Ο Μακιαβέλλι για την πιο φοβική κυβέρνηση της μεταπολίτευσης
Μερικές σκέψεις με αφορμή μια διακυβέρνηση που χτίζει παντού τείχους.
Λέξεις: Θάνος Στρατάκης
Είναι η πιο φοβική κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Θα ήταν και λάθος να το πούμε μόνο για αυτήν τη συγκεκριμένη κυβέρνηση. Είναι μία κουλτούρα για τη διοίκηση, μία μορφή διακυβέρνησης, και ξεπερνά τα πρόσωπα. Η κουλτούρα της διακυβέρνησης μας είναι φοβική. Για αυτήν την κυβέρνηση μόνο, ένα παραπάνω. Γιατί, αλλιώς, την ίδια στιγμή που χιλιάδες νέοι μεταναστεύουν, και άλλοι απασχολούνται σε πεδία ξένα από αυτά που εξειδικεύτηκαν, ή είναι πολύ εξειδικευμένοι για εκείνα που τελικά θα κάνουν στην αγορά, αν δηλώνονται, η κυβέρνηση να εμμένει μονομερώς σε προσλήψεις για θέσεις που αφορούν στην «ασφάλεια» και «προστασία» των πολιτών; Την ίδια στιγμή μάλιστα που περιστέλλει θεμελιώδεις πολιτικές ελευθερίες, όπως το δικαίωμα στη διαδήλωση; Όταν κλάδοι, όπως ο πολιτισμός, χωλαίνουν, και άλλοι παρουσιάζουν ελλείψεις, όπως η δημόσια υγεία;
Προσλήψεις στους ΟΒΑ, σε προσωπικό για το Στρατό, στους ειδικούς φρουρούς, στην Αστυνομία, στο νέο κρατικό σώμα που ιδρύεται στα πανεπιστήμια μας, και που διαβάζουμε στο Βήμα, θα έχει μάλλον και δικό του οπλοστάσιο. Μοιάζει να υπάρχει σχέδιο μόνο για αυτές τις προσλήψεις.
Σε έναν νέο και σπουδαγμένο πληθυσμό που μεταναστεύει και έναν που όλο και περισσότερο γερνά, με αυτές τις αναντιστοιχίες ανάμεσα στις σπουδές και το αντικείμενο της εργασίας για εκείνους που θα μείνουν, θα απομείνουν πάντως για την κυβέρνηση κρίσιμες πλειοψηφίες στα σώματα ασφαλείας. Κάθε οικογένεια, «παραγωγική» και «καθώς πρέπει», από αυτές που ακούγονται λόγω της πολυτέλειας ενός σταθερού μισθού, θα έχει κάποιον στα σώματα ασφαλείας.. Είπα και αλλού, καλό κάποια πράγματα να επαναλαμβάνονται, η κυβέρνηση, αν την κρίνουμε ως σήμερα, επιθυμεί να χτίσει ένα σώμα πραιτοριανών, και μπορεί να το πετύχει σε αυτή τη δομή της κοινωνίας που ενδημεί η επισφάλεια, η ανεργία, η μαύρη εργασία, εκεί που δεν πριμοδοτείτε ο πολιτισμός, οι σταθερές δουλειές, ο ενεργητικός και κριτικά σκεπτόμενος πολίτης. Οι άνθρωποι σε δυναμικές ηλικίες που προσλαμβάνονται στα σώματα ασφαλείας, όσο μάλιστα αυτά δεν εκδημοκρατίζονται, με τα φαινόμενα αστυνομικής αυθαιρεσίας και ρατσιστικών και έμφυλων φαντασιώσεων που παρατηρούμε όλοι, θα γίνουν οι αυριανοί σωματοφύλακες για τους ανθρώπους που τους έσωσαν από την επισφάλεια. Διότι περί αυτού πρόκειται! Τη δημιουργία μίας κρίσιμης μάζας ψηφοφόρων, με την ελπίδα ότι αυτοί θα νιώθουν ευγνώμονες.
Εκτός από το Βήμα, την εξέλιξη αυτή φαίνεται να τη χαιρετάει το ίδιο άκριτα και ο υπόλοιπος «κεντρώος» τύπος. Οι προσλήψεις είναι καλές διότι έτσι θα απωθηθούν «οι μειοψηφίες» που επιτέθηκαν στον Πρύτανη και τα κρυμμένα οπλοστάσια, λέει η Καθημερινή. Το οπλοστάσιο του κράτους θα είναι μόνο για την προστασία του σώματος. Γιατί να βάλεις τότε ένα τέτοιο σώμα εκεί που φαίνεται ότι η παρουσία του θα προκαλεί όχι απαραίτητα συγκρούσεις, αλλά το διχασμό, αφού ουδείς στην ακαδημαϊκή κοινότητα δεν επιθυμεί μία τέτοια εξέλιξη; Ιδίως όταν τα στοιχεία συνηγορούν ότι το πανεπιστήμιο δεν έχει πρόβλημα με την εγκληματικότητα λόγο πχ. του ασύλου, ή ότι δεν υπάρχει κάτι πολύ ξεχωριστά εγκληματικό στα πανεπιστήμια μας, κάτι που δεν θα μπορούσε να λύσει η σημερινή νομοθεσία (βρείτε στο τέλος την καλά τεκμηριωμένη ανάλυση της Σ.Βιδάλη). Εκτός από τους πολιτευμένους με την κυβέρνηση ακαδημαϊκούς, τους φανατισμένους της κοινής γνώμης και τους αδιάφορους, η ακαδημαϊκή κοινότητα τάσσεται υπερ της δημιουργίας ενός σώματος φύλαξης που θα ανήκει και θα λογοδοτεί στα πανεπιστήμια
Για τον κυρίαρχο τύπο η χώρα όμως δεν είναι «κανονική». Κινδυνεύει από τους μετανάστες, τους πρόσφυγες, και από αυτό που τους ενώνει με τους «Τούρκους», τη θρησκεία. Καθημερινά “παίζουν” δυσάρεστες ειδήσεις με πηχυαίους click bite τίτλους και μουσική από ταινία δράσης. Τα γεγονότα αναλύονται αυθαίρετα, ή δεν αναλύονται. Πόσες παράνομες ενέργειες εκτός πανεπιστήμιου, σε άλλους δημόσιους χώρους, όπως τα σχολεία; Πόσα εγκλήματα όχι από «αλλοδαπούς»; Μία μόνιμη τεχνητή, μεγεθυμένη, ανασφάλεια, καμία σοβαρή, τεκμηριωμένη πληροφορία.
Αν κρίνουμε από το Μάτι, γίνονται όλα σωστά στην Αστυνομία; Αν κρίνουμε από τις μαρτυρίες φοιτητριών του ΑΠΘ στo Parallaxi με αφορμή την απόπειρα σεξουαλικής κακοποίησης της Σ. Μπεκατώρου, είναι αυτό το πρόβλημα στα πανεπιστήμια μας; Θέλουμε να συνεχίσουμε να οπλίζουμε και άρα να δίνουμε εξουσίες και αφορμές σε μία μερίδα των πολιτών – ξεχωριστό της υπόλοιπης κοινωνίας σώμα, ιδίως όταν οι παραβιάσεις καθήκοντος τόσο στην αστυνομία όσο και αλλού φαίνεται να είναι αμέτρητες; Αν μαθαίνουμε κάτι από τις περιπτώσεις των βιασμών είναι ότι αυτές γίνονται τις περισσότερες φορές από ανθρώπους με εξουσία πάνω στα σώματα ανθρώπων χωρίς καμία, πλην της γνώμης τους και της υποστήριξης των συμπολιτών τους.
Σας έταξα και τον Μακιαβέλλι. Ακόμα διαφωνούμε, καλή η διαφωνία, για το τι ήθελε να πει, αλλά οι ενδείξεις είναι κατατοπιστικές. Να χτίζουν, ρωτά, οι ηγεμόνες κάστρα, να κλείνονται μέσα (Ηγεμόνας, Κεφάλαιο 20); Κάπου φαίνεται το μήνυμα του να θέλει να το περάσει μέσα από τις στρατιωτικές αναφορές. Λέει ότι τα κάστρα «ήταν χρήσιμα στο παρελθόν», γιατί μπορούσαν να προστατεύσουν μία επικράτεια. Θα κλείνονταν μέσα οι ηγεμόνες μαζί με τους οπαδούς τους, εναντίον του εχθρού. Ο ηγεμόνας αυτός όμως δεν θα είχε έρεισμα μέσα στην κοινωνία. Μετά από λίγες στροφές χλευάζει τους ηγεμόνες που ακόμα εμμένουν στο παρελθόν, δηλαδή στα κάστρα. Ο ηγεμόνας αυτός το μόνο που θα κερδίσει είναι να καταφέρει να δραπετεύει, όταν θα έρθει η στιγμή που θα χάσει, για να διεκδικήσει ξανά την εξουσία του κάποια στιγμή στο μέλλον. Όπως η Κοντέσα του Φορλί που κρύφτηκε μέσα σε ένα και περίμενε να φτάσουν οι οπαδοί της, μία φατρία μέσα στην κοινωνία, κάποιοι ευνοημένοι της. Αν όμως σώθηκε αυτή ή η φατρία της, ήταν τυχερή, αλλού πρέπει να βασίσει τη δύναμη της μία πολιτεία.
Η στρατιωτική αναφορά αντικαθίσταται φανερά πλέον στους Λόγους, όπου ο Μακιαβέλλι δεν εξετάζει πως ο ηγεμόνας θα κερδίσει την εξουσία αλλά πως θα πρέπει να μοιάζει το ορθό πολίτευμα. Η στρατιωτική αναφορά, πάλι, με περισσή δόση ειρωνείας, μετατρέπεται σε κοινωνική, αφού μάταια στην εποχή μας ένας ηγεμόνας προσπαθεί να βασίσει την εξουσία του στη βία και τα προνόμια ή στην εκκλησία και τους σοφούς, τους προβεβλημένους της εποχής, τα πράγματα που ο Μακιαβέλλι συνεχώς ειρωνεύεται: «στους σοφούς ανθρώπους του καιρού μας μπορεί να μοιάζει με παράληψη ότι οι Ρωμαίοι, όταν ήθελαν να προστατευτούν, δεν έχτισαν ποτέ ένα κάστρο, και αυτό όχι επειδή είχαν έλλειμμα στη δική τους σοφία…». Σε αντίθεση με τους σοφούς, γεμάτους ιδέες, αλλά χωρίς καμία διάθεση να μάθουν από την πραγματικότητα, ο Μακιαβέλλι μας λέει ότι την ελευθερία τους οι Ρωμαίοι στην ρεπουμπλικανική εποχή της αυτοκρατορίας τους την πέτυχαν χωρίς κανένα κάστρο (πχ. Λόγοι, Κεφάλαιο 24).
Σε όλες τις κοινωνίες εντοπίζει έτσι μία κοινωνική συνθήκη, τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους Λίγους και τους Πολλούς, τους Μεγάλους και τους Μικρούς (Ηγεμόνας, Κεφάλαιο 9). Οι Ρωμαίοι μεγαλούργησαν επειδή ο Ηγεμόνας συμμάχησε όχι με την εκκλησία, όχι χτίζοντας παλάτια, αλλά επειδή δεν έκανε ποτέ τους πολλούς να τον μισήσουν. Ακόμα παραπάνω, επειδή, όπως μας λέει, οι Ρωμαίοι βρήκαν έναν τρόπο αυτή την κοινωνική σύγκρουση ανάμεσα στους Λίγους και τους Πολλούς να την ελέγξουν με θεσμούς ελευθερίας, με πολιτικά δικαιώματα. Δεν φοβήθηκαν οι Ρωμαίοι ποτέ τους πολλούς, αντιθέτως τους όπλισαν όλους, έκαναν ένα στρατό όχι με λίγους ή από μισθοφόρους, και μαζί με τα δικαιώματα τους, τα πραγματικά όπλα, τους έδωσαν ελευθερίες για να μπορούν να μην αδικούνται ποτέ από τους Λίγους. Δεν είχαν ένα πανίσχυρο κέντρο εξουσίας, και μία προνομιακή φατρία να τους υποστηρίζει, αλλά πολλές ομάδες έτοιμες να αγωνιστούν για τις ιδέες τους, για να ακουστούν, κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της ισονομίας και των ανοιχτών στην πρόσβαση πολιτικών θεσμών.
Η διακυβέρνηση με τα κάστρα είναι φοβική. Χτίζει παντού τείχους, συγκεντρώνει την εξουσία, φοβάται τις συναθροίσεις. Και ενώ οι ελευθερίες διαχέονται για τον Μακιαβέλλι μέσα στο πολίτευμα μέσα από θεσμούς ελευθερίας, μέσα από συγκρούσεις με αξία και αγώνες αρχής, για να απωθηθεί τελικά και το ενδεχόμενο μίας πραγματικής σύγκρουσης, σήμερα επιλέγονται συνεχώς λύσεις που να διχάζουν τους πολίτες για όλα τα λάθος πράγματα. Αντί να επικοινωνούν τη δυσαρέσκεια τους για να εκφράσουν θέσεις στην κοινωνία φέρνοντας τα προβλήματα τους στο φως του δημόσιου διαλόγου, για να δώσουν θεσμική φωνή στα αιτήματα τους, οι πολίτες πρέπει να ζουν ήρεμα, στα σπίτια τους και μόνο για αυτά, χωρίς ιδανικά για να εκφράσουν και χωρίς μεγάλα προγράμματα και σημαντικές αλλαγές να κυνηγήσουν. Αντί να συνεργάζονται, πρέπει να έχουν συνεχώς σκυμμένα τα κεφάλια τους ο καθένας για τον εαυτό του και την οικογενειακή προκοπή. Αυτή την αντίληψη για τη διοίκηση έχει κάνει πρόγραμμα η κυβέρνηση μας («Επιστροφή στην κανονικότητα»), που διοικεί έτσι ώστε να απωθεί το ενδεχόμενο να διατυπωθούν και άλλα αιτήματα από απλούς πολίτες ή από όσους της ασκούν αντιπολίτευση. Η προηγούμενη περίοδος ήταν για εκείνη, άλλωστε, μία εποχή σκοτεινή, με κινήματα στις πλατείες, με την άνοδο «των άκρων». Όμως ακόμα και αν η κυβέρνηση έχει δίκαιο σε αυτό που με εμμονή τη στοιχειώνει, τίποτα δεν θέλει να μάθει από την εποχή εκείνη και τις αιτίες που τελικά γέννησαν αυτή την τάση προς «τα άκρα». Τα προγράμματα για μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχίσουν.
Με αυτό τον τρόπο, αντιμετωπίζει τη δημοκρατία, το πολίτευμα της φασαρίας, με επιφυλακτικότητα. Έτσι σπάνια συμβουλεύεται τις οργανώσεις της κοινωνίας, ή δεν εργάζεται ποτέ για να τις επαναφέρει. Περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι στην υγεία σημαίνει και συλλογικές συμβάσεις εργασίας, σημαίνει και συνδικαλιστική εκπροσώπηση. Και από τη μία καταδικάζει όσους εκφράζουν τη δυσαρέσκεια τους με τα μέσα που έχουν, χωρίς όμως να επενδύει από την άλλη στα σχολεία, στη δημοκρατία, στη συμβολή των οργανώσεων της, στα αιτήματα της, που μάλιστα τα περιθωριοποιεί ως ανεφάρμοστα…
Μακριά από εμάς άρα, και από το Μακιαβέλλι, μία ανοιχτή τυφλή σύγκρουση όπως αυτή του Καπιτωλίου, ή ο κάθε, ούτως ή άλλως κοινωνικά απομονωμένος, οργισμένος μπάχαλος που θα τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας. Μιλάμε εδώ για τη σύγκρουση των ιδεών, για την ανάγκη νέοι άνθρωποι να θέλουν να διεκδικήσουν κάτι για τις ζωές τους, όπως κάναν όλες οι προηγούμενες γενιές, και μέσα από τα πανεπιστήμια, κυρίως από εκεί! Και μάλιστα σε μία εποχή που τίποτα δεν είναι τόσο δεδομένο όσο ήταν για την προηγούμενη γενιά. Ιδίως εκεί που μαθαίνουμε ότι δισεκατομμυριούχοι βγάζουν σε ένα λεπτό όσο ένας εργαζόμενος σε 44 χρόνια, και απολαμβάνουν μάλιστα και φορολογικών ελαφρύνσεων!
Ο Μακιαβέλλι μας παραδίδει ένα ακόμα τελευταίο μάθημα όταν λέει πως ο λαός δεν θέλει τόσο να διοικεί όσο να αισθάνεται ότι δεν αδικείται, να νιώθει με ασφάλεια ότι είναι ίσος, ότι εισπράττει την αξιοπρέπεια. Με αυτό κακώς νοούν ορισμένοι ότι το κυρίαρχο πρόβλημα για τη χώρα είναι οι πάσης φύσεως, πάρα πολύ προβεβλημένοι, «εχθροί» Μάλλον είναι όλα αυτά που παράγουν συνεχώς την εργασιακή ανασφάλεια, όσα προκαλούν τη βουβαμάρα στο βωμό μίας δήθεν εύρυθμης λειτουργίας ή μίας μελλοντικής ουτοπίας, μίας πχ. «μεταρρύθμισης» κάποιων πολύ ειδικών. Το έλλειμμα στην κοινωνική επικοινωνία, στο παρόν, καλύπτεται από επιστροφές στο παρελθόν, στα παλιά μεγαλεία, στα κλισέ για τους «επιτυχημένους Έλληνες».
Το μήνυμα του Μακιαβέλλι δεν ήταν νοσταλγικό. Κοιτούσε το παρόν στα μάτια, εντοπίζοντας ότι η κοινωνική σύγκρουση δεν σταματάει αλλά μπορεί να ελεγχθεί αν εγγυώνται οι κυβερνήσεις τις ελευθερίες και την αξιοπρέπεια χωρίς διακρίσεις. Όσους τη σύγκρουση των ιδεών την μεταφέρουν σε προτάσεις και ιδανικά, εκφράζοντας θέσεις στην κοινωνία, η δημοκρατία τους χρειάζεται, και για αυτό χρειάζονται τα πολιτικά τους δικαιώματα και οι πολίτες – για να παράγουν ιδανικά. Οι απεργίες, οι ελευθερίες, η αυτονομία τους από το κράτος είναι για να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή, για να ακουστούν οι αδύνατοι και να βοηθήσουν και όσες και όσους δεν ακούγονται επειδή ο καθως-πρεπισμός μας τους αντιμετωπίζει ως απειλές. Περισσότερο χρειάζεται μία κοινωνία αυτό τον πλουραλισμό στις προτάσεις από τις κραυγές ενός πρώην τήλε-πωλητή φτηνής πρόζας, που τον συναντά κανείς κάθε Δευτέρα και Τρίτη και Παρασκευή στα κανάλια, να σου κουνάει και το δάχτυλο επειδή γκρίνιαξες. Που σε πιο σημείο της κοινωνίας εκτός από την χειραψία, το γλύψιμο, και τις συμφωνίες σε κλειστές αίθουσες τελικά διέπρεψε; Ποια κοινωνική πραγματικότητα εκπροσωπεί;
Χρειαζόμαστε άρα σχέδια για περισσότερα σχολεία, καλύτερες υποδομές, κριτικά σκεπτόμενους πολίτες, γενναίες παρεμβάσεις στις δομές υγείας, στο κράτος και τους θεσμούς, στην κοινωνική αναδιανομή του πλούτου, στην έρευνα για την κοινωνία, την ενίσχυση του δικαιώματος σε καλή εργασία. Χρειάζεται οργανώσεις και ομάδες με ανεξαρτησία από το κράτος για να δώσουν φωνή και να παράξουν αιτήματα για τα προβλήματα στην κοινωνία. Πριν από όλα αυτά, όμως, ανάγκη είναι κάπως να διατυπωθεί μία πολυμορφική, όπως και η κοινωνία μας, και άλλη φιλοσοφία για τη διακυβέρνηση, για το τι είναι τελικά το εφικτό και το ανέφικτο. Όχι και άλλους σωματοφύλακες! Αργά αλλά σταθερά, με μία ελπίδα, τα κάστρα να καταρρέουν, τα ιδανικά να διαδέχονται το φόβο και το διχασμό…
Πηγές:
Τη γνώμη του Βήματος και της Καθημερινής για τα σώματα ασφαλείας στα πανεπιστήμια, εκτός από τους τακτικούς αρθρογράφους και τις απόψεις τους, μπορεί κανείς να αναζητήσει ενδεικτικά εδώ:
https://www.ekathimerini.com/261245/opinion/ekathimerini/comment/universities-end-of-an-era
Το άρθρο της Σοφίας Βιδάλη “Εγκληματικότητα και αστυνόμευση στα ΑΕΙ: «αλήθειες» και «ψέματα»” με στοιχεία για τα πανεπιστήμια για όσες όσους θα τα χρειαστούν στις συζητήσεις του καθημερινού παραλόγου εδώ:
O Έλον Μασκ κερδίζει σε ένα λεπτό όσα ένας εργαζόμενος σε 44 χρόνια:
Τον Μακιαβέλλι μεταφράζω ελεύθερα στα δύο του βιβλία που αναφέρω για όσες και όσους θέλουν να το συνεχίσουν.
*Η πηγή της εικόνας είναι από τα γραφιστικά σχέδια του Soren Grau.