Είναι η Θεσσαλονίκη έτοιμη για Πόλη Γαστρονομίας της Unesco;
Μια μοναδική ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει στην παγκόσμια γαστρονομική σκηνή. Θα είναι τελικά μια κερδισμένη συγκυρία;
Ως η πρώτη ελληνική πόλη που εντάσσεται στο δίκτυο της Unesco Creative Cities of Gastronomy (Δημιουργικές Πόλεις Γαστρονομίας), η Θεσσαλονίκη έχει μια μοναδική ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει στην παγκόσμια γαστρονομική σκηνή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Θα είναι τελικά αυτή μια κερδισμένη συγκυρία για την πόλη μας;
Αν για κάτι μπορεί να νιώθει περήφανη η Θεσσαλονίκη, εκτός από την πρόσφατη διεθνή της διάκριση ως Πόλη Γαστρονομίας της Unesco, είναι ο λόγος που την οδήγησε σε αυτήν: έχει καταφέρει να συγκεράσει μια πλούσια γευστική μνήμη με μια σύγχρονη γαστρονομική κουλτούρα, που συνέχεια διαμορφώνεται. Ανέκαθεν χαρακτηριζόταν «γαστρονομική πρωτεύουσα» κι αυτό αποδίδεται κυρίως στο ότι αποτέλεσε σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών, που άφησαν το γευστικό τους στίγμα, αλλά και μια βαριά παρακαταθήκη: να βρει το προσωπικό της.
Με βαλκανικές, πολίτικες, μικρασιάτικες, μακεδονίτικες κι εβραϊκές καταβολές, εξακολουθεί να διατηρεί τη μαμαδίστικη κουζίνα της, τίμια, νόστιμη και γεμάτη νοσταλγία, τις παλιές μαγείρισσές της, που έχουν περασμένο στο DNA τους την αγνή φιλοξενία, τα ορίτζιναλ μεζεδοπωλεία, που αποθεώνουν τη γευστική μας κληρονομιά, δοκιμάζοντας, όμως, και τη new age φιλοσοφία, καθώς και projects γαστρονομικά που ερευνούν τους κώδικες για την ανάδειξη του σύγχρονου προφίλ της.
Μια πόλη που μέσα στον γευστικό της χάρτη συνωστίζονται το φρέσκο κουλούρι και η μπουγάτσα, ο πατσάς και ο τηγανητός μπακαλιάρος, οι πίτες με το μπουγιουρντί και την πίτα σουβλάκι, τα τρίγωνα με το μυρωδάτο τσουρέκι ως trademarks.
Φαίνεται, λοιπόν, πως ως κόμβος πολιτιστικός με δυνατό γαστρονομικό προφίλ, κέρδισε επάξια τον τίτλο. Κι όπως μας υπογραμμίζει η υφυπουργός Τουρισμού, Σοφία Ζαχαράκη: «Έχουμε την πρώτη ύλη, ένα ισχυρό όνομα και κληρονομιά παγκόσμιας εμβέλειας. Με όραμα, μέθοδο και στοχευμένες ενέργειες οφείλουμε να κάνουμε την προσπάθεια για την ανάδειξή τους».
Δημιουργική πόλη
Το project Πόλη της Γαστρονομίας της Unesco αποτελεί μέρος του Δικτύου Δημιουργικών Πόλεων (UCCN), που παρουσιάστηκε το 2004 και οργανώνει τις πόλεις-μέλη σε επτά τομείς: Χειροτεχνία και Λαϊκή Τέχνη, Σχεδιασμός, Κινηματογράφος, Γαστρονομία, Λογοτεχνία, Τέχνες και Μουσική. Στόχος είναι να προωθήσουν τη συνεργασία μεταξύ πόλεων, που αντιμετωπίζουν τη δημιουργικότητα ως στρατηγικό παράγοντα βιώσιμης αστικής ανάπτυξης.
Αξίζει να αναφερθεί ότι το Δίκτυο Δημιουργικών Πόλεων Γαστρονομίας είναι ίσως το πιο απαιτητικό. Απαραίτητες προϋποθέσεις, ο βαθμός ανάπτυξης του γαστρονομικού τομέα, το μέγεθος και η δραστηριότητα της γαστρονομικής κοινότητας, η χρήση τοπικών προϊόντων και η αξιοποίηση παραδοσιακών γαστρονομικών πρακτικών. Επιπλέον, η ύπαρξη παραδοσιακών αγορών και βιομηχανιών τροφίμων, η παράδοση σε φεστιβάλ, διαγωνισμούς και διοργανώσεις και ο βαθμός σεβασμού της γαστρονομικής κοινότητας προς το περιβάλλον, η προώθηση τοπικών προϊόντων με μηδενικό ή μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα και η ευαισθητοποίηση των πολιτών σε θέματα διατροφής και γαστρονομίας. Η διάκριση της Unesco έρχεται να επικυρώσει αυτό που διαθέτει ήδη η πόλη, που δεν είναι άλλο από την παράδοση και κουλτούρα στο φαγητό, χωρίς, βέβαια, να έχει πάντα τους σωστούς μηχανισμούς σχεδιασμού και προώθησής τους.
Κωνσταντίνος Ζέρβας, Δήμαρχος Θεσσαλονίκης: «Πρόσκληση συνεργασίας προς τις αδελφοποιημένες πόλεις του Δήμου και τις πόλεις του Δικτύου»
«Η διάκριση της Unesco ενδυναμώνει την ταυτότητα της πόλης ως γαστρονομικό προορισμό και την εντάσσει σ’ ένα παγκόσμιο δίκτυο από πόλεις με μεγάλο γαστρονομικό πλούτο. Τα οφέλη πολλαπλά, όπως η αύξηση της αναγνωρισιμότητας και της επισκεψιμότητας και η ανάπτυξη πρακτικών ενδυνάμωσής της μέσα από την ανταλλαγή γνώσεων κι εμπειριών με άλλες -διεθνώς αναγνωρισμένες- πόλεις», μας λέει ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης.
Στο μεταξύ, ο Δήμος έχει καταθέσει σχέδιο δράσης. Ενδεικτικά, το “Farm to Fork”, που συνδέει τους τοπικούς παραγωγούς με τα νοικοκυριά της πόλης και τον τριτογενή τομέα (φιλοξενία κι εστίαση), δράσεις δικτύωσης μεταξύ τοπικών εστιατορίων και ειδικών δημιουργικής κουζίνας μέσα από το Food Festival, ίδρυση Συμβουλίου Τροφίμων για την υποστήριξη της στρατηγικής του Δήμου στη δημιουργία ενός πιο βιώσιμου αστικού συστήματος διατροφής, δράσεις ευαισθητοποίησης και συμμετοχής των μαθητών στον τομέα της παραγωγής και προετοιμασίας υγιεινών γευμάτων, καταγραφή της βυζαντινής κουζίνας, οργάνωση εκπαιδευτικών και πολιτιστικών δράσεων γύρω από τη βυζαντινή ιστορία και δημιουργία, ενίσχυση και ανάδειξη των αστικών λαχανόκηπων και αμπελώνων. Ιδιαίτερης σημασία είναι η πρόσκληση συνεργασίας προς τις διεθνείς αδελφοποιημένες πόλεις του Δήμου και τις πόλεις του Δικτύου, καθώς και η ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας με πόλεις από χώρες των Βαλκανίων και της Αν. Μεσογείου μέσω κοινών δράσεων. «Εμείς δίνουμε υπεραξία, προβολή και νέους διαύλους. Έχουμε εξαιρετική πρώτη ύλη και πάμε με νέες συνταγές να “ετοιμάσουμε το τραπέζι”», σημειώνει σχηματικά ο κ. Ζέρβας. Μέσα στο επόμενο διάστημα, προετοιμάζεται και αντίστοιχο πληροφοριακό υλικό και καμπάνιες, εν αναμονή οδηγιών, καθώς ακολουθούνται συγκεκριμένες διαδικασίες.
Σοφία Ζαχαράκη, Υφυπουργός Τουρισμού: «Η Unesco αποτελεί μία από τις καλύτερες διαφημίσεις με διεθνή απήχηση»
Η πρωτοβουλία ξεκίνησε από το Υπουργείο τον περασμένο Ιανουάριο, για την οποία κανένας δεν περίμενε αυτήν την κατάληξη, αλλά ενορχήστρωσε την ταυτόχρονη κινητοποίηση των υπεύθυνων φορέων. «Τίποτε δε θα ήταν δυνατό αν δεν υπήρχε η μοναδική γαστρονομική παράδοση της πόλης. Η Θεσσαλονίκη αποτελεί τον ορισμό της “Δημιουργικής Πόλης Γαστρονομίας”», υπερθεματίζει πάνω στην πρόσφατη διάκριση η κ. Ζαχαράκη και προσθέτει: «Ως Υπουργείο σχεδιάζουμε ήδη τα επόμενα βήματα, ώστε η επιτυχία να κεφαλαιοποιηθεί και να μη μείνουμε μόνον στους τίτλους. Μαζί με τον ΕΟΤ δουλεύουμε ώστε να ενημερωθούν σχετικά οι υπηρεσίες μας στο εξωτερικό, για τη βέλτιστη ανάδειξη της διάκρισης και προώθηση στον Τύπο και αλλού, για τη μέγιστη δυνατή προβολή της πόλης, ενώ επεξεργαζόμαστε ένα πλάνο στρατηγικής προβολής και προώθησης του γαστρονομικού τουρισμού στην πόλη, μέσω στοχευμένων δράσεων».
Επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στη δράση του Δικτύου, ξεχωρίζει το κίνητρο που δίνεται στις επιχειρήσεις να αναδείξουν τα τοπικά προϊόντα. «Ταυτόχρονα, ενισχύονται η ταυτότητα της ελληνικής πρωτογενούς παραγωγής και τα χαρακτηριστικά που την καθιστούν μοναδική διεθνώς. Εντασσόμενη η πόλη στο Δίκτυο έχει την ευκαιρία ν’ ανταλλάξει χρήσιμες πληροφορίες και τεχνογνωσία με τις υπόλοιπες, θωρακίζοντας περισσότερο το brand name της», τονίζει μιλώντας στην parallaxi. Όσον αφορά στον ρόλο του διεθνούς οργανισμού σημειώνει: «Η Unesco αποτελεί μία από τις καλύτερες διαφημίσεις -με διεθνή απήχηση- για έναν τόπο. Με την ένταξή της στο Δίκτυο, δεσμεύεται για την προβολή της πόλης στην ιστοσελίδα της και τη συμπερίληψή της σε ανάλογες δράσεις διεθνώς, ενώ στο σάιτ της υπάρχει ειδικό πεδίο με καταγραφή όλων των δράσεων των Δημιουργικών Πόλεων».
Σωτήρης Ευαγγέλου, Executive Chef στο Makedonia Palace: «Συνεργασία και ομαδική δουλειά μας δείχνουν τον δρόμο και το όραμα»
«Είναι σαφές ότι θα υπάρξουν οικονομικά οφέλη και άνοδος στην τουριστική ανάπτυξη, γιατί το να μπει κανείς γαστρονομικά στον παγκόσμιο χάρτη της Unesco αποτελεί από μόνο του μεγάλη επιτυχία», αξιολογεί τη διάκριση ο αναγνωρισμένος σεφ, την οποία αποδίδει και στην καλή συνεργασία ανθρώπων και φορέων -Δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Αντιδήμαρχος, υφυπουργός Τουρισμού, Πρωθυπουργός, Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρέσβειρα της Ελλάδας στην Unesco, κ. Μαριάννα Βαρδινογιάννη. «Οι λέξεις “συνεργασία” και “ομαδική δουλειά” μας δείχνουν τον δρόμο και το όραμα για το πώς πρέπει να δουλέψουμε όλοι για να εξελίξουμε τη γαστρονομία και τα τοπικά προϊόντα, να εδραιώσουμε τον τίτλο και η γαστρονομική μας πρόταση ν’ αποτελεί πόλο έλξης διεθνώς».
Σε μια πόλη που συναντά κανείς τη γαστρονομία όλη μέρα στους δρόμους και τις αγορές της, ο ίδιος αισιοδοξεί ότι μετά τη διάκριση, αρχές κι επαγγελματίες της πόλης θα δουλέψουν για να την τιμήσουν κι εξελίξουν, θέτοντας τον εαυτό του στη διαθεσιμότητα οποιασδήποτε δράσης του ζητηθεί. «Για εμάς που ασχολούμαστε όλη τη ζωή μας με τον χώρο της γαστρονομίας, είναι υποχρέωσή μας να συμμετέχουμε και ν’ αφήσουμε μια δυνατή κληρονομιά στους νεότερους».
Στέφανος Σταμίδης, executive chef του Nikopolis Thessaloniki: «Η όποια δράση να μην καταλήξει μια ακόμα εμπορική διαφήμιση»
Αναγνωρίζοντας την τεράστια δύναμη της γαστρονομίας σε επίπεδο οικονομίας, αλλά και ως εφόδιο για την προσέλκυση ποιοτικού τουρισμού, ο διακεκριμένος σεφ θεωρεί ότι ο συγκεκριμένος τίτλος είναι καρπός αξιόλογων προσπαθειών που γίνονται. «Θα πρέπει να γίνει εφαλτήριο μιας σειράς στοχευμένων ενεργειών και όλοι οι άνθρωποι της γαστρονομίας της πόλης να συμμετέχουμε ενεργά ώστε ν’ αναδειχθεί ο γαστρονομικός πλούτος και οι πραγματικά αξιόλογες δουλειές. Να παρουσιάσουμε μια άλλη πρόταση με μακροπρόθεσμους στόχους -να συνδυαστεί με ανθρώπους της δημοσιογραφίας και κάποιους τεχνοκράτες-, που θα στηριχτεί από κρατικούς φορείς, με σκοπό ν’ αναδειχτεί η εξωστρέφεια της Θεσσαλονίκης. Μόνο τέτοιες κινήσεις θα έχουν μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στην οικονομία της», σημειώνει.
Ο ίδιος δηλώνει λιγότερο απαισιόδοξος από άλλες φορές, καθώς αναγνωρίζει πως υπάρχουν πλέον πιο φρέσκα μυαλά στον χώρο, που δε θα αντιμετωπίσουν την όποια κίνηση κερδοσκοπικά, όπως συνήθως. Οποιαδήποτε δράση δεν πρέπει να καταλήξει να γίνει μια ακόμα εμπορική διαφήμιση. Να έχει ουσία και ν’ αναδειχθούν οι πραγματικά ποιοτικές δουλειές. Να είναι φρέσκες ιδέες, με ποιοτικό χαρακτήρα και γαστρονομικό υπόβαθρο».
Σύλβια Κουμεντάκη, Chefstories: «Στρατηγική και σύμπραξη από παντού»
Αξιολογώντας τη διάκριση της Θεσσαλονίκης με την πλούσια εμπειρία της στον χώρο της διαφήμισης, θεωρεί ότι δίνεται στην πόλη η ευκαιρία να γίνει ένα πολιτιστικό κέντρο γαστρονομίας, με πλεονέκτημα την κουλτούρα της, ενώ αναγνωρίζει δύο άξονες στην οποία θα κινηθεί: «Ο τουριστικός είναι ο πιο σοβαρός, καθώς σαν πόλη πρέπει να δηλώσουμε κάτι και σε αυτό ευτυχώς έχουν γίνει ενέργειες. Το έχουμε δουλέψει. Το δημιουργώ-επικοινωνώ δεν έχουμε εξελίξει αρκετά και τώρα είναι μεγάλη ευκαιρία. Όσον αφορά στην οικονομία και την ανάπτυξη, πρέπει να γίνει συλλογική προσπάθεια όλων -πρωτογενής, δευτερογενής και τριτογενής τομέας- της γαστρονομίας». Παρ’ όλα αυτά, δεν αισθάνεται ιδιαίτερα αισιόδοξη, καθώς το 2023 -έτος εκλογών- το θεωρεί χαμένο, ενώ για το 2022 πιστεύει ότι έχει ξοδευτεί χρόνος και θα έπρεπε ήδη να έχει σχεδιαστεί ένα φεστιβάλ γαστρονομίας, που θα έτρεχε όλη τη χρονιά. «Ένα φεστιβάλ ως ομπρέλα των δράσεων, με στρατηγική, που θα περιλάμβανε πολλές διαφορετικές μορφές. Με την ευρεία συμμετοχή των ανθρώπων που γνωρίζουν καλά το αντικείμενο -από τη λαχαναγορά έως τα εστιατόρια και τα ξενοδοχείο». Η ίδια -αστείρευτη ιδεών και λύσεων- προτείνει την προβολή των τοπικών παραγωγών στα εστιατόρια με τα οποία συνεργάζονται, μια δυνατή καμπάνια με σοβαρό διαγωνισμό, προβολή μέσω social media από εξειδικευμένα γραφεία και τέλος, η γαστρονομία της πόλης να «κουμπώνει» σε κάθε δράση, από ιατρικές ημερίδες και συνέδρια μέχρι συμπράξεις με αδελφοποιημένες πόλεις -π.χ. το καλάθι της Θεσσαλονίκης με τοπικά αγαθά-, πάντα με βιωματικές ενέργειες, με παράλληλη προβολή σε όλες τις διεθνείς καμπάνιες.
Διαβάστε επίσης