Σακελλαροπούλου: Αναγορεύτηκε επίτιμη Διδάκτορας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ
Για τη σημαντική συμβολή της στη λειτουργία της Δικαιοσύνης και την προάσπιση των αρχών του Κράτους Δικαίου και της Δημοκρατίας.
Σε επίτιμη διδάκτορα της Νομικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αναγορεύτηκε η Α.Ε. η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, για τη σημαντική συμβολή της στη λειτουργία της Δικαιοσύνης και την προάσπιση των αρχών του Κράτους Δικαίου και της Δημοκρατίας. Η Τελετή Αναγόρευσης πραγματοποιήθηκε σήμερα, Τετάρτη 30 Ιουνίου 2021, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της ομόφωνης απόφασης του Τμήματος Νομικής του ΑΠΘ που πάρθηκε στις 21/1/2020, μόλις μία μέρα πριν από την εκλογή της από την Βουλή των Ελλήνων ως η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, στο πρόσωπο της τιμώμενης, η Νομική Σχολή του ΑΠΘ τιμά «όλους εκείνους τους δικαστές, οι οποίοι κράτησαν και κρατούν με το παράδειγμά τους αλώβητο το κύρος της δικαιοσύνης, αγωνιζόμενοι καθημερινώς για τη βελτίωση της ποιότητας στην απονομή της».
Ο Πρύτανης του ΑΠΘ, Καθηγητής Νικόλαος Γ. Παπαϊωάννου καλωσόρισε στην οικογένεια του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου ενώ στον χαιρετισμό του δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη χρονική συγκυρία της απόφασης του Τμήματος Νομικής και τη χαρακτήρισε «ως ένα ακόμη παράδειγμα, όπου η ακαδημαϊκή πραγματικότητα υπερκέρασε κατά έναν τρόπο την πολιτική». Για την τιμώμενη ανέφερε «απόψε τιμάστε πρωτίστως ως μία εξέχουσα προσωπικότητα, ως άριστη νομικός, με ευαισθησίες για το δικαστικό σύστημα του κράτους και την προστασία του περιβάλλοντος, ως ένας άνθρωπος με βαθιά καλλιέργεια και πολιτιστική Παιδεία. Η παρουσία σας στον ανώτατο θώκο του ελληνικού κράτους αποτελεί εγγύηση για τις αξίες της δημοκρατίας.
Τα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα όλων των βαθμίδων, όλοι όσοι βρισκόμαστε απόψε σ’ αυτή την αίθουσα, ιθύνοντες και μη, πρόκειται να διαβούμε τους επόμενους μήνες, ίσως και χρόνια, ένα δύσβατο μονοπάτι. Και εδώ έγκειται, κατά τη γνώμη μου, η σπουδαιότητα του δικού σας ρόλου, κυρία Πρόεδρε της Δημοκρατίας. Όχι μόνο συμβολικά, αλλά και ουσιαστικά. Γιατί στο πρόσωπό σας ενσαρκώνονται οι έννοιες της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της επιστήμης, του πολιτισμού και της ιστορίας μίας ολόκληρης χώρας, της οποίας τις ελπίδες ενσαρκώνετε.
Και αναφερόμενος στη σημερινή σας ιδιότητα, επανέρχομαι στη μακρά σας σταδιοδρομία στον νομικό και δικαστικό κλάδο της χώρας, το κατ’ εξοχήν πεδίο όπου η έννοια της “Μετακένωσης” -η άκριτη μίμηση ξενόφερτων προτύπων- οδηγεί σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο: διότι κάθε αξιοσημείωτη αλλαγή -συμβολική αλλά και όχι μόνον- οφείλει να σέβεται την κοινότητα και την εθιμοτυπία προκειμένου να στεριώσει. Πρόκειται για ένα μάθημα που μας διδάσκετε καθημερινά με την παρουσία σας στην πολιτική ζωή του τόπου μας.
Με την προσωπικότητά σας έχετε την ικανότητα να συντελέσετε στη διαμόρφωση ενός πρότυπου κώδικα αξιών, με τη σταδιοδρομία σας να εμπνεύσετε ένα μέλλον πιο αισιόδοξο∙και με την παρουσία σας στα πολιτικά δρώμενα του τόπου τη δυνατότητα, όσο και την κατάρτιση, να υπενθυμίζετε πως: “η βάση του νόμου πρέπει να εδράζεται στις ηθικές μας αρχές και όχι στη βία. Και πως η απόδοση δικαιοσύνης αποτελεί, τελικά, μία άσκηση στην ίδια την έννοια της ελευθερίας”».
Η Κοσμήτορας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Καθηγήτρια Ελισάβετ Συμεωνίδου-Καστανίδου στον χαιρετισμό της ανέφερε μεταξύ άλλων: «Με την τελετή αυτή, τιμούμε κατ’ αρχάς την νομικό Κατερίνα Σακελλαροπούλου, για τη συμβολή της στην προαγωγή του δημόσιου διάλογου επί σημαντικών θεμάτων του Συνταγματικού και του Διοικητικού Δικαίου.
Τιμούμε επίσης τη δικαστή Κατερίνα Σακελλαροπούλου, για τη μακρά και ουσιαστική προσφορά της στην απονομή και την οργάνωση της Δικαιοσύνης, όπως θα φανεί από τον έπαινο που ακολουθεί.
Τέλος τιμούμε την πρώτη γυναίκα Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας και την πρώτη γυναίκα Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, ως σύμβολο της “έμφυλης ισότητας”, αλλά και ως πρότυπο ενεργού πολίτη, που αγωνίζεται διαχρονικά, από κάθε θέση, για την προστασία των ατομικών ελευθεριών και των δικαιωμάτων των πολιτών, την τήρηση της νομιμότητας και τη διασφάλιση των αρχών του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας.
Πιστεύουμε βαθύτατα ότι το παράδειγμα ζωής των ανθρώπων που κατέχουν θέσεις ευθύνης γίνεται πρότυπο για όλους μας, και κυρίως για τη νέα γενιά».
Τον Έπαινο (Laudatio) της τιμώμενης τον έκανε ο Καθηγητής Διοικητικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Ιωάννης Συμεωνίδης, ο οποίος εξήρε την προσωπικότητά της και τη νομική της κατάρτιση, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι «είναι μία πολυσχιδής προσωπικότητα. Η εξαιρετική νομική της κατάρτιση και το διαρκές επιστημονικό της ενδιαφέρον, καθώς και η αφοσίωση στα δικαστικά και διοικητικά της καθήκοντα, τα οποία επιτελούσε άοκνα και με τρόπο υποδειγματικό, την καθιέρωσαν σύντομα στη συνείδηση όλου του νομικού κόσμου και σε όλους τους ομότεχνούς της, προκαλώντας μόνον σεβασμό και εκτίμηση.
Η τιμώμενη ξεχωρίζει όμως και για τη γενικότερη παιδεία της και την καλλιέργεια που τη χαρακτηρίζει, για τις ευαισθησίες της σε σειρά ζητημάτων που απασχολούν τους συμπολίτες της, για τον αγώνα της για την αναγνώριση των δικαιωμάτων, ως βασικό σημείο αναφοράς του πολιτισμού και του τρόπου ζωής μας, αλλά και την ανάδειξη των ευθυνών του καθενός μας, στη δύσκολη μάλιστα περίοδο που διανύουμε, την οποία αντιμετωπίζει ως μία οδυνηρή αλλά συνάμα και παιδαγωγική διαδικασία. Η πανηγυρική εκλογή της, τον Ιανουάριο του 2020, στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, ως πρώτης και πάλι γυναίκας αρχηγού του ελληνικού κράτους, συνιστά απλώς το επιστέγασμα μιας λαμπρής και σταθερής πορείας, μεστής από επαγγελματικά αλλά και κοινωνικά ενδιαφέροντα, αφιερωμένης στην προστασία των δικαιωμάτων και συμφερόντων του πολίτη, στην τήρηση της νομιμότητας και τη διασφάλιση των αρχών του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Η εκλογή της τιμωμένης, συνιστά όμως και ένα σημαντικό βήμα προόδου για το πολιτικό μας σύστημα, καθώς πολιτικές δυνάμεις από διαφορετικούς πολιτικά χώρους, φαίνεται να στηρίζουν, στο πρόσωπό της, έναν άνθρωπο ανένταχτο, που επέλεξε να κρατήσει την ανεξαρτησία και την παρρησία της γνώμης του και να μην ακολουθήσει τα παραδοσιακά οριζόντια δίκτυα επικοινωνίας, αναγνωρίζοντάς την, δικαίως, ως “σύμβολο της νέας εποχής”».
Στην ομιλία της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «σήμερα, η Νομική Σχολή μου αποδίδει την πιο υψηλή τιμή, με την αναγόρευσή μου σε επίτιμη διδάκτορά της, και την ευχαριστώ θερμά για αυτό. Είναι μια στιγμή ξεχωριστή, που συμπυκνώνει πολλές δεκαετίες παρουσίας, εργασίας και μελέτης στον χώρο του δικαίου. Αλλά και κάτι παραπάνω, που δεν χωράει στο τυπικό βιογραφικό: το δίκαιο δεν συνιστά, για όσους αφιερώνουμε τη ζωή μας σε αυτό, ένα απλό αντικείμενο γνώσης, δεν κείται έξω από μας. Αντιθέτως, είναι, τολμώ να πω πιο προσωπικά, ένα διαρκές βίωμα, με σπουδαίες αναφορές σε πρόσωπα και θεσμούς που προσδιόρισαν βαθύτατα τη στάση μου απέναντι σε αυτό. Με πρώτο το παράδειγμα του πατέρα μου, στην εγγύτερη αναφορά για όλους μας, την οικογένεια. Στη συνέχεια ήρθε η Νομική Σχολή της Αθήνας, στη μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία, σε χρόνια εκρηκτικά και δημιουργικά. Καθοριστική υπήρξε βέβαια η μακρά θητεία μου στο Συμβούλιο της Επικρατείας σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, της πιο ειρηνικής και προοδευτικής περιόδου της σύγχρονης ιστορίας μας.
Στις αποσκευές του φρόνιμου δικαστή συνυπάρχουν ο ιδεαλισμός με τον πραγματισμό, η αποστασιοποίηση και η ενσυναίσθηση. Η νομολογία τοποθετείται στη συγκυρία, αλλά και την υπερβαίνει. Ο χρόνος της δεν είναι ποτέ αυστηρά ενεστώς, καθώς περικλείει τη σχέση με το παρελθόν, τις προηγούμενες κρίσεις της, όπως και τους δρόμους που ανοίγει για το μέλλον. Ο δικαστικός εαυτός είναι μια ενότητα μεθόδου και νομικής αντίληψης, ένας πυρήνας ερμηνείας του δικαίου που παρά τις νομολογιακές μεταβολές και τις αποκλίσεις, τις πλειοψηφίες και τις μειοψηφίες, παραμένει ισχυρός και συνεκτικός, για όποιον τουλάχιστον επιχειρεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων που απαιτεί η απονομή της δικαιοσύνης. Στην προσωπική μου διαδρομή αυτό προσπάθησα να κάνω πράξη, σε όλες τις πτυχές και τις εκφάνσεις της.
Η ιδιότητα του νομικού είναι αυτή που κάνει πιο οικεία τα συνταγματικά μου καθήκοντα και την άσκηση των αρμοδιοτήτων μου στην Προεδρία. Τα εφόδια και οι εμπειρίες που αποκόμισα από τη δικαστική μου θητεία, ο βίος στο Συμβούλιο της Επικρατείας, είναι το ψυχικό και συναισθηματικό μου απόθεμα, ο τρόπος που συνταιριάζει τη νομική με την πολιτική μου αποστολή. Ο Προέδρος της Δημοκρατίας, όπως και ο δικαστής, οφείλει να ακούει με προσοχή όλες τις πλευρές, να συνθέτει τις διαφορές. Ο ρυθμιστικός μου ρόλος, όπως περιγράφεται στο Σύνταγμα, και η ενωτική υπέρβαση των κομματικών σκοπιμοτήτων, προϋποθέτει την απόσταση και την αμεροληψία. Δεν εκπροσωπώ καμία παράταξη, αλλά όλους τους Έλληνες. Ως Πρόεδρος, παραμένω στο τέλος της ημέρας όπως ακριβώς και στη δικαστική μου διαδρομή: ένας δημόσιος λειτουργός, προσηλωμένος στο γενικό και στο εθνικό συμφέρον».
Η Τελετή πλαισιώθηκε μουσικά από τη Χορωδία «Τρισεύγενη Καλοκύρη» του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του ΑΠΘ, με τη συνοδεία στο πιάνο του Θανάση Μπιλιλή, υπό τη διεύθυνση της Εριφύλης Δαμιανού.
Η εκδήλωση μεταδόθηκε ζωντανά από τον σύνδεσμο https://www.auth.gr/video/29369
Δείτε επίσης
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ