Χεβρώνα: Η μαρτυρική πόλη της Παλαιστίνης
Ποιος μπορεί να μπει στη θέση αυτών των ανθρώπων που τους εξόρισαν να ζουν στην ίδια τους την πόλη ανάμεσα σε ξένα απορρίμματα και μόνιμα υπό τον φόβο και την απειλή των Ισραηλινών ενόπλων
Λέξεις: Φένια Τσαγανάκη
Η οδηγία του Παλαιστινίου ξενοδόχου στη Ραμάλα ήταν ξεκάθαρη : ξεχνάς ότι επισκέφτηκες τη Χεβρώνα. Είναι μια πληροφορία που κανείς δε χρειάζεται να μάθει, πόσο μάλλον οι Ισραηλίτες.
Η Χεβρώνα δεν είναι μια εύκολη πόλη. Όλα όσα διεξάγονται σε αυτή δε μπορούν να περάσουν απαρατήρητα. Κι όμως – αν δε την έχεις επισκεφτεί δε μπορείς να καταλάβει για τί περιοχή μιλάμε.
Διότι, η Χεβρώνα είναι η πιο παράξενη και η πιο σκληροπυρηνική από τις πόλεις της Παλαιστίνης, καθώς φημίζεται για την «ιδιομορφία» να είναι χωρισμένη σε δυο τομείς : τον ισραηλινό και τον παλαιστινιακό. Οι μόνιμοι κάτοικοί της είναι 200.000 ωστόσο υπάρχουν και μερικές εκατοντάδες (εξαγριωμένοι) Ισραηλίτες έποικοι, οι οποίοι κατοικούν σε έναν φυλασσόμενο θύλακα.
Αυτό το χαρακτηριστικό δε το έχει καμία άλλη πόλη της Δυτικής Όχθης, καθώς εκεί οι ισραηλινές μονάδες βρίσκονται στα περίχωρα των πόλεων, φυλασσόμενες με ψηλά απροσπέλαστα τείχη και συρματοπλέγματα. Ο διαχωρισμός της Χεβρώνας έγινε το 1997 και ο ισραηλινός τομέας ονομάζεται Η2.
Τα πράγματα πριν το διαχωρισμό δεν ήταν καθόλου αρμονικά μιας και σημειώνονταν σφαγές και δολοφονίες εκατέρωθεν, με τελευταία αυτή του 1994 όπου 29 Παλαιστίνιοι βρήκαν τραγικό θάνατο από έναν Εβραίο έποικο, την ώρα της προσευχής τους στο τζαμί.
Γνωρίζαμε καλά πως επρόκειτο να αντικρίσουμε σκληρές εικόνες, εικόνες- γροθιά στο στομάχι που θα μας έμεναν ανεξίτηλες και ανθρώπους που ζούσαν καθημερινά υπό τη συνεχή απειλή κάποιου όπλου, κυριολεκτικά πάνω από το κεφάλι τους.
Ξεκινήσαμε από την ειρηνική Ραμάλα και σε δυο περίπου ώρες είμασταν στη σκληροπυρηνική Χεβρώνα. Το λεωφορείο μας άφησε μπροστά από ένα παζάρι που μας θύμισε ξέγνοιαστες αραβικές πόλεις : θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε μουσουλμανική ειρηνική πόλη, όμως αυτό που θα αντικρίζαμε στη συνέχεια μας υπενθύμισε τη σκληρή πραγματικότητα.
Κατευθυνθήκαμε με το ένστικτο και σύντομα βρήκαμε την είσοδο στην παλιά πόλη. Εκεί ξεκινούσαν τα γνωστά αραβικά σουκς που εδώ έμοιαζαν να είναι πανάρχαια και σε πολλά σημεία δημιουργούσαν σκιερές έρημες μικρές στοές. Αυτό τα έκανε ακόμα πιο όμορφα και μας ασκούσαν τέτοια γοητεία που θέλαμε να τα εξερευνήσουμε ένα προς ένα. Πάνω από τα σημεία που ήταν ακάλυπτα και κοιτούσαν προς τον ουρανό όμως υπήρχαν σιδεριές με τεράστια πλαστικά κομμάτια. Το γιατί θα το καταλαβαίναμε σύντομα…
Μόλις μας εντόπισαν οι ντόπιοι Παλαιστίνιοι, έσπευσαν ένας ένας να μας προσφέρουν υπηρεσίες ξεναγού … με το αζημίωτο. Όλοι τους ήταν αξιοπρεπείς και διακριτικοί, όμως μας μίλησαν για την οικονομική τους εξαθλίωση αφού οι Ισραηλινοί διαρκώς προφασίζονται διάφορες δικαιολογίες για να τους κλείνουν τα ήδη φτωχικά μαγαζάκια τους και να τους παραγκωνίζουν με κάθε τρόπο.
Τουρισμός στη Χεβρώνα ασφαλώς δεν υπάρχει, έτσι οι μικρο-μαγαζάτορες προσπαθούν να ζήσουν όπως όπως, πουλώντας την πραμάτεια τους σε καθημερινή βάση για λίγα σέκελ. Η φτώχεια και η ένδεια της περιοχής ήταν έκδηλη από την κατάσταση πολλών μαγαζιών.
Προχωρώντας μέσα στα στενά είδαμε λιγοστές γυναίκες να έχουν βγει για τα ψώνια τους και μερικούς ηλικιωμένους να συνομιλούν κρατώντας συντροφιά ο ένας στον άλλο. Κυριαρχούσε μια αλλόκοτη ερημιά και μια νεκρική σιγή που άφηνε ένα τρομακτικό αποτύπωμα πάνω σου. Καθώς προχωρούσαμε κι άλλο, κοιτώντας πότε τις στοές και πότε τα τετραγωνισμένα από τις σιδεριές μπλε κομμάτια του ουρανού αντικρίζαμε τόνους σκουπιδιών σε κάθε γωνία. Κοιτώντας απορημένες τα τόσα απορρίμματα μας πλησίασε ένας ντόπιος και -ίσως από ντροπή- μας εξήγησε πως τους τα πετάνε κάθε μέρα οι Ισραηλινοί που κατοικούν στις οροφές των χαμηλών κτισμάτων. Εκείνοι σπεύδουν να τα μαζέψουν κάθε πρωί, όμως μέχρι το μεσημέρι η κατάσταση είναι πάλι η ίδια.
«Καλύτερα να μας πετούν τα σκουπίδια τους παρά πέτρες», μας είπαν και μόνο τότε πρόσεξα πως ολόγυρα υπήρχαν όλων των μεγεθών πέτρες, ικανές να σκοτώσουν άνθρωπο. Τα πλαστικά καλύμματα πάνω από τα κεφάλια μας ήταν κι εκείνα γεμάτα πέτρες, ορισμένες πολύ μεγάλου μεγέθους, τουλάχιστον τις συγκρατούσαν προσωρινά.
Ποιος μπορεί να μπει στη θέση αυτών των ανθρώπων που τους εξόρισαν να ζουν στην ίδια τους την πόλη ανάμεσα σε ξένα απορρίμματα και μόνιμα υπό τον φόβο και την απειλή των Ισραηλινών ενόπλων. Έκανα να κοιτάξω προς τα πάνω, να δω ποιος μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο στην καθημερινότητά του, και αντίκρισα έναν Ισραηλινό στρατιώτη σε μια ταράτσα, να μου δείχνει απειλητικά το όπλο του και να με κοιτάει με ένα βλέμμα γεμάτο ένταση και μίσος. Οι Ισραηλινοί δεν επιθυμούν κανέναν ξένο να έρχεται στη Χεβρώνα και να απαθανατίζει τα όσα βλέπει, μας είπαν. Πώς μπορούν να ζουν καθημερινά έτσι αυτοί οι άνθρωποι; Δεν έπαψα να αναρωτιέμαι μέχρι να φύγω.
Συνεχίζοντας την περιήγηση βρεθήκαμε αντιμέτωπες και με άλλους στρατιώτες που μας κοίταζαν εξίσου απειλητικά και με τα όπλα σε ετοιμότητα. Είχα πάψει πια να σηκώνω το βλέμμα να τους κοιτάξω, δεν άντεχα τη διασταύρωση των ματιών μας, δεν είχα συνηθίσει να κοιτάζω μάτια που έβγαζαν φλόγες μίσους.
Σε πλήρη αντίθεση, οι Παλαιστίνιοι που μας προσέγγισαν, μας μιλούσαν για το παράδοξο αυτό «φαινόμενο» με απόλυτη επίγνωση και αποδοχή της κατάστασης, χωρίς στιγμή να αφήσουν την παραμικρή μομφή προς το αντίθετο καθεστώς. Μια αξιοπρέπεια σπάνια και ειλικρινά αξιοθαύμαστη.
Περπατώντας λίγο ακόμα στα σουκς βρήκαμε και το μεγαλύτερο ιστορικής και θρησκευτικής σημασίας αξιοθέατο της πόλης : τον τάφο των Πατριαρχών κατά τους Εβραίους ή Τάφος του Ιμπραήμ για τους Μουσουλμάνους. Και για τις δυο φυλές πάντως το μνημείο αυτό είναι υψίστης σημασίας και είναι αυτό που κατέταξε πρόσφατα τη Χεβρώνα στη λίστα με τα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της Ουνέσκο.
Οι τρεις ισχυρότερες θρησκείες συναντιούνται σε τόσα μέρη στα παλαιστινιακά εδάφη, κι όμως και οι τρεις ξεχνούν ότι είναι αδερφές θρησκείες, πως η μια υπάρχει μέσο της άλλης και πως βρίσκονται κι οι τρεις ακριβώς στον ίδιο παρονομαστή. Κανείς θιασώτης τους δε δείχνει πια να θυμάται ότι ο θεός του ενός είναι ο θεός του άλλου.
Προς την έξοδο για την επιστροφή το μάτι μου στράφηκε σε μια βρόμικη γωνιά γεμάτη σκουπίδια. Στον τοίχο της όμως,- σα να ήθελε να μείνει απόκρυφο μέρος- είχαν ζωγραφίσει την παλαιστινιακή σημαία κι από κάτω με κόκκινα γράμματα «Κάντε χούμους, όχι πόλεμο».
Έτσι θέλω να τη θυμάμαι την Παλαιστίνη, ως μια χώρα που στέκεται αγέρωχη, υψώνοντας με αξιοπρέπεια και περισσή τόλμη το κεφάλι, απαντώντας στο μίσος με χιούμορ και αγάπη.
Η ελευθερία θέλει κότσια, αρετή και τόλμη που έλεγε κι ο Κάλβος, να το θέλει η ψυχή σου, να μη σε σκιάζει τίποτα. Μόνο μην έχοντας κάτι να χάσεις μπορείς να παλέψεις το ζυγό που σου επεβλήθη. Η τόλμη χρειάζεται σε αυτό. Η αρετή έγκειται στην αγάπη. Μόνο με αγάπη στην ψυχή μπορείς να πας μπροστά. Το μίσος σε αφήνει στάσιμο, μόνιμα σε άμυνα, να μη μπορείς να χαρείς με τα απλά, τα καθημερινά, να βλέπεις παντού εχθρούς. Έτσι θα μείνει πάντα στην καρδιά μου η χώρα αυτή.
Travel Info: Βρέθηκα στην Παλαιστίνη λίγο πριν το ξέσπασμα του κορωνοϊού. Πέταξα στο Τελ Αβίβ του Ισραήλ κι από την Ιερουσαλήμ πέρασα στα παλαιστινιακά εδάφη με ένα λεωφορείο της γραμμής. Ο έλεγχος ήταν μηδαμινός στην είσοδο για την Παλαιστίνη, στην έξοδο όμως μας ήλεγξαν τα διαβατήρια δυο αγριωποί στρατιώτες με τα όπλα στο πλάι. Οι διαφορές με το Ισραήλ είναι εμφανείς, τόσο ως προς τις υποδομές όσο όμως και ως προς την ευγένεια και την αυθεντικότητα των ανθρώπων. Στη Δυτική όχθη επισκέφτηκα τη Χεβρώνα, τη Ραμάλα και τη Βηθλεέμ. Διέμεινα σε έναν ταπεινό ξενώνα στη Ραμάλα όπου κάθε πρωί ξυπνούσα με τους ήχους του μουεζίνη. Στην επιστροφή μου έκρυψα τις φωτογραφίες και οποιοδήποτε αποδεικτικό ότι είχα επισκεφτεί την Παλαιστίνη, καθώς είναι ενδεχόμενος ο εξονυχιστικός έλεγχος στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν. Συνιστάται στους ταξιδιώτες να βρίσκονται τουλάχιστον τέσσερις ώρες νωρίτερα στο αεροδρόμιο. Για να μπει κάποιος στο Ισραήλ θα ήταν καλό να μην έχει σφραγίδες και βίζα από μουσουλμανικά κράτη.
*Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη το Σεπτέμβρη του 1984, κάπως πρόωρα γιατί βιαζόμουν να ανακαλύψω τον κόσμο. Στα 8 μου χρόνια έκανα το πρώτο μου ταξίδι στο εξωτερικό. Ήταν κάπου στις ιταλικές Άλπεις όταν ανακοίνωσα στους γονείς μου ότι ο προορισμός της ζωής μου ήταν αν ταξιδέψω. Στα 18 τους ανακοίνωσα πως θα πάω στα καράβια. Δε χάρηκαν με το νέο, έτσι κατέληξα στα αεροπλάνα, εξυπηρετώντας το επιβατικό κοινό στα 32.000 πόδια. Στο μεσοδιάστημα έκανα ένα παιδί, τελείωσα την ιταλική φιλολογία κι εργάστηκα ως διερμηνέας και καθηγήτρια. Μιλάω αγγλικά, ιταλικά, γαλλικά, ισπανικά, ρωσικά και πορτογαλικά. Στον ελεύθερό μου χρόνο παίζω κλαρινέτο και σκάκι, διαβάζω κλασική λογοτεχνία και ιστορία, παρακολουθώ ασιατικό κινηματογράφο ή ονειρεύομαι ταξίδια. Έχω ταξιδέψει σε περίπου 60 χώρες, στις περισσότερες με ένα σακίδιο στην πλάτη και μοναδική παρέα το ταξιδιωτικό μου ημερολόγιο. Έχω γράψει ένα βιβλίο με τίτλο “Ταξίδεψα για να σε βρω” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελκυστής.