Συγκρίνουμε τις τιμές των ελληνικών σούπερ μάρκετ με άλλες χώρες της Ευρώπης και… κλαίμε

Πληθωρισμός, χαμηλοί μισθοί έχουν οδηγήσει τον Έλληνα καταναλωτή να φαίνεται ο φτωχός ευρωπαϊκός συγγενής..

Βασίλης Παπουτσής
συγκρίνουμε-τις-τιμές-των-ελληνικών-σ-933227
Βασίλης Παπουτσής

Στην καθημερινή μας ζωή, το σουπερμάρκετ είναι ένας αναπόσπαστος “σύντροφος”. Εκεί αγοράζουμε τα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης, ωστόσο τον τελευταίο καιρό το κόστος αυτών των αγορών έχει γίνει “βραχνάς” για πολλούς Έλληνες.

Ενώ τα εγχώρια σουπερμάρκετ αντικατοπτρίζουν τις τιμές στην Ελλάδα, συγκρίνοντας τις με τον μέσο όρο σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, αναδύεται μια ενδιαφέρουσα εικόνα: οι τιμές στην Ελλάδα συχνά είναι υψηλότερες από αυτές σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Αυτό το φαινόμενο μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όμως ο συνδυασμός με τη χαμηλή αγοραστική δυνατότητα του Έλληνα καταναλωτή λόγω των πολύ χαμηλών μισθών, δυσκολεύει αρκετά την καθημερινότητα.

Τον Σεπτέμβριο, ο πληθωρισμός των τροφίμων στη χώρα μας για πρώτη φορά από τον Μάρτιο του 2022, υποχώρησε σε μονοψήφιο ποσοστό. Σύμφωνα με δεδομένα της Eurostat, αυτό το ποσοστό που καθορίστηκε στο 9,6%, είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, που ήταν στο 9,1% κατά τη διάρκεια του ίδιου χρονικού διαστήματος.

Αν και παρατηρήθηκε μείωση στην τιμή αύξησης ορισμένων βασικών προϊόντων, όπως το γάλα και το γιαούρτι, η αύξηση των τιμών σε αρκετά άλλα σημαντικά είδη τροφίμων παρέμεινε υψηλότερη στην εγχώρια αγορά σε σύγκριση με την Ευρωζώνη. Μάλιστα σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, αναμένεται αφενός να έχει σημειωθεί για τον μήνα Οκτώβρη, 8,5% – 9% ανατίμηση στις γενικές τιμές των προϊόντων χονδρικής.

Ποια προϊόντα – κατηγορίες αποτελούν μήλον της έριδος όσον αφορά τη σύγκριση τους με ευρωπαϊκές αγορές;

Ενδεικτικά για 1 κιλό επώνυμα κατεψυγμένα λαχανικά, στην Ελλάδα η τιμή κυμαίνεται στα 10,5 ευρώ ενώ αντίστοιχα στο ευκατάστατο από μισθούς των πολιτών Λουξεμβούργο, η τιμή κυμαίνεται στα 7,9 ευρώ. Ακόμα και το κιλό στο γιαούρτι είναι μισό ακριβότερο στην Ελλάδα σε σχέση με το Λουξεμβούργο, όπου ο μέσος όρος στην τιμή του δεύτερου στα σούπερ μάρκετ είναι στα 4 ευρώ. Η τιμή δε στη φέτα, στη Γερμανία, είναι η μισή σε σχέση με την τιμή στην Ελλάδα!

Ένα ακόμα προϊόν που χρησιμοποιούν ιδιαίτερα τα νοικοκυριά είναι τα δημητριακά, και αυτό διότι τα νεότερα μέλη τους συνήθως, τα καταναλώνουν ως μεγάλη πηγή ενέργειας. Στην Ελλάδα η τιμή του κιλού των δημητριακών, μπορεί να φτάσει από 7 έως και 10 ευρώ το κιλό, εν αντίθεση με το Βέλγιο όπου τα αντίστοιχα προϊόντα διατίθενται στα 6 ευρώ. Ακόμα και στη Βρετανία, μια χώρα, εκτός νομισματικής ένωσης αλλά και των περισσότερων ευρωπαϊκών θεσμών με πολύ μεγαλύτερους μισθούς, ένας καταναλωτής μπορεί να βρει στα καταστήματα πιο φθηνό το βούτυρο από ότι θα το αγοράσει στην Ελλάδα.

Τι ισχύει στην εγχώρια αγορά με επώνυμα και ανώνυμα προϊόντα;

Σύμφωνα με δεδομένα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, στην Ελλάδα, ένα λίτρο αγελαδινού γάλακτος με ιδιωτική ετικέτα πωλείται στην τιμή των 1,12 ευρώ και μπορεί να φτάσει μέχρι και 2,28 ευρώ εάν πρόκειται για επώνυμο προϊόν, που τοποθετείται στα ράφια των καταστημάτων. Αυτή η τιμή καθιστά την Ελλάδα τη δεύτερη ακριβότερη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά το αγελαδινό γάλα!

Όσον αφορά τα απορρυπαντικά ρούχων, τα στοιχεία “κόβουν την ανάσα”. Σύμφωνα με έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τα προϊόντα των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών είναι κατά 3 φορές ακριβότερα στη χώρα μας σε σύγκριση με τη φθηνότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το ελαιόλαδο γίνεται είδος πολυτελείας

Το “πρώτο” λάδι από τη φετινή σοδειά έχει καταγράψει αύξηση της τιμής της τάξης του 120% σε σύγκριση με το έτος 2021, φτάνοντας στα 9,25 ευρώ ανά λίτρο. Αυτό το γεγονός έχει οδηγήσει σε μια νέα “έκρηξη” τιμών και τενεκέδων παρθένου ελαιόλαδου, οι οποίοι κοστίζουν σχεδόν 100 ευρώ περισσότερο σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος! Η τιμή του τενεκέ έχει αυξηθεί από 85 ευρώ πέρυσι και 120 ευρώ τον περασμένο Απρίλιο, στο σημερινό κόστος των 170 ευρώ.

Οι Έλληνες παραγωγοί και τυποποιητές προβλέπουν μείωση της παραγωγής έως 43%, όπως αναφέρουν. Αυτό οφείλεται στην ξηρασία που έπληξε όλες τις μεσογειακές χώρες και έχει προκαλέσει έλλειψη παραγωγής – ακαρπία.

Η Ελλάδα αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη χώρα παραγωγής ελαιολάδου στον κόσμο, μετά την Ιταλία και την Ισπανία. Στο ελλαδικό έδαφος καλλιεργούνται πάνω από 132 εκατομμύρια ελαιόδεντρα, από τα οποία παράγονταν περίπου 300.000 τόνοι ελαιόλαδο ετησίως. Παρόλα αυτά, οι τιμές έχουν “σκαρφαλώσει” εξαιρετικά υψηλά για τις δυνατότητες των Ελλήνων καταναλωτών.

Δυσανάλογος μισθός σε σχέση με τις τιμές προϊόντων στην Ελλάδα – Τι συμβαίνει στην Ευρώπη

H κατάσταση δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την καθημερινότητα των Ελλήνων καταναλωτών σε σύγκριση με τους Ευρωπαίους ομόλογούς τους αν γίνει και η σύγκριση των κατώτατων μισθών (μεικτού μισθού).

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ στην Ελλάδα, ο κατώτατος μισθός κυμαίνεται λίγο πιο κάτω από τα 800 ευρώ, συγκεκριμένα στα 780, ένα ιδιαίτερα χαμηλό νούμερο όταν για παράδειγμα σε άλλες μεσογειακές χώρες όπως η Ισπανία, ο μισθός βρίσκεται στα 1260 ευρώ.  Στη Γερμανία το κατώτατο ωρομίσθιο βρίσκεται στα 12 ευρώ την ώρα, τρεις φορές μεγαλύτερο από την Ελλάδας, ενώ στη Γαλλία υπερβαίνει τα 1700 ευρώ. Τέλος σε Βρετανία και Λουξεμβούργο, ένας ενήλικος εργαζόμενος αμείβεται κατ’ ελάχιστον με πάνω από 2000 χιλιάδες ευρώ τον μήνα.

Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, είναι ιδιαίτερα δύσκολη και άνιση κατάσταση για τον Έλληνα καταναλωτή, ίσως και ζήτημα επιβίωσης και η Πολιτεία καλείται άμεσα να προβεί σε ενέργειες προτού γιγαντωθεί και άλλο το φαινόμενο της φτώχειας στην Ελλάδα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα