Πως βλέπουν το “μέλλον” τους οι επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα συμπεράσματα.
Μεγαλύτερη αισιοδοξία και υψηλότερες προσδοκίες για το επόμενο διάστημα και για μέλλον εκφράζονται φέτος, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, από τις επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης, κυρίως, από τη βιομηχανία, τις υπηρεσίες και το λιανεμπόριο, μείωση της «απαισιοδοξίας» εμφανίζεται και στον κλάδο των κατασκευών, σχετικά βελτιωμένη εμφανίζεται και η «πρόθεση απασχόλησης ανθρώπινου δυναμικού», αλλά τα νοικοκυριά εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες και περιορισμένη ρευστότητα, παρόλο, που σε επιμέρους δείκτες εμφανίζονται σημάδια βελτίωσης της κατάστασής τους. Αυτά είναι ορισμένα γενικά συμπεράσματα, που προκύπτουν από το «Βαρόμετρο» του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, το οποίο παρουσίασε σήμερα στο πλαίσιο του «MoneyShow» Θεσσαλονίκης. Σήμερα, παρουσιάστηκε η δέκατη ένατη εξαμηνιαία μέτρηση (του δεύτερου δεκαπενθήμερο του Μαρτίου 2018), ενώ ταυτόχρονα, έγινε και μία διαχρονική παρουσίαση (2009-2018) των ευρημάτων του την τελευταία δεκαετία.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα συμπεράσματα, του δεύτερου δεκαπενθημέρου του Μαρτίου 2018, οι θετικότερες προβλέψεις της βιομηχανίας εκφράζονται μέσω του «Δείκτη των Προσδοκιών της Βιομηχανίας», ο οποίος – «για πρώτη φορά από την έναρξη των μετρήσεων του Βαρομέτρου» – κινείται σε «θετικό έδαφος», προσεγγίζοντας το +4, έναντι του -6 του Σεπτεμβρίου του 2017. «Ιστορική» επίδοση, από την έναρξη των μετρήσεων του Βαρόμετρου, από το 2009, καταγράφει και ο «Δείκτης Προσδοκιών των Υπηρεσιών» που εμφανίζεται μειωμένος, φέτος, κατά δεκατρείς μονάδες (στο -1, έναντι -14 τον Σεπτέμβριο του 2017).
Την «καλύτερη διαχρονικά» επίδοση στη δεκαετία σημειώνει και ο «Δείκτης Προσδοκιών Λιανεμπορίου», ενώ «μείωση της απαισιοδοξίας» εμφανίζεται φέτος και στον κλάδο των κατασκευών. Αντίστοιχα, σε ότι αφορά τα νοικοκυριά της Θεσσαλονίκης, αναφορικά με την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης τους, ο αντίστοιχος δείκτης το τελευταίο δωδεκάμηνο βρίσκεται στο -32, που είναι και η καλύτερη επίδοση από τον Σεπτέμβριο του 2009.
«Με το Βαρόμετρο μπορούμε να δούμε πως εξελίσσονται οι προσδοκίες ανά τομέα, στη μεταποίηση, στο εμπόριο, στις κατασκευές στις υπηρεσίες και στους καταναλωτές. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία υπάρχει μια επιφυλακτικότητα των καταναλωτών και μια λιγότερη επιφυλακτικότητα από μέρους των επιχειρήσεων, όπου φαίνεται μια μικρότερη απαισιοδοξία σε σχέση με το παρελθόν και σε κάποιο βαθμό έχει γυρίσει και σε αισιοδοξία σε ότι αφορά τις προοπτικές για το επόμενο εξάμηνο» σχολίασε ο Α’ Αντιπρόεδρος του ΕΒΕΘ Μανώλης Βλαχογιάννης.
Ο κ. Βλαχογιάννης υπογράμμισε ότι οι επιχειρήσεις «φαίνεται να στηρίζουν πολλά στην ανάπτυξη του τουρισμού» και «απομένει να επιβεβαιωθεί εάν αυτή η προσδοκία στηρίζεται από την πραγματικότητα, ή όχι». Πρόσθεσε, ότι η «μεταβλητότητα» που παρατηρήθηκε σε βάθος δεκαετίας, από έρευνες του Βαρομέτρου, σε ότι αφορά τον «δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης» είναι μικρότερη στη Θεσσαλονίκη, σε σχέση με άλλες περιοχές της χώρας.
“Αισιόδοξη”, η βιομηχανία
Για πρώτη φορά από την έναρξη των μετρήσεων του Βαρόμετρου του ΕΒΕΘ (2009), ο «Δείκτης Προσδοκιών της Βιομηχανίας» πέρασε το Μάρτιο του 2018 σε θετικό πρόσημο, λόγω της έντονα θετικής προσδοκίας για το επόμενο διάστημα, παρά την «σταθερά αρνητική» αποτίμηση της τρέχουσας κατάστασης. Ο «Δείκτης των Προσδοκιών» της Βιομηχανίας τον Μάρτιο προσέγγισε το +4, έναντι -6 τον Σεπτέμβριο του 2017. Οι θετικές προβλέψεις για τη βιομηχανία στο επόμενο διάστημα συνοδεύονται και από βελτίωση των δεικτών της «πρόθεσης απασχόλησης» ανθρώπινου δυναμικού (στο +15 ο δείκτης έναντι -1 τον Σεπτέμβριο του 2017), η οποία βρίσκεται στο καλύτερο σημείο της από τον Μάρτιο του 2009 και μετά. Αντίστοιχα και η προσδοκία της βιομηχανίας «για το μέλλον» κινείται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα για το «Βαρόμετρο» φτάνοντας το +38. Ένα ακόμη ενδιαφέρον συμπέρασμα είναι, ότι οι θετικές προσδοκίες για τη βιομηχανία φαίνεται να τροφοδοτούνται από την «προσδοκία ανοδικής εξέλιξης της ζήτησης από το εσωτερικό» και λιγότερο από την ενίσχυση του τομέα των εξαγωγών.
Υψηλότερες προσδοκίες και από υπηρεσίες – λιανεμπόριο
Στο «καλύτερο σημείο» από το την έναρξη των μετρήσεων του Βαρόμετρου (2009-2018) βρίσκεται στην τελευταία μέτρηση τον Μάρτιο του 2018 και ο «Δείκτης Προσδοκιών των Υπηρεσιών». Ο σχετικός δείκτης βρίσκεται στο -1, έναντι -14 τον Σεπτέμβριο του 2017, σημειώνοντας την «καλύτερη ιστορική του επίδοση».
Η «προσδοκία για το μέλλον» και «πρόθεση απασχόλησης» ανθρώπινου δυναμικού είναι επίσης στα «ιστορικά καλύτερα επίπεδα» τους, τον Μάρτιο του 2018, στον κλάδο των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών. Η θετικότερη μέτρηση από τον Μάρτιο του 2009 και μετά, αποτυπώνεται και στον «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών του Λιανικού Εμπορίου» με -6, έναντι -13 τον Σεπτέμβριο του 2017. Όσον αφορά στον κλάδο των κατασκευών, εμφανίζεται και εκεί μια «εντυπωσιακή μείωση της απαισιοδοξίας τον Μάρτιο του 2018» , παρά την διαχρονικά «αρνητική αποτίμηση του τρέχοντος επιπέδου παραγγελιών» σε όλη τη διάρκεια των μετρήσεων από τον Μάρτιο του 2009 και μετά. Έτσι, για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 2018, οι εκτιμήσεις για την εξέλιξη της απασχόλησης στον κλάδο των κατασκευών βρίσκονται και αυτές σε «θετικό έδαφος». Θα πρέπει ωστόσο, να ληφθούν υπόψη για τη βελτίωση των δεικτών και άλλοι παράγοντες κατά την τρέχουσα συγκυρία, όπως το είδος των κατασκευών, π.χ. ανακαινίσεις, επισκευές, πρόγραμμα Εξοικονομώ κατ’ Οίκον, κ.α.
Η εικόνα των νοικοκυριών
Μικρή ενίσχυση της «καταναλωτικής εμπιστοσύνης», αλλά και συνθήκες περιορισμένης ρευστότητας, διαφαίνεται στα νοικοκυριά της Θεσσαλονίκης. Ο δείκτης της «καταναλωτικής εμπιστοσύνης» είναι στο -34 τον Μάρτιο του 2018, έναντι του -36 στην προηγούμενη μέτρηση του Σεπτεμβρίου του 2017 και κινείται σε καλύτερα επίπεδα, αλλά «απέχει» ακόμη από την «ιστορικά υψηλότερη επίδοση του -23 τον Μάρτιο του 2015». Το 52% των ερωτώμενων νοικοκυριών, φέτος, (ίδιο ποσοστό με τον Σεπτέμβριο του 2017) απαντά πως τα φέρνει ίσα-ίσα στα οικονομικά του, ποσοστό που σε κάθε περίπτωση παραμένει υψηλό, σε σχέση με όλες τις ανάλογες μετρήσεις του Βαρόμετρου από το 2009 και μετά. Αντίστοιχα, λιγότεροι – το 34% έναντι 38% τον Σεπτέμβριο του 2017 – δηλώνει πως χρεώνεται, ή ζει «από τα έτοιμα» και το 14% ότι αποταμιεύει. Ένα ακόμη θετικό στοιχείο είναι ότι το ποσοστό όσων καταφέρνουν και αποταμιεύουν είναι «το υψηλότερο από τον Σεπτέμβριο του 2010 και έπειτα».
Σε γενικές γραμμές τα διαχρονικά συμπεράσματα (2008-2013) του «Βαρόμετρου» για τα νοικοκυριά της Θεσσαλονίκης είναι η απώλεια εισοδήματος σε ποσοστό σχεδόν 40%, κυρίως μέχρι το 2013, ισχυρές τάσεις βελτίωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης (μείωσης της απαισιοδοξίας) σε περιόδους εκλογικών αναμετρήσεων και απότομη διάψευση στη συνέχεια, σταθερά «λιγότερο απαισιόδοξοι» οι καταναλωτές στη Θεσσαλονίκη σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα (κυρίως Αττική) και σταθερά αυξημένες οι προσδοκίες.
Η έρευνα «Βαρόμετρο» γίνεται δύο φορές το χρόνο, τα τελευταία δέκα χρόνια, για λογαριασμό του ΕΒΕΘ, με τη μέθοδο των τηλεφωνικών ερωτήσεων, δειγματοληπτικά, ανά εξάμηνο, κατά το τελευταίο δεκαπενθήμερο του εξαμήνου, σε καταναλωτές (700) του νομού Θεσσαλονίκης, καθώς και σε επιχειρήσεις (800), στη βιομηχανία στις κατασκευές, στις υπηρεσίες στο εμπόριο. Τα αποτελέσματα των ερευνών του Βαρομέτρου του ΕΒΕΘ, παρουσίασε ο διευθυντής Ερευνών της εταιρίας δημοσκοπήσεων PalmosAnalysis, Πασχάλης-Αλέξανδρος Τεμεκενίδης, ενώ τα σχολίασαν ο Α΄ Αντιπρόεδρος του ΕΒΕΘ, Μανώλης Βλαχογιάννης και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και διευθυντής του Εργαστηρίου Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών, Ελευθέριος Τσουλφίδης.
Πηγή: AΠΕ-ΜΠΕ