Μιλά στην Parallaxi η γιατρός του Παπανικολάου που κατέρρευσε από υπερκόπωση και υπέστη εγκεφαλικό
«Μπορεί να είχα πεθάνει αλλά η εφημερία θα γινόταν – Έχουμε υπερβεί τα ανθρώπινα όρια αντοχής – Δεν ήρθε κανείς από τη διοίκηση να με επισκεφτεί».
Δισεπίλυτο και αδιέξοδο είναι το πρόβλημα της έλλειψης γιατρών στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας, όπου οι γιατροί αναγκάζονται σε υπεράνθρωπες προσπάθειες και συνεχείς εφημερίες για να περιθάλψουν τους ασθενείς, θέτοντας σε κίνδυνο ακόμα και την προσωπική τους υγεία, αν όχι τις ζωές τους.
Το πρόσφατο περιστατικό με την αναισθησιολόγο, η οποία λόγω των συνεχών εφημεριών στο νοσοκομείο Παπανικολάου, την εντατική εργασία και την υπερκόπωση, κατέρρευσε και υπέστη εγκεφαλικό, δεν είναι το μοναδικό. Γιατροί και νοσηλευτές, λόγω του φόρτου της εργασίας και των πολύωρων εφημεριών, αντιμετωπίσουν πολλά προβλήματα υγείας από την καταπόνηση και την εντατικοποίηση, γεγονός που επιδρά αρνητικά και στην απόδοση τους στην περίθαλψη των ασθενών.
Ιωάννα Δημητροπούλου: Φεύγουμε από το νοσοκομείο και δεν ξέρουμε αν θα φτάσουμε στο σπίτι μας
Η γιατρός αναισθησιολόγος Επιμελήτρια Β’ του νοσοκομείου Παπανικολάου Ιωάννα Δημητροπούλου, που το περασμένο Σάββατο υπέστη το εγκεφαλικό λόγω υπερκόπωσης και ακόμα νοσηλεύεται, μίλησε στην Parallaxi για τις συνθήκες εργασίας που αντιμετωπίζουν οι γιατροί του νοσοκομείου και ειδικά οι αναισθησιολόγοι.
«Είμαι καλύτερα, αλλά ακόμα δεν έχει φύγει το σοκ και εύχομαι σύντομα να πάρω εξιτήριο. Από τη διοίκηση του νοσοκομείου, δεν ήρθε κανείς να με επισκεφτεί, δεν πήρε κάποιος τηλέφωνο να ενδιαφερθεί, να ρωτήσει τον θεράποντα γιατρό μου στην νευρολογική κλινική, ούτε στην διευθύντρια μου τηλεφώνησε κάποιος να ρωτήσει. Ούτε από την διοίκηση, ούτε από τις υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας. Κανείς. Μόνο ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ επικοινώνησε για να μου ευχηθεί» τονίζει.
«Δεν είναι μόνο το δικό μου το περιστατικό. Τον Οκτώβριο μία συνάδελφος παραλίγο να χάσει το μάτι της, άλλος συνάδελφος μετά από πολύωρη εφημερία και την εξάντληση έπεσε και έσπασε το χέρι της. Έχουμε φτάσει σε σημείο που έχουμε υπερβεί το “burn out”. Προσωπικά εγώ κάνω 12-13 εφημερίες τον μήνα τους τελευταίους 12 μήνες. Και αυτή η ένταση προκαλεί πτώση και μείωση της απόδοσης μας. Ποιος άνθρωπος μπορεί μετά από 12-13 ώρες συνεχόμενης εργασίας να πει ότι «έχω διαύγεια». Κάποια στιγμή θα γίνει λάθος. Το φωνάζουμε καιρό τώρα ότι δεν γίνεται να δουλεύουμε σ αυτές τις συνθήκες. Φεύγουμε από το νοσοκομείο και δεν ξέρουμε αν θα φτάσουμε στο σπίτι μας. Συνάδελφος έφυγε από το νοσοκομείο και από την κούραση κοιμήθηκε στο αυτοκίνητο. Άλλος έπεσε μέσα στο σπίτι του».
Για την περίπτωση της αναφέρει ότι «ήμουν τυχερή που το εγκεφαλικό συνέβη στο νοσοκομείο γιατί αμέσως οι συνάδελφοι μου πρόσφεραν φροντίδα. Και τους ευχαριστώ πολύ που κατάλαβαν αμέσως και μου έκαναν την θρομβόλυση και είμαι καλά. Θα μπορούσα να το πάθω στον περιφερειακό στο δρόμο για το σπίτι μου. Τότε τι θα γινόταν;».
Σε ερώτηση για την επόμενη ημέρα και πως σκέφτεται να αντιδράσει, δηλώνει ότι οφείλει να αντιδράσει ακόμα και νομικά.
«Θα πάρω αναρρωτική θα κάνω φυσιοθεραπεία για το πόδι μου που «έχει μείνει πίσω», και περπατάω με μπαστουνάκι. Προσπαθώ να μη το σκέφτομαι και εύχομαι να αποκατασταθεί η βλάβη και δεν θα περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου με ένα μπαστούνι. Θα κινηθώ όμως νομικά εναντίον του νοσοκομείου διότι θεωρώ ότι πρέπει να γίνει, θα κινηθώ νομικά κατά οποιουδήποτε είναι υπεύθυνος, γιατί φωνάζουμε μήνες τώρα ότι δεν μπορούμε να δουλέψουμε με αυτούς τους ρυθμούς. Τους λέμε ότι μας έχουν εξοντώσει. Φταίει το νοσοκομείο».
Το Φεβρουάριο θα είναι μόνο 5 αναισθησιολόγοι στο νοσοκομείο
Στο νοσοκομείο Παπανικολάου αναφέρει ότι αντί των 23 αναισθησιολόγων που κανονικά θα έπρεπε να υπηρετούν, αυτό το διάστημα τυπικά εργάζονται 8 αναισθησιολόγοι, εκ των οποίων δύο είναι ήδη σε αναρρωτική άδεια.
«Μαζί με μένα θα είμαστε τρείς σε αναρρωτική άδεια, οπότε στο νοσοκομείο θα υπάρχουν μόλις 5 αναισθησιολόγοι τον Φεβρουάριο για να καλύψουν τις εφημερίες και μοναδικά τμήματα στην Βόρειο Ελλάδα όπως η κλινική για τα Εγκαύματα και η κλινική της Γναθοπροσωπικής Χειρουργικής» τονίζει και αναφέρει ότι οι ανάγκες είναι τεράστιες.
«Η Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική έχει άπειρα κατάγματα που πρέπει να χειρουργηθούν. Δυστυχώς υπάρχει τεράστια λίστα χειρουργείων που δεν γίνονται» σημειώνει και αναφέρει ότι «τα δικά μου χειρουργεία την Παρασκευή τελείωσαν 10 το βράδυ που ήταν χειρουργεία εξ αναβολής και θεώρησα ντροπή να τους ξαναναβάλω. Και δούλεψα από τις 8 το πρωί μέχρι τις 10 βράδυ σε προγραμματισμένα χειρουργεία. Δεν είχα επείγοντα. Το νοσοκομείο Παπανικολάου λειτουργεί με το φιλότιμο των αναισθησιολόγων. Διότι όταν βλέπεις ένα ασθενή με καρκίνο, που πρέπει να χειρουργηθεί, λες να το βάλω πέρα από το ωράριο μου και αυτό εκμεταλλεύεται η διοίκηση. Το φιλότιμο των γιατρών»
«Θα μπορούσα να έχω πεθάνει το Σάββατο, μας θεωρούν αναλώσιμους»
Για τη στάση γενικά της διοίκησης είναι κατηγορηματική: «Μας δείχνουν καθημερινά ότι δεν μας λογαριάζουν ότι μας θεωρούν αναλώσιμους. Και αυτό με έχει θυμώσει, διότι εγώ θα μπορούσαν να έχω πεθάνει το Σάββατο, αλλά η εφημερία θα γινόταν κανονικά. Δεν θα σταματήσει το νοσοκομείο γιατί θα πεθάνει η Ιωάννα και η κάθε Ιωάννα. Είμαστε αναλώσιμοι για την διοίκηση».
«Πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα άμεσα», τονίζει και αναφέρει ότι «δούλεψα Χριστούγεννα, 27 Δεκεμβρίου, Πρωτοχρονιά, 5,9,12 Ιανουαρίου, ήμουνα μέσα συνεχώς σε εφημερία. Ασταμάτητα ωράρια. Τώρα θέλω να φύγω από το νοσοκομείο και να περπατήσω χωρίς μπαστούνι. Ήρθα να κάνω μία βάρδια, να εργαστώ, να υπηρετήσω αυτό που σπούδασα, και φεύγω με ένα πόδι σέρνοντας και αυτό δεν μπορώ να το πιστέψω. Όμως θέλω να εκφράσω ένα τεράστιο ευχαριστώ στη νευρολογική κλινική για το αγκάλιασμα που ένιωσα και αυτό είναι σημαντικό, γιατί το κάνουν αυτό το κάνουν σε όλους τους ασθενείς».
Με μεταφορά γιατρών προσπαθούν να καλύψουν τα κενά στα νοσοκομεία της Β. Ελλάδας
Περιπτώσεις όπως της γιατρού αναισθησιολόγου Ιωάννας Δημητροπούλου, δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος αλλά και την αυταπάρνηση που δείχνει το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ, προκειμένου να παρέχουν έγκαιρα την απαραίτητη φροντίδα στους ασθενείς.
Ωστόσο αυτή η ευαισθησία δεν φαίνεται να διακρίνει την κυβέρνηση και την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας που επιμένει στην πολιτική των περικοπών και με «μπαλώματα» προσπαθεί να καλύψει τα κενά.
Πρόσφατα 65 γιατροί από τη Θεσσαλονίκη έχουν πάρει εντολή να μεταβούν για μέρες ή εβδομάδες σε διάφορες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας όπου τα νοσοκομεία λειτουργούν με το ελάχιστο ιατρικό προσωπικό, προκειμένου να παρέχουν ιατρικές υπηρεσίες και να καλύψουν τα κενά στις εφημερίες.
Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει το νοσοκομείο της Ξάνθης το οποίο εδώ και καιρό λειτουργεί χωρίς κανένα παθολόγο, ειδικότητα βασική και απαραίτητη για όλα τα νοσηλευτικά ιδρύματα. Η Παθολογική Κλινική του Νοσοκομείου Ξάνθης λειτουργεί χωρίς παθολόγους και καλύπτει τις ανάγκες με μεταφερόμενους γιατρούς, δύο ειδικευόμενους και περιστασιακά δύο ιδιώτες γιατρούς. Παρά τις οχλήσεις το υπουργείο Υγείας αλλά και η Διοίκησης της 4ης ΥΠΕ αδιαφορούν για το υπό κατάρρευση νοσηλευτικό ίδρυμα, που εκπέμπει σήμα κινδύνου.
Ανάλογη σχετικά και η κατάσταση στο νοσοκομείο Δράμας όπου το οργανόγραμμα προβλέπει για 11 θέσεις στην Παθολογική Κλινική αλλά λειτουργεί με μόλις δύο μόνιμους Παθολόγους, και τις εφημερίες καλύπτουν μεταφερόμενοι παθολόγοι από άλλα νοσοκομεία. Το ίδιο συμβαίνει και την ΜΕΘ Δράμας, όπου υπηρετούν δύο εντατικολόγοι ενώ σε όλες τις κλινικές υπάρχουν κενά σε καρδιολόγους, αναισθησιολόγους και πνευμονολόγους.
Όπως τόνισε στην Parallaxi ο πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης Χρήστος Καραχρήστος, γιατροί της Θεσσαλονίκης καλούνται να εργαστούν σε νοσοκομεία που δεν γνωρίζουν και να περιθάλψουν ασθενείς σε ένα περιβάλλον άγνωστο και στο οποίο δεν έχουν εξοικειωθεί. «Αυτό που γίνεται είναι πρωτοφανές διότι είμαστε μεταφερόμενοι για μία εβδομάδα, 15 ημέρες ή ένα μήνα σε νοσοκομεία από την Ξάνθη μέχρι τα Γρεβενά. Τα κενά στην περίθαλψη δεν καλύπτονται εκ του προχείρου. Πρέπει να γίνουν άμεσα προσλήψεις γιατρών ώστε τα νοσοκομεία να παρέχουν τις καλύτερες συνθήκες περίθαλψης, Με μπαλώματα δεν γίνεται περίθαλψη» τονίζει.