Κίνα: Ένας νέος ιός εντοπίσθηκε στη χώρα, δεκάδες τα κρούσματα
Ο ιός Langya henipavirus (LayV) προκαλεί στον άνθρωπο συμπτώματα όπως πυρετό, κόπωση, βήχα, ναυτίες και πονοκεφάλους.
Δεκάδες άνθρωποι στην Κίνα έχουν προσβληθεί από ένα νέο ιό ζωικής προέλευσης, που ονομάσθηκε Λάνγκια, ανακοίνωσαν επιστήμονες, οι οποίοι στο στάδιο αυτό αποκλείουν το ενδεχόμενο να μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Ο ιός Langya henipavirus (LayV) προκαλεί στον άνθρωπο συμπτώματα όπως πυρετό, κόπωση, βήχα, ναυτίες και πονοκεφάλους.
Οι επιστήμονες υποθέτουν πως η μυγαλή, ένα μικρό θηλαστικό με σουβλερό ρύγχος, μπορεί να είναι το ζώο που επέτρεψε τη μετάδοσή του στον άνθρωπο.
Οι μολύνσεις διαπιστώθηκαν στις κινεζικές επαρχίες Σαντόνγκ (ανατολικά) και Χενάν (κέντρο).
Τριάντα πέντε άνθρωποι μολύνθηκαν στην Κίνα, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε στις αρχές Αυγούστου από την αμερικανική ιατρική επιθεώρηση αναφοράς New England Journal of Medicine (NEJM).
Οι ασθενείς, αγρότες οι περισσότεροι, δεν είχαν ούτε «στενή επαφή» ούτε «εκτέθηκαν από κοινού» σε παθογόνο παράγοντα, υπογραμμίζεται στη μελέτη, στην οποία διατυπώνεται η υπόθεση για «σποραδική» μόλυνση ανθρώπων.
Ορισμένοι ανέπτυξαν ανωμαλίες στο επίπεδο των αιματικών κυττάρων. Σε άλλους υπήρξε αλλοίωση των ηπατικών και νεφρικών λειτουργιών, διευκρινίζεται στην έκθεση.
Ο Langya είχε εντοπιστεί για πρώτη φορά το 2018.
Όμως αυτή τη φορά ο ιός ταυτοποιήθηκε επισήμως, χάρη σ’ ένα σύστημα εντοπισμού των οξέων εμπύρετων καταστάσεων και προηγούμενης έκθεσης σε ζώα.
Οι επιστήμονες κρίνουν πως στο στάδιο αυτό είναι πρόωρο να αποφανθούν σχετικά με ενδεχόμενη μετάδοση του LayV μεταξύ ανθρώπων, δεδομένου του μικρού αριθμού των κρουσμάτων.
Σύμφωνα με τους ερευνητές από την Κίνα, τη Σιγκαπούρη και την Αυστραλία, που συμμετείχαν στη σύνταξη της έκθεσης, επιπλέον έρευνες είναι απαραίτητες ώστε να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι ασθένειες που συνδέονται με τον ιό.
Μέχρι τώρα δεν έχει καταγραφεί κανένα σοβαρό ή θανατηφόρο κρούσμα του Langya, υπογραμμίζει στην εφημερίδα Global Times ο ιολόγος Λίνφα Ουάνγκ της ιατρικής σχολής Duke-NUS της Σιγκαπούρης, ένας από τους συντάκτες της έκθεσης.
ΓΑ/ ΑΠΕ