Ο πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας έχει ήδη τεράστιο αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι ο πόλεμος θα προκαλέσει ένα τεράστιο αρνητικό σοκ που θα αποδυναμώσει περαιτέρω την ανάπτυξη, μετά την συνεχιζόμενη πανδημία και θα αυξήσει περαιτέρω τις πληθωριστικές πιέσεις. «Δεδομένης αυτής της δυναμικής, ακόμη και η κατά τα άλλα ισχυρή αμερικανική οικονομία θα βιώσει απότομη ύφεση και θα οδηγηθεί σε μείωση της ανάπτυξης», δήλωσε ο Νουριέλ Ρουμπινί, επικεφαλής οικονομολόγος στην ομάδα της Atlas Capital.
H επιθετικότητα του Πούτιν είναι ένας παράγοντας που όχι μόνο σημαίνει μέγιστη ανασφάλεια, αλλά και καταστρέφει βιώσιμες οικονομικές δομές, πολύ περισσότερο από ό,τι η πανδημία.
Στην πραγματικότητα, οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν επηρεάζουν μόνο τις ρωσικές εταιρείες, αλλά πολλές επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο. Δισεκατομμύρια κινδυνεύουν για διεθνείς εταιρείες, τράπεζες και επενδυτές.
Μετοχές και ομόλογα
Μόνο τα διεθνή κεφάλαια που έχουν επενδυθεί στη Ρωσία σε μετοχές και ομόλογα, ξεπερνούν τα 60 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας χρηματοοικονομικής ανάλυσης Morningstar. Εταιρείες, όπως η Capital Group, η Blackrock και η Vanguard έχουν πληγεί περισσότερο.
Σύμφωνα με ανάλυση της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας JPMorgan, οι ξένοι κατέχουν περίπου 79 δισεκατομμύρια δολάρια σε ρωσικά χρεόγραφα.
Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS), εκτιμά επίσης ότι τα ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στη Ρωσία αντιμετωπίζουν κινδύνους, ύψους περίπου 120 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στην Ευρώπη, οι ιταλικές και γαλλικές τράπεζες έχουν πληγεί περισσότερο – με λίγο πάνω από 25 δισεκατομμύρια δολάρια για κάθε χώρα.
Η έκθεση των αμερικανικών τραπεζών ανέρχεται συνολικά στα 14,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Από τις επιμέρους τράπεζες, ιδιαίτερα εκτεθειμένη είναι η αυστριακή Raiffeisen Bank International – με 22,85 δισ. ευρώ. Η γαλλική Société Générale, που ελέγχει τη ρωσική Rosbank, είναι επίσης εκτεθειμένη με 18,6 δισ. ευρώ. Από τις αμερικανικές, η Citigroup εμπλέκεται στη Ρωσία με σχεδόν δέκα δισεκατομμύρια δολάρια.
Η BP θέλει να παραιτηθεί από το μερίδιό της στον ρωσικό πετρελαϊκό κολοσσό Rosneft. Η Rosneft αντιπροσωπεύει περίπου τα μισά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της BP και το ένα τρίτο της παραγωγής της. Σύμφωνα με τη βρετανική εταιρεία, η πώληση του μεριδίου 19,75% θα κοστίσει έως και 25 δισεκατομμύρια δολάρια.
H ExxonMobil αποχωρεί από τη ρωσική επιχείρηση πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αυτό έχει μέχρι στιγμής αποτιμηθεί σε περισσότερα από τέσσερα δισεκατομμύρια δολάρια. Η Shell διακόπτει όλες τις δραστηριότητές της στη Ρωσία. Η πετρελαϊκή εταιρεία είχε περίπου 3 δισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία στη Ρωσία, στα τέλη του 2021.
Μια πολύ διαφορετική κρίση
Γίνεται πλέον σαφές: Αυτή η κρίση είναι διαφορετική και πιο δύσκολη από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η παγκόσμια οικονομία εδώ και δύο χρόνια. Τα προβλήματα που προκύπτουν από τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας δεν μπορούν να λυθούν με πακέτα βοήθειας ή φθηνό χρήμα από τις κεντρικές τράπεζες.
Όσον αφορά τα διεθνή χρηματιστήρια, οι μετοχές των τραπεζών καταγράφουν μεγάλες απώλειες: η γερμανική Commerzbank έχασε σχεδόν 9% και η μετοχή της Deutsche Bank σχεδόν 7%. Ανάλογη ήταν η κατάσταση και για τις άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Αυτό οφείλεται εν μέρει στον αποκλεισμό των ρωσικών τραπεζών από το σύστημα SWIFT. Σύμφωνα με την ΕΕ, επτά ρωσικές τράπεζες εξαιρούνται πλέον από το σύστημα SWIFT: VTB, Otkritie, Novikombank, η κρατική τράπεζα Promsvyazbank, η Rossiya, η Sovcombank και η κρατική τράπεζα VEB. Ο αποκλεισμός από τις διεθνείς πληρωμές σημαίνει επίσης ότι οι ρωσικές τράπεζες δεν μπορούν πλέον να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους διεθνείς εταίρους τους. Αυτός είναι και ο λόγος για την εξαίρεση της μεγαλύτερης ρωσικής τράπεζας, της Sberbank και της Gazprombank, που είναι τα κύρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των προμηθευτών ενέργειας. Ωστόσο, η Ε.Ε. επιβάλλει περαιτέρω κυρώσεις σε αυτές τις δύο τράπεζες, καθώς και σε άλλα ρωσικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Αβεβαιότητας συνέχεια
Μετά από δύο χρόνια αβεβαιότητας που προκλήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού, ο πόλεμος στην Ουκρανία θέτει περαιτέρω προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι συνεχίζουν να αυξάνονται.
Η Ρωσία και η Ουκρανία θεωρούνται κύριοι εξαγωγείς σιτηρών, αντιπροσωπεύοντας το ένα τέταρτο των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού. Ο φόβος για ελλείψεις στον εφοδιασμό λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και των σχετικών κυρώσεων ανεβάζουν σημαντικά την τιμή του σιταριού, που έχει ήδη αυξηθεί πάνω από 9%.
Το σοκ του στασιμοπληθωρισμού που προκλήθηκε από τον πόλεμο της Ουκρανίας θα γίνει αισθητό παγκοσμίως μέσω των αγορών ενέργειας: Εξάρτηση από το ρωσικό αέριο για την Ε.Ε., αλλά και αύξηση των τιμών του αργού πετρελαίου για τους καταναλωτές στις ΗΠΑ. Για να μην αναφέρουμε την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των επενδυτών.
Άλλες γεωπολιτικές συγκρούσεις μπορεί να ενταθούν, όπως για παράδειγμα στην Ταϊβάν.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, δήλωσε στη Frankfurter Allgemeine Zeitung ότι οι τρέχουσες γεωπολιτικές εντάσεις «επηρεάζουν όχι μόνο τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, αλλά και την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των καταναλωτών στο εμπόριο».
Επιπλέον, η Ρωσία θα μπορούσε να περιορίσει την παραγωγή πετρελαίου ως απάντηση στις δυτικές κυρώσεις. Με αυτόν τον τρόπο, ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν θα μπορούσε να προκαλέσει ασύμμετρη ζημιά στις ευρωπαϊκές και αμερικανικές αγορές.
Προκειμένου να μειωθεί η αναταραχή στην αγορά πετρελαίου, οι Ευρωπαίοι, όπως και οι Αμερικανοί, μπορούν να απελευθερώσουν μέρος των εθνικών τους αποθεμάτων πετρελαίου. Υπάρχει επίσης αυξανόμενη πίεση στις Ηνωμένες Πολιτείες να έρθουν σε συμφωνία με το πετρελαιοπαραγωγικό Ιράν. Μένει να δούμε τέλος,πώς θα αντιδράσει το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ για το βασικό επιτόκιο στη συνεδρίαση της προσεχούς Πέμπτης.
Πηγή: Μιχάλης Ψύλος/ naftemporiki
Ουκρανία: Βαρύ το κόστος του πολέμου σε καύσιμα, τρόφιμα και πρώτες ύλες
H ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι κυρώσεις που επέβαλε η Δύση προκάλεσαν φόβους στις αγορές για την προσφορά ενέργειας, τροφίμων και άλλων πρώτων υλών από τη Ρωσία, με αποτέλεσμα τις τεράστιες αυξήσεις τιμών την τελευταία εβδομάδα.
Η Ρωσία είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς βασικών πρώτων υλών, από τα αέριο και το πετρέλαιο έως το αλουμίνιο, τα σιτηρά και το παλλάδιο.
Πετρέλαιο
Οι τιμές του πετρελαίου είχαν τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδο από τα μέσα του 2020, με το μπρεντ να εκτινάσσεται πάνω από 14%, και την τιμή του να φθάνει την Πέμπτη στα 119 δολάρια το βαρέλι, το υψηλότερο επίπεδο δεκαετίας.
Φυσικό αέριο
Το φυσικό αέριο έσπασε όλα τα κοντέρ, με την τιμή αναφοράς για την Ευρώπη (TTF) να υπερδιπλασιάζεται, ξεπερνώντας και τα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 93 ευρώ που είχε κλείσει την Παρασκευή, 25 Φεβρουαρίου, λόγω της αβεβαιότητα για την παροχή ρωσικού αερίου. Στις 24 Φεβρουαρίου, όταν ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τα συμβόλαια TTF είχαν κλείσει στα 132 ευρώ.
GAS TTF
- 8/3/2021: 16,6€/MWh
- 1/7/2021: 24,7€/MWh
- 5/10/2021: 59€/MWh
- 22/12/2021: 133€/MWh
- 21/2/2021: 72€/MWh
- 4/3/2022: 203€/MWh
«Οι ρωσικές εξαγωγές ενέργειας εξαιρούνται επί του παρόντος από τις διεθνείς κυρώσεις, αλλά παρά ταύτα έχουν διαταραχθεί», σημείωσαν αναλυτές της UBS, προσθέτοντας: «Αυτό συμβαίνει, επειδή οι αγοραστές αυτοπεριορίζονται από τον φόβο μελλοντικών κυρώσεων και για λόγους που έχουν να κάνουν με τη φήμη τους, Με περιορισμένη τη δυναμικότητα αποθήκευσης από την πλευρά της Ρωσίας, οι διαταραχές στην προσφορά πιθανόν να προκαλέσουν, με κάποια καθυστέρηση, μειώσεις στην παραγωγή».
Αύξηση 40% στις τιμές των σιτηρών
Οι τιμές των σιτηρών στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων του Σικάγο σκαρφάλωσαν 40%, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ιστορικά εβδομαδιαία άνοδο, ενώ οι τιμές για το καλαμπόκι αυξήθηκαν 17%.
Ρεκόρ για το αλουμίνιο
Το αλουμίνιο σκαρφάλωσε στο υψηλό επίπεδο – ρεκόρ των 3.850 δολαρίων ανά τόνο, με άνοδο σχεδόν 13%.
Το νικέλιο εκτινάχθηκε σε υψηλό 11 ετών, στα 29.000 δολάρια ο τόνος με άνοδο 16% στην εβδομάδα, τη μεγαλύτερη από το 2008.
«Η Ρωσία είναι σημαντικός παραγωγός μετάλλων, όπως το παλλάδιο, το αλουμίνιο και το νικέλιο. Τα πακέτα κυρώσεων που έχουν ανακοινωθεί έως τώρα δεν έχουν στοχοποιήσει τους Ρώσους παραγωγούς», δήλωσε αναλυτής της ING. «Ωστόσο, οι κυρώσεις αναφορικά με την πρόσβαση ορισμένων ρωσικών τραπεζών στο διατραπεζικό σύστημα SWIFT προκάλεσαν μεγάλη σύγχυση στους παράγοντες της αγοράς σχετικά με τις συναλλαγές μετάλλων με τη Ρωσία», πρόσθεσε.
Το παλλάδιο καταγράφει εβδομαδιαία κέρδη 22%, ενώ ο χρυσός ενισχύθηκε από τους επενδυτές που ανησυχούν για τον πληθωρισμό και τη γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, αναζητώντας ασφαλή καταφύγια για τα χρήματά τους.
Αύξηση 67% των τιμών άνθρακα και 20% του σιδήρου
Η τιμή αναφοράς των futures του σιδήρου στην Κίνα κατέγραψε τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδο τα τελευταία δύο και πλέον χρόνια, σχεδόν 20%, ενώ η τιμή για τα futures άνθρακα του Νιούκαστλ εκτοξεύθηκαν πάνω από 67%.
Πηγή: Ημερησία
Έρευνα-Ανάλυση: Το φυσικό αέριο, η αύξηση των αναγκών και οι εκτιμήσεις
Eρευνα – Ανάλυση: καθ. Γιάννης Μανιάτης
Με τη συνεργασία των μεταπτυχιακών φοιτητών/τριών: Γιώργου Ανδρεσάκη, Φρειδερίκης Δεσύλλα, Ουρανίας Πιέρρου
Η εξάρτηση και οι αποθήκες αερίου
Η εξάρτηση των κρατών-μελών της Ε.Ε. και οι επιπτώσεις από πιθανές διακοπές ροής φυσικού αερίου από Ρωσία διαφέρουν. Η Ιβηρική χερσόνησος έχει περίσσευμα εισαγωγών. Το αέριο που φθάνει ή παράγεται σε Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία απαιτεί άλλες υποδομές. Οι υποδομές της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης είναι σχεδιασμένες για εισαγωγές από την Ανατολή.
Αντίστοιχα είναι αυτοκτονική η ολιγωρία των διαχειριστών των ευρωπαϊκών αποθηκών φυσικού αερίου το 2021 που προκάλεσε εκτόξευση των τιμών, πριν από την ουκρανική κρίση.
Οι ρωσικές εξαγωγές το 2020
Οι εξαγωγές της Ρωσίας σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο το 2020 ήταν της τάξης των 250 δισ. δολαρίων. Οι σημαντικά μεγαλύτερες ποσότητες κατευθύνθηκαν σε Γερμανία (16%), Ιταλία (12%), Γαλλία (8%). Οι ευρωπαϊκές χώρες του ΟΟΣΑ συνολικά απορρόφησαν το 72% των εξαγωγών. Η Κίνα απορρόφησε μόνο το 5%, ποσοστό που αναμένεται να αυξηθεί μετά τις συμφωνίες που υπέγραψαν Πούτιν – Σι. Στον τομέα του πετρελαίου, 48% των εξαγωγών της Ρωσίας κατευθύνθηκε στις ευρωπαϊκές χώρες του ΟΟΣΑ και 31% προς Κίνα.
Η αύξηση των αναγκών και οι εκτιμήσεις
Οι εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας για την πορεία των αναγκών σε φυσικό αέριο προς το 2050 ήταν σαφείς πριν από την ενεργειακή κρίση. Με τις προ κρίσης εκτιμήσεις καταγράφεται παγκοσμίως διαρκής αύξηση αναγκών από 3.336 δισ. κυβ. μέτρα (2010) σε 3.999 δισ. κυβ. μέτρα (2020), αύξηση 20%. Σύμφωνα με το πιο ρεαλιστικό σενάριο, τις «Δηλωμένες Πολιτικές» των κρατών, προβλέπεται αύξηση 6% για το 2030 και μείωση 4% για το 2050.
Η εκτόξευση των τιμών
Οι εξωπραγματικές αυξήσεις που καταγράφονται στις τιμές του φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές γίνονται ορατές όταν τα δεδομένα μετασχηματίζονται σε δολ./ισοδύναμο βαρέλι πετρελαίου. Το Brent στη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση του 2008, η οποία τίναξε στον αέρα τις αγορές, έφτασε κάποια στιγμή στα 146 δολ./βαρέλι. Σήμερα το φυσικό αέριο στο ολλανδικό TTF πωλείται για περισσότερες από 94 ημέρες σε τιμές οι οποίες έφθασαν πολύ πιο πάνω, αγγίζοντας έως και τα 350 δολ./βαρέλι.
Εσωτερική παραγωγή και κατανάλωση
Η Ευρώπη το 2015 παρήγαγε το 24% του Φ.Α. που κατανάλωσε, ενώ το 2021 παρήγαγε μόλις το 9% της κατανάλωσης (κυρίως λόγω εξάντλησης κοιτασμάτων). Eχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το ποσοστό συμμετοχής του Φ.Α. στην εσωτερική κατανάλωση των κρατών-μελών το 2015. Στο Ην. Βασίλειο παράχθηκε το 81% που καταναλώθηκε εσωτερικά. Ιδια κατάσταση και στην Ολλανδία, με το τεράστιο κοίτασμα Γκρόνινγκεν, με ιδιοκατανάλωση σε ποσοστό 75%. Σημαντική συμβολή των εθνικών κοιτασμάτων υπήρξε σε Ιταλία, Δανία, Ρουμανία, Πολωνία. Στην Ελλάδα, δυστυχώς η συμμετοχή εθνικών κοιτασμάτων Φ.Α. ήταν και συνεχίζει να είναι μηδενική.
Εισαγωγές σε ορυκτές πρώτες ύλες
Το στρατηγικό κενό της Ε.Ε. είναι εμφανές όταν εξετάζεται η εξάρτησή της από ορυκτές πρώτες ύλες, που είναι απαραίτητες τόσο στη σημερινή λειτουργία των οικονομιών της όσο και στην πορεία προς την πράσινη μετάβαση. Οι εισαγωγές από Ρωσία είναι της τάξης του 40% για το παλλάδιο, το οποίο χρησιμοποιείται σε καταλύτες (και αυτοκινήτων), όργανα ακριβείας κ.ά., του 30% για το βανάδιο, που χρησιμοποιείται στην κατασκευή ειδικών κραμάτων, και πάνω από 15% για το αλουμίνιο και το νικέλιο. Η εξάρτηση από Κίνα είναι ακόμη μεγαλύτερη, τόσο σε επίπεδο πρώτων υλών όσο και σε επίπεδο εργοστασίων επεξεργασίας τους.
Πηγή: Η Καθημερινή
Η ουκρανική κρίση και οι οικονομικές συνέπειες που αλλάζουν τη ζωή μας
Η συνέχιση των σφοδρών ρωσικών επιχειρήσεων εναντίον της Ουκρανίας τροφοδοτεί ντόμινο εξελίξεων και ανακατατάξεων στην παγκόσμια οικονομία. Οι κυρώσεις της Δύσης κλιμακώνονται, αλλά συχνά αμφισβητείται η αποτελεσματικότητά τους και εκφράζονται φόβοι ότι μπορούν να γυρίσουν μπούμερανγκ, κυρίως για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι κυριότερες μέχρι στιγμής κυρώσεις είναι ο αποκλεισμός μεγάλων ρωσικών τραπεζών από το Swift και το πάγωμα των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας που είναι κατατεθειμένα σε δυτικές τράπεζες. Σε αυτές τις κυρώσεις η Μόσχα δεν έχει απαντήσει. Προς το παρόν τις μελετάει και επεξεργάζεται διάφορα σενάρια για την αντιμετώπισή τους.
ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΕΡΟΔΙΑΣΤΗΜΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Η Δύση επέβαλε κυρώσεις που θίγουν την αεροπορική βιομηχανία της Ρωσίας και τις αερομεταφορές.. Η Μόσχα απάντησε με απαγόρευση των πτήσεων από την Ευρώπη προς την Ασία, πάνω από το ρωσικό εναέριο χώρο. Αυτό κάνει τις πτήσεις από την Ευρώπη στην Ασία πολύ ακριβές και χρονοβόρες. Επίσης οι δυτικές κυρώσεις περιλαμβάνουν την απαγόρευση πώλησης και συντήρησης αεροσκαφών Airbus, τα οποία εξυπηρετούν περίπου το 40% των επιβατών που ταξιδεύουν με τις ρωσικές αεροπορικές εταιρείες. Η Ρωσία εξετάζει το πάγωμα της προμήθειας τιτανίου στη Δύση, το οποίο είναι απαραίτητο στην αεροδιαστημική βιομηχανία και κατά τα 2/3 του παγκοσμίως είναι ρωσικής προέλευσης. Η Airbus ήδη ανακοίνωσε, ότι σταματάει τη συνεργασία της με ρωσικές αεροπορικές εταιρείες. Η Boeing επίσης σταματάει την προμήθεια ανταλλακτικών, τη συντήρηση και την τεχνική υποστήριξη των ρωσικών αεροσκαφών.
Η Ρωσία πλήρωσε ακριβά τις οικονομικές κυρώσεις που της είχαν επιβληθεί από το 2014, λόγω της προσάρτησης της Κριμαίας. Το αντίτιμο ήταν αδιαμφισβήτητα πολύ υψηλό και για τη Δύση και κυρίως για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν αρχίσουν να κατάσχονται ρωσικά περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό, η Ρωσία θα απαντήσει με κατάσχεση δυτικών περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στο έδαφός της. Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει σε γενικευμένο οικονομικό πόλεμο.
Σύμφωνα με Ρώσους οικονομολόγους, η Μόσχα προκρίνει τη σταδιακή επιβολή αντικυρώσεων, από μια συνολική απάντηση στις δυτικές κυρώσεις. Εξετάζει, για παράδειγμα, τον περιορισμό των εξαγωγών ρωσικών και λευκορωσικών λιπασμάτων που θα οδηγήσει στην αύξηση των τιμών των αγροτικών προϊόντων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΜΕΤΑΛΛΩΝ
Ένας τομέας που εξετάζει να χρησιμοποιήσει η Ρωσία για την επιβολή αντιδυτικών κυρώσεων είναι τα προϊόντα μεταλλουργίας. Μια μείωση των ρωσικών εξαγωγών παλλαδίου θα δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία., όπου το παλλάδιο χρησιμοποιείται για το φιλτράρισμα των καυσαερίων.. Επίσης ενδεχόμενη μείωση των ρωσικών εξαγωγών νικελίου και κοβαλτίου θα δημιουργούσε ανυπέρβλητα προβλήματα στην παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ – ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ
Οι πρώτες ύλες αποτελούν τα βασικά εξαγώγιμα αγαθά και την «αχίλλειο πτέρνα» της ρωσικής οικονομίας.
Οι εξαγωγές του ρωσικού αργού πετρελαίου Urals αυξάνονται με αμείωτους ρυθμούς. Οι υδρογονάνθρακες καλύπτουν το μισό περίπου των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού της Ρωσίας.
Οι εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη συνεχίζονται και οι παραγγελίες αυξάνονται. Η Gazprom ανακοίνωσε, ότι αυξήθηκαν οι παραγγελίες μέσω του ουκρανικού αγωγού, όπου πριν την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων οι παραδόσεις ήταν 50 εκατομμύρια κυβικά μέτρα/ημερησίως, ενώ τώρα είναι 109 εκατομμύρια κυβικά μέτρα ημερησίως, δηλαδή υπήρξε υπερδιπλασιασμός.
Οι υπόγειες δεξαμενές φυσικού αερίου είναι σχεδόν άδειες και επειδή υπάρχει η αρνητική εμπειρία του 2021, οι παραγγελίες αυξάνονται, παρά τις υψηλές τιμές. Η υπερβάλλουσα ζήτηση ωθεί τις τιμές σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα. Η αύξηση των εξαγωγών φυσικού αερίου από τους νέους αγωγούς προς την Κίνα δημιουργεί οπωσδήποτε αντίβαρο στις δυτικές κυρώσεις και στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Σ’ αυτά τα πλαίσια πιέστηκε η Γερμανία να μη δώσει την πιστοποίηση στον αγωγό “Nord Stream-2”.
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΠΡΟΣ ΠΟΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ;
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας επεξεργάστηκε 10 βήματα που θα οδηγήσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση στη μείωση , κατά 1/3, της προμήθειας ρωσικού φυσικού αερίου. Προτείνεται, τα επόμενα οκτώ χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση να μειώσει τις προμήθειες κατά 55 δις κυβικά μέτρα ή κατά 1/3 από τις τρέχουσες προμήθειες.
Η Ρωσία, σύμφωνα με στοιχεία του 2021 προμήθευσε την Ευρωπαϊκή Ένωση με 155 δις κυβικά μέτρα φυσικού αερίου (τα 15 δις ήταν υγροποιημένο –LNG) και κάλυψε περίπου το 40% της συνολικής κατανάλωσης.
Το σχέδιο του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας προβλέπει μεγάλες επενδύσεις από τις ευρωπαϊκές χώρες για τη δημιουργία νέων ενεργειακών υποδομών, επέκταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αλλά και κατασκευή πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και επαναφοράς της χρήσης γαιανθράκων.
Στη Γερμανία υπήρχε διαδικασία κλεισίματος των πυρηνικών σταθμών. Στις αρχές του 2022 έκλεισαν τρείς αντιδραστήρες και άλλοι τρεις προβλέπεται να κλείσουν μέχρι το τέλος του έτους. Επίσης υπάρχει έλλειψη πυρηνικού καυσίμου, το οποίο προμηθεύονταν κυρίως από τη Ρωσία.
Επίσης επανέρχεται το θέμα της εξόρυξης ορυκτού άνθρακα (γαιάνθρακα) που κινείται στη αντίθετη κατεύθυνση από την επιδιωκόμενη κλιματική ουδετερότητα. Η Πολωνία ενδιαφέρεται σφόδρα για τις εξορύξεις, επειδή έχει τα μεγαλύτερα κοιτάσματα στην περιοχή. Ο μεγαλύτερος, βέβαια, προμηθευτής ενεργειακών γαιανθράκων της Ευρώπης ήταν και παραμένει η Ρωσία.
ΣΤΑ ΥΨΗ ΟΙ ΤΙΜΕΣ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ
Οι τιμές του φυσικού αερίου έφτασαν σε νέο επίπεδο ρεκόρ, την Παρασκευή 4 Μαρτίου, σκαρφαλώνοντας στα 2400 δολάρια. Στο χαμπ της Ολλανδίας TTF, η προθεσμιακή τιμή του Απριλίου έφτασε στα 2411 δολάρια/1000 κυβικά μέτρα. Στις 3 Μαρτίου , στο αμερικανικό κογκρέσο, κατατέθηκε για συζήτηση σχέδιο νόμου που προβλέπει απαγόρευση εισαγωγής ενεργειακών πηγών από τη Ρωσία. Αν εγκριθεί, ο Τζο Μπάιντεν θα πρέπει να προχωρήσει σε πλήρη απαγόρευση εισαγωγής πετρελαίου , πετρελαιοειδών, υγροποιημένου φυσικού αερίου και γαιάνθρακα από τη Ρωσία. Ενδεχόμενο εμπάργκο θα εκτοξεύσει ακόμη περισσότερο τις τιμές των υδρογονανθράκων με ανυπολόγιστες αρνητικές συνέπειες για τη διεθνή οικονομία.
Η φρίκη των πολεμικών συγκρούσεων στην Ουκρανία, που ζούμε αυτές τις μέρες, οφείλεται, εκτός των άλλων, στις προσπάθειες της Δύσης να περιορίσει τη Ρωσία, μετά τη λήξη του ψυχρού πολέμου. Η Ρωσία πρέπει να σταματήσει τώρα τις πολεμικές επιχειρήσεις και να αναζητηθεί βιώσιμη λύση. Η νέα ευρωπαϊκή γεωστρατηγική αρχιτεκτονική δεν μπορεί να μην συμπεριλαμβάνει εγγυήσεις ασφάλειας για τη Ρωσία, ή ακόμη χειρότερα να στρέφεται εναντίον της.
Πηγή: Μιχάλης Ρένεσης (οικονομολόγος, ειδικός σε θέματα Ανατολικής Ευρώπης)/ Ναυτεμπορική