Πρωτοποριακό σύστημα υδατοκαλλιέργειας από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Οι ερευνητικές προσπάθειες σε αυτό το πεδίο βρίσκονται μόλις στα αρχικά τους στάδια και τα επόμενο χρόνια αναμένεται να ενταθούν.
Τη δυνατότητα η Ελλάδα να γίνει πρωτοπόρος στον κλάδο των υδατοκαλλιεργειών ανοικτής θαλάσσης έρχεται να δώσει η Σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, η οποία σε συνεργασία με το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, αναπτύσσει το ολοκληρωμένο συγκρότημα ιχθυοκλωβών MATISSE.
Οι ερευνητικές προσπάθειες σε αυτό το πεδίο βρίσκονται μόλις στα αρχικά τους στάδια και τα επόμενο χρόνια αναμένεται να ενταθούν, προσφέροντας ένα ακόμη ενδιαφέρον πεδίο επιστημονικής δραστηριότητας το οποίο μπορεί να απασχολήσει, και εργασιακά, πληθώρα επιστημόνων και πληθώρα ειδικοτήτων.
«Το έργο MATISSE αποτελεί, ίσως, την πρώτη οργανωμένη ερευνητική προσπάθεια στην Ελλάδα για τον σχεδιασμό και την πιλοτική έρευνα ιχθυοκλωβών ανοιχτής θαλάσσης και θα ολοκληρωθεί με την εκτέλεση πειραμάτων υπό κλίμακα για την προσομοίωση της συμπεριφοράς ενός ιχθυοκλωβού σε πραγματικές συνθήκες λειτουργίας» δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Αντιπρύτανης Έρευνας και Δια Βίου Εκπαίδευσης ΕΜΠ, Ιωάννης Χατζηγεωργίου προσθέτοντας ότι «αποτελεί κοινή προσπάθεια ερευνητών από τη Σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ και το Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ, φορείς με πολυετή ερευνητική εμπειρία στην ανάπτυξη υπεράκτιων κατασκευών, που ενώνουν τις δυνάμεις τους».
Αρχικός στόχος του έργου είναι, σύμφωνα με τον καθηγητή και αντιπρύτανη του ΕΜΠ, να αποτελέσει «την αφορμή για την ανάπτυξη συστημάτων ανοιχτής θάλασσας στην Ελλάδα» υπογραμμίζοντας ότι «θα πρέπει να γίνουν σημαντικές ερευνητικές προσπάθειες και να επανεξεταστεί το θεσμικό πλαίσιο για την μετακίνηση των ιχθυοκλωβών».
Όπως σημειώνει ο ίδιος «οι συνθήκες είναι πλέον ευνοϊκές για να ανοίξει η συζήτηση με τους εμπλεκόμενους φορείς και τη βιομηχανία ώστε να δημιουργηθεί ένα κοινό πλαίσιο, στο οποίο οι ερευνητικές προσπάθειες θα ενταθούν και η βιομηχανία θα υποστηριχθεί για το τεχνολογικό αυτό άλμα. Το ΕΜΠ φιλοδοξεί να αποτελέσει την κινητήριο δύναμη στο πλαίσιο αυτό».
Το έργο χρηματοδοτείται από τις Ειδικές Δράσεις «Υδατοκαλλιέργειες» – «Βιομηχανικά Υλικά» – «Ανοιχτή Καινοτομία στον Πολιτισμό», «ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ & ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ» (ΕΠΑνΕΚ) (Τ6ΥΒΠ-00291) και σύμφωνα με τον καθηγητή «Η χρηματοδότηση του έργου MATISSE αποδεικνύει ότι υπάρχει ενδιαφέρον για νέους υψηλού τεχνολογικού επιπέδου τομείς βιομηχανικής ανάπτυξης».
Τα βασικά χαρακτηριστικά
Το σύστημα θα είναι κατασκευασμένο από σύγχρονα υλικά, ανθεκτικά στο θαλάσσιο περιβάλλον και σχεδιασμένο ώστε να λειτουργεί υπό ακραίες περιβαλλοντικές καταστάσεις, με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Η σχεδίασή του λαμβάνει υπόψη την ανεμπόδιστη ροή του νερού μέσω των ιχθυοκλωβών, ώστε να υπάρχει φυσικός καθαρισμός και χαμηλά επίπεδα βιοσυσσώρευσης για την αποφυγή της ανάπτυξης παράσιτων και μολύνσεων και την αποφυγή μεγάλων διακυμάνσεων του όγκου των διχτυών.
Επίσης, όπως υπογραμμίζει ο κ. Χατζηγεωργίου «το σύστημα MATISSE θα σχεδιαστεί με βάση το βέλτιστο επιχειρηματικό σχέδιο ώστε οι εν δυνάμει επενδυτές να σχεδιάσουν την εμπορική αξιοποίηση του συστήματος των ιχθυοκλωβών που θα προκύψει» και σημειώνει πως «το επιχειρηματικό σχέδιο θα είναι εξειδικευμένο και λειτουργικό, σε πλήρη συμφωνία με τα τεχνικά ευρήματα και αποτελέσματα του έργου. Από την ανάλυση της αγοράς, των τάσεων και του ανταγωνισμού θα προκύψει η στρατηγική της εισαγωγής του προϊόντος στην αγορά».
Τα οφέλη
«Η εγκατάσταση και λειτουργία υπεράκτιων υδατοκαλλιεργειών μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μοχλό ανάπτυξης, η οποία δεν συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την οικονομική διάσταση της δραστηριότητας» σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου λέγοντας ότι «σημαντικότερο ίσως χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης βιομηχανίας είναι ότι αφορά σε εξαγώγιμα προϊόντα τα οποία δύνανται να συνεισφέρουν τα μέγιστα στην εθνική οικονομία».
Σύμφωνα με στοιχεία του FAO (Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας) για τη χώρα μας, η τρέχουσα, κατά προσέγγιση, παραγωγή ψαριών (κυρίως λαβράκι, τσιπούρα και φαγκρί) ανέρχεται στους 110.000 τόνους το χρόνο. Σ’ αυτήν την ποσότητα θα πρέπει να προστεθούν οι περίπου 35-40.000 τόνοι μυδιών ανά έτος, ενώ η συνολική παραγωγή συνεισφέρει το 0,32% στο συνολικό Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν. «Η παραγωγή θαλασσινών μπορεί πράγματι να εκτοξευτεί δεδομένου ότι μία και μόνο μονάδα στην ανοιχτή θάλασσα μπορεί να παράγει μέχρι και 10.000 τόνους ανά έτος» επισημαίνει ο κ. Χατζηγεωργίου.
Το παράδειγμα της Νορβηγίας
Πρωτοπόρος στην τεχνολογία ανάπτυξης υπεράκτιων συστημάτων υδατοκαλλιεργειών είναι η Νορβηγία. Χώρα της οποίας – παρότι στηρίζει το 38,5% των συνολικών της εσόδων από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), – ένα 7,9% από τα συνολικά έσοδα προέρχονται από τις εξαγωγές θαλασσινών. Μάλιστα, τα μελλοντικά σχέδια της σκανδιναβικής χώρας είναι τα έσοδα από τις υδατοκαλλιέργειες να υπερβούν αυτά των υδρογονανθράκων.
«Οι Νορβηγοί έχουν αναπτύξει αξιόλογες και ίσως θα μπορούσε να ειπωθεί κολοσσιαίου μεγέθους μονάδες διαφορετικής σχεδίασης. Χαρακτηριστική είναι η μονάδα FlyttbarHavfarm με δυνατότητα παραγωγής 10.000 τόνους/έτος που παραδόθηκε τον Μάιο του 2020» λέει ο κ. Χατζηγεωργίου συμπληρώνοντας «Η μονάδα είναι χαρακτηριστικό δείγμα, ας επιτραπεί η έκφραση, εναλλακτικής και καινοτόμου ναυπηγικής, που υπερβαίνει τα τυπικά πρότυπα της οικείας επιστήμης. Αντίστοιχες μονάδες στην ανοιχτή θάλασσα, όχι σε μαζική κλίμακα, λειτουργούν ανά τον κόσμο. Η σχεδίαση πάντα εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά της περιοχής εγκατάστασης, τοπογραφία πυθμένα, κυματικό δυναμικό, ρεύματα, κλπ. Γι’ αυτόν τον λόγο άλλωστε αυτές οι εγκαταστάσεις καθίστανται πολλές φορές μοναδικές και αποτελούν πρόκληση από τεχνολογικής πλευράς».
Ο κλάδος της υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα
Οι υδατοκαλλιέργειες αποτελούν έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους κλάδους της χώρας μας, έχοντας παράλληλα και μεγάλη κοινωνική συνεισφορά. Χαρακτηριστικό είναι πως οι υδατοκαλλιέργειες στην Ελλάδα απασχολούν 12.000 εργαζομένους διαφόρων ειδικοτήτων και το σημαντικότερο χαρακτηριστικό είναι ότι η απασχόληση συνδέεται με απομακρυσμένες και απομονωμένες περιοχές.
«Η μεγάλη ακτογραμμή της χώρας μας παρέχει ποικιλία και δυνατότητες επιλογής των περιοχών εγκατάστασης. Η δραστηριοποίηση της χώρας και σε μονάδες ανοιχτής θάλασσας θα της δώσει σημαντικό προβάδισμα στον παγκόσμιο χάρτη των υδατοκαλλιεργειών, ως προς την ποιότητα του προϊόντος, αλλά και την αναπτυσσόμενη τεχνολογία» σημειώνει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο αντιπρύτανης επισημαίνοντας: «Η ανοιχτή θάλασσα παρέχει υψηλότερης ποιότητας προϊόντα και συνδέεται με τεχνολογικές προκλήσεις, όπως η ανάπτυξη νέων ανθεκτικών ιχθυοκλωβών, συστημάτων διαχείρισης με απομακρυσμένα συστήματα, κ.ά. Με τον τρόπο αυτό η ελληνική βιομηχανία των υδατοκαλλιεργειών θα αναβαθμιστεί από την απλή παραγωγή ιχθύων και θα βρεθεί στην αιχμή της τεχνολογίας. Κι αυτό θα πρέπει να γίνει σύντομα, δεδομένου ότι πολλές χώρες ήδη προχωρούν σε παρόμοια συστήματα».
Εξαγωγές
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια το 2019 κατέγραψαν αύξηση σχεδόν 5%, φτάνοντας, σε όγκο τους 100.345 τόνους, και σε αξία τα 458 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, τα 82% της παραγωγής το περασμένο έτος «ταξίδεψε» σε 45 χώρες, με τη βελτίωση αυτή να οφείλεται κυρίως στις αυξημένες πωλήσεις λαβρακιού εντός Ε.Ε..
Από τους 100 χιλιάδες τόνους, το 95% εξάχθηκε σε 25 χώρες της Ε.Ε. (95.046 τόνοι, 430,1 εκατ. ευρώ) και το 5% σε 20 χώρες εκτός Ε.Ε. (4.893 τόνοι, 25,6 εκατ. ευρώ). Σύμφωνα με τα στοιχεία, σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταγράφηκε αύξηση η οποία κυμάνθηκε από 5% έως 65%, εξαιρούμενες τη Γερμανία και την Πορτογαλία, όπου και σημειώθηκε μείωση.
Κύριες αγορές της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας αποτελούν η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία, χώρες όπου οδεύει το 60% της ελληνικής παραγωγής.
Ως προς τα επίπεδα των μέσων τιμών, η τιμή της τσιπούρας παρουσίασε οριακή αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος και κυμάνθηκε στα 4,5 ευρώ/κιλό, ενώ η τιμή στο λαβράκι υποχώρησε κατά 8% και κυμάνθηκε στα 4,6 ευρώ/κιλό.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ ΜΠΕ/ Θ. Παπακώστας