγου ή του πατέρα τους, μιας και ήταν «η Κυρία του Κυρίου».

Σε πολλά χωριά, ακόμη και σήμερα, εξακολουθούμε να ακούμε γυναικεία ονόματα, τα οποία είχαν πάρει από τους συζύγους τους, όπως η «Μήτσαινα» και η «Γιώργαινα».

Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά, η κοινωνία έχει προχωρήσει, με άλματα προς τα μπροστά και η γυναίκα δεν χρειάζεται σε καμία περίπτωση, κανέναν άνδρα για να προσδιοριστεί κοινωνικά ή να καθοριστεί με οποιονδήποτε τρόπο. Ωστόσο, μία παράδοση κρατά ακόμα τις ρίζες της: Η αλλαγή του επωνύμου της γυναίκας μετά το γάμο.

Ας δούμε την ιστορία.

Το 1983 κατοχυρώθηκε συνταγματικά – στο άρθρο 1388 ΑΚ – ότι με το γάμο, δεν μεταβάλλεται το επώνυμο των συζύγων ως προς τις έννομες σχέσεις αυτών. Στους γάμους που είχαν τελεσθεί προηγουμένως, σύμφωνα με το παλαιό άρθρο 1388 ΑΚ, η έγγαμη γυναίκα είχε ως επώνυμο της [υποχρεωτικά και αποκλειστικά] το επώνυμο του άνδρα της. Μετά την ισχύ του νέου δικαίου, δόθηκε στις γυναίκες των παλαιών γάμων, προαιρετικώς, η δυνατότητα να ανακτήσουν το πατρικό τους επώνυμο (άρθρο 54 § 2 του ν. 1329/1983).

Παρά το γεγονός ότι ο νόμος ξεκίνησε απευθείας την εφαρμογή του, η κοινωνική του αποδοχή έγινε σταδιακά, μέχρι να φτάσουμε στο σημείο, η πλειονότητα των γυναικών να διατηρεί το πατρώνυμο μετά το γάμο, θολώνοντας αυτή την παράδοση στο πέρασμα του χρόνου και μαζί με αυτήν και τα πατριαρχικά υπολείμματά της.

Όμως, ακόμα και μέχρι και σήμερα, υπάρχουν γυναίκες, οι οποίες, μετά το γάμο επιλέγουν να αλλάξουν το επίθετο τους, σε αυτό του συζύγου τους. Μάλιστα, σύμφωνα με άρθρο των New York Times, ένα μεγάλο ποσοστό των γυναικών σε Αμερική και Αγγλία, εξακολουθεί να παίρνει το όνομα του συζύγου. Το 90% των ρεπουμπλικανών γυναικών ακολουθεί αυτή την παράδοση, με τις γυναίκες που ψηφίζουν το Δημοκρατικό Κόμμα να ακολουθούν σε μικρότερο αλλά σημαντικότατο ποσοστό (60%). Όπως δείχνει η έρευνα, το ποσοστό των Αμερικανίδων ηλικίας μεταξύ 18 και 34 ετών που κρατά το επίθετό του μετά τον γάμο είναι χαμηλό (μόλις το 14%).

Αντίστοιχα είναι τα ποσοστά και στην Αγγλία, με το 60% των γυναικών να αλλάζει το επώνυμο μετά το γάμο και μόλις το 14% να προσθέτει το επίθετο του συζύγου, δίπλα στο δικό του.

Η Ελευθερία Δέλτσου, επίκουρη καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, εξηγεί στην Parallaxi αρχικά την αλλαγή που έφερε ο νόμος του 1983 αλλά και την κοινωνική εφαρμογή του: 

«Μέχρι την αλλαγή του νόμου το 1983, οι άνδρες και οι γυναίκες δεν είχαν ίσα δικαιώματα, ενώ από εκείνη τη στιγμή, μεταξύ άλλων, νομοθετήθηκε ότι μπορεί η γυναίκα μπορεί να διατηρεί το πατρώνυμο της μετά το γάμο. Από τη στιγμή που γίνεται αυτή η αλλαγή στον Αστικό Κώδικα, η γυναίκα διατηρεί υποχρεωτικά το επίθετό της. Ο νόμος αυτός άρχισε να εφαρμόζεται από την πρώτη στιγμή, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι άρχισε απευθείας να εφαρμόζεται και κοινωνικά.

Η κοινωνική εφαρμογή του δεν είναι καταγεγραμμένη. Όμως, αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι η κοινωνική ταυτότητα της γυναίκας δηλωνόταν και με τα δύο επίθετα, για να δηλώσει το στάτους της και όχι την αυθυπαρξία της, κάτι που συχνότερα θα βλέπαμε ίσως την μεταβατική περίοδο του 1980 και 1990, καθώς τότε είχε ακόμα ιδιαίτερη βαρύτητα το να δηλώνεται ότι η γυναίκα είναι παντρεμένη, μέσα από το επίθετό της. Αυτό με τα χρόνια άρχισε να υποχωρεί σταδιακά – όχι γιατί αλλάζει η σημασία του αν μία γυναίκα είναι παντρεμένη ή όχι – αλλά γιατί αποδεσμεύεται από το να φαίνεται η έγγαμη κατάσταση μέσα από το επίθετό της».

«Πρακτικά, η διαδικασία για να αλλάξει μία γυναίκα το επίθετό της σε αυτό του συζύγου της, είναι η ίδια που ακολουθείται σε όλες τις περιπτώσεις», διευκρίνιζει η κ. Δέλτσου. Σε αυτή τη διαδικασία, ο άνθρωπος που θέλει να αλλάξει το επίθετό του, αποδεικνύει τους λόγους για τους οποίους επιθυμεί να το κάνει και αφού γίνουν όλα τα απαραίτητα βήματα που ορίζει ο νόμος, τότε μπορεί να πραγματοποιηθεί η αλλαγή.

Σίγουρα, το «ιδανικό» της ενωμένης και αγαπημένης οικογένειας, αλλά και τα κατάλοιπα μίας πατριαρχικής κοινωνίας που διατηρεί μία τέτοια – κάπως αναχρονιστική – παράδοση, είναι λόγοι αρκετά ισχυροί, έτσι ώστε μία γυναίκα να θελήσει να αλλάξει το επώνυμο της, σε αυτό το συζύγου της, μετά το γάμο.

Ωστόσο, υπάρχει και το ερώτημα, γιατί πολλές γυναίκες σήμερα, υιοθετούν και το επίθετο του συζύγου τους, παράλληλα με το δικό τους, έχοντας με αυτόν τον τρόπο, δύο επίθετα.

«Από νομικής πλευράς, δεν υπήρχαν ποτέ δύο επίθετα. Αρχικά, υπήρχε η αλλαγή του επιθέτου της γυναίκας, όταν έπαιρνε του συζύγου της και στη συνέχεια, η γυναίκα διατηρούσε του πατρός της, αν δεν ήθελε να πάρει του συζύγου της. Στην ουσία, οι γυναίκες που ήθελαν να δηλώσουν ότι είναι ανεξάρτητες και αυτόνομες, αλλά ταυτόχρονα ήθελαν να δείξουν ότι είναι παντρεμένες, υιοθετούσαν τα δύο επίθετα και πρόσθεταν το επίθετο του άνδρα τους. Ήταν και είναι, μέχρι και σήμερα, κάτι που βλέπουμε να συμβαίνει κυρίως σε γυναίκες που είναι επαγγελματίες. Υπάρχουν και μερικές περιπτώσεις, όπου η γυναίκα μπορεί να υιοθετήσει κοινωνικά – και όχι νομικά – το επίθετο του συζύγου της. Μερικές φορές αυτό γίνεται για να δηλωθεί το κοινωνικό κύρος του άνδρα – αλλά αυτό δεν μπορούμε να το γενικεύσουμε, χρειάζεται να το συγκεκριμενοποιήσουμε, ανάλογα με την περίπτωση», αναλύει η κ. Δέλτσου.

Πηγή: pexels

Αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στα επίθετα των παιδιών, η κ. Δέλτσου σημειώνει ότι «είναι υποχρέωση του ζευγαριού, όταν παντρεύεται και αποκτά παιδιά, να αποφασίσει ποιο επίθετο θα πάρουν»: 

«Οι επιλογές που έχει το ζευγάρι είναι τρεις: Το επίθετο του πατέρα, της μητέρας ή και τα δύο επίθετα. Το επίθετο της μητέρας βλέπουμε να επικρατεί σε μηδαμινές περιπτώσεις, το επίθετο του πατέρα εξακολουθεί να έχει τη συντριπτική πλειοψηφία και πλέον έχουμε μία αρκετά μεγάλη συχνότητα – αλλά σε καμία περίπτωση συγκρίσιμη με το επίθετο του πατέρα – όπου τα παιδιά αποκτούν και τα δύο επίθετα των γονιών τους. Κάτι τέτοιο δηλώνει ότι μέχρι και σήμερα, υπάρχει ανδροκρατούμενη κοινωνία και μία πατριαρχική συνέχιση στο σύστημα της συγγένειας». 

Η ίδια τονίζει ότι αν ένα παιδί, μετά τον χωρισμό των γονιών του, θελήσει να αλλάξει το επίθετό του, από αυτό του πατέρα, σε αυτό της μητέρας, χρειάζεται να έχει συμπληρώσει τα 18 έτη. «Αυτό συμβαίνει γιατί έχει ήδη υπάρξει η απόφαση μεταξύ των γονέων για το επίθετο που θα δοθεί στα παιδιά τους, με ένα νόμιμο σύμφωνο, που αποτελεί μία νομική δέσμευση, η οποία δεν μπορεί να αλλάξει. Και στην περίπτωση χωρισμένων γονιών, εμβαθύνονται εσωτερικά θέματα μέσα στην οικογένεια, οι σχέσεις μεταξύ γονέων και παιδιών και μετά από ένα διαζύγιο, γιατί τα παιδιά επιλέγουν να αλλάξουν το επίθετό τους».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα