Ελλάδα

Ολοκλήρωση Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης: Γιατί η ιατρικοποίηση ΔΕΝ είναι η απάντηση σε θέματα ψυχικής υγείας

Το πολυσυζητημένο νομοσχέδιο ψυχικής υγείας που μας αφορά όλους - Τι λέει η Ειρήνη Γρηγοριάδου, Ψυχολόγος και Διδάκτωρ στο Α.Π.Θ για τον τομέα των εξαρτήσεων

Αλέξανδρος Βασιλείου
ολοκλήρωση-ψυχιατρικής-μεταρρύθμιση-1220703
Αλέξανδρος Βασιλείου

Η ψυχική υγεία δεν ήταν ποτέ κάτι που σαν χώρα είχαμε ως κύριο μέλημα. Ούτε η στάση των ανθρώπων ήταν ποτέ η καλύτερη- ή τουλάχιστον απαλλαγμένη από προκαταλήψεις και στερεότυπα- απέναντι στα ψυχικά νοσήματα. Από την κατάθλιψη μέχρι τις εξαρτήσεις και από αυτές στις διαταραχές, αυτός που αντιμετώπιζε θέματα ψυχικής υγείας ήταν συνήθως “τρελός”.

Ο Επίκουρος (Σάμος, 341 π.Χ. – Αθήνα, 270 π.Χ.) ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και ιδρυτής της ξακουσμένης φιλοσοφικής σχολής, τον Κήπο του Επίκουρου μιλούσε για τη φιλοσοφία ως προαπαιτούμενο για την ευδαιμονία. Είναι γνωστή η σημασία και η θέση του όρου ευδαιμονία κατά την αρχαιότητα, που για σχεδόν όλο το φιλοσοφικό κόσμο, πολλές φορές ήταν και ο απώτερος στόχος του ανθρώπου. Ο Επίκουρος μάλιστα έδινε την ίδια βαρύτητα στη σωματική και την ψυχική υγεία. Η ιδέα ότι η φιλοσοφία μεριμνά για την ψυχική υγεία –περίπου όπως η ιατρική για την υγεία του σώματος συναντάται σε πολλά κείμενα του Επίκουρου όπως και άλλων Ελλήνων φιλοσόφων.

Τι κι αν ο Επίκουρος και η επικούρεια φιλοσοφία, όμως, μιλούσε για τη φιλοσοφία σαν κάτι που είναι  για το “κατά ψυχήν ὑγιαῖνον” τον 3ο αιώνα π.Χ, οι αποφάσεις που λαμβάνονται στον 21ο αιώνα δείχνουν πως ακόμη δεν έχουμε αντιληφθεί πλήρως τη σημασία της ψυχικής υγείας.

Στις 20 Ιουλίου του 2024, ημέρα Σάββατο, στην Ολομέλεια της Βουλής κατετέθη ένα νομοσχέδιο που έμελλε να πυροδοτήσει αντιδράσεις, ένα νομοσχέδιο που για την πλειονότητα της επιστημονικής κοινότητας κρίνεται ως επικίνδυνο και αναχρονιστικό.

Ο λόγος για το νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας με τίτλο “Ολοκλήρωση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης”.

Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που θεωρητικά θα έπρεπε να θέτει τη μετάβαση από την ασυλική τύπου κατάσταση που επικρατεί τώρα στις δομές ψυχικής υγείας. Κάτι τέτοιο όμως, και σύμφωνα με τον ψυχιατρικό/ψυχολογικό κόσμο δεν ισχύει. Αντ’ αυτού, μιλάμε για ένα νομοσχέδιο που απειλεί τόσο την υγεία χιλιάδων ψυχιατρικά ασθενών και εξαρτημένων ατόμων όσο και το μέλλον των αντίστοιχων δομών.

Πιο συγκεκριμένα, σε ανακοίνωση της Ένωση Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης διαβάζουμε πως το εξής νομοσχέδιο δείχνει πως η κυβέρνηση οδεύει προς την πλήρη διάλυση του ΕΣΥ. Σύμφωνα με την ΕΝΙΘ:

  • Η κυβέρνηση προχωράει ακόμα ένα βήμα στην εμπορευματοποίηση και διάλυση του ΕΣΥ και την γιγάντωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων στην υγεία, μετά την θέσπιση και λειτουργία των επί πληρωμή απογευματινών χειρουργείων, την είσοδο ιδιωτών ιατρών στο ΕΣΥ και την δυνατότητα άσκησης του ιδιωτικού έργου από ιατρούς ΕΣΥ
  • Ένα νομοσχέδιο που ο βασικός του πυρήνας διαπνέεται από την κατεύθυνση ενίσχυσης του ιδιωτικού τομέα της ψυχικής υγείας και της απεξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες και αλκοόλ.
  • Ανάμεσα σε πολλά, με το νομοσχέδιο καταργεί τον οργανισμό του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, συρρικνώνοντας συνειδητά περαιτέρω τις Δημόσιες δομές ψυχικής υγείας.
  • Βάζει στο στόχαστρο τη δωρεάν πρόληψη και απεξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες και αλκοόλ, καταργώντας τους εγκεκριμένους φορείς πρόληψης και θεραπείας και συνενώνοντάς τους στον ΕΟΠΑΕ, που ως Ν.Π.Ι.Δ. θα λειτουργεί με όρους οικονομικής αυτοτέλειας.

Σε συνέχεια, η ΕΝΙΘ απαιτεί:

  • Ούτε σκέψη για ψήφιση του κατάπτυστου νομοσχεδίου!
  • Όχι στη διάλυση και το κλείσιμο των δημόσιων υπηρεσιών στη Ψυχική Υγεία και την Απεξάρτηση. Όχι στην κατάργηση του οργανισμού του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης.
  • Ενίσχυση των στεγνών προγραμμάτων ως κύρια μορφή θεραπείας.
  • Άμεση μονιμοποίησή των συμβασιούχων υγειονομικών, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού σε όλες τις ειδικότητες με βάση τις ανάγκες. Πλήρη εργασιακά – μισθολογικά – ασφαλιστικά – επιστημονικά δικαιώματα για όλους.
  • Κατάργηση κάθε μορφής επιχειρηματικής δράσης στον χώρο της Υγείας. Έξω οι εργολάβοι από τα νοσοκομεία.

Σύμφωνα με την πλειονότητα της κοινότητας που ασχολείται με την ψυχική υγεία, με το νέο νομοσχέδιο:

  • προωθείται το κλείσιμο των δύο μεγαλύτερων ψυχιατρικών νοσοκομείων της χώρας (ΨΝΑ “Δαφνί” και ΨΝΘ),
  • αποσαθρώνεται το ευρύ δίκτυο δομών απεξάρτησης (ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ, ΟΚΑΝΑ κ.α.),
  • καταργούνται θεραπευτικά προγράμματα στον τομέα της απεξάρτησης, που έχουν αποδείξει επί σειρά ετών την αποτελεσματικότητά τους
  • ιατρικοποιούνται κοινωνικά φαινόμενα, όπως η παραβατικότητα των ανηλίκων
  • ανοίγει ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση της ψυχικής υγείας

Αυτά επιτελούνται:

  1. με τη δημιουργία του του περιβόητου πια ιδιωτικού φορέα (ΝΠΙΔ), “Εθνικό Δίκτυο Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας” (Ε.Δ.Υ.Ψ.Υ.), που επιχειρεί να “ενοποιήσει” σε ένα ενιαίο δίκτυο, όλες τις Μονάδες Ψυχικής Υγείας του ΕΣΥ και τις ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, μαζί με ΜΚΟ και ΑΜΚΕ
  2. Με τη δημιουργία του επίσης ιδιωτικού φορέα (ΝΠΙΔ) “Εθνικός Οργανισμός Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων” (Ε.Ο.Π.Α.Ε.), στον οποίο θα υπαχθούν όλοι οι οργανισμοί απεξάρτησης

Για το θέμα έκαναν λόγο στο Ευρωκοινοβούλιο οι ευρωβουλευτές Κώστας Παπαδάκης και Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος στις 22/07/2024 αναφέροντας:

“Σε κινητοποίηση βρίσκονται δεκάδες σωματεία στον χώρο της υγείας, με αφορμή το εγκληματικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ που ιδιωτικοποιεί τη δημόσια ψυχική υγεία, την πρόληψη και την απεξάρτηση από τα ναρκωτικά.

Eπιδιώκεται να κλείσουν δύο από τα τρία εναπομείναντα ψυχιατρικά νοσοκομεία της χώρας (ΨΝΑ και ΨΝΘ). Προωθείται το κλείσιμο των ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ, ΑΡΓΩ, ΙΑΝΟΣ, ΔΙΑΠΛΟΥΣ, ενώ κλείνουν και Κέντρα Πρόληψης, αφού δεν διασφαλίζεται μετά το 2027 η λειτουργία τους.

Ερωτάται η Επιτροπή πώς τοποθετείται στο γεγονός ότι:

  1. Ενώ όλο και περισσότεροι άνθρωποι αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας, η εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ, που κλείνει δημόσια ψυχιατρεία, υπονομεύει την πρόληψη, αποδυναμώνει και υποχρηματοδοτεί δημόσιες δομές, οδηγώντας στην ενίσχυση της εμπορευματοποίησης και της παράδοσης υπηρεσιών ψυχικής υγείας σε ιδιώτες, ΜΚΟ και Αστικές Μη Κερδοσκοπικές Εταιρείες (ΑΜΚΕ) με εργαλείο το Ταμείο Ανάκαμψης, θυσιάζοντας τις ανάγκες ψυχικά ασθενών;
  2. Ενώ η ίδια η πολιτική της ΕΕ οδηγεί σε αύξηση της ουσιοεξάρτησης, η κατάργηση «στεγνών» θεραπευτικών προγραμμάτων και κέντρων πρόληψης έχει άμεση συνέπεια τη δραματική υπονόμευση δομών που διακρίνονται μέχρι σήμερα για τη μεγάλη αποτελεσματικότητα και τη μεγάλη συνεισφορά τους στην αντιμετώπιση του προβλήματος;
  3. Τόσο στον κλάδο της ψυχικής υγείας όσο και της καταπολέμησης της ουσιοεξάρτησης οι παραπάνω ευρωενωσιακές κατευθύνσεις που προωθεί το νομοσχέδιο οδηγούν χιλιάδες εργαζόμενους με προσφορά στην ανεργία, ενώ όσοι παραμείνουν στην δουλειά οδηγούνται σε δραματική επιδείνωση εργασιακών σχέσεων με απογείωση της ελαστικής και κακοπληρωμένης εργασίας”;

Για το νέο αυτό νομοσχέδιο και απ’ την σκοπιά της απεξάρτησης, στην Parallaxi μιλά η Ειρήνη Γρηγοριάδου, Ψυχολόγος και Διδάκτωρ στο Α.Π.Θ και ψυχολόγος στο ΠΕΘΕΑ Αργώ.

Αβέβαιο το μέλλον της πρόληψης

Αρχικά μιλήσαμε για το τι προκύπτει από το νέο νομοσχέδιο για τα κέντρα απεξάρτησης αλλά και πως βλέπει η ίδια τις νέες συνθήκες που φέρνει το νομοσχέδιο.

Με το νέο νομοσχέδιο προβλέπεται η σύσταση ενός ενιαίου φορέα για την Πρόληψη και την Αντιμετώπιση των Εξαρτήσεων, του ΕΟΠΑΕ (Eθνικός Οργανισμός Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων) στον οποίο θα υπαχθούν όλοι οι υπάρχοντες οργανισμοί που ασχολούνται με την απεξάρτηση, όπως είναι το ΚΕΘΕΑ, ο ΟΚΑΝΑ, το 18ΑΝΩ, το Πρόγραμμα ΑΡΓΩ (ΨΝΘ), η Μονάδα Απεξάρτησης από το Αλκοόλ (ΨΝΑ), το Τμήμα “Ιανός” (ΨΝΘ), η Μονάδα Απεξάρτησης από Αλκοόλ, Φάρμακα και Τυχερά Παιχνίδια (ΨΝΘ), η Μονάδα Απεξάρτησης “Διάπλους” (Γενικό Νοσοκομείο Κέρκυρας), το Πολυδύναμο Κέντρο αντιμετώπισης της κρίσης των χρηστών Ναρκωτικών και Αλκοολισμού (Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων).

Ο νέος αυτός φορέας θα είναι ιδιωτικού δικαίου, και αφήνει σε εκκρεμότητα το τί θα συμβεί με τα κέντρα Πρόληψης καθώς προβλέπει μεν τη λειτουργία τους ως έχει ως το 2027 αλλά δεν κάνει κάποια αναφορά για το από εκεί και πέρα. Αναγνωρίζουμε δηλαδή ότι με κάποιον τρόπο η θεραπεία για τις εξαρτήσεις θα συνεχίσει να παρέχεται από έναν ενιαίο φορέα ιδιωτικού δικαίου αλλά το μέλλον της πρόληψης είναι αβέβαιo, σε μια εποχή όπου έχουμε πλέον ερευνητικά αδιαμφισβήτητα αποτελέσματα για την αποτελεσματικότητά της στη μείωση χρήσης και κατάχρησης εξαρτησιογόνων ουσιών και για την αναγκαιότητα να συνεχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες της σε κάθε ομάδα, κοινότητα, στην κοινωνία ευρύτερα.

Ενώ δεν δηλώνεται σαφώς, υπάρχει η αγωνία και ο φόβος ότι το θεραπευτικό μοντέλο που θα κυριαρχήσει θα έχει την κατεύθυνση που επικρατεί διεθνώς και αφορά στο μοντέλο της ασθένειας.

Δηλαδή, η εξάρτηση θεωρείται μια χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος του εγκεφάλου που σχετίζεται με νευροβιολογικούς και γενετικούς παράγοντες, αφήνοντας έξω τις καθοριστικότατες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες που συντελούν στην εμφάνιση και εξάπλωση του φαινομένου. Εφόσον, λοιπόν, μιλάμε για μια νόσο του εγκεφάλου, αντίστοιχη είναι και η θεραπεία (υποκατάστατα και μέτρα μείωσης της πιθανής βλάβης που συνοδεύει την χρήση, πχ. εγκληματικότητα, μολυσματικές ασθένειες κλπ). Ακόμα και οι όροι που χρησιμοποιούν στον δημόσιο λόγο τους οι ιθύνοντες, προέρχονται από αυτό το μοντέλο , π.χ. εθισμός – απεθισμός, δίνοντας έμφαση κατεξοχήν σε μια βιολογική διάσταση του φαινομένου της εξάρτησης. Το μοντέλο αυτό σήμερα ακολουθεί στη χώρα μας ο ΟΚΑΝΑ.

Παράλληλα με αυτό το μοντέλο, στη χώρα μας λειτουργούν και τα στεγνά θεραπευτικά προγράμματα, δηλαδή αυτά που θεωρούν την εξάρτηση ένα πολυσύνθετο φαινόμενο με διαστάσεις προσωπικές – ενδοατομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές, οικονομικές -πολιτικές και ΔΕΝ χορηγούν υποκατάστατα καθώς δεν θεωρούν άρρωστους τους εξαρτημένους. Προοδευτικά σε ένα βάθος χρόνου δεν ξέρουμε εάν και τι ‘χώρος’ θα μείνει στον ΕΟΠΑΕ ώστε τα σημερινά στεγνά θεραπευτικά προγράμματα να μπορούν να συνεχίσουν να παρέχουν ανεπηρέαστα τις υπηρεσίες τους με την ανεξάρτητη από το μοντέλο της ασθένειας φιλοσοφία τους.

Επίσης, όταν το τόσο ευαίσθητο κοινωνικά ζήτημα της εξάρτησης, με ένα μεγάλο μέρος της παραοικονομίας να στηρίζεται στην εμπορία και την διακίνηση ουσιών, περνάει στην δικαιοδοσία ενός φορέα ιδιωτικού δικαίου, είναι αξιοπρόσεκτο να δούμε εν καιρώ με ποιους άλλους τρόπους θα μπορέσει το κέρδος να βρει διέξοδο (φαρμακευτικές εταιρίες, ιδιωτικοί φορείς παροχής υπηρεσιών με αβέβαιες συνθήκες και ενδεχομένως χωρίς να εμπίπτουν στις νομικές προϋποθέσεις κλπ).

Ακόμα, δεν ξέρουμε πόση ευελιξία και αμεσότητα μπορεί να έχει στην ανταπόκρισή του στα ζητήματα που θα προκύπτουν ένας φορέας με ολιγομελές διοικητικό και επιστημονικό συμβούλιο αρμόδιο για ολόκληρη τη χώρα.

Ψυχοκοινωνικό vs. Ιατροκεντρικό μοντέλο

Πηγή: Unsplash

Αναφορικά με τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η συγχώνευση των δημοσίων προγραμμάτων απεξάρτησης στον ιδιωτικό φορέα Ε.Ο.Π.Α.Ε, προγραμμάτων με διαφορετικές θεραπευτικές προσεγγίσεις, απαντά πως:

Δεν είναι σαφές από το υπάρχον σχέδιο νόμου εάν και με ποιον τρόπο τα επιμέρους θεραπευτικά προγράμματα, που διατηρούν διαφορετική φιλοσοφία για τις εξαρτήσεις και εφαρμόζουν διαφορετική θεραπευτική πρακτική στην απεξάρτηση, θα μπορέσουν να διατηρήσουν τον αυτόνομο θεραπευτικό τους χαρακτήρα ή αν ο πλουραλισμός των παρεχόμενων υπηρεσιών θα ισοπεδωθεί μέσα από το κυρίαρχο μοντέλο της ασθένειας.

Στο ψυχοκοινωνικό μοντέλο, που ακολουθούν οι θεραπευτικές κοινότητες και τα σύγχρονα προγράμματα, η θεραπευτική σχέση του ανθρώπου σε απεξάρτηση με το θεραπευτικό προσωπικό είναι πρωταρχικής σημασίας για τη θεραπευτική πορεία του ατόμου. Εξίσου σημαντική είναι και η ομάδα των μελών – ανθρώπων σε απεξάρτηση, και η απεξάρτηση είναι μια κατεξοχήν ομαδική διαδικασία. Η ομάδα των συν-θεραπευόμενων είναι το σημείο αναφοράς, ο καθρέφτης, το πλαίσιο υποστήριξης για τον άνθρωπο στην απεξάρτηση. Εκεί μοιράζεται όσα τον απασχολούν, τις δυσκολίες, τις αγωνίες, τον πόνο, τους προβληματισμούς για τις επιλογές στη ζωή του, τα χαρούμενα γεγονότα. Χτίζεται, λοιπόν, μια σχέση δυνατή και αναγκαία για τη συνέχιση της ενδυνάμωσης, της εξέλιξης και της απεξάρτησης του ατόμου.

Στην απεξάρτηση το θεραπευτικό κλίμα ενός προγράμματος, οι σχέσεις που αναπτύσσονται σε αυτό, και το πώς επηρεάζουν με τη σειρά τους τις αντιλήψεις του θεραπευόμενου για αυτό που ζει στη θεραπεία του, συνιστούν καταλυτικό παράγοντα για τη συνέχιση αλλά και τη συνέχεια στη θεραπεία. Στο ιατροκεντρικό μοντέλο που διαφαίνεται πως θα κυριαρχήσει με το νομοσχέδιο, με κατεξοχήν θεραπευτική πρακτική τη χορήγηση υποκατάστατων σκευασμάτων και με τους χώρους εποπτευόμενης χρήσης, αυτή η θεραπευτική συνθήκη απειλείται και διακυβεύεται.

Ακόμα, τα μοναδικά θεραπευτικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά κάθε στεγνού προγράμματος συνιστούν κριτήρια επιλογής για τον ενδιαφερόμενο ενός συγκεκριμένου προγράμματος, πχ. μπορεί πέρα από τη θεραπευτική φιλοσοφία να παίξουν ρόλο ακόμα και οι ώρες που υλοποιούνται οι θεραπευτικές διαδικασίες. Αυτά τα χαρακτηριστικά, αυτός ο πλουραλισμός που ακόμα υπάρχει σήμερα, φαίνεται πως σταδιακά θα χαθούν μέσα από τη συγχώνευση των προγραμμάτων. Και μαζί του, θα χαθεί και η δυνατότητα επιλογής θεραπευτικού πλαισίου-προγράμματος, που είναι πρωταρχικός παράγοντας για τη θετική εξέλιξη και έκβαση κάθε θεραπευτικής διαδικασίας, όπως εξήγησα παραπάνω.

Υποβίβαση του ανθρώπου σε ένα κατεξοχήν βιολογικό ον χωρίς άλλες ανάγκες και διαστάσεις;

Εικόνα Unsplash

Τέλος, σχετικά με την ιατρικοποίηση που φαίνεται να προσδίδει το νομοσχέδιο και για το κατά πόσο (δεν) είναι αυτό λύση Γιατί η ιατρικοποίηση για θέματα ψυχικής υγείας και τα λοιπά κοινωνικά θέματα που υφίστανται, η Ειρήνη Γρηγοριάδου εξηγεί: 

Το λεγόμενο ψυχοκοινωνικό μοντέλο, λαμβάνει υπόψη στην αιτιολογία και στην θεραπεία της εξάρτησης την ενδοατομική, την κοινωνική, την τρέχουσα οικονομικο-πολιτική διάσταση (γιατί ποτέ μια εξάρτηση δεν συμβαίνει στο κενό αλλά συνιστά μια συνάντηση ενός ανθρώπου που δυσλειτουργεί με μια ουσία, νόμιμη ή παράνομη, σε μια δυσλειτουργούσα κοινωνία και σε ένα συγκεκριμένο χρονικό και πολιτικό πλαίσιο).

Στη σημερινή ελληνική κοινωνία, οι στρεσογόνοι παράγοντες που συνδέονται με τον τρόπο ζωης μας είναι πολλοί – ανεργία, χαμηλοί μισθοί, υπερεντατική εργασία, πολλαπλοί ρόλοι και ανάλογες υποχρεώσεις χωρίς επαρκή υποστήριξη κρατική (π.χ. εργαζόμενοι γονείς), ανάγκη φροντίδας στο σπίτι ηλικιωμένων συγγενών με ανεπαρκείς δομές υγείας και περίθαλψης. Ο διαθέσιμος χρόνος, η δυνατότητα για ξεκούραση, να δούμε φίλους, να κάνουμε το χόμπυ που αγαπάμε, να απολαύσουμε μια βόλτα ή να πάμε μια εκδρομή στη φύση- πράγματα δηλαδή που χρειαζόμαστε ως πηγές ενέργειας, ενδυνάμωσης, υποστήριξης- διακυβεύονται.

Αν στα παραπάνω λάβουμε υπόψη και τους τρόπους διασκέδασης που προωθούνται, όπου η χρήση ουσιών είναι αναπόσπαστο κομμάτι τους για να μπορεί κανείς να “ξεχαστεί”, να “χαλαρώσει”, να “ανέβει”, να “ξεχωρίσει”, να “φανεί άνετος και όχι ξενέρωτος”, αρχίζει μια “κανονικοποίηση” στις συνειδήσεις μας της χρήσης ουσιών, νόμιμων ή παράνομων, σε όλο και πιο ευρεία κλίμακα και για όλο και πιο νεαρές ηλικίες. Μια κανονικοποίηση που δεν αφορά μόνο σε παράνομες ουσίες αλλά και καθόλα νόμιμες και ψυχοτρόπες, όταν νιώθωντας ευάλωτ@ ή αβοήθητ@ θεωρούμε πως είναι οκ να πιούμε κάτι για να χαλαρώσουμε π.χ. Και αυτό το κάτι μπορεί να είναι ακόμα και ένα συνταγογραφούμενο φάρμακο,ε; Που σε κάποιες περιπτώσεις, όμως, περιέχει και ουσίες εθιστικές για τον οργανισμό. Αυτό είναι το ένα κομμάτι που χρειάζεται να κρατήσουμε.

Χρειάζεται, όμως, κατά την άποψή μου πάντα, να έχουμε κατά νου και το πώς μέσα στο πέρασμα των δεκαετιών, φτιάξαμε σύγχρονες δυτικές κοινωνίες στις οποίες τα κοινοτικά υποστηρικτικά δίκτυα και τελετουργικά του παρελθόντος αποδομήθηκαν χωρίς ακόμα να έχουν αντικατασταθεί στο σήμερα από σύγχρονα πλαίσια και τρόπους. Η μοναξιά, η αποξένωση, ο ανταγωνισμός προκαλούν την ανθεκτικότητά μας στις δυσκολίες της ζωής και καλούμαστε να βρούμε νέους τρόπους, να χτίσουμε τα δικά μας ανθρώπινα υποστηρικτικά δίκτυα. Σε ένα σύστημα, ωστόσο, υγείας όπου η κατεύθυνση είναι η (ψυχ)ιατρικοποίηση συναισθηματικών καταστάσεων που συνδέονται άμεσα με το παρόν πλαίσιο ζωής μας και τις θεσμικές ανεπάρκειες σε επίπεδο συλλογικό και κρατικό, εκεί μπορεί να μπερδευτούμε παίρνοντας το μήνυμα ότι εμείς ως άτομα έχουμε κάποια αρρώστεια ή κάποια ανεπάρκεια ή δυσκολία στην διαχείριση και μια φαρμακευτική αγωγή οφείλει να είναι η κυρίαρχη λύση-πρόταση.

Αυτό που είναι αναγκαίο στο σήμερα, πέρα από το να φροντιστούμε ως πρόσωπα σε επίπεδο σωματικό και ψυχοκοινωνικό, είναι και το να αναγνωρίσουμε συλλογικά την ευθύνη μας για την καθημερινότητα που φτιάξαμε για να ζούμε, τις δομικές θεσμικές ελλείψεις και παραλείψεις που εντατικοποιούν τη φτωχοποίηση των πολιτών με όλα τα αρνητικά συνεπακόλουθα για την ολόπλευρη υγεία και ποιότητα ζωής τους.

Σαφώς είναι απαραίτητη η αναγνώριση της βιολογικής βάσης πολλών θεμάτων ψυχικής υγείας και η ιατρική τους φροντίδα, αλλά δυστυχώς δεν αρκεί. Φανταστείτε έναν άνθρωπο σήμερα που έχει άγχος, για παράδειγμα, και λαμβάνει την αγωγή του για αυτό. Πόσο θα είναι εντάξει μόνο με αυτό όταν κάθε μέρα έχει να επιβιώσει σε ένα εργασιακό-κοινωνικό περιβάλλον με τους γνώριμους σε όλ@ μας ρυθμούς.

Δεν είναι και λίγο σαν να κάνουμε μισή δουλειά αν δεν αναγνωρίζουμε σε επίπεδο παροχών ψυχικής υγείας πια και όλο το υπόλοιπο κομμάτι της ζωής μας που σήμερα μπορεί να μας αποδιοργανώνει; Είναι μια πολιτική (δεν εννοώ κομματική, είναι ευρύτερη η διάσταση) επιλογή που έχει ευκολία σε επίπεδο κρατικών παροχών, δίνει χώρο στο κέρδος μέσα από τη φαρμακευτική βιομηχανία, απλοποιεί την πολυπλοκότητα του ανθρώπου και θα τολμούσα να πω πως τελικά τον υποτιμά υποβιβάζοντάς τον σε ένα κατεξοχήν βιολογικό ον χωρίς άλλες ανάγκες και διαστάσεις.

Εκεί είναι που θέλουμε τα στηρίγματα για αυτό που λέμε πνευματικό αγώνα, προσωπικό και συλλογικό, ώστε να διεκδικούμε την εξέλιξη, τις καλύτερες παροχές και συνθήκες, για κάθε κοινωνική ομάδα. Μπορούμε να προχωρήσουμε θετικά ως μονάδες μόνο μέσα από την συλλογική μας πρόοδο. Εκεί έρχεται η αλληλεγγύη.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα