Η απαξίωση της δεύτερης ξένης γλώσσας στην ελληνική εκπαίδευση

Μετά τα αγγλικά το... χάος - Πολλοί μαθητές διδάσκονται μια ξένη γλώσσα που δεν επιθυμούν ή μένουν χωρίς δεύτερη ξένη γλώσσα για μια ολόκληρη σχολική χρονιά

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
η-απαξίωση-της-δεύτερης-ξένης-γλώσσας-1149461
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Γιατί το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα απαξιώνει τη δεύτερη ξένη γλώσσα; Μία ακόμη σχολική χρονιά οδεύει προς το τέλος της και από ότι φαίνεται απάντηση δε θα πάρουμε στο συγκεκριμένο ερώτημα.

Ενώ οι ξένες γλώσσες αποτελούν βασικό πυλώνα ενός σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος, στην Ελλάδα πέρα από την αγγλική γλώσσα, οι υπόλοιπες αντιμετωπίζονται σαν… δεύτερης κατηγορίας.

Ασυνέχεια της ύλης, ξεπερασμένα και ανεπαρκέστατα βιβλία, μη εξέταση του μαθήματος, σταδιακή εξαφάνιση στο Λύκειο (2 ώρες στην Α Λυκείου, 1 ώρα στη Β Λυκείου και 0 στη Γ Λυκείου) οδηγούν στην υποβάθμιση της διδασκαλίας της δεύτερης ξένης γλώσσας και στην αίσθηση ότι στο δημόσιο σχολείο «έτσι και αλλιώς τα παιδιά δεν μαθαίνουν τίποτα…».

Στην Ελλάδα οι μαθητές καλούνται στην πέμπτη δημοτικού να επιλέξουν δεύτερη ξένη γλώσσα, σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση με αριθ. πρωτ. Φ.52/63/12873/Γ1/2012 (ΦΕΚ 253/τ.Β’/13.02.2012), όπως τροποποιήθηκε με τη με αριθ. πρωτ. Φ12/657/70691/Δ1/2016 ΥΑ (ΦΕΚ 1324/τ.Β’/11.05.2016).

Ωστόσο, όπως εξηγεί ο Πανελλήνιος Σύλλογος Καθηγητών/Καθηγητριών Γερμανικής Γλώσσας Π.Ε σε επιστολή του προς τον υπουργό Παιδείας Κ. Πιερρακάκη, αλλά και τον Γ.Γ Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, κ. Ιωάννη Κατσαρό, οι προϋποθέσεις που τίθενται περιορίζουν δραστικά τη δυνατότητα σχηματισμού των τμημάτων.

Συγκεκριμένα, απαιτείται ελάχιστος αριθμός μαθητών 12 και ο αριθμός των παράλληλων τμημάτων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των υφιστάμενων τμημάτων Γενικής Παιδείας, π.χ. από 2 τμήματα Γενικής Παιδείας δημιουργούνται αποκλειστικά 2 τμήματα δεύτερης ξένης γλώσσας κλπ.

Όλα αυτά τη στιγμή δεν υπάρχουν μόνιμοι καθηγητές Γερμανικών στα Δημοτικά Σχολεία σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.

Ενώ απαιτούνται πάνω από 600 εκπαιδευτικοί Γερμανικών, στα δημοτικά σχολεία της χώρας υπηρετούν 390 μόνιμοι.

Οι προσλήψεις αναπληρωτών και ωρομισθίων – που ξεπερνούν την τελευταία πενταετία τις 300 ανά σχολικό έτος – καθυστερούν και γίνονται συνήθως σε διαδοχικές φάσεις ακόμα και στα μέσα της σχολικής χρονιάς, δεκάδες τμήματα χάνονται κάθε χρόνο καθώς μετά την 1η Οκτωβρίου κάθε έτους βάσει νόμου δίδονται οι ώρες στο υπάρχον εκπαιδευτικό προσωπικό και οι μαθητές αναγκάζονται να διδαχτούν μια γλώσσα που δεν επέλεξαν ή μένουν χωρίς Β’ Ξένη Γλώσσα για ολόκληρη χρονιά.

«Θεωρούμε πως ειδικά στην Ελλάδα, με τη Γερμανία να αναδεικνύεται σε ολοένα μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο, και όπου η σύνδεση με τις γερμανόφωνες χώρες είναι άμεση (π.χ. στον τομέα του τουρισμού οι χώρες αυτές αποτελούν τις πρώτες σε αφίξεις τουριστών στην Ελλάδα – το 2022 οι τουρίστες μόνο από Γερμανία και Αυστρία ανήλθαν σε 5 εκατομμύρια), και επιπλέον με πλήθος μαθητών μαθητριών που επιλέγουν συνειδητά την εκμάθηση της Γερμανικής Γλώσσας, γεγονός που φαίνεται και στις εξετάσεις του ΚΠΓ, όπου τα χορηγούμενα πιστοποιητικά γνώσης της Γερμανικής Γλώσσας βρίσκονται στη δεύτερη θέση (μετά τα Αγγλικά), η διδασκαλία της Β’ Ξένης Γλώσσας οφείλει να στηρίζεται και να εφαρμόζεται θεσμικά!

Ζητάμε την απόσυρση ή τροποποίηση των εγκυκλίων που δυσχεραίνουν το σχηματισμό τμημάτων Β’ Ξένης Γλώσσας στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και στο πλαίσιο αυτό τη μείωση του ελάχιστου απαιτούμενου αριθμού μαθητών ή και τη δυνατότητα σχηματισμού επιπλέον τμημάτων (σε σχέση με τα τμήματα Γενικής Παιδείας) όπου υπάρχουν διαθέσιμη αίθουσα και εκπαιδευτικός.

Επιπλέον ζητάμε τη θέσπιση οργανικών θέσεων ΠΕ 07 (κλάδου Γερμανικής) βάσει των πραγματικών αναγκών των σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Το Υπουργείο Παιδείας κινήθηκε μεν προς αυτή την κατεύθυνση ζητώντας τα κενά από τις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε όλη την Ελλάδα, δεν ανακοίνωσε όμως προς το παρόν καμία νέα οργανική θέση.

Μόνο μέσω διορισμών καθηγητών Γερμανικής ως μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό αλλά και έγκαιρες προσλήψεις αναπληρωτών για την κάλυψη όλων των κενών από την αρχή της χρονιάς, μπορεί να διασφαλιστεί η ποιότητα, συστηματικότητα, άρα και αποτελεσματικότητα της ξενόγλωσσης εκπαίδευσης στο Δημόσιο σχολείο» αναφέρει στην επιστολή του το ΔΣ της ΠΕΚΑΓΕΠΕ.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα