Agenda

Η Λίνα και η Τάνια μιλούν στην parallaxi λίγο πριν ανέβουν στο Δάσος

Γιορτάζοντας δυο επετείους, των 40 χρόνων από την έναρξη της στιχουργικής της Λίνας και των 33 χρόνων από το Μαμά Γερνάω.

Γιώργος Τούλας
η-λίνα-και-η-τάνια-μιλούν-στην-parallaxi-λίγο-πρ-807618
Γιώργος Τούλας

Λίγο πριν ανατείλει το φετινό σκληρό καλοκαίρι, ένα καλοκαίρι που λιγοστές φανερώνονταν οι χαρές και περίσσεψε στη διάρκεια του η απόγνωση, ο πόνος, ο θυμός και η αγωνία για το μετέπειτα, μια πρόταση της Λίνας στην Τάνια να συμπράξουν επί σκηνής ενώνοντας για το δικό μας καλό τις ευαισθησίες και τις αγωνίες τους, ανοίγοντας κοινές κεραίες συν-αντίληψης όσων οι καρδιές έχουν ανάγκη να αισθανθούν, δοκιμάζοντας να γιορτάσουν δυο επετείους, των 40 χρόνων από την έναρξη του στιχουργικού σύμπαντος της Λίνας και των 33 χρόνων από ένα εμβληματικό δίσκο της ελληνικής μουσικής που εκατομμύρια φορές δόνησε τη φλέβα της ψυχής μας έκτοτε, ακούστηκε σαν το δροσερό αεράκι που είχαμε ανάγκη να φυσήξει.

Όταν διάβασα στην αρχή του ανόρεχτου καλοκαιριού για αυτή τη σύμπραξη είπα μέσα μου και τίποτε άλλο να μη δω αυτό το ραντεβού δεν θέλω να το χάσω, για λόγους ψυχικής ανάτασης. Και λίγες μέρες πριν βγουν στη σκηνή του θεάτρου Δάσους κουβέντιασα μαζί τους για αυτό το κοινό φετινό ταξίδι και την γραμμή που ενώνει την πορεία τόσων χρόνων. Όπως είχαμε κουβεντιάσει και πριν τρία χρόνια όταν το ”Μαμά Γερνάω” συμπλήρωνε 30 χρόνια ευτυχούς και επιτυχούς πορείας. 

-Τι σημαίνει για σας η απώλεια του Μίκη; 

Λίνα: Στις 2 Σεπτεμβρίου «έφυγε» από τη διάσταση, την γήινή ένας μεγαλοφυής -για εμένα- συνθέτης. Ένας αγαπημένος άνθρωπος, ο Μίκης Θεοδωράκης, έχοντας αφήσει ένα έργο που και κάθε χρόνια να θέλουμε να το προσεγγίζουμε από διαφορετική γωνιά θα έχουμε υλικό γι’ αυτό. Νομίζω και το συμφωνικό του έργο και οι κύκλοι βάσει της μελοποίησης των ποιητών μας και τα λαϊκά τραγούδια, όπου καταπιάστηκε, ό,τι μελοποίησε είναι για εμένα σαν τα αθάνατα. Δεν αλλοιώνονται οι μουσικές ούτε η αιτία που ο Μίκης Θεοδωράκης διάλεξε κάποια σίγουρα με βάση τον λόγο, όταν μιλάμε για τραγούδια ή για έργα ποιητών. Έβλεπα από την ζωή του ότι από πολύ νεαρό παιδί καταπιάστηκε να καθαρίσει μέσα του τι είναι αυτό που θα τον κάνει να ελευθερώσει τον εσωτερικό του κόσμο. Όταν λέει ότι μέχρι τα δεκαπέντε είχε γνωρίσει τον κόσμο και είχε αποστρέψει το πρόσωπο και έψαχνε πια εσωτερικά τον οδηγό του, λέει ότι δύο Έλληνες έγιναν δάσκαλοι του. Ο ένας ήταν ο Παλαμάς και ο άλλος ο Σολωμός. Όταν λοιπόν βλέπεις πόσο βαθιά είχε ψάξει, πόσο είχε πάει σε βάθος δηλαδή τις ερωτήσεις του, τα μεγάλα του ζητήματα τα οποία από πολύ μικρός τα κουβαλούσε και μετά βέβαια την ενασχόληση του και την σπουδή του στην κλασική μουσική καταλαβαίνουμε γιατί έχουν τέτοιο πλούτο οι μελωδίες του, από την μία. Και από την άλλη, γιατί είχε τέτοια δροσιά η σκέψη του και τέτοια εντέλεια. Ήταν ένας άνθρωπος που μας έκανε δώρο κατοπινά που ασχολήθηκε με το τραγούδι γιατί όλα αυτά τα πλούσια μέταλλά τα οποία είχε στο υπέδαφος του με την ιστορική- κοινωνικοπολιτική συνθήκη που έγινε αιτία να τα φέρει στο φως, ήταν ένα κοίτασμα πολύ πλούσιο.

Στα τελευταία χρόνια είχα την αγωνία του. Είχα την αγωνία του λιονταριού αυτού πώς θα «έφευγε» τελικά, δηλαδή την ημέρα του θανάτου του τελικά που θα τον λύτρωνε από την φθορά, από την ανημποριά την σωματική. Ουσιαστικά, τον χαιρόμουν από τότε που ήμουν έφηβη, τον μελετούσα, τον τραγουδούσα, τον έψαχνα, άφηνα τον εαυτό μου να εμπνευστεί από τα τραγούδια. Και κατοπινά το 94′ που έκανε την χάρη ο Μανώλης Μητσιάς να του πει ότι έχω κάποια γραπτά να του δώσω, είχα την τύχη να συνεργαστούμε στην τρίτη πολιτεία. Και να έχω και τρεις και τέσσερις φορές μετά συνάντηση με ωραίες κουβέντες, ιστορίες που σημαίνει δηλαδή ότι είμαι ευγνώμων που πρόλαβα την επαφή, την ζωντανή εμπειρία από τον άνθρωπο αυτό. Θέλω να πω, ανθρωπινά έχω την λύπη ότι ο Μίκης «έφυγε», αλλά πνευματικά δεν θα φτάσει και η υπόλοιπη ζωή μου για να τον μελετήσω.

Είχε μελετήσει πάρα πολύ βαθιά την ποίηση. Έτσι, όταν λοιπόν μπορείς και μεταφέρεις με αυτό το κύμα την μουσικής όλο το νόημα, όλες τις αποχρώσεις πάει να πει ότι μέσα σου κατάλαβες βαθιά το πνεύμα. Έτσι δικαιολογείται δηλαδή, πέραν από το γεγονός αντιστοίχως ότι είχε αυτό που λέμε ρυθμό, τον οποίον τον είχε στο τσεπάκι του. Όταν μπορούσε διαβάζοντας ένα κείμενο να αποκωδικοποιήσει τον εσωτερικό ρυθμό αυτού του κειμένου, αυτό ήταν ένα ακόμα πλεονέκτημα του.

Το μόνο που θέλω να πω είναι, η συγκίνηση μου και την ευχαριστία μου την ώρα που έβλεπα πριν από λίγο τους κανταδόρους στο Αργοστόλι, που βγήκαν στους δρόμους τραγουδώντας τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη. Όπως και προχθές στην Κόκκινη πλατεία, που έπαιξαν. Το αποτύπωμα του είναι ολοζώντανο και το πώς έχει απορροφηθεί από τον κόσμο αυτό είναι μία μεγαλύτερη απόδειξη της προσφοράς του. Κατάφερε να γίνει παγκόσμιος και στη Δύση και στην Λατινική Αμερική γιατί νομίζω ότι ήταν η στιγμή ιστορικά που πάρα πολλοί λαοί επιθυμούσαν βαθιά την δημοκρατία, την ελευθερία την απαλλαγή από κάθε δυσβάσταχτο καθεστώς. Οπότε, έγινε ένα μεγάλο σύμβολο. Μαζί με τον Μίκη πολλές άλλες σημαντικές προσωπικότητες ήταν σε συνεργασία για να γίνει αυτό το θαύμα της ελευθερίας, να το πούμε και έτσι η αιώνια αναζήτηση του ανθρώπου και ο αιώνιος αγώνας για αν το καταφέρει και μετά βέβαια να τον ξανά σκλαβώνουν με άλλους τρόπους για να περιμένει την επόμενη ανάσταση.

Τάνια: Ο Μίκης έβαλε στα χείλη μου τους στίχους των μεγάλων ποιητών και εγκατέστησε στο πνεύμα μου έννοιες όπως Δικαιοσύνη, Ελευθερία, αγώνας για την ζωή και τον άνθρωπο. Έπειτα, οι έννοιες αυτές έγιναν δομικά στοιχεία του αξιακού μου συστήματος και καθόρισαν την μετέπειτα πορεία μου και τις επιλογές μου. Θυμάμαι, τα χρόνια της εφηβείας μου, να μαζευόμαστε σε σπίτια φίλων και να ακούμε συγκλονισμένοι την ”Κατάσταση πολιορκίας” και το ”Πνευματικό εμβατήριο” απο μαγνητοταινίες που έφταναν κρυφά από το εξωτερικό και, θαρρείς, ψηλώναμε μαζί του.

Ήταν ο ήρωας μας. Κρίμα που η σύγχρονη Ελλάδα κατασκευάζει τους ήρωες της ανάμεσα από εσμούς τηλεπερσόνων και influencers.O Μίκης έφυγε και πήρε μαζί του μια Ελλάδα που πάντα θα αγαπώ και θα νοσταλγώ.

-Πως είδατε αυτό το απίστευτο καλοκαίρι να κυλά;

Τάνια: Δεν θυμάμαι πιο δύσκολο και σκληρό καλοκαίρι. Η μόνη χαρά που είχα ήταν αυτή η υπέροχη συνεύρεση μου με την Λίνα και τους εξαίρετους συνεργάτες μας. Λειτουργησε σαν σωτήριο αντίβαρο Σε όλην αυτή την καταστροφή και τον φόβο. Η αλήθεια είναι πως η ζωή είναι πιο ισχυρή από το θάνατο και τον φόβο. Αυτό πίστευα πάντα και αυτό με κρατάει όρθια. Κατά τα άλλα, μου είναι δύσκολο να διαχειριστώ τον θυμό και την απογοήτευση μου για το περίφημο επιτελικό τους κράτος.

Λίνα: Το φετινό καλοκαίρι ήταν νομίζω για όλους μας πολύ δύσκολο. Ειδικά την περιοδο με τις πυρκαγιές νιώσαμε όλοι πένθος. Κι εκεί που ήμουν για διακοπές υπήρχε ένα μεγάλο κομμάτι καμμένο από περσινή πυρκαγιά. Σώπαινα, παρακαλούσα μέσα μου να βρέξει, και συναισθανόμουν την αγωνια των ανθρώπων για τους τόπους τους, για τους κόπους τους και για τα σπιτικά τους. Εύχομαι να γίνουν τα απαραίτητα βήματα από το κράτος, να δουν με επίγνωση ευθύνης τι και ποιοι δεν είναι επαρκείς στους σχεδιασμούς και στα πόστα τους. Κι εγώ προσωπικά θα ήθελα να δω τα πρόσωπα όλων αυτών που με γκαζάκια και με μπιτόνια βενζίνης είχαν την άρρωστη έξαψη και ψυχή να βάλουν αυτες τις φωτιές, για τριάντα αργύρια η για οποιονδήποτε άλλο σκοτεινό λόγο.

-Τι σας έκανε να βγείτε στη σκηνή μαζί τώρα, μια επέτειος, των 40 χρόνων υπήρξε η μόνη κινητήριος δύναμη ή και άλλα πράγματα; 

Τάνια: Η πρόταση από την Λίνα ήρθε σε μια στιγμή που είχα εντελώς αδρανοποιηθεί και ιδρυματοποιηθει λόγω πανδημίας. Η επαφή με το πολύτιμο έργο της με έκανε να θυμηθώ ποια είμαι και για ποιους λόγους αξίζει να ζω και να θυμάμαι. Της χρωστώ την καλλιτεχνική μου αναγέννηση και την ουσιαστική μου επανεκκίνηση σαν άνθρωπος.

Λίνα: ‘Βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος’, όπως σοφά ειπε ο Δημόκριτος. Τα 40 χρόνια που κλείνω την φετινή χρονιά είναι ένας χρόνος σεβαστός για να τον γιορτάσω. Ξεκίνησα την γιορτή αυτή από το Δημοτικό θέατρο του Πειραιά, στις 25 Μαρτίου που είναι και η ονομαστική μου εορτή, με μια συναυλία  με τον τίτλο ‘Δικαίωμα’ και με ερμηνευτές τον Μάριο Φραγκούλη, τον Γιώργο Περρή και την νεαρή Μυρτώ Βασιλείου. Μεταδόθηκε ψηφιακά και την παρακολούθησαν πολλοί θεατές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Η επόμενη πράξη είναι η συνάντηση με την Τάνια Τσανακλίδου. Τίτλος αυτής της συνύπαρξης ”Τα σχήματα των αστεριών”.
Ήταν μια έντονη επιθυμία να της κάνω αυτή την πρόταση γιατι μας εχει συνδέσει αυτός ο εμβληματικός δίσκος για την δική μου αλλά πιστεύω και για την δική της πορεία. Το ‘Μαμά γερνάω’ από το 1988. Από τότε δεν είχαμε συνεργαστεί ξανά. Και τώρα να μας ρωτούσε κανεις γιατι, δεν νομιζω πως γνωρίζουμε την απάντηση ούτε η Τάνια ούτε εγώ. Αυτο παντως που μου έδινε το θάρρος να την προσκαλέσω ήταν μια σοβαρή παραγωγή που θα στήριζε το εγχείρημα. Μεγάλη ορχήστρα, ήχος, φώτα, σκηνικό, όλα όπως έπρεπε για να μπορεί κανείς να συγκεντρωθεί μόνο στην τέχνη του. Ευχαριστώ λοιπόν την Τάνια που είπε το ναι. Την αφορμή που ήταν η γιορτή για τα 40 χρόνια των τραγουδιών μου και την εταιρεία ‘Celestial’ που έκανε πραγματικότητα ”Τα σχήματα των αστεριών”. Τώρα το γιατί βγήκα στην σκηνή; Επειδή μου το ζήτησε η Τάνια.

– Τι έχει η Λίνα που δεν έχει η Τάνια;

Τάνια: Η Λίνα διαθέτει μια ψυχραιμία που εγώ, λόγω παράφορου χαρακτήρα, δεν διαθέτω. Είναι σοφή και καίρια όταν εγώ παρασύρομαι από τον αυθορμητισμό μου. Επίσης έχει το εκπληκτικό ταλέντο να μιλάει για πράγματα που είναι και δικά μας, να περιγράφει τις ζωές και τα αισθήματα μας όπως δεν θα μπορούσαμε εμείς να τα περιγράψουμε.

-Τι σας έμαθε αυτή η περιοδεία; Περιγράψτε μας μια ωραία της στιγμή.

Λίνα: Μια ωραία στιγμή από τις περιοδείες μας ειναι πάντα όταν ακούω τον κόσμο να τραγουδάει ”Φωτια κι ανάσταση καρδιά πονάς και σπάστα εσύ, τα χρόνια που έφτασα να ζω, φωτιά και δύναμη, καρδιά τρελή κι αδύναμη, στον κόσμο που ήρθαμε χορτάσαμε γκρεμό’ και η Τάνια να τους απαντάει: ”Μαγκιά μας”

Τάνια: Οι συναυλίες αυτές μου θύμισαν ξανά το πόσο υπέροχη είναι η δουλειά που κάνουμε και πως είναι αμαρτία να ξεχνάμε τον ρόλο που αναλάβαμε σ´αυτη τη ζωή. Όλες οι στιγμές είναι μια γιορτή.

Σε 10 χρόνια από τώρα, αν είμαι γερή, θα ‘θελα να να μην έχω αφήσει απραγματοποίητα τα ταξίδια που ακόμα ονειρεύομαι. Φοβάμαι ότι έχουμε φτάσει στην ώρα μηδέν για τον πλανήτη και τον πολιτισμό μας. Κάναμε κακή χρήση της ομορφιάς και της ζωής συνολικά σαν ανθρωπότητα.

-Πως φαντάζεστε τους εαυτούς σας σε δέκα χρόνια από τώρα;

Λινα: Πως φανταζόμαστε τους εαυτούς μετά από δέκα χρόνια: Καλύτερους.

Τάνια: Σε 10 χρόνια από τώρα, αν είμαι γερή, θα ‘θελα να να μην έχω αφήσει απραγματοποίητα τα ταξίδια που ακόμα ονειρεύομαι. Φοβάμαι ότι έχουμε φτάσει στην ώρα μηδέν για τον πλανήτη και τον πολιτισμό μας. Κάναμε κακή χρήση της ομορφιάς και της ζωής συνολικά σαν ανθρωπότητα.

-Ποιο είναι το νήμα που κάνει δυο ανθρώπους να μπορούν να νιώθουν μια ψυχική εγγύτητα τόσες δεκαετίες μετά;

Τάνια: Το γεγονός ότι δεν εκποίησαμε την τέχνη μας και βαδίσαμε ¨καμαρωτα¨, όπως λέει και η Λίνα.

Λίνα: Με την Τάνια δεν είμαστε φιλες, αλλά έχουμε πάνω από δέκα αιτίες να συνοδοιπορούμε αυτή την στιγμή. Η αγάπη για την μουσική, την λογοτεχνία, το θέατρο, την πολιτική, την ελευθερία, την αντισυμβατικότητα, την ενεργή δράση αλλά και την απόσταση από αυτή, το χιούμορ, την παιδική καρδιά ,την φλόγα για το ωραίο. Μοιραζόμαστε όλα αυτά αβίαστα, με την αποδοχή των διαφορετικών μας χαρακτήρων.

ΘΕΑΤΡΟ ΔΑΣΟΥΣ, Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου στις 21:00

ΤΑΝΙΑ ΤΣΑΝΑΚΛΙΔΟΥ – ΛΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

«ΤΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ» Ερμηνεύει η Τάνια Τσανακλίδου Καλλιτεχνική επιμέλεια – Κείμενα Λίνα Νικολακοπούλου, Σκηνοθεσία: Φωκάς Ευαγγελινός

Τριάντα τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του, μυθικού πλέον, δίσκου Μαμά Γερνάω (1988), η Τάνια Τσανακλίδου και η Λίνα Νικολακοπούλου συμπράττουν ξανά και παρουσιάζουν την Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Δάσους τη μουσική παράσταση «Τα σχήματα των αστεριών».

Με αφορμή την επέτειο των 40 χρόνων (1981-2021) διαδρομής της Λίνας Νικολακοπούλου στη δισκογραφία, η στιχουργός κάλεσε την Τάνια Τσανακλίδου για να γιορτάσουν μαζί αυτή τη σημαντική στιγμή της ζωής της. Συγκινήθηκαν, θυμήθηκαν, διαλέγοντας παρέα, η Τάνια με την Λίνα, τα τραγούδια της παράστασης και εμπιστεύτηκαν στον Φωκά Ευαγγελινό, την σκηνοθεσία αυτής της δίωρης, πολύχρωμης, μουσικής αφήγησης.

Ερμηνεύει η Τάνια Τσανακλίδου Καλλιτεχνική επιμέλεια – Κείμενα: Λίνα Νικολακοπούλου Σκηνοθεσία: Φωκάς Ευαγγελινός Ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας: Βασίλης Γκίνος Πιάνο: Νίκος Γαρουφαλάκης Πλήκτρα: Βασίλης Γκίνος Κρουστά: Βαγγέλης Καρίπης Μπάσο: Κώστας Κωνσταντίνου Τύμπανα: Κώστας Λιόλιος Μπουζούκι, Ούτι: Βαγγέλης Μαχαίρας Πνευστά: Χρήστος Παπαδόπουλος Κιθάρα: Γιώργος Χατζόπουλος Ηχοληψία: Παναγιώτης Πετρονικολός, Ηλίας Τριντής Φωτισμοί: Περικλής Μαθιέλλης Σκηνογραφία: Γιώργος Γαβαλάς Artwork: Πέτρος Παράσχης Φωτογραφίες παράστασης: Ελίνα Γιουνανλή Υπεύθυνος Επικοινωνίας: Αντώνης Κοκολάκης Παραγωγή: Αργύρης Ναστόπουλος – Γιάννης Περίδης/Celestial Arts & Entertainment Productions

Προπώληση

Διαβάστε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα