Μουσική

Δημήτρης Μυστακίδης: Η βρωμιά απ’ τα παλιά ήταν απλώς κρυμμένη

Με αφορμή το νέο του τραγούδι που προκαλεί σκέψεις και κουβέντα μια συζήτηση με τον σπουδαίο μουσικό, δάσκαλο και τραγουδοποιό.

Γιώργος Τούλας
δημήτρης-μυστακίδης-η-βρωμιά-απ-τα-πα-887425
Γιώργος Τούλας

Είναι άλλο πράγμα ένα δημοσιογραφικό κείμενο να περιγράφει τη σκοτεινή στιγμή της Ιστορίας μιας πόλης και άλλο πράγμα όλο αυτό το κατάμαυρο σύννεφο που απλώθηκε πάνω από την πόλη να γίνεται ένα γενναίο τραγούδι. Με όλα τα ρίσκα ενός τραγουδιού που μπορεί να προκαλέσει έντονα συναισθήματα και πολλούς εχθρούς.

Ο Δημήτρης Μυστακίδης κυκλοφόρησε στις 18/2 ένα τραγούδι γροθιά για τη Θεσσαλονίκη που λέει στα μούτρα μας πράγματα που προκαλούν ανατριχίλα. Αλήθειες είναι, πικρές, δύσκολες στη διαχείριση αλλά αλήθειες. Πριν συνεχίσουμε πατήστε το play και ακούστε το.

Ο ρυθμός αλλά και οι στίχοι και ο τρόπος ο καινούργιος να πεις μουσικά μια ιστορία, που ο Μυστακίδης ξεκίνησε με το Μίλα δημιουργούν το τέλειο κοκτέιλ άβολης αλήθειας.

Ξαναδιάβασε το στίχο:

Γεννήθηκα στον Εύοσμο τον Μάρτη του ’70 στην Σαλονίκη δυτικά το πρώτο φως μου είδα. Στην φάμπρικα ο γέρος μου και η μάνα μου στο σπίτι και η μόνη αγωνία τους να μην με πουν αλήτη. Ο κόσμος και η γειτονιά την είχανε στημένη στο πρώτο παραστράτημα την είχαμε βαμμένη. Πατριαρχία και σεξισμός ήταν δεδομένα και η αγία η οικογένεια καλά τα ‘χε κρυμμένα. Ρημάδια τα σχολεία μας, οι δρόμοι μες τις λάσπες μα Κυριακή στην εκκλησιά μας στέλνανε οι μανάδες. Η χούντα είχε πέσει μα δεν ήξερα για αυτό για αυτά δεν μας μιλούσανε στο κατηχητικό. Το μόνο που σας ένοιαζε, τι θα πει ο κόσμος μην νοιάζεσαι κι ας καίγεται του δίπλα σου ο κώλος. Δεν μου φτανε η αλάνα, ούτε η μπάλα και το κρυφτό πάντα κάτι μου ‘λειπε δεν το βρίσκω σωστό. Μα βρέθηκε ένας άγγελος με ακούμπησε στον ώμο και μου δείξε της μουσικής τον φωτεινό τον δρόμο. Και όλα πήραν νόημα πραγματική ουσία δεν ένιωσα ποτέ ξανά, ανθρώπων απουσία. Η πόλη παντού έβραζε παντού δημιουργία γεμάτη ρεμπετάδικα, ταβέρνες καφενεία. Και μεις με τα οργανάκια μας γουστάραμε την φάση και όλη μέρα θέλαμε μονάχα να βραδιάσει. Ο Αγάθωνας ρεμπέτικα με το συγκρότημα του και ο Χουλιάρας μαγικά, να κάνει τα δικά του. Στην Τούμπα ο Παπάζης και στις Συκιές οι Τρύπες, σε κάναν να τρομάζεις. Και όλα δείχναν ζόρικα και η πόλη λατρεμένη μα η βρωμιά απ’τα παλιά ήταν απλώς κρυμμένη. Την μπόχα που ανέδυε την είχαμε ξεχάσει η νύφη του Θερμαϊκού κακά είχε γεράσει. Και να η στιγμή που γέμισε, με μακεδονομάχους τον φασισμό που έκρυβε τον έβγαλε με πάθος. Νομάρχη είχε γίγαντα που έσκαβε στην φάρμα Παππάδες του μεσαίωνα στης εκκλησιάς το άρμα. Φασισταριά στα γήπεδο σκοτώνουν για την μπάλα νταήδες πλουσιόπαιδα βιάζουνε για πλάκα. Η πόλη ξεπουλήθηκε σε κάποιους νταβατζήδες που τριγυρνούσαν άρχοντες με φουσκωτούς γορίλες. Διώχνει προσφυγόπουλα μέσα απ’τα σχολεία η πόλη που στα σπλάχνα της φυλάει την ιστορία. Μια ιστορία που αν την δεις θα μάθεις και θα νιώσεις πως δεν αξίζει φίλε μου να την σκορπάς σε δόσεις. Δεν είσαι φτωχομανα Φτωχή, λεπρή ζητιάνα Θεσσαλονίκη δυστυχώς δεν είσαι φτωχομάνα Είσαι πόλη μίζερη, φτωχή, λεπρή, ζητιάνα Στα σκοτάδια σέρνεσαι και διώχνεις τα παιδιά σου Αυτά που είναι η ελπίδα σου, μοναδική δικιά σου.

Η βρωμιά από τα παλιά ήταν απλά κρυμμένη λέει με γενναιότητα ο Δημήτρης. Δεν θέλει να μιλά για αυτό το τραγούδι πιστεύει πως ότι είχε να πει για την πόλη το είπε στους στίχους του και στην ανάρτηση του όταν ο παρουσίασε:

Η δολοφονία του Άλκη ήταν η σταγόνα που ξεχείλησε το ποτήρι.
Σκέψεις που έγιναν τραγούδι.
Δεν βρήκα άλλο τρόπο να εκφράσω τον θυμό μου.
Η νεότερη ιστορία της πόλης δεν τιμάει κανέναν μας.
Θωμά λυπάμαι που δεν σε πίστευα όταν εδώ και χρόνια τα έλεγες.

Τον βρήκα σε μια δημιουργική φάση. Διδάσκει στο τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου και στο μεταπτυχιακό τμήμα της Σχολής Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ετοιμάζει έναν εξαιρετικό ιστότοπο για το δημοτικό τραγούδι και παίρνει όπως πάντα θέση σε όσα συμβαίνουν με γενναιότητα.

– Σε τι φάση σε βρίσκουμε;

Κοίταξε, δεν παίζω λάιβ, αν με ρωτάς αυτό, δεν πρόκειται να παίξω τώρα μέχρι να καλοκαιριάσει, γιατί ασχολούμαι με μια εκπαιδευτική πλατφόρμα, μια δουλειά που έχω ξεκινήσει μέσα στην καραντίνα, η οποία με απασχολεί πάρα πολύ. Θεωρώ ότι είναι πολύ καλό πρότζεκτ και θέλει πάρα πολύ δουλειά από εμένα. Είναι μια ψηφιακή πλατφόρμα για το ρεμπέτικο.

-Αυτό είναι πολύ σπουδαίο αν είναι προσβάσιμο και για ανθρώπους που στο παρελθόν δεν θα είχαν τη δυνατότητα να μελετήσουν όλο αυτό το μουσικό πολιτισμό μας.

Ότι είναι ένα εργαλείο είναι, το μέλλον δεν θεωρώ ότι είναι με τη στενή έννοια του όρου. Ότι δηλαδή, αν δε γίνει αυτό δε θα υπάρξει μέλλον. Η λαϊκή μουσική δεν πρόκειται να χαθεί. Είναι τόσο σπουδαία που δεν υπάρχει καμία περίπτωση. Αυτό που κάνω εγώ, ας πούμε, είναι μια διευκόλυνση σε ανθρώπους που προφανώς δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε δασκάλους ή σε ζωντανά παιξίματα, γιατί η λαϊκή μουσική δεν έχει προχωρήσει τόσο ψηφιακά όσο οι άλλες μουσικές. Αν σε ενδιαφέρει οποιοδήποτε άλλο είδος μουσικής, η ροκ, η τζαζ η οτιδήποτε μπορείς στο ίντερνετ να βρεις άπειρα πράγματα. Ο γιος μου ας πούμε, έχει μάθει μουσική μέσα από το ίντερνετ στην ουσία. Αλλά για το συγκεκριμένο είδος, δεν έχει προχωρήσει το πράγμα, οπότε θεωρώ ότι με αυτόν τον τρόπο δίνω πρόσβαση σε ανθρώπους που δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στην πληροφορία. Στην εκπαιδευτική πληροφορία. Η μουσική σαν μουσική δεν πρόκειται να χαθεί. Και παίκτες έχει σπουδαίους και τα πάντα, δηλαδή το ρεμπέτικο, δεν νομίζω ότι θα ξανά συζητήσουμε ποτέ για αναβίωση του ρεμπέτικου.

-Υπάρχει ανανέωση του είδους; Βλέπεις προσπάθειες οι οποίες λες το πάνε και παρακάτω ή απλά ανακυκλώνουν μια αγάπη για το είδος;

Υπάρχει μεγάλη διαφορά, στα χρόνια τουλάχιστον που εγώ το παρακολουθώ, πριν μια τριακονταπενταετία. Πρόσεξε, πιστεύω ότι καμία αλλαγή δεν γίνεται σε κανένα είδος μόνο από τους μουσικούς. Η αλλαγή συμβαίνει και από τις δυο μεριές. Από το κοινό και από τους μουσικούς. Δεν μπορεί να υπάρξει μόνο από τη μια μεριά. Εγώ θεωρώ ότι το κοινό πιά είναι πολύ πιο ενημερωμένο και συνειδητοποιημένο στο τι ακούει, όταν μιλάμε για το ρεμπέτικο. Και γιατί θέλει να το ακούσει και γιατί του αρέσει και όλα αυτά. Παλιότερα ήταν λίγο μπερδεμένα τα πράγματα, ξέρεις, υπήρχε λίγο και ο μύθος, υπήρχε λίγο και ο ετεροπροσδιορισμός μέσα από τη μουσική. Θυμάσαι στα χρόνια μας, δεν ξέρω τι ηλικία είσαι, θυμάσαι ότι παλιά ήταν οι καρεκλάδες, οι ροκάδες, οι πάνκιδες, που ξέρεις, ανάλογα με το τι μουσική ακούγανε, φορούσανε και τα ανάλογα ρούχα και όλο αυτό το πράγμα. Κάπως έτσι συνέβαινε και με το ρεμπέτικο…Ξέρεις υπήρχε ένας ετεροπροσδιορισμός μέσα από τη μουσική που ακούγανε, θέλοντας να δώσουνε μια μορφή αντίστασης ας πούμε, στο κατεστημένο. Πια δεν είναι έτσι. Το ρεμπέτικο πια είναι αναγνωρισμένο καλλιτεχνικό είδος για εμένα. Που σαφώς και κουβαλάει όλες αυτές τις πληροφορίες από το παρελθόν, αλλά πια, το κοινό το ακούει και το σέβεται σαν καλλιτεχνικό είδος. Βρίσκει καλλιτεχνική αξία σε αυτό και το ακούει, δεν το ακούει για άλλους λόγους. Και οι μουσικοί με τη σειρά τους, οι νέοι μουσικοί ειδικά, είναι πάρα πολύ ενημερωμένοι. Και τεχνικά και αισθητικά είναι. Οι συνθήκες είναι πάρα πολύ καλές για τη μουσική αυτή καλλιτεχνικά.

-Και νομίζω ότι έχουν και τρόπους πια να εκφραστούν περισσότερο, να δείξουν τη δουλειά τους σε πολύ μεγαλύτερα κοινά από ότι στο παρελθόν

Κοίταξε, αυτό πάλι είναι ένα δίπολο περίεργο, δηλαδή ενώ όντως υπάρχει μεγάλη πρόσβαση στο να σε ακούσει κόσμος από τα ψηφιακά μέσα, αυτό που ουσιαστικά γεννάει τις υγιείς σχέσεις, ανάμεσα στο κοινό και στον καλλιτέχνη που είναι ζωντανές εμφανίσεις , ειδικά στη Θεσσαλονίκη, πάσχουν πάρα πολύ. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει χώρους.

-Όντως, και αυτοί που υπήρχαν έκλεισαν δηλαδή, μέσα στην πανδημία έκλεισαν πάρα πολλοί.

Έκλεισαν πάρα πολλοί μέσα στην πανδημία, στην καραντίνα. Πάντα υπήρχε ένα πρόβλημα σε αυτό, με την έννοια ότι υπήρχαν πολύ μικροί χώροι και πολύ μεγάλοι χώροι. Και εντάξει, γενικώς και η Θεσσαλονίκη από τη δεκαετία του 80′ και μετά, είχε μια τάση προς το εμπορικό τραγούδι γενικότερα. Δηλαδή, ό,τι υποστήριζε ένα άλλο είδος μουσικής, ήτανε λίγο στην απέξω. Τώρα που οι συνθήκες είναι ιδανικές για να παίξουν και νέοι συνθέτες νέα τραγούδια και για να παιχτούν παλιές μουσικές, παραδοσιακή μουσική με άλλη αισθητική, όχι με την αισθητική που υπήρχε πριν από είκοσι χρόνια. Δεν υπάρχουν οι χώροι πια, δυστυχώς, για να το υποστηρίξουν.

-Αυτή η έλλειψη πιστεύεις ότι θα γεννήσει πράγματα; Η είναι εξαιρετικά δύσκολο αυτή τη στιγμή, σε αυτή τη συγκυρία και με αυτή την οικονομική συνθήκη, την πολύ δύσκολη της επιβίωσης των μαγαζιών;

Σε επίπεδο μουσικής δημιουργίας νομίζω ότι δεν επηρεάζεται πολύ, γιατί αυτό το πράγμα , πως να σου πω, θεωρώ ότι είναι ανάγκη. Δηλαδή, οι άνθρωποι που ασχολούνται με τη μουσική, παίζουν μουσική και ζουν με τη μουσική-γιατί όταν παίζεις μουσική ζεις με τη μουσική. Η μουσική δεν είναι επάγγελμα στην ουσία, είναι τρόπος ζωής. Αυτοί οι άνθρωποι θα δημιουργήσουν ούτως η άλλως. Το θέμα είναι να φτάσουν να δημιουργήσουν στον πολύ κόσμο. Να δημιουργηθεί αυτή η αμφίδρομη σχέση του κοινού με τον καλλιτέχνη μέσα στους χώρους της ζωντανής επιτέλεσης. Εκεί είναι που πραγματώνεται, αυτή όλη, η πεμπτουσία αυτής της μουσικής, της λαϊκής μουσικής γενικότερα. Στη συνύπαρξη κοινού με καλλιτέχνη. Αυτό είναι λίγο δύσκολο, αλλά η δημιουργία θα υπάρξει.

-Υπάρχουν πράγματα καινούρια που σε εκπλήσσουν στη Θεσσαλονίκη σήμερα από μουσικούς;

Δεν με εκπλήσσει τίποτα πια γιατί έχω την τύχη να διδάσκω σε ένα πανεπιστήμιο που έχει νεαρούς μουσικούς, οπότε δεν με εκπλήσσει τίποτα. Ξέρω ότι μπορώ να περιμένω τα πάντα από αυτά τα παιδιά. Είναι τόσο πολλές οι δυνατότητες τους και τόσο υψηλό το αισθητικό τους επίπεδο, που δεν εκπλήσσομαι πια. Δηλαδή ξέρω, ότι μπορώ να ακούσω τα πάντα, αύριο.

-Αυτό που λες και πολύ ζωογόνο, γιατί εμείς που δεν έχουμε άμεση επαφή με όλο αυτό το υλικό των ανθρώπων, δεν μπορούμε ίσως να το αντιληφθούμε ότι υπάρχει τόσο καλό δυναμικό.

Εγώ είμαι πολύ αισιόδοξος γενικώς σε αυτό το πράγμα. Δηλαδή, οι μουσικές μας δεν υπάρχουν. Αυτό που πάσχει είναι η επικοινωνία με τον κόσμο, με το κοινό. Αυτό είναι που είναι άρρωστο τελείως. Και μετά αυτό επεκτείνεται και στις νοοτροπίες και σε όλα αυτά τα πράγματα που με κάποιο τρόπο θέλησα να θίξω και στο κομμάτι που έκανα.

-Υπάρχει μια αίσθηση οπισθοδρόμησης της πόλης, συνολικά σε πάρα πολλά πράγματα, ο πολιτισμός είναι ένα κομμάτι, αλλά ζούμε και βιώνουμε καταστάσεις οι οποίες μας γυρίζουν πραγματικά πολλά χρόνια πίσω. Και επίσης η ίδια η πόλη δε φαίνεται να προχωράει. Έχει μια στασιμότητα τρομερή η οποία αντικατοπτρίζεται στα πάντα, δηλαδή στα έργα που δεν γίνονται ποτέ, στις πρωτοβουλίες, σε πράγματα που μπορούν να αλλάξουν λίγο τη διάθεση των κατοίκων. Υπάρχει μια παραίτηση, το βλέπουμε, δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια μας σε αυτό. Νομίζω ότι αυτό επηρεάζει και την καλλιτεχνική δημιουργία στον έναν η τον άλλο βαθμό.

Δεν ξέρω αν επηρεάζει την καλλιτεχνική δημιουργία, δεν είμαι σίγουρος για αυτό. Πολλά σπουδαία πράγματα έχουν γεννηθεί σε πολύ δύσκολες περιόδους. Σκέψου ότι όλο αυτό το είδος που συζητάμε, το ρεμπέτικο ας πούμε, δημιουργήθηκε σε πάρα πολύ δύσκολες καταστάσεις. Μην κοιτάς τι έγινε μετά τον πόλεμο, οι βάσεις και όλο αυτό το πράγμα μπήκαν σε μια περίοδο που ο κόσμος περνούσε πάρα πολύ δύσκολα. Εσωτερική μετανάστευση, φτώχεια, εξωτερική μετανάστευση. Πεντακόσιοι χιλιάδες άνθρωποι είχαν φύγει στην Αμερική, τρομερό μεταναστευτικό κύμα. Δηλαδή οι συνθήκες ήταν πάρα πολύ δύσκολες, κι όμως, γεννήσανε διαμάντια. Δεν μπορούμε να φέρουμε σαν δικαιολογία τις δύσκολες συνθήκες. Αυτό που εμένα με ενοχλεί είναι ότι στις δυσκολίες, πως να το πω χωρίς να φανεί σκληρό…Ο κόσμος, η μεγάλη μάζα του κόσμου έχει την τάση να βρίσκει την εύκολη λύση. Η εύκολη λύση δεν μας φέρνει άλλη. Μας φέρνει τη λύση «του κάποιοι άλλοι ας μας λύσουν το πρόβλημα». Εγώ νομίζω ότι όλοι φταίμε και όλοι μαζί πρέπει να βρούμε τη λύση. Όλοι φταίμε, όχι λόγω της κατάστασης που βιώνουμε, αλλά με τον τρόπο που αντιδρούμε σε αυτή την κατάσταση. Δεν αντιδράμε βασικά. Δηλαδή θέλω να σου πω τι μου έχει τύχει σε κουβέντα, να μου λέει ο άλλος ότι έχω μετακινηθεί στην άκρα Δεξιά γιατί δε βρίσκουν τα παιδιά μου δουλειά. Δεν είναι αυτή η λύση.

-Από την άλλη, είναι πολύ δύσκολη η διαχείριση της απογοήτευσης. Πόσο καιρό μπορεί να αντέξει να παλεύει με όλη αυτή την αντιξοότητα και το τείχος που έχει απέναντι του ο νέος; Θα σηκωθεί και θα φύγει κάποια στιγμή.

Δεν θα αντέξει πολύ, αυτή είναι η αλήθεια. Δε θα αντέξει πολύ. Για αυτό, εγώ έτσι κι αλλιώς δίνω μεγάλο μερίδιο ευθύνης στη δικιά μας γενιά και όχι στους νέους. Να σου πω τους 25αρηδες και 30ρηδες που τυχαίνει να έχω και γιους σε αυτή την ηλικία, τους βρίσκω πολύ θωρακισμένους απέναντι σε όλο αυτό το πράγμα που συμβαίνει. Γιατί αυτά τα παιδιά μεγαλώσανε μέσα στην κρίση. Το πρόβλημα είμαστε εμείς που μεγαλώσαμε μέσα σε εποχές με ψεύτικη ευμάρεια και δεν είμαστε καθόλου έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε αυτή τη σκληρή πραγματικότητα. Και καταφεύγουμε σε λύσεις που δεν είναι λύσεις. Υπεκφυγές είναι. Δεν προσπαθούμε να δώσουμε λύση στο πρόβλημα, προσπαθούμε να το αποφύγουμε. Ενώ οι νέοι άνθρωποι έχουν να παλέψουν με μια πραγματικότητα που εμείς έχουμε διαμορφώσει. Που είναι πάρα πολύ σκληρή για αυτούς, εγώ το βλέπω και με τους φοιτητές μου. Τα παιδιά ξέρουν πάρα πολύ καλά ότι βγαίνουν σε ένα πολύ δύσκολο επαγγελματικό περιβάλλον. Μιλάω για τους μουσικούς. Κι όμως, προετοιμάζονται όσο καλύτερα μπορούν, γιατί το ξέρουν. Την μεγαλύτερη ευθύνη την έχουμε εμείς. Και μιλάμε για τη γενιά τη δικιά μας, οι 50αρηδες, 55ρηδες, οι 60ρηδες, γιατί και εμείς παραλάβαμε μια έτσι ψιλό-άθλια κατάσταση. Αλλά, την αντιμετώπιση που έχουν οι νέοι, που όσο αντέχουν εν πάση περιπτώσει, μένουν και την παλεύουν, εγώ τη βρίσκω πιο υγιή. Δηλαδή, θεωρώ ότι είναι πιο θωρακισμένοι από εμάς.

-Πώς θα πάμε παρακάτω;

Εμείς είμαστε που έχουμε τις δυνατότητες, μη λέμε τώρα αστεία. Οι άνθρωποι που μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα πρακτικά- γιατί μιλάμε για μια καπιταλιστική κοινωνία θέλουμε δε θέλουμε- που όλα γίνονται με βάση το χρήμα. Την δυνατότητα την οικονομική ή την εμπειρία να αλλάξουνε τα πράγματα την έχουμε εμείς, την γνώση ας πούμε. Τη δύναμη την έχουν οι νέοι. Πρέπει να συνεργαστούμε. Πρέπει να συνεργαστούμε σε αυτό το κομμάτι και να γίνει μια συνισταμένη δύναμη που θα οδηγήσει στη λύση. Ούτε εμείς μόνοι μας μπορούμε, ούτε οι νέοι μόνοι τους μπορούν. Αλλά αν εμείς παραιτηθούμε και οι νέοι απελπιστούν, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα.

-Γιατί πιστεύεις ότι βγήκαν στην επιφάνεια όλα αυτά τα πράγματα, με αυτή την πολύ άγρια μορφή που εμφανίζονται τώρα;

Γιατί δυστυχώς δεν έφυγαν ποτέ. Θα σου μιλήσω προσωπικά για μένα. Εγώ, με αφορμή πράγματα που έχουν συμβεί στο πρόσφατο παρελθόν, συνειδητοποίησα πόσο σεξιστικά φερόμουν. Εγώ ο ίδιος που σου μιλάω αυτή τη στιγμή. Αν δεν κάνουμε εσωτερικό διάλογο, αν δεν ξεκινήσει από εμάς τους ίδιους η αλλαγή δεν πρόκειται να κάνουμε τίποτα. Πρέπει από εμάς να ξεκινήσει και με ομόρρυθμους μικρούς κύκλους να μεγαλώσει. Δεν μπορούμε να ζητάμε μαζική αντίδραση, όταν οι ίδιοι εμείς, δεν κάνουμε στον εαυτό μας καμία προσπάθεια να αλλάξει. Ας σκεφτούμε πόσο εμείς πυροδοτούμε αυτές τις συμπεριφορές. Πως εμείς τις έχουμε χωρίς να το έχουμε συνειδητοποιημένο; Εγώ σοκαρίστηκα όταν κατάλαβα πόσο διαφορετικά μιλάω στην κόρη μου απ’ όσο μιλάω στους γιούς μου. Και χρειάζεται μια εσωτερική διαδικασία καταρχήν. Χρειάζεται να έχουμε τη διάθεση να το κάνουμε. Αν δεν παραδεχτούμε ότι είμαστε κάπου λάθος, δεν πρόκειται να το διορθώσουμε. Τότε χρειάζεται η παραδοχή. Ας δούμε μέσα μας, τι συμβαίνει;

Εγώ πιστεύω λοιπόν, ότι όλα αυτά τα πράγματα ήταν απλώς κρυμμένα. Όλη αυτή η ψεύτικη φούσκα που μεγαλώσαμε εμείς, απλώς τα είχε καλύψει. Γιατί βγήκε με την πανδημία και τον εγκλεισμό τόσο μεγάλη ενδοοικογενειακή βία; Γιατί απλώς δεν είχε το χώρο να εκδηλωθεί. Εκτονωνόταν αλλού. Τώρα που οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να συμβιώσουν, βγήκαν όλα αυτά στη φόρα. Και σε οικογενειακό επίπεδο και σε στενό κοινωνικό κύκλο. Θεωρώ ότι με την πανδημία μετρήθηκαν πολλά πράγματα στις συμπεριφορές μας. Όποιος έχει την ικανότητα να σκύψει και να δει το τι έχει συμβεί σε αυτά τα δυο χρόνια και προσπαθήσει να τα διορθώσει, νομίζω ότι θα έχουμε μια ευκαιρία να κάνουμε το πράγμα λίγο καλύτερο. Αλλά θέλει εσωτερικό διάλογο. Και ειλικρίνεια, ειλικρίνεια στον εαυτό μας για αρχή. Είναι απίστευτη η βία που ζούμε καθημερινά και σε όλα τα επίπεδα. Και που έφτασε να εκδηλώνεται; Με δολοφονίες πια, έτσι εν ψυχρώ.

-Ένα μέρος της καλλιτεχνικής παραγωγής ενσωματώνει πάντως αυτή τη βία. 

Νομίζω ότι η τέχνη, σε πολλά εισαγωγικά, καταγράφει αυτό που συμβαίνει στην κοινωνία. Δεν το δημιουργεί. Οπότε όλα αυτά τα τραγούδια που υπάρχουν και όλη αυτή η σαβούρα που υπάρχει που έχουν σεξιστικά πρότυπα και βία και όλα αυτά τα πράγματα, νομίζω ότι απλώς καταγράφουν και ίσως και να ενισχύουν σε έναν βαθμό τέτοιες συμπεριφορές. Όμως, δεν προηγείται το τραγούδι της συμπεριφοράς, το τραγούδι την καταγράφει. Δεν ξέρω πως είναι οι κοινωνίες. Φαντάζομαι ότι υπάρχουν κοινωνίες που το αντιμετωπίζουν καλύτερα. Αυτό δηλαδή που βιώνουμε εμείς στη Θεσσαλονίκη και στην Ελλάδα γενικότερα είναι λίγο… μια υπόθεση των άκρων. Σε σχέση με τον «ανεπτυγμένο» κόσμο. Γιατί δεν έχουμε ιδέα τι έχει συμβεί αυτά τα δυο χρόνια της πανδημίας ας πούμε στα αφρικανικά κράτη. Μάθαμε; Μας είπανε;

– Έχουμε μπει σε μια φάση απίστευτων αβεβαιοτήτων γύρω από τη ζωή μας, οι οποίες δεν είναι και εύκολο να τις διαχειριστεί κανείς.

Καθόλου εύκολο δεν είναι. Και δυστυχώς θεωρώ ότι σε αυτό υπάρχουν τρεις τρόποι να αντιδράσει κανείς. Ή μένεις απαθής μη κάνοντας τίποτα και απλώς παρακολουθώντας το τι συμβαίνει, ή όλο αυτό σου βγαίνει σε θυμό με λάθος αντίδραση, με μια βία ανεξέλεγκτη που δεν οδηγεί πουθενά ή κάθεσαι και συνειδητοποιείς τι συμβαίνει, οργανώνεσαι κοινωνικά και αντιδράς. Αντιδράς σε όλο αυτό που συμβαίνει. Με έναν υγιή και αποτελεσματικό τρόπο όμως, δηλαδή αυτό είναι για εμένα το λεπτό σημείο. Και με το ανεξέλεγκτο μίσος και με την ανεξέλεγκτη βία δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει αποτέλεσμα πουθενά.

-Σου έχει λείψει η επαφή με τον κόσμο στις μεγάλες συναυλίες, που είναι και κάτι πολύ εκτονωτικό και για τον καλλιτέχνη και για το κοινό κυρίως, το οποίο το έχει ξανά ανάγκη; 

Ε βέβαια. Η συγκίνηση με την πραγματική έννοια, όλοι μαζί να νιώσουμε αληθινά συναισθήματα. Δεν είναι απλώς ανάγκη, είναι ζωτικής σημασίας. Αν δεν υπάρχει η ζωντανή διάδραση με τον κόσμο δεν μπορείς να υπάρξεις. Ο κόσμος μπορεί να μη το καταλαβαίνει, αλλά και η μοναξιά που χρειάζεται για να φτιάξεις κάτι, όλα αυτά τα χρόνια μελέτης που απαιτούν μοναξιά, όλα αυτά είναι πολύ (ενεργοβόρα). Αν δεν βρεις τρόπο να ξαναγεμίσεις μπαταρίες, θα κλατάρεις δεν υπάρχει περίπτωση. Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό το πράγμα.

-Χρειαζόμαστε επειγόντως για να ξανανιώσουμε καλά, να πάρουμε μια δύναμη, μια ενέργεια για να αντιμετωπίσουμε πράγματα όλο αυτό το κλίμα.

Το θέμα είναι, όλη αυτή η ενέργεια να μην εκτονώνεται μόνο εκεί. Όταν φεύγεις από μια συναυλία ή από μια βραδιά η από οτιδήποτε που έχεις παρακολουθήσει, από μια οποιαδήποτε μορφή τέχνης, πρέπει να έχεις υλικό να σκέφτεσαι τις επόμενες μέρες. Δεν πρέπει να αναλώνεται όλο αυτό το πράγμα σε μια εκτόνωση εκείνης της βραδιάς. Πρέπει να είναι υλικό για σκέψη, για να γίνεσαι καλύτερος σαν άνθρωπος. Να σκέφτεσαι πράγματα, να αναθεωρείς πράγματα. Δεν μπορεί να εκτονώνεται μόνο, είναι άδικο να εκτονώνεται μόνο σε μια βραδιά όλο αυτό το πράγμα, όλη αυτή η ενέργεια.

-Συμβαίνει αυτό όμως;

Ναι συμβαίνει. Δεν ξέρω αν συμβαίνει για όλους, πάντως συμβαίνει για πολύ κόσμο.

– Πως τα βλέπεις τα πράγματα από δω και μπρος, δηλαδή με το άνοιγμα θα είμαστε επιφυλακτικοί;

Ένα τέτοιο μεγάλο σοκ που έχουμε περάσει σαν κοινωνία, νομίζω ότι θέλει καιρό να επανέλθει. Εγώ είμαι και λίγο αρνητικός στην έννοια να επανέλθουμε στην κανονικότητα. Γιατί εγώ δε θεωρώ ότι ούτε η κανονικότητα που είχαμε ήταν κανονικότητα. Το θέμα είναι μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία να βγούμε όλοι λίγο καλύτεροι. Να γίνουν τα πράγματα λίγο καλύτερα, όχι να γίνουν όπως ήταν. Να προχωρήσομε λίγο. Ναι, ήταν δύσκολα, ήταν πάρα πολύ δύσκολα, χάσαμε συνανθρώπους μας, έπεσαν πολλοί θάνατοι και εγκλεισμός, αλλά μέσα από όλο αυτό το πράγμα, ας γίνουμε λίγο καλύτεροι όλοι. Αυτό νομίζω θα είναι η επιτυχία. Και το ζητούμενο δηλαδή.

-Φέτος θα τιμήσουμε την επέτειο των 100 χρόνων από τον ερχομό των προσφύγων. Πιστεύεις ότι είναι κάτι που θα μας βοηθήσει συνολικά να δούμε πράγματα σε σχέση με αυτή την υπόθεση του ερχομού αυτών των προσφύγων;

Το θέμα είναι το πως θα διαχειριστούμε αυτό το πράγμα που συμβαίνει. Για μένα, είναι μια ευκαιρία να αναλογιστούμε σαν λαός τι περάσαμε εμείς και τι περνάνε αυτή τη στιγμή κάποιοι άλλοι. Που δεν είναι στη θέση που ήμασταν εμείς τότε. Πως θα θέλαμε εμείς να μας έχουν φερθεί τότε; Ας φερθούμε και εμείς ανάλογα. Εμένα μου κάνει τρομερή εντύπωση, πως ένας λαός που έχει ζήσει τόσο πολύ την προσφυγιά και την αναγκαστική μετανάστευση, όπως εμείς, φερόμαστε με αυτόν τον τρόπο στους ανθρώπους που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε ανάγκη. Για μένα λοιπόν, είναι ευκαιρία να αναλογιστούμε το παρελθόν και να διορθώσουμε αυτό που συμβαίνει τώρα. Είναι αυτό που είχε πει ο Αντρέ Μπρετόν, «η απάντηση είναι ο άνθρωπος, όποια και αν είναι η ερώτηση». Για εμένα αυτό είναι.

-Είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να δούμε λίγο το σήμερα. Δεν μπορεί να μιλάμε για pushbacks και να πετάμε τον κόσμο ξανά στις θάλασσες, όταν οι δικοί μας πρόγονοι πέρασαν αυτά που πέρασαν.

Είναι θλιβερό πώς τα ΜΜΕ κρύβουν αυτό που συμβαίνει. Ενώ είμαστε στην εποχή της απίστευτης πληροφορίας, τις εικόνες που πρέπει να δούμε δεν τις βλέπουμε. Να μη χαλάσουμε την ευδαιμονία. Ποια ευδαιμονία;

*Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη τον Μάρτιο του 1970. Σπούδασε θεωρητικά στο Σύγχρονο Ωδείο Θεσσαλονίκης. Επαγγελματικά ασχολείται με την μουσική από το 1986. Από το 1994 ως το 2004 ήταν μέλος του συγκροτήματος «Λοξή Φάλαγγα»  του συνθέτη και τραγουδιστή Νίκου Παπάζογλου παίζοντας κιθάρα και λαούτο, και από το 2002 συνεργάτης του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Έχει συνεργαστεί είτε δισκογραφικά είτε σε συναυλίες είτε σε τηλεοπτικές εμφανίσεις με πάρα πολλούς επώνυμους συνθέτες και τραγουδιστές. Πήρε μέρος στην διεθνή συνάντηση λαουτοειδών που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο μουσικής Αθηνών τον Απρίλιο του 2005 μαζί με άλλους 15 δεξιοτέχνες από όλη την Μεσόγειο. Τον Μάρτιο του 2011 παρουσίασε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, την παράσταση «η τέχνη της κιθάρας στα χρόνια του ρεμπέτικου» μαζί με τον Γ.Νταλάρα και την Μάρθα Φριτζήλα. Δίδαξε λαούτο ταμπουρά και τζουρά για 3 χρόνια στο τμήμα εκμάθησης παραδοσιακών οργάνων του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Μενεμένης , 2 χρόνια ταμπουρά στο Μουσικό Σχολείο Θεσσαλονίκης ,  λαούτο και λαϊκή κιθάρα στην σχολή παραδοσιακής μουσικής «’εν χορδαίς» από το 2001, και λαϊκή κιθάρα ,λαούτο και μουσικά σύνολα στην σχολή Μουσικής Τεχνολογίας – Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του Τ.Ε.Ι Ηπείρου από το 2001. Τον Μάρτιο του 2010 εκλέχθηκε στην θέση ΕΡΔΙΠ β΄ στην σχολή Μουσικής Τεχνολογίας. Έχει εκδοθεί το πρώτο του βιβλίο, το οποίο είναι μέθοδος εκμάθησης για το λαούτο από τις εκδόσεις «εν χορδαίς» ενώ υπό έκδοση είναι η μέθοδος για Λαϊκή κιθάρα. Τον Δεκέμβριο του 2006 κυκλοφόρησε και η πρώτη του προσωπική δισκογραφική δουλειά που περιέχει ρεμπέτικα τραγούδια σε επανεκτέλεση, παιγμένα μόνο με κιθάρες και το 2009 εκδόθηκε η πρώτη δουλειά του σχήματος που ίδρυσε μαζί με τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Απόστολο Τσαρδάκα με τίτλο Αψιλίες. Έχει εκδώσει 2 βιβλία. Το πρώτο, από τη σειρά «Παραδοσιακή Μουσική», το «Λαούτο, Τροπικότητα & Εναρμόνιση» και το δεύτερο, από τη σειρά «Αστική Λαϊκή Μουσική», το «Λαϊκή Κιθάρα, Τροπικότητα και Εναρμόνιση».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα