Είναι κάτι άνθρωποι σαν θαλασσινά φεγγάρια

Η Αθηνά Τερζή γράφει για εκείνες τις μεγάλες ανθρώπινες περιπέτειες, τον χρόνο και τον φόβο του καρκίνου.

Αθηνά Τερζή
είναι-κάτι-άνθρωποι-σαν-θαλασσινά-φεγ-696965
Αθηνά Τερζή

Δεν ξέρω πόσοι από εσάς εκεί έξω έχετε βρεθεί κάτω από τα φώτα ενός χειρουργείου με τα χέρια ανοιχτά από τους ώμους σαν μια μεγάλη αγκαλιά και το μυαλό να αλυχτά σαν το λαβωμένο σκυλί για κείνα που πέρασαν και για όσα αναρωτιέσαι αν θα έρθουν, αν θα ξανάρθουν;

Τα ίδια, δε σε νοιάζει, ας είναι και σε επανάληψη, μόνο να ξανάρθουν! Γιατί το μυαλό είναι διάολος και τα προλαβαίνει όλα, ακόμη και λίγο πριν το κάνουν να βγάλει τον σκασμό, έστω και για λίγο, εκείνο τα προλαβαίνει όλα και σου τα τρίβει στη μούρη. Προλαβαίνει να θυμηθεί, να αναπολήσει, να φοβηθεί, να ελπίσει, να τάξει σε Θεούς και δαίμονες. Να τους κατεβάσει όλους δίπλα σου για να μαλακώσουν τη μοναξιά σου. Κι όταν βγεις από κει μέσα και ξανανέβεις στον όγδοο όροφο, αλήθεια, έχεις την αίσθηση ότι τα έβαλες με το φοβερότερο θηρίο και το νίκησες. Γιατί άνοιξες τα μάτια, γιατί συνήλθες αμέσως, γιατί οι σκέψεις επανήλθαν στη θέση τους, γιατί ξανάπιασες να σιγομουρμουρίζεις τραγούδια. Τόσο απλά. Μα πάνω από όλα γιατί οι γυναίκες του όγδοου ορόφου ήταν εκεί για να σου χαϊδέψουν το μέτωπο και να σου χαμογελάσουν. Να σου πουν εκείνα τα από χρόνια χιλιοειπωμένα που παρηγορούν γενιές τον άνθρωπο. Εμένα, εσένα, εκείνους που πέρασαν κι όσους θα ακολουθήσουν.

Αλήθεια, αυτή η ίδια αίσθηση, η ίδια συνθήκη δεν με άφησαν καμία από τις τρεις φορές, που βρέθηκα εκεί. Είναι κάτι στιγμές που σε ξεπερνούν απλά και φυσικά, σαν όταν σηκώνεις την κούπα για να πιεις νερό κι επιθυμείς διακαώς να τις μοιραστείς σαν άλλος γκουρού, σαν σαμάνος, σαν μέγας φιλόσοφος, ναι, εσύ που είχες μάθει στα συνηθισμένα. Είναι που σε μαρκάρουν για πάντα σαν μπηγμένος σταυρός στη γη.

Όταν κλείνει ένας κύκλος μιας περιπέτειας υγείας τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα. Θυμίζουν τους στίχους που χωρούν όλα τα καρτέρια κι όλα τα νυχτέρια του κόσμου. Και καρτερείς από την αρχή τη βροχή και την άνοιξη, καρτερείς να συναντηθείτε πάλι, μα περισσότερο καρτερείς να είσαι έτοιμος.

Βρίσκομαι στο δωμάτιό μου. Λίγο πριν παρέλαβαν τη διπλανή μου για το χειρουργείο. Φοβισμένη και μόνη έμοιαζε να χωρά ολόκληρη στην χούφτα μου. Μια γυναίκα 57 χρονών, που γύριζε τον κόσμο ανάποδα, που δούλεψε χρόνια στα καπνά, με παιδιά και εγγόνια και άντρα κι όλου του κόσμου τα βουνά να τα σηκώνει στο διάβα της, να σκουπίζει τη σκόνη τους, να γυαλίζει τις ρεματιές τους. Κι όμως, λίγο πριν, αυτή η μάνα και η κόρη της έκλαιγαν στο τηλέφωνο.

Να νοσηλεύεσαι σε καιρό πανδημίας κι είναι απίστευτο πώς καταφέρνει ο άνθρωπος να ταιριάξει μέσα του τόση μοναξιά και τόσο φόβο. Πριν έναν χρόνο είχα στο δωμάτιο τα μάτια της μάνας μου να με παρηγορούν. Να με κοιτούν καθισμένα στην αντικριστή καρέκλα και σαν την ελαφρύτερη κουβέρτα του κόσμου αν μου ζεσταίνουν και το τελευταίο σημείο του κορμιού μου. Αλλά αυτή τη φορά είμαστε μόνες μας. Δυο γυναίκες στο δωμάτιο 809. Εγώ η δυνατή, ας γελάσω,να προσπαθώ να φωτίσω ένα ολόγυμνο κεφαλάκι δίπλα μου. Δίχως ματοτσίνορα και φρύδια από τις χημειοθεραπείες.

Ω, αλήθεια, δεν έχω καμία διάθεση να εξωραΐσω το παραμικρό.Είναι τόση η σκληρότητα, τόσος ο πόνος, αλλά και τόση η δύναμη κι η αξιοπρέπεια που υπάρχουν μέσα μας που μόνο δάκρυα φέρνουν στα μάτια, για αυτό ακριβώς το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής, της ίδιας της ζωής που καρδιοχτυπά, που στέκει και σε μετρά κάθε που θα ανοίξει η πόρτα για να μπει ο γιατρός ή κάποια νοσηλεύτρια.

Τον φοβόμαστε τον χρόνο κι εδώ μέσα δεν έχεις παρά να σκέφτεσαι. Να συνθηκολογείς μαζί του. Μ΄έναν μαγικό τρόπο ανοίγει το κεφάλι σου και σαν άλλο καπέλο ταχυδακτυλουργού ελευθερώνει τα πιο απίθανα πράγματα. Εγώ ροζ πάνθηρα θέλω να δω. Αυτή η ανίκητη επιθυμία να επιστρέφω στην παιδική μου ηλικία. Να δω ροζ πάνθηρα, μονολογούσα καθισμένη στο κρεβάτι, για εκείνη την ευκολία να τα βάφει όλα πότε ροζ και πότε μπλε. Να ανοίγει τρύπες με το κεφάλι του στον τοίχο και να μην ανοίγει ρουθούνι,να απλώνει και να φουσκώνει σαν μπαλόνι και να τον κρατάνε από το πόδι ψηλά στον αέρα από την ουρά.

Κι είναι κι αυτές οι πολλές ιστορίες που αντιλαλούν στα δωμάτια. Δεν αντηχούν, είναι αντίλαλος. Είναι αργόσυρτος και δυνατός. Και να έχει σκαλώσει κι ο Μπιθικώτσης από την πρώτη μέρα με εκείνον τον τυχερό από το Λαύριο. Ποιος είναι απόψε ο τυχερός στο Λαύριο γίνεται χορός και κοίτα να δεις τραγούδι που ξεσηκώνει την ανημποριά. Έναν χορό πεθύμησα και εκείνα τα σαξόφωνα της άνοιξης των Κατσιμιχαίων με τα μάτια του Σεβάχ να με κοιτάξουν για πάντα και να πάρω τον δρόμο για τα αστέρια και μ΄ένα μάτσο από δαύτα στα χέρια να την κάνω. Ο όγδοος όροφος της οδού Παπαναστασίου 11 θα μπορούσε να είναι και η οδός Αβύσσου, αριθμός μηδέν του θείου Μενέλαου, ναι θα μπορούσε! Για τον αιώνιο αγωνιστή, για τον αληθινό άνθρωπο, γιατί μοιάζει με όλα εκείνα τα αξεπέραστα του κόσμου τούτου, που συναντιόμαστε και ύστερα χανόμαστε, σαν το δριμύ ψύχος των χωρισμών της Λένας Παππά, σαν τους αγαπημένους που ποτέ δεν ξεμάκρυναν.

Τα βράδια δεν κοιμάμαι. Βλέπω τις ταράτσες των σπιτιών και κάποια μπαλκόνια και κάπου εκεί στο βάθος μία υποψία ουρανού. Μπορώ να ονειρεύομαι, γιατί κουβαλώ αλαφρύτερο βάρος από πολλές εδώ μέσα. Δεν είμαι τίποτα το σπουδαίο και νιώθω απειροελάχιστη σε σύγκριση με το θηρίο που παραμονεύει έξω από τα διπλανά δωμάτια. Δεν έχω καμία αυταπάτη. Δεν είμαι ηρωίδα. Απλώς ο δικός μου καρκίνος ήταν ένα ασχημάτιστο κουτάβι που δεν πρόλαβε να δείξει τα δόντια του.

Ξημερώνει στον 8ο όροφο. Δεν έχω χάσει καμία χαραυγή. Το τελευταίο βράδυ ο ύπνος ήταν λυτρωτικός. θέλω να σταθώ σε μιαν άκρη του ορόφου και να τον σημαδέψω από άκρη σε άκρη με γαλάζια μπογιά σαν θάλασσα και να τον προσκυνήσω. Για τούτο το σμάρι των ανθρώπων που μπαινοβγαίνει, ασθενείς και φροντιστές, που μέχρι το τέλος και για πάντα θα μου θυμίζουν τα θαλασσινά φεγγάρια.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα