Featured

Μιχάλης Καβαρατζής: Η πανδημία θα γεννήσει σε τόπους ευκαιρίες

Ο Μιχάλης Καβαρατζής Associate Professor of Marketing, στο University of Leicester, ειδικός στο branding τόπων και ζει στη Μεγάλη Βρετανία. Απόλυτα ειδικός για να μας εξηγήσει την καταιγίδα που ζει ο παγκόσμιος τουρισμός και όσα θα μπορούσαν να αλλάξουν στο μέλλον για καλό. Να φωτίσει το τι σημαίνει το Brexit για τον τουρισμό, τι έγινε λάθος […]

Γιώργος Τούλας
μιχάλης-καβαρατζής-η-πανδημία-θα-γενν-699956
Γιώργος Τούλας

Ο Μιχάλης Καβαρατζής Associate Professor of Marketing, στο University of Leicester, ειδικός στο branding τόπων και ζει στη Μεγάλη Βρετανία. Απόλυτα ειδικός για να μας εξηγήσει την καταιγίδα που ζει ο παγκόσμιος τουρισμός και όσα θα μπορούσαν να αλλάξουν στο μέλλον για καλό. Να φωτίσει το τι σημαίνει το Brexit για τον τουρισμό, τι έγινε λάθος στην Ελλάδα και που πρέπει να στραφούμε πια. 

Γ.Τ.: Ζεις στη Βρετανία. Η Βρετανία περνάει μία από τις πιο περίεργες χρονιές της ιστορίας της, από τη μία το Brexit, από την άλλη η πανδημία, στην κορυφή της Ευρώπης. Πώς βλέπεις συνολικά την εικόνα της χώρας, στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό;

« Η προσωπική μου άποψη είναι πως σίγουρα είναι μία πολύ περίεργη χρονιά σε όλα, αλλά πολλά από τα προβλήματα τα έχουμε φέρει μόνοι μας στη χώρα καθώς πάρθηκαν κάποιες λανθασμένες αποφάσεις για το Brexit και για την πανδημία. Το Brexit είναι ένα τεράστιο πολιτικό θέμα, που δεν θα το κρίνω εγώ, επηρεάζει όμως και τη δική μου ζωή σε μεγάλο βαθμό. Έπρεπε να κάνουμε για παράδειγμα το “Settlement Scheme” αν θέλαμε να μείνουμε. Κάναμε αίτηση και μας το δώσανε βέβαια, και τώρα υποτίθεται θα έχουμε τα ίδια δικαιώματα ως πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως, η όλη διαδικασία ήταν πολύ διχαστική για την κοινωνία, υπήρξε μεγάλος διχασμός και πόλωση και ακόμα υπάρχει και στην πολιτική αλλά κυρίως στη κοινωνία. Ακόμα και στη γειτονιά σου το νιώθεις αυτό το πράγμα.

Κυρίως όταν πρωτοέγινε το δημοψήφισμα, όταν ξεκίνησαν τα προβλήματα συνεννόησης και συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και τώρα με τα προβλήματα, που δεν έχει βρεθεί κάποια λύση. Αυτό είναι ένα τεράστιο θέμα. Το τι θέλει η μισή χώρα εδώ είναι φανερό. Πολλοί θέλουν το Brexit για να φύγει η χώρα από Ευρωπαϊκή Ένωση και να είναι αυτόνομη. Θεωρούν ότι είναι λάθος της Ευρώπης, ότι η Ευρώπη μας τιμωρεί που θέλουμε να φύγουμε, ότι η Ευρώπη κάνει το ένα, κάνει το άλλο...Τώρα με την πανδημία, έγιναν τεράστια λάθη, κατά την προσωπική μου πάλι άποψη, στην αρχή της εμφάνισης του ιού. Εδώ στην αρχή δεν είχαν κλείσει τα σχολεία, δεν έκλεισαν τα αεροδρόμια και νομίζω δεν έκαναν τεστ σε κανέναν. Το γνωρίζαμε ότι έρχεται και εδώ, η Κίνα και η Ιταλία ήταν κλειστές και στην Ισπανία είχε αρχίσει να εμφανίζεται, εμείς εδώ πέρα δεν κάναμε τίποτα. Υπήρχε μία άρνηση προφανώς γιατί φοβόντουσαν να κλείσουν την οικονομία. Αυτό ήταν το θέμα. Δεν τολμούσαν ίσως. Υπήρξε και αυτή η περίφημη θεωρία της ανοσίας της αγέλης, που στην αρχή το δοκίμασαν όμως μετά το απέρριψαν. Υπήρξε γενικά μία τεράστια καθυστέρηση στην αντιμετώπιση και αυτό στην κυριολεξία κόστισε ζωές. Επίσης, έκαναν ένα τεράστιο λάθος με τα γηροκομεία εδώ, όπου βγάλαν ανθρώπους από τα νοσοκομεία και τους στείλαν πίσω στο γηροκομείο τους χωρίς να τους κάνουν τεστ κορονοϊού. Πολλοί από αυτούς είχαν κορονοϊό και τον μετέφεραν στο γηροκομείο. Και καταλαβαίνεις έγινε «σφαγή». Εγώ είμαι σίγουρος ότι για αυτό συγκεκριμένα θα υπάρξουν ποινικές διαδικασίες. Είναι δεδομένο δηλαδή, ότι οικογένειες πολλών ανθρώπων χάσαν τη ζωή τους από αυτό το λάθος. Σίγουρα θα κινηθούν νομικά.

Μέσα στη χώρα υπάρχει, όπως και παντού, αυτό ο διχασμός. Οι μισοί Αμερικανοί θέλουν ακόμα τον Τραμπ ας πούμε. Το ίδιο συμβαίνει και εδώ. Ο καθένας δεν ξέρω τι πηγές πληροφόρησης έχει, τι τρόπο σκέψης ακολουθεί, τι παρελθόν έχει και τι μέλλον σκέφτεται για τον εαυτό του. Υπάρχουν για παράδειγμα άνθρωποι που θεωρούν ότι η κυβέρνηση τα έκανε όλα καλά, οι Κινέζοι μας τη φέρανε και άλλες τέτοιες απίστευτες θεωρίες. Αυτό είναι μία πολιτικοποίηση της υγειονομικής κρίσης. Τι να πεις. Από την άλλη δεν είναι και εύκολο βέβαια, να είσαι πρωθυπουργός μιας χώρας, σε τέτοια περίσταση ό,τι απόφαση και να πάρεις θα είναι δύσκολη και θα σε κατακρίνουν. Τέλος πάντων, όσον αφορά την εικόνα της χώρας, νομίζω ότι υπάρχει στο εξωτερικό περισσότερο μία πτώση, ας πούμε, της εικόνας. Όμως, δεν ξέρω σε τι μπορεί να μεταφραστεί αυτό. Δηλαδή μπορεί σε ένα πολιτικό επίπεδο να αλλάξει ένας θαυμασμός που μέχρι τώρα υπήρχε για το Βασίλειο, για τη Μεγάλη Βρετανία από τον κόσμο στις υπόλοιπες χώρες. Αυτό θα αλλάξει αρκετά. Αλλά δεν νομίζω ότι θα έχει ως αποτέλεσμα να μην έρχονται τουρίστες στο Λονδίνο. Δεν ξέρω τι επίπτωση μπορεί να έχει σε πιο πρακτικό επίπεδο.»

Γ.Τ.: Το Brexit θα επηρεάσει καθόλου το τουρισμό πιστεύεις;

«Θα τον επηρεάσει σίγουρα στην αρχή. Θα επηρεάσει τα πάντα. Πρώτον, επειδή οι τιμές θα πρέπει να βρουν την ισορροπία τους και στο εμπόριο και στον τουρισμό. Περιμένουμε να δούμε ακόμα και πόσο θα κάνει η ντομάτα στο σούπερ μάρκετ, καθώς οι ντομάτες έρχονται όλες από την Ευρώπη. Αν δεν έχουν συμφωνία, αν τα φορτηγά περιμένουν βδομάδες στα σύνορα, θα υπάρξει τεράστιο πρόβλημα. Αν όμως όλα πάνε διαφορετικά και καλά, δεν θα υπάρξει τόσο μεγάλο θέμα. Το ότι οι τιμές θα ανέβουν είναι δεδομένο. Αυτό θα ισχύει και στο τουρισμό. Το Λονδίνο, το οποίο έχει μία καλή φήμη ως τουριστικός προορισμός και έχει το ενδιαφέρον του κόσμου έτσι κι αλλιώς, δεν νομίζω ότι θα χάσει τόσο πολύ τον τουρισμό του ή μάλλον δεν ξέρω και να χάσει λίγο, αν θα υπάρξει πρόβλημα, γιατί έχει περιθώριο απώλειας χωρίς να έχει θέμα στον τουρισμό. Μην σου πω ότι και λίγη μείωση του αριθμού των τουριστών μάλλον καλό θα κάνει στην πόλη παρά κακό. Επίσης, η πλειοψηφία των τουριστών, αν και δεν το έχω ελέγξει στατιστικά, δεν είναι Ευρωπαίοι, είναι και Κινέζοι για παράδειγμα, είναι Αμερικανοί, είναι από τις χώρες της Κοινοπολιτείας, ή από την Ινδία, τον Καναδά, την Αυστραλία, οι οποίοι δεν νομίζω ότι επηρεάζονται και πολύ από το Brexit. Τώρα, αν πάνε τα πράγματα πολύ στραβά και αυξηθούν ξαφνικά υπερβολικά οι τιμές, θα επηρεαστούν και αυτοί. Αλλά δεν πιστεύω ότι άμεσα θα έχουν πρόβλημα. Είναι λίγο περίεργα τα πράγματα με την εικόνα της χώρας. Στο εσωτερικό πάντως, υπάρχει αυτός ο διχασμός. Πολλοί λένε έχουμε γίνει ρεζίλι στην υπόλοιπη Ευρώπη και άλλοι λένε όχι, θα δείτε ότι είμαστε το καλό παράδειγμα και θα ακολουθήσουν και άλλοι το δρόμο μας.»

Γ.Τ.: Ασχολείσαι κυρίως με όλο αυτό που λέγεται βιομηχανία του τουρισμού, του ταξιδιού, των προορισμών κλπ. Ο πρώτος κλάδος που επλήγει περισσότερο σε αυτή την υπόθεση είναι αυτό, τα ταξίδια, οι μετακινήσεις. Και επίσης μάς έδειξε η ιστορία ότι όλη αυτή η παγκοσμιοποίηση με όλα τα καλά που έχουμε βιώσει αυτές τις δεκαετίες, είναι ταυτόχρονα και ένα από τα τρωτά σημεία σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως μία πανδημία. Πώς το είδατε να αποτυπώνεται όλο αυτό;

«Βεβαίως, έτσι ακριβώς είναι όλη αυτή η παγκόσμια διασύνδεση, έχει θαυματουργές επιπτώσεις για όλους μας και την καθημερινότητά μας. Κυρίως η πανδημία έφερε αυτό στο προσκήνιο, το να είμαστε όλοι εξαρτημένοι ο ένας από τον άλλον. Το ξέραμε, αλλά τώρα μας το έδειξε κατάματα και με δραματικό τρόπο. Τα ταξίδια σταμάτησαν ξαφνικά, ο τουρισμός φυσικά και καταρρέει σε πολλές χώρες. Είναι πολλά τα πράγματα που πρέπει να πούμε, θα τα πω χωρίς ιδιαίτερη δομή, θα είναι σκέψεις που απλά μου έρχονται στο μυαλό. Η πρώτη είναι ότι αυτό μας δείχνει ξεκάθαρα ότι η απόλυτη εξάρτηση από έναν τομέα της οικονομίας είναι τεράστιο λάθος, το οποίο το ξέραμε. Πολλές φορές όμως, δεν είναι εύκολο να το πετύχεις ή δεν υπάρχει πολιτική θέληση ή δυνατότητες. Νομίζω και η Ελλάδα το έχει αυτό το πράγμα, ένα 25% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος νομίζω, προέρχεται από τον τουρισμό. Αν από τη μία μέρα στην άλλη σταματήσουν τα ταξίδια, αυτό θα είναι τραγωδία. Ταυτόχρονα υπάρχουν όμως, διαφορετικές ευκαιρίες, διότι εγώ πιστεύω η πανδημία έχει φέρει πολλά πράγματα στο προσκήνιο, τα οποία μπορούμε να εκμεταλλευτούμε αν κοιτάξουμε λίγο πέρα από τις απώλειες, τους ανθρώπους που έχασαν τις δουλειές τους ή το γεγονός πως τα ξενοδοχεία ήταν στο 10% της πληρότητας το καλοκαίρι. Αυτά όλα είναι δραματικά ναι, και πόσο μάλλον αν δουλεύεις στον τουρισμό και τα νιώθεις στο πετσί σου και είναι θέματα που σε απασχολούν πάρα πολύ. Όμως, αν κοιτάξουμε σε ένα γενικότερο επίπεδο υπάρχουν διάφορες ευκαιρίες για να εκμεταλλευτούμε από όλο αυτό που συμβαίνει. Για παράδειγμα, υπάρχουν πολλοί προορισμοί, που δεν ήταν γνωστοί μέχρι τώρα, οι οποίοι εγώ είμαι σίγουρος θα αναπτυχθούν περισσότερο, γιατί ο κόσμος θα ενδιαφερθεί. Δεν νομίζω ότι ξαφνικά όλοι, μόλις μπορέσουμε να ταξιδέψουμε, θα ξαναπάμε στη Βαρκελώνη, στο Λονδίνο, στις παραλίες της Ταϋλάνδης και στη Μύκονο. Πιστεύω ότι θα υπάρχει μία πολύ μεγαλύτερη αναζήτηση προορισμών που δεν είναι τόσο γνωστοί. Και αυτό ως αποτέλεσμα της πανδημίας, ότι εφόσον δεν πηγαίνει πολύς κόσμος σε έναν προορισμό, είναι καλύτερα να ταξιδέψουμε εκεί.

Δεύτερον, είναι προφανές ότι το πρώτο πράγμα που θα ενισχυθεί με το που θα μπορούμε να ταξιδέψουμε όλοι είναι ο εσωτερικός τουρισμός. Είναι δηλαδή, ότι οι περισσότεροι θα αποφασίζουν να πάνε κάπου κοντά από το να μπουν στο αεροπλάνο για άλλη χώρα. Ας πούμε ο Άγγλος πολύ πιο εύκολα θα πάρει το αυτοκίνητο ή το τρένο να πάει εδώ στη θάλασσα της Αγγλίας ή σε ένα ωραίο ξενοδοχείο παρά να μπει στο αεροπλάνο να πάει στην Ισπανία για παράδειγμα. Παρ’ όλο που το να πάει στην Ισπανία με το αεροπλάνο ήταν φθηνότερο μέχρι τώρα, θα υπάρξει μία αλλαγή σε αυτό. Άρα θα υπάρχουν και ευκαιρίες. Αυτό που βλέπω ως ευκαιρία, ή και ίσως ελπίδα δική μου, είναι ότι οι προορισμοί μπορούν να κοιτάξουν λίγο τον εαυτό τους, όχι μόνο ως προορισμός αλλά ως τόπος. Διότι ο προορισμός είναι πάνω από όλα ένας τόπος και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Ακόμα και η Μύκονος και η Σαντορίνη, είναι τόποι, δηλαδή έχουν μία ιστορία, έχουν ανθρώπους που ζουν, αποτελούν μία κοινότητα. Ένας προορισμός δεν είναι απλά μία υπηρεσία, είναι ένας τόπος, είναι πιο βαθύ το πράγμα. Ο μόνος τόπος που πιστεύω εγώ είναι προορισμός για παράδειγμα είναι η Disneyland, και γενικότερα τα μεγάλα θεματικά πάρκα.

Ένας προορισμός τουριστικός είναι πάνω από όλα τόπος, με ανθρώπους που ζουν και που έχουν γεννηθεί εκεί και θέλουν ή δεν θέλουν να γυρίσουν, οπότε δεν πουλάμε τον τόπο. Εγώ θα ήθελα να δω, και νομίζω μας δίνει αυτή την ευκαιρία η πανδημία, μία επιστροφή στην έννοια της κοινότητας, στην έννοια του ανήκουμε όλοι μαζί κάπου. Το είδα αυτό εδώ στην διάρκεια της πανδημίας. Δεν ξέρω αν συνέβη και στην Ελλάδα ή σε άλλες χώρες. Η τοπική κοινωνία ανέβηκε στα μάτια του κόσμου. Έβλεπες κόσμο να λέει σε αυτή τη δύσκολη περίοδο θα πάω στον χασάπη της γειτονιάς, τον ανεξάρτητο, που φέρνει από τη μικρή του φάρμα το κρέας και όχι στο σούπερ μάρκετ που το φέρνει από την Αργεντινή. Νομίζω ότι υπήρχε ξεκάθαρα μία τέτοια επιστροφή προς τα τοπικά προϊόντα.

Και αυτό είναι ευκαιρία, γιατί το μάρκετινγκ των τόπων μπορούν να το εκμεταλλευτούν, να βασίσουν κάποια στρατηγική πάνω σε αυτό. Άρα νομίζω θα δούμε περισσότερη προσοχή στην έννοια της κοινότητας, κάτι που δεν μένει μόνο σε θεωρητικό επίπεδο αλλά έχει και πρακτικά αποτελέσματα. Κυρίως τώρα, αυτό που θα χρειαστεί είναι οι προορισμοί να προβάλλουν τον τόπο τους με τρόπο που θα δημιουργεί εμπιστοσύνη στο κοινό. Είμαι σίγουρος ότι όλοι οι τόποι, από τη στιγμή που θα επιτραπούν τα ταξίδια, θα προσπαθήσουν να προσελκύσουν κόσμο, με το να προβάλλουν την ασφάλεια του τόπου τους. Αυτό δεν θα φέρει όμως διαφοροποίηση, με το να ισχυρίζονται απλά ότι μπορούν να παρέχουν ασφάλεια στον κόσμο. Υπάρχει ευκαιρία να δείξουμε την πραγματική, μοναδική ταυτότητα του κάθε τόπου. Και αυτό μπορεί να γίνει με την ιστορία, την πραγματική ταυτότητα και με επικοινωνία, που θα δείξει τις εμπειρίες που μπορεί να αποκομίσει κάποιος από έναν τόπο. Η προώθηση των προορισμών πρέπει να γίνει πιο συγκεκριμένη, όχι με γενικόλογα. Το άλλο βέβαια, όσον αφορά την εμπιστοσύνη που πρέπει να κερδηθεί εξαρτάται και με τον τρόπο με το οποίο επικοινωνείς. Φοβάμαι πως ό,τι λεφτά υπάρχουν γενικώς για προώθηση προορισμών θα πάνε σε μαζικές διαφημίσεις. Υπάρχουν όμως πολλοί καλύτεροι τρόποι προώθησης και επικοινωνίας με το κοινό, κυρίως μέσω των social media. Πρόκειται για μία πιο ουσιαστική, στοχευμένη επικοινωνία. Κάπως έτσι θα έρθει η διαφοροποίηση από εδώ και πέρα. Είναι βέβαια πράγματα που τα ξέραμε, αλλά η συγκυρία τα έφερε στο προσκήνιο.»

Γ.Τ.: Οικονομικά, πιστεύεις, δεν θα έχουν υποστεί τεράστια καταστροφή όλες αυτές οι περιοχές; Που θα βρεθούν οι πόροι για να ξεκινήσουν ξανά όλη αυτή την προώθηση; 

«Εύκολο δεν θα είναι. Δυστυχώς αυτό είναι θέμα πολιτικών προτεραιοτήτων. Εδώ, στην Βρετανία, η κυβέρνηση έκανε ένα πρόγραμμα για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες που έχουν χάσει μεγάλο ποσοστό της δουλειάς τους. Υπήρξε μία στήριξη οικονομική. Αυτά τα λεφτά που μπόρεσε να δώσει η κυβέρνηση, δεν είναι τα λεφτά που θα έβγαζε κανείς εάν δούλευε κανονικά, είναι προφανές. Όμως, ενώ προ πανδημίας ήταν δύσκολο να δώσει η κυβέρνηση λεφτά σε κάποιους που χάσαν τους πελάτες τους, μετά την πανδημία αυτό ξαφνικά πραγματοποιήθηκε. Γιατί η πολιτική προτεραιότητα άλλαξε και η κυβέρνηση για να τα βγάλει εις πέρας όσα λεφτά είχε τα έδωσε στον κόσμο. Δεν λέω ότι ήταν απαραίτητα αρκετό ή ότι επικροτώ την κυβέρνηση της Αγγλίας, αλλά αυτά τα λεφτά που πριν από την πανδημία δεν θα τα ξόδευε κανείς για αυτό το λόγο, τώρα ξαφνικά βρέθηκαν και τα έδωσαν. Επίσης, για όλους θα είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν οι πόροι, όμως υπάρχουν άλλου είδους ευκαιρίες εδώ. Δεν είναι απαραίτητο η προβολή ενός προορισμού να γίνει από την κυβέρνηση και από την περιφέρεια. Ή από την Marketing Greece που έπρεπε να κάνει όλες τις διαφημίσεις των περιφερειών το καλοκαίρι. Δεν είναι απαραίτητο να γίνονται έτσι τα πράγματα. Μπορούν να γίνουν με την συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας. Οι καταστηματάρχες μπορούν να κάνουν κάτι, όσο μπορούν βέβαια, αλλά το μάρκετινγκ δεν είναι ακριβό, κυρίως στην εποχή μας. Μπορούμε να κάνουμε πράγματα μέσα από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, τα οποία είναι και πιο αποτελεσματικά και φθηνότερα. Δεν χρειάζεται δηλαδή, να ξοδέψουμε εκατομμύρια για να γίνει μία αλλαγή. Νομίζω ότι θα υπάρξουν πρωτοβουλίες ανθρώπων για τον τόπο τους, δεν θα περιμένουν μόνο από την κυβέρνηση. Τώρα ναι, εγώ κάθομαι στην κουζίνα μου ή θα καθόμουν στο γραφείο μου στο πανεπιστήμιο και θα τα έλεγα έτσι ωραία και καλά, αλλά είναι πιο δύσκολα στην πράξη. Αυτό είναι σίγουρο. Δεν μπορώ να κατακρίνω κανέναν, αν όμως έχω την ευκαιρία να συμβουλέψω κάποιον, αυτά ακριβώς θα πω. Και πολλοί τα ακούνε με ευχαρίστηση και προσπαθούν να τα ακολουθήσουν. Το τι θα γίνει κανείς δεν μπορεί να το ξέρει.»

Γ.Τ.: «Στην Ελλάδα όλους αυτούς τους μήνες, έγιναν πολύ αντιφατικές δηλώσεις σε σχέση με τον τουρισμό και αντιφατικές πράξεις, δηλαδή άνοιγαν και έκλειναν τα σύνορα, χαλάρωναν τα μέτρα και άλλα. Πιστεύεις ότι βοηθά η αμετροέπεια στις δηλώσεις;

« Όχι, με τίποτα δεν βοηθά. Η λογική του branding και του marketing λέει ότι πρέπει να ξεκινάμε από το κοινό. Εγώ συμφωνώ 100% μαζί σου, αμετροέπεια και χειρότεροι χαρακτηρισμοί θα μπορούσαν να ειπωθούν. Όμως δεν κάθισε κανένας δυνητικός τουρίστας, ούτε στην Αγγλία ούτε στην Αμερική, ούτε στη Σερβία ή οπουδήποτε αλλού να ακούσει τον Μητσοτάκη και τους υπόλοιπους. Αυτό που πραγματικά ήταν το τραγικό ήταν αυτή η ασυναρτησία στα σύνορα, την μία μέρα ήταν κλειστά, την άλλη μέρα ήταν ανοιχτά, τη μία θες χαρτί την άλλη δεν θες χαρτί ή εσύ περνάς, εσύ δεν περνάς. Και στα αεροδρόμια, το έζησα προσωπικά με την οικογένειά μου, και στα σύνορα στις Βαλκανικές χώρες που γινόταν χαμός. Αναγκάστηκα για πρώτη φορά να ακολουθήσω μία ομάδα στο facebook που ταξιδεύουν οδικώς στην Ελλάδα για όσους Έλληνες του εξωτερικού το επιθυμούν. Γινόταν πανικός, για το τι χρειάζεται στα σύνορα αλλά και ποιοι και πως θα περάσουνε. Μία ασυναρτησία. Θα μπορούσε να γίνει καλύτερα όλο αυτό; Σίγουρα. Θα μπορούσα να το κάνω εγώ καλύτερα; Όχι.

Το άλλο θέμα βέβαια ήταν αυτό με το σποτάκι του ΕΟΤ, στο οποίο έδειχναν ότι για να ζήσει κανείς το ελληνικό καλοκαίρι δεν χρειάζεται να έρθει στην Ελλάδα, μπορεί να πάει και αλλού. Αυτό ήταν λίγο τραγικό. Πέρα από τις πολιτικές προεκτάσεις που είχε, ήταν και λάθος το μήνυμα, δεν υπήρχε καμία διαφοροποίηση απλά πάλι για πολλοστή φορά θεωρήθηκε ότι η Ελλάδα έχει τις καλύτερες παραλίες του κόσμου και όποιος δεν το ξέρει είναι χαζός. Αυτό το μήνυμα δεν στέκει. Πρώτον, γιατί και άλλοι έχουν παραλίες φοβερές και δεύτερον, το θέμα δεν είναι το τι έχεις αλλά τι κάνεις με αυτό που έχεις, πώς το εξελίσσεις. Με τρόπο που θα σου φέρει και χρήματα αλλά και αειφόρο ανάπτυξη.»

Γ.Τ.: Σκεφτόμουν για τη Νέα Ζηλανδία, που είναι μία χώρα που σχεδόν έχει μηδενίσει τα κρούσματα, κλείνοντας τα σύνορα εντελώς, αν αυτό στα μάτια σου μοιάζει μία λύση και επίσης αν αυτό μετά μεταφέρεται στη συνείδηση του κόσμου. Ότι οι απομονωμένες χώρες θα είναι πάντα ασφαλείς προορισμοί, που δεν είναι περάσματα και που δεν είναι εύκολα προσβάσιμες. Θα ωφεληθεί σε βάθος χρόνου και θα αποτελέσει ένα είδος προτύπου για τους προορισμούς του μέλλοντος;

«Αυτό υπάρχει αρχικά στην συνείδηση του κόσμου και νομίζω ότι θα ενισχυθούν αυτές οι χώρες διότι κάποιος θα το θεωρήσει πιο ασφαλές να πάει σε έναν τέτοιο τόπο παρά στους γνωστούς προορισμούς που θα είναι μαζεμένος όλος ο κόσμος. Από αυτό πραγματικά θα ωφεληθούν. Βέβαια η ίδια πρωθυπουργός της νέας Ζηλανδίας, έχει επωφεληθεί πάρα πολύ πολιτικά γιατί προφανώς έκανε κάτι καλό, τα πήγε καλά. Είναι δύσκολο, δεν μπορείς να συγκρίνεις εύκολα, γιατί για την Νέα Ζηλανδία πρέπει κάποιος να πετάξει από την άλλη άκρη του κόσμου, εκτός αν είσαι από την Αυστραλία. Που και οι Αυστραλοί δεν είναι τόσο πολλοί για να συντηρούν όλον τον νέο τουρισμό της Νέας Ζηλανδίας. Επειδή όμως, πάντα έτσι ήταν τα πράγματα, έχουν αναπτύξει και διαφορετικές νοοτροπίες και διαφορετικά συνθήματα, δηλαδή έχουν μία γενικότερη αυτάρκεια, έχουν μάθει να ζουν να μην εξαρτώνται από άλλους τόσο πολύ. Ενώ ας πούμε η Σιγκαπούρη, δεν μπορεί να το κάνει αυτό γιατί αποτελεί ένα πέρασμα. Νομίζω ότι υπάρχει μία πολύ μεγάλη διαφορά και παρ’ όλο που μιλάς για την Νέα Ζηλανδία εγώ έχω στο μυαλό μου την Ισλανδία, η οποία είναι ένα παρόμοιο παράδειγμα και το έχει αποδείξει έμπρακτα. Έχει αρνηθεί μέχρι και τη βοήθεια του Διεθνές Νομισματικού Ταμείου. Έχουν μάθει να ζουν με αυτή την αυτάρκεια, είναι το ίδιο κομμάτι νοοτροπίας και σε αυτή την περίπτωση. Όμως όλοι αυτοί οι προορισμοί είναι λίγο διαφορετικοί από την Ελλάδα διότι ο ελληνικός τουρισμός εξαρτάται περισσότερο από την επαναλαμβανόμενη επίσκεψη των κοντινών επισκεπτών, παρά την επίσκεψη μίας φοράς του καθενός. Για παράδειγμα, στις Σεϋχέλλες, θα πάει κάποιος μία φορά στη ζωή του. Ενώ στη Ελλάδα είναι τόσοι πολλοί οι Άγγλοι, οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί, οι Ιταλοί, οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι που βρίσκονται κοντά και πηγαίνουν με την οικογένειά τους κάθε χρόνο, για 15-20 χρόνια συνεχόμενα. Οπότε, η ιδέα αυτή ότι ένας απομονωμένος προορισμός άρα είναι και πιο ασφαλής και πιο ελκυστικός, δεν ξέρω αν δουλεύει παντού. Πιστεύω πάντως ότι και η Νέα Ζηλανδία πάλι θα εξαρτάται περισσότερο από τον εσωτερικό τουρισμό παρά από τον διεθνή τουρισμό.»

Γ.Τ.: Πιστεύεις ότι αυτό το μάγκωμα στην ψυχολογία μας για τα ταξίδια θα υποχωρήσει γρήγορα; Θα ξαναβρούμε την όρεξη τα ταξιδέψουμε σύντομα;

«Εγώ είμαι σίγουρος για αυτό ναι. Και είμαι σίγουρος για δυο λόγους. Πρώτον γιατί, κατά τη δική μου άποψη, δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα από τα ταξίδια. Βλέπεις, μαθαίνεις, έρχεσαι κοντά στους άλλους και κοντά στον εαυτό σου και νομίζω ότι αυτό το ξέρουν όλοι. Και για αυτό έχει γίνει τόσο δημοφιλές το ταξίδι. Εκτός από αυτό, υπάρχει και μία τεράστια βιομηχανία η οποία δεν μένει άπραγη βεβαίως. Οι μικρότεροι έμποροι μπορεί να έχουν χάσει τις δουλειές τους όπως και οι μεγάλοι μπορεί να είναι προβληματισμένοι. Όμως αυτό μάς έδειξε και η πανδημία, ότι τα χρήματα δεν έρχονται μόνα τους, θέλει δουλειά. Θα υπάρξουν πολλές λύσεις, κυρίως στα αεροδρόμια που θα μπαίνουμε και δεν θα αγγίζουμε τίποτα. Θα γίνονται τα ταξίδια touchless aircraft όπως έχει οριστεί. Έτσι, θα μας έρθει πάλι η όρεξη για ταξίδια, και από ένα σημείο και μετά όχι μόνο θα μας ξαναέρθει αλλά θα αναζωογονηθεί ακόμα περισσότερο και από τις νέες εμπειρίες που θα έχουμε, όταν ταξιδέψουμε. Αυτό βέβαια δεν θα γίνει φέτος το καλοκαίρι. Θα είναι σταδιακό και θα πάρει καιρό. Αλλά θα ξαναβρούμε την όρεξη για ταξίδια, ναι.»

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα