4 φοιτήτριες αρχιτεκτονικής προτείνουν τι πρέπει να αλλάξει στην πόλη
Τέσσερις ενδιαφέρουσες, φρέσκες απόψεις που θα μπορούσαν να μεταμορφώσουν την Θεσσαλονίκη στο κέντρο των Βαλκανίων.
Μία μεγάλη διαδρομή στη Θεσσαλονίκη είναι η επιβεβαίωση της σπουδαίας αρχιτεκτονικής της. Συνδυάζοντας αρμονικά (όχι πάντα) την Ανατολή με την Δύση, τις κουλτούρες των λαών που πέρασαν στο διάβα της ανά χρόνους, το σύγχρονο με την κλασική ομορφιά, είναι αρκετά τα σημεία της που μας γοητεύουν μα ακόμη περισσότερα εκείνα που θα μπορούσαν να αλλάξουν, να την ανανεώσουν να της δώσουν πνοή Ευρώπης και να την αναβαθμίσουν.
Εδώ 4 φοιτητές αρχιτεκτονικής καταθέτουν την άποψη τους για εκείνα που θα ήθελαν να αλλάξουν όψη.
Δημόσιοι ιδανικά διαμορφωμένοι χώροι
Η Θεσσαλονίκη είναι μια μοναδική πόλη, η οποία καταφέρνει με τον δικό της τρόπο να συνδυάζει την ιστορικότητα με την σύγχρονη καθημερινότητα. Τα ξεχωριστά κτίρια, τα μνημεία, η σχέση της με την θάλασσα, τα στενά σοκάκια της Άνω Πόλης, τα κάστρα είναι κάποια από τα στοιχεία που την κάνουν τόσο αγαπητή στους επισκέπτες αλλά και στους πολίτες της. Με την πρώτη ματιά όλα μοιάζουν τέλεια, αλλά βιώνοντας σε αυτή, γίνεται αντιληπτή η δυσλειτουργικότητα της.
Κατά την άποψη μου μια μεγάλη έλλειψη είναι οι δημόσιοι διαμορφωμένοι χώροι, δηλαδή χώροι συνάθροισης, ψυχαγωγίας και εκπαίδευσης που είναι προσβάσιμοι από όλους τους πολίτες. Μικρές πλατείες ανά γειτονιά, διαδραστικά πάρκα, χώροι εκγύμνασης, θεατρικοί χώροι και χώροι προβολών, ανοιχτές εκθέσεις, χώροι πρασίνου, μεγάλοι πεζόδρομοι ειδικά στο ιστορικό κέντρο την πόλης, είναι μερικές ιδέες που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ζωή στην Θεσσαλονίκη. Ακόμα μια ιδέα που θα μπορούσε να υλοποιηθεί θα ήταν η εκμετάλλευση και ο ανασχεδιασμός κάποιων ήδη υπάρχων μεγάλων χώρων, όπως είναι το στρατόπεδο Κόρδα. Τέλος, κρίνω σημαντική και την εκμετάλλευση της άμεσης σχέσης που έχει η πόλη με το νερό. Μια ιδέα για να επιτευχθεί αυτό, θα ήταν η ανοικοδόμηση ολοκλήρου του Θερμαϊκού κόλπου, με τέτοιο τρόπο ώστε το άτομο να έρχεται σε άμεση επαφή με τον υγρό στοιχείο κι όχι απλά να κινείται παράλληλα με αυτό.
Με τις αλλαγές αυτές η Θεσσαλονίκη θα κατάφερνε να έχει μια ομαλή κυκλοφορία και μια πιο καθαρή ατμόσφαιρα. Για να πραγματοποιηθούν όμως όλα αυτά, πρέπει να αλλάξει και η νοοτροπία των κατοίκων της προς τους δημόσιους χώρους, καθώς με την έλλειψη σεβασμού όλα αυτά αποτελούν ένα ουτοπικό σενάριο.
*Mαρία Σαββίδου
Ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας, συντήρησης ή και αποκατάστασης είναι απαραίτητο
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη με ισχυρή αρχιτεκτονική ταυτότητα. Πολλοί παράγοντες ωστόσο – οδήγησαν τον τελευταίο αιώνα στην αποδυνάμωση του χαρακτήρα της και την απομάκρυνση από τον αρχιτεκτονικό πλούτο, ο οποίος συναντάται σήμερα – κυρίως – στο ιστορικό της κέντρο. Ο θεσμός της αντιπαροχής την μεταπολεμική περίοδο είναι ο κύριος υπαίτιος για την ύπαρξη τόσων γειτονιών με πολυκατοικίες χωρίς συνοχή που υστερούν σε αισθητική και αρχιτεκτονικές ποιότητες.
Είναι δύσκολο να παρέμβεις σε μια πόλη τόσων αιώνων ώστε να την μεταμορφώσεις αρχιτεκτονικά. Σενάρια περί κατεδάφισης των – χωρίς χαρακτήρα – πολυκατοικιών και την αντικατάσταση τους με αρχιτεκτονικά στολίδια, όπως οι βίλες της οδού Ανθέων, είναι μάλλον ουτοπικά. Αυτό που μπορεί όμως να αλλάξει στην αρχιτεκτονική της πόλης μας σήμερα, είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε το υπάρχον οικιστικό απόθεμα αλλά και τον αστικό χώρο.
Ένα θεσμικό πλαίσιο προστασίας, συντήρησης ή και αποκατάστασης είναι απαραίτητο, ώστε τα κτίρια ιδιαίτερου ενδιαφέροντος να αναδειχθούν, ενώ περιοχές με λιγότερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον -όπως λχ η περιοχή του Φαλήρου- να μην δίνουν την εντύπωση ‘παρατημένων’ και παρακμιακών γειτονιών. Ποιος άραγε δεν θα ήθελε να σταματήσει να αντικρίζει εντός της πόλης, κτίρια που στέκουν βρώμικα και απεριποίητα που δίνουν την εικόνα ξεχασμένων λείψανων ενώ συχνά είναι και επικίνδυνα; Αξιοποιώντας τις υποδομές που ήδη έχουμε με φροντίδα, η όψη της αρχιτεκτονικής της πόλης μπορεί να βελτιωθεί και να ενισχυθεί μια συνολική εικόνα που θα διατηρεί και θα αναδεικνύει την ταυτότητά της.
Σημαντικότατο ρόλο βέβαια στην αλλαγή της εικόνας της Θεσσαλονίκης διαδραματίζουν και οι αστικές παρεμβάσεις οι οποίες, με σύγχρονο πλέον τρόπο και πρωτοποριακές ιδέες, μπορούν να ενταχθούν στον ιστό της πόλης και να την αναζωογονήσουν. Η νοηματοδότηση ‘ανεκμετάλλευτων΄ τμημάτων της πόλης, η δημιουργία περισσότερων δημόσιων χώρων που θα απευθύνονται σε κατοίκους και επισκέπτες μπορούν να ενισχύσουν αφενός το φυσικό απόθεμα και τους χώρους πρασίνου και αφετέρου να ενθαρρύνουν τους πολίτες να συμμετέχουν στη ζωή της πόλης, να θαυμάσουν την αρχιτεκτονική της και να γνωρίσουν την ιστορία της.
Το σίγουρο είναι πως είναι καιρός όλοι μαζί, αρχιτέκτονες, πολιτικοί αρχηγοί και πολίτες, να επανεξετάσουμε την στρατηγική για το πως να διαμορφώσουμε την πόλη – τόσο όσο αναφορά τα κτίρια όσο και τον αστικό χώρο. Η Θεσσαλονίκη ήταν και εξακολουθεί να είναι μια πανέμορφη πόλη που βέβαια αξίζει και χρειάζεται την προσοχή και την προστασία μας.
*Θεώνη Γκέσιου
Ένα από τα προβλήματα της πόλης είναι η έλλειψη αστικών κενών και «πράσινων» χώρων
Η Θεσσαλονίκη αποτελεί μια πόλη με τεράστιο ιστορικό και πολιτισμικό ενδιαφέρον , παρ’ όλα αυτά σε σύγκριση με άλλες αντίστοιχες ευρωπαϊκές πόλεις παρατηρείται πως τις λείπουν κάποια χαρακτηριστικά που θα την εκσυγχρόνιζαν και θα την έφερναν πιο κοντά στο να καλύπτει τις ανάγκες των κατοίκων της καθώς και τις προσδοκίες των επισκεπτών της.
Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η πόλη σήμερα είναι κατά κύριο λόγο η έλλειψη αστικών κενών και «πράσινων» χώρων. Η μεγαλύτερη έκταση της καλύπτεται από μπετόν και δρόμους , στην θέση αυτών θα τοποθετούσα σύγχρονα πάρκα με αρχιτεκτονικές επεμβάσεις τα οποία θα αποτελούσαν μια πηγή γαλήνης και χαλάρωσής σε αντίθεση με τους ταχείς ρυθμούς της πόλης. Επιπλέον, θα ενίσχυα τα campus των πανεπιστημίων. Λαμβάνοντας υπόψη πως ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης αποτελείται από φοιτητές (οι οποίοι δίνουν ζωή στην πόλη) είναι απαραίτητο τα πανεπιστήμια να αναβαθμιστούν σε μεγάλο βαθμό. Για παράδειγμα, να δοθεί περισσότερη έμφαση στο σχεδιασμό και στην οργάνωση των κοινόχρηστων χώρων με σκοπό να είναι αξιοποιήσιμοι από την πανεπιστημιακή κοινότητα στο μέγιστο βαθμό. Τέλος, δεδομένης της κλιματική κρίσης που βιώνουμε μια από τις σημαντικότερες αλλαγές που θα καθιστούσαν την πόλη πιο πρωτοποριακή θα ήταν να χτίζονται βιοφιλικά κτίρια και να εκτελούνται έργα πιο φιλικά στο περιβάλλον και με την χρήση ανακυκλώσιμων και μη βλαβερών υλικών.
Κατά την δική μου άποψη η «ιδανική» πόλη είναι αυτή που συνδυάζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το σύγχρονο με το παραδοσιακό στοιχείο, που εξελίσσεται αισθητικά και αρχιτεκτονικά αλλά παράλληλα σέβεται την ιστορία της και την πολιτισμική της κληρονομία.
*Κατερίνα Τσαμπούκα
Η πόλη έχει ανάγκη να αναπνεύσει
Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου οι πόλεις έχουν ανάγκη να αναπνεύσουν. Χρειάζονται το πράσινο, τον καθαρό αέρα, την αειφορική διαχείριση του νερού. Παράλληλα, η πανδημία σηματοδότησε την αναγκαιότητα του δημόσιου ανοιχτού χώρου. Συνδυάζοντας τα παραπάνω προκύπτει η λύση στην εξίσωση της αναδιαμόρφωσης της Θεσσαλονίκης.
Η ανάπλαση της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης είναι ένα εγχείρημα πολυσυζητημένο το οποίο θα προσδώσει έναν νέο, φρέσκο, θα λέγαμε και πιο «ευρωπαϊκό» χαρακτήρα στην πόλη. Σημαντική είναι η δημιουργία ενός μεγάλου πάρκου γεμάτο πράσινο, με installations ενταγμένα στο φυσικό τοπίο, περίπτερα, χώρους ξεκούρασης και στάσης που θα προσφέρουν στον άνθρωπο την δυνατότητα απόδρασης από το αστικό περιβάλλον και θα δημιουργούν ένα νέο μικροκλίμα στην πόλη. Ταυτόχρονα, το πάρκο αυτό, θα εξακολουθεί να φιλοξενεί εκθεσιακές εγκαταστάσεις οι οποίες πλέον όμως, θα αποκτήσουν διαφορετική μορφή, βιοκλιματικό χαρακτήρα και θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ΔΕΘ σεβόμενες την έννοια του χώρου του πάρκου και του πρασίνου γενικότερα.
Το πράσινο ωστόσο είναι αναγκαίο να εισχωρήσει και στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Αυτό μπορεί να γίνει με τη δημιουργία φυτεμένων δωμάτων ή αλλιώς green roofs τα οποία θα συνέβαλλαν καθοριστικά στη βελτίωση του μικροκλίματος της πόλης. Τα green roofs στην πραγματικότητα υπάρχουν εδώ και εκατοντάδες χρόνια. Σήμερα, αποτελούν μικρές οάσεις στον αστικό ιστό, εξοικονομούν ενέργεια διατηρώντας χαμηλότερη τη θερμοκρασία στο εσωτερικό των κτηρίων τις καλοκαιρινές περιόδους, απορροφούν σκόνες και ρύπους, παράγουν περισσότερο οξυγόνο, υποστηρίζουν την καλλιέργεια λαχανόκηπων και έχουν άλλα δεκάδες προνόμια μειώνοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των κτηρίων! Στην ενίσχυση του πρασίνου στον αστικό ιστό μπορεί να συμβάλλει και η φύτευση νεών δεντροστοιχιών που θα τονίζουν άξονες κίνησης, για παράδειγμα σε πεζοδρόμους και πλατείες όπως η πλατεία της Αριστοτέλους, ο πεζόδρομος της Αγίας Σοφίας κ.α. δημιουργώντας σημεία στάσης και ξεκούρασης κάτω από την προστασία των φυλλωμάτων και αναβαθμίζοντας την έννοια του ανοιχτού δημόσιου χώρου.
Στην μείωση των καυσαερίων και στην αύξηση του οξυγόνου θα συνέβαλλε επίσης και η χρήση του ποδηλάτου. Ήδη έχουν υπάρξει βήματα αναδιαμόρφωσης κάποιων οδών, όπως κατά μήκος της Λεωφόρου Νίκης όπου πλέον φιλοξενεί ποδηλατόδρομο. Αναγκαίο είναι να επεκταθεί το ποδηλατικό δίκτυο σε όλη την έκταση της Θεσσαλονίκης ενώ παράλληλα να συνδεθεί και με τα κοντινά προάστια που βρίσκονται γύρω από το κέντρο της, προτρέποντας έτσι τη χρήση του ποδηλάτου στα πλαίσια ενός ακίνδυνου, φιλικότερου προς το περιβάλλον και γρηγορότερου τρόπου μετακίνησης.
Τέλος, η αξιοποίηση του θαλάσσιου στοιχείου τόσο ενεργειακά όσο και ως μεταφορικό μέσο για τις ανάγκες της πόλης θα συνέβαλλε στην σημαντική αναβάθμισή της. Η χρήση της δύναμης του νερού που δημιουργείται από τα κύματα και τα θαλάσσια ρεύματα μπορεί να συμβάλλει στην παραγωγή ρεύματος, ικανό για να καλύψει ένα αξιόλογο ποσοστό αναγκών, προσδίδοντας στην Θεσσαλονίκη τον χαρακτήρα μιας σύγχρονης βιοκλιματικής πόλης. Από την άλλη, η χρήση του υδάτινου στοιχείου ως μεταφορικό μέσο θα ανακούφιζε το οδικό δίκτυο της πόλης ενώ παράλληλα θα προσέφερε μια ενδιαφέρουσα και διαφορετική οπτική της Θεσσαλονίκης προσελκύοντας τόσο τους ντόπιους όσο και τους επισκέπτες αναβαθμίζοντας τον τουριστικό τομέα.
*Δάφνη Μεσοχωρίτη