Τέλος εποχής: Δύο ιστορικά σινεμά της Αθήνας βάζουν λουκέτο
Η προσπάθεια της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου να μην κλείσουν
Μόνο θλίψη μπορεί να προκαλέσει η είδηση ότι το Άστορ στη Στοά Κοραή και το Ιντεάλ στην Πανεπιστημίου κινδυνεύουν να ανήκουν στο παρελθόν.
Τα κτίρια που φιλοξενούν τους ιστορικούς κινηματογράφους πρόκειται να μεταβιβαστούν στον ΕΦΚΑ, όπου και ανήκουν και να μετατραπούν σε ξενοδοχεία, γραφεία και εμπορικά καταστήματα.
Τι και αν κατάφεραν να αντέξουν στη μόδα των πολυκινηματογράφων τις προηγούμενες δεκαετίες, φαίνεται ότι η κρίση της πανδημίας, δεν τους επιτρέπει να σταθούν όρθια.
Μια Ευρωπαϊκή πόλη, όπως η Αθήνα θα διαθέτει ελάχιστα πλέον σινεμά στο κέντρο της, με εξαίρεση το Έλλη, το Όπερα και το Άστυ, αν σκεφτούμαι ότι το Αττικόν και το Απόλλων παραμένουν μια δεκαετία κλειστά και κατεστραμμένα.
Το Άστορ, της οδό Σταδίου, μια από τις ιστορικότερες Αθηναΐκές αίθουσες
Λειτούργησε πρώτη φορά, πριν 75 χρόνια, το 1947, ενώ στο ίδιο σημείο στεγάζονταν κινηματογραφικές αίθουσες ήδη από το 1908. Όπως αναφέρει ο Δημήτρης Φύσσας στην μελέτη του «Τα Σινεμά της Αθήνας 1896-2013 – Ιστορίες του Αστικού Τοπίου» (Αθήνα, 2013) η ονομασία του κινηματογράφου προέρχεται από τον Τζον Τζέικομπ Άστορ (1763-1848), που ήταν ο πρώτος πολυεκατομμυριούχος και ο δημιουργός του πρώτου τραστ στις ΗΠΑ. Η λέξη ήταν τότε συνώνυμη της χλιδής.
Το σινεμά άνοιξε τις πόρτες του στις 24 Οκτωβρίου του 1947, με τη σπουδαία κινηματογραφική διασκευή του Ντέιβιντ Λιν στις «Μεγάλες Προσδοκίες» του Ντίκενς, προβολή υπό την αιγίδα της βρετανικής πρεσβείας, η οποία τότε στεγαζόταν στους πάνω ορόφους του ίδιου κτιρίου. Το Άστορ λειτούργησε για περίπου 60 χρόνια (1947-2005), με μια διακοπή το διάστημα 1986-1990 (κατά το οποίο λειτούργησε ως θέατρο), έκλεισε για πέντε χρόνια και ξανάνοιξε για δύο σεζόν το 2010 -12, με διαφορετική διαρρύθμιση.
Στην ίδια θέση είχαν προϋπάρξει αρχικά οι κινηματογράφοι «Παλλάς» (1908-1920, πιθανότατα η πρώτη αίθουσα που χτίστηκε στην πόλη μας αποκλειστικά για σινεμά) και αργότερα το «Σινε Νιούς» (1940-1947), ενώ ενδιαμέσως ο χώρος λειτούργησε και ως σταθμός αυτοκινήτων (1921), ιταλικός στρατιωτικός κινηματογράφος και στρατιωτική αποθήκη (1942-1943).
Το Ιντεάλ με ιστορία ενός αιώνα
Άνοιξε για πρώτη φορά τις πύλες του το 1921, ως κινηματοθέατρο, στο εμβληματικό κτίριο της οδού Πανεπιστημίου που οικοδομήθηκε την δεκαετία του 1880 και ανήκε στο σύμπλεγμα των τεσσάρων κατοικιών που ανήγειρε ο Ερρίκος Σλήμαν και σχεδιάστηκε από τον σπουδαίο Γερμανό αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλλερ. Μετά τον θάνατο του Σλήμαν το ακίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία της κόρης του και το 1939 μεταβιβάστηκε στο Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού της Εθνικής Κτηματικής και της Τράπεζας της Ελλάδος.
Ξεκίνησε το 1921 ως «Σαλόν Ιντεάλ» φιλοξενώντας μεγάλες ταινίες, αλλά και σπουδαίες παραστάσεις, με τη μεγαλοπρεπή αίθουσα 2.000 θέσεων.
Το 1933, ο κινηματογράφος είχε έρθει αντιμέτωπος με την πρώτη καταστροφική πυρκαγιά της πολυτάραχης ιστορίας του. Τότε μάλιστα κινδύνευσαν να καούν ζωντανές οι οικογένειες του μηχανικού και του επιστάτη που βρίσκονταν εκεί.
Το 1989, ο Αλέξανδρος Σπέντζος ανακαίνισε ριζικά τους χώρους του κινηματογράφου, διαθέτοντας το ποσό των 70 εκατομμυρίων δραχμών. Στις 16 Ιουνίου του 1990, θα γίνει πάλι στάχτη μετά από δύο απανωτές πυρκαγιές που ξέσπασαν, τα ξημερώματα, αρχικά στον καυστήρα και στη συνέχεια στον χώρο της σκηνής.
Μετά την καταστροφή καταφέρνει να αναγεννηθεί, να ξαναλειτουργήσει, οι θέσεις μειώνονται σε 750, αποκτά υπερσύγχρονη οθόνη που καταλαμβάνει τα 150 τ.μ. και ψηφιακό ήχο.
Το σινεμά ανήκε στο κτιριακό συγκρότημα που φιλοξενούσε το εστιατόριο Ιντεάλ, το οποίο πριν λίγα χρόνια κατέβασε ρολά και το ιστορικό Αιγαίον με τους υπέροχους λουκουμάδες.
Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, σε μια απέλπιδα προσπάθεια για τη σωτηρία τους στέλνει επιστολή στον πρωθυπουργό τονίζοντας την ανάγκη να διασωθούν το «Άστορ» και το«Ιντεάλ»
Η επιστολή
Αξιότιμε κύριε Πρωθυπουργέ,
Δύο από τους εναπομείναντες κινηματογράφους του κέντρου της Αθήνας, το Ιντεάλ και το Άστορ, απειλούνται με κλείσιμο, προκειμένου τα κτίρια που τους στεγάζουν να μετατραπούν σε ξενοδοχεία, γραφεία και εμπορικά καταστήματα. Τα εν λόγω κτίρια ανήκουν στο Δημόσιο και συγκεκριμένα στον e-ΕΦΚΑ ο οποίος είχε και την πρωτοβουλία της επενδυτικής τους αξιοποίησης.
Στην πρόσφατη επίσκεψή σας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στον ιστορικό κινηματογράφο Ολύμπιον, μιλήσατε με θέρμη για όλα όσα πράττει η κυβέρνησή σας για την ανάπτυξη της οπτικοακουστικής παραγωγής της χώρα. Για τις ξένες αλλά και τις ελληνικές παραγωγές που βρίσκονται σε εξέλιξη ή ολοκληρώθηκαν πρόσφατα και για την ολοένα και πιο δυναμική παρουσία των Ελλήνων δημιουργών στο εξωτερικό. Πόσο πικρή θα μοιάζει η τεκμηριωμένη αυτή άνθηση αν δεν υπάρχουν αίθουσες προβολής για να φιλοξενήσουν τα έργα που θα παραχθούν;
Οι κινηματογράφοι υπό απειλή δεν είναι μόνο δύο από τους τελευταίους κινηματογράφους της πρωτεύουσας. Είναι δύο από τους τελευταίους κινηματογράφους της χώρας. Οι σκοτεινές αίθουσες είναι αναπόσπαστο κομμάτι του σύγχρονου πολιτισμού. Είναι το πατρικό σπίτι της έβδομης τέχνης. Οφείλουμε να επενδύσουμε το ανεκτίμητο κεφάλαιό τους στον πολιτισμό.
Ζητάμε την προσωπική σας παρέμβαση προκειμένου να προστεθούν ρήτρες προστασίας των εν λόγω κινηματογράφων στο επενδυτικό πρόγραμμα που βρίσκεται σε εξέλιξη αλλά και να θεσμοθετηθεί νομοθετικό πλαίσιο προστασίας των χειμερινών κινηματογραφικών αιθουσών, όπως είχε γίνει ανάλογα στο παρελθόν με τους θερινούς κινηματογράφους (ΦΕΚ 648/Δ/25-7-1997).
Το Δ.Σ. της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου,
Λευτέρης Χαρίτος, Πρόεδρος
Ελένη Κοσσυφίδου, Αντιπρόεδρος
Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Αντιπρόεδρος
Ζαχαρίας Μαυροειδής, Γεν. Γραμματέας
Βίκυ Μίχα, Ταμίας
Γιούρι Αβέρωφ, Μέλος
Μιχάλης Κωνσταντάτος, Μέλος
Ο Μπάμπης Κονταράκης (αιθουσάρχης του Άστορ, της αίθουσας στην στοά της πλατείας Κοραή)
«Ο ΕΦΚΑ (Υπ. Εργασίας) είναι ο ιδιοκτήτης, μεταξύ πολλών άλλων, και των ακινήτων που στεγάζουν το Ιντεάλ, το Άστορ και το Αελλώ και θέλει να αξιοποιήσει τα ακίνητα χωρίς όμως καμία δέσμευση για τη διατήρηση των κινηματογράφων. Με άλλα λόγια, η αξιοποίηση των ακινήτων μπορεί να οδηγήσει στον αφανισμό και τις τρεις αίθουσες, ιστορικά τοπόσημα και χώρους πολιτισμού της Αθήνας».
Σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε με τον ΕΦΚΑ μας ενημέρωσαν ότι θέλουν να δώσουν όλο το ακίνητο για γραφεία ή ξενοδοχείο χωρίς καμία δέσμευση για διατήρηση του κινηματογράφου Άστορ. Στην παρατήρησή μας ότι το κτίριο είναι διατηρητέο-έργο τέχνης, απάντησαν ότι η διατήρηση του κινηματογράφου μπορεί να γίνει μόνο αν το επιθυμεί ο νέος εκμισθωτής, και πάλι όμως χωρίς να υπάρχει καμία δέσμευση. Ενώ για το Ιντεάλ μας ενημέρωσαν πως είναι πολύ πιθανό να γκρεμιστεί!
Σε επόμενη επικοινωνία μας με τον ΕΦΚΑ, όπου ζητούσαμε μια συνάντηση για το θέμα, μας απάντησαν ότι μπορούμε να συναντηθούμε αφού πρώτα οριστικοποιηθούν οι οικονομικές μελέτες για να μας ενημερώσουν για τις αποφάσεις τους (!).
Για εμάς το πρόβλημα δεν είναι απλώς οικονομικής φύσης
Αλλά βούλησης και θέσης απέναντι στον πολιτισμό της πόλης και την πολιτιστική της κληρονομιά. Με άλλα λόγια, το βασικό θέμα είναι η διατήρηση των χώρων καθ’ αυτών, ως χώρων κινηματογραφικού πολιτισμού και κοινωνικής συνάντησης.
Υπό αυτό το πρίσμα, θεωρούμε ότι μετά από αυτά τα δύο απίστευτα χρόνια της πανδημίας (έχουν ήδη κλείσει ΕΜΠΑΣΣΥ, ΠΤΙ ΠΑΛΑΙ, ΟΣΚΑΡ, ΧΟΛΑΡΓΟΣ κλπ.), αλλά και τον δεκαετή αφοπλισμό του ΑΤΤΙΚΟΝ-ΑΠΟΛΛΩΝ θα χρειαστεί μια συνολικότερη θεσμική βούληση προστασίας των αιθουσών, μέσα από την ανακήρυξη διατηρητέας χρήσης των χειμερινών κινηματογράφων (αντίστοιχα με το νόμο της Μερκούρη που έσωσε τα θερινά). Ενώ σε ότι αφορά το ΑΣΤΟΡ και ΙΝΤΕΑΛ μια εγγύηση συνέχισης λειτουργίας των χώρων υπό όποιο νέο ή παλιό καθεστώς θα ήταν μια σημαντική εξέλιξη.
Σε κάθε περίπτωση χρειαζόμαστε τη στήριξή σας ώστε οι κινηματογράφοι του κέντρου (και όχι μόνο) που στηρίζουν διαχρονικά το ελληνικό και το ανεξάρτητο σινεμά να συνεχίσουν να ανάβουν τα φώτα τους στην πόλη.
Για κάθε διευκρίνιση είμαι στη διάθεση σας.
Φιλικά,
Μπάμπης Κονταράκης