Η πιο δύσκολη φάση της πανδημίας έως τώρα για τις ΗΠΑ
Τα δεδομένα που αφορούν τον ίο ήταν πάντοτε ελλιπή, αλλά τώρα η κατάσταση στην Αμερική είναι ιδιαίτερα συγκεχυμένη.
Τα νούμερα είναι αξιοσημείωτα. Περισσότεροι από 100 εκατομμύρια άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πιθανώς μολυνθεί από κορονοϊό και 167 εκατομμύρια άνθρωποι είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Ωστόσο, παρά αυτόν τον τεράστιο αριθμό ανθρώπων που έχουν τουλάχιστον κάποιο επίπεδο ανοσίας, η μετάλλαξη Δέλτα έχει ανεβάσει τους αριθμούς των κρουσμάτων και των νοσηλείων στα ύψη. Η Φλόριντα κινείται προς το να έχει τώρα διπλάσιο αριθμό εισαγωγών σε νοσοκομεία από ό, τι σε οποιοδήποτε προηγούμενο κύμα της πανδημίας.
Όπως έχει προτείνει η επιδημιολόγος Ellie Murray, ένας τρόπος για να το σκεφτούμε, είναι ότι εάν η μετάλλαξη Δέλτα είναι τόσο μεταδοτική όσο νομίζει το CDC, για να περιορίσουμε τον ιο χρειαζόμαστε ένα πολύ υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού μας με ανοσία από τους εμβολιασμούς και από φυσική μόλυνση. Ακόμα και όταν η τεράστια πλειοψηφία των ανθρώπων σε ένα συγκεκριμένο μέρος έχουν προσβληθεί από τον κορονοϊό ή έχει εμβολιαστεί, μπορεί να εξακολουθούν να υπάρχουν εστίες.
Αυτές οι παραδοχές έχουν ήδη καταστρέψει τις πιο αισιόδοξες οπτικές που υπήρχαν στα τέλη της άνοιξης. Έχοντας κοιτάξει αυτούς τους αριθμούς επί μήνες με το πρόγραμμα παρακολούθησης COVID στο The Atlantic, ποτέ δεν πιστεύαμε ότι θα βλέπαμε σε καμία πολιτεία αριθμούς νοσηλειών υψηλότερους από αυτούς που είδαμε κατά τη χειμερινή κορύφωση της πανδημίας. Να όμως που είμαστε εδώ.
Είναι πια καιρός να επανακαθοριστούν βάσει δεδομένων τα βασικά πράγματα που γνωρίζουμε και δεν γνωρίζουμε για αυτή την πανδημία. Ο ιός αλλάζει συνεχώς, όπως και η κατανόησή μας για τα κοινωνικά και βιολογικά συστατικά της πανδημίας. Εξερευνώντας όμως τόσο τα γνωστά όσο και τα άγνωστα, μπορούμε να δούμε πόσο πολύπλοκη έχει γίνει η πανδημία και ότι ακόμη μας λείπουν κρίσιμα δεδομένα λόγω των αποτυχιών της πολιτειακής και της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Τι γνωρίζουμε
1. Τα εμβόλια μειώνουν την πιθανότητα ένα άτομο να χρειαστεί να νοσηλευτεί ή να πεθάνει από την COVID-19.
Ας ξεκινήσουμε με τα θετικά. Με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα, όλα τα εμβόλια που χορηγούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται να παρέχουν ένα σταθερό επίπεδο ανοσίας έναντι σοβαρών αποτελεσμάτων νόσησης όπως η νοσηλεία και ο θάνατος. Αυτό το καλοκαίρι σε διάστημα τριών μηνών, το CDC κατέγραψε 35.937 θανάτους από COVID-19-αλλά μόνο 1.191 από αυτούς που πέθαναν ήταν πλήρως εμβολιασμένοι. Με άλλα λόγια, το 96,7 % των θανάτων αυτό το καλοκαίρι ήταν μη εμβολιασμένοι. Παρόμοια είναι και τα δεδομένα που αφορούν τις νοσηλείες, με λίγους πλήρως εμβολιασμένους ανθρώπους να χρειάζονται νοσηλεία.
Τα δεδομένα του CDC αντικατοπτρίζουν αυτό που έχουν βρει άλλα ιδρύματα. Οι New York Times μπόρεσαν να συγκεντρώσουν δεδομένα από τις περισσότερες Πολιτείες σχετικά με το ποσοστό των ατόμων που ενώ είχαν εμβολιαστεί χρειάστηκε να νοσηλευτούν. Παρόλο που το ποσοστό αυτών των ασθενών ποικίλλει κατά μια τάξη μεγέθους από το 0,2 % των συνολικών νοσηλειών στο Τέξας έως το 4,7 % στο Αρκάνσας, σε κάθε Πολιτεία περισσότερο από το 95 % των νοσηλευόμενων ατόμων δεν ήταν εμβολιασμένοι. Αυτό έρχεται σε συμφωνία και με τα δεδομένα από το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο, λόγω της Εθνικής Υπηρεσίας Υγείας, έχει καλύτερα δεδομένα από ό, τι οι ΗΠΑ. Πολλές άλλες, μικρότερες μελέτες σε διάφορες Πολιτείες δείχνουν παρόμοια αποτελέσματα.
Στο Ισραήλ, τα δεδομένα έδειξαν ότι οι πλήρως εμβολιασμένοι ασθενείς που χρειάστηκαν νοσηλεία ήταν πολύ πιο πιθανό να έχουν άλλα υποκείμενα νοσήματα όπως υπέρταση, διαβήτη και καρδιακή ανεπάρκεια.
Αυτό λοιπόν που ξέρουμε είναι ότι: Αυτή τη στιγμή της πανδημίας, λιγότερο από το 5 % των ανθρώπων που νοσηλεύονται και πεθαίνουν είναι πλήρως εμβολιασμένοι.
2. Ακόμη και τα υψηλά επίπεδα εμβολιασμού σε τοπικές περιοχές δεν αρκούν για να αποτρέψουν την εξάπλωση της μετάλλαξης Δέλτα.
Παρόλο που οι ελεγχόμενες δοκιμές για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου έδειξαν ότι τα εμβόλια παρείχαν ουσιαστική προστασία από τη συμπτωματική μόλυνση – με αποτελεσματικότητες που αναφέρονται περίπου στο 95% για τα εμβόλια mRNA – οι επιδόσεις τους στον πραγματικό κόσμο είναι σχεδόν σίγουρα χαμηλότερες, αν και δεν είναι πλήρως σαφές σε ποιο βαθμό.
Ταυτόχρονα, όλο και περισσότερα στοιχεία υποδηλώνουν ότι ορισμένα άτομα που έχουν εμβολιαστεί αλλά νοσούν μπορούν να μεταδώσουν τον ιό. Αυτά τα δύο στοιχεία συνδυαστικά με την εξαιρετικά υψηλή μεταδοτικότητα της μετάλλαξης Δέλτα οδήγησαν στο να βρεθούμε σε έναν κόσμο όπου ακόμη και οι καλά εμβολιασμένες κοινότητες μπορούν να δουν γρήγορη αύξηση των κρουσμάτων. Εν μέσω πανδημίας και πριν τη μετάλλαξη, ο εμβολιασμός του 70 % του πληθυσμού θεωρήθηκε χονδρικά ως ένας στόχος για την επίτευξη ανοσίας της αγέλης, το σημείο στο οποίο η ιογενής ανάπτυξη δεν θα μπορούσε πλέον να διατηρηθεί σε μια κοινότητα. Ωστόσο, το Σαν Φρανσίσκο, στο οποίο έχει εμβολιαστεί το 70 % του πληθυσμού του, έχει δει παρόμοια αύξηση κρουσμάτων με αυτή στην κομητεία Maricopa, στο Φοίνιξ της Αριζόνα, όπου μόνο το 43 % των κατοίκων είναι εμβολιασμένοι.
Παρόλο που, στατιστικά, οι κομητείες και οι πολιτείες με υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμού έχουν μικρότερο αριθμό κρουσμάτων και ποσοστά νοσηλειών, έχουν παρ’ όλα αυτά γίνει περιοχές με υψηλά επίπεδα εξάπλωσης του ιού στην κοινότητα.
Υπάρχει πιθανότατα διαφορετική δυναμική μετάδοσης σε αυτές τις πόλεις. Νέοι, μη εμβολιασμένοι άνθρωποι είναι πιθανώς υπεύθυνοι για μια αρκετά μεγάλη μετάδοση. Εξάλλου, υπάρχουν ακόμα 50 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 12 ετών που δεν έχουν εγκριθεί ακόμη για να κάνουν το εμβόλιο. Αλλά είναι επίσης πιθανό ότι οι μεγαλύτεροι, οι εμβολιασμένοι άνθρωποι είναι υπεύθυνοι για κάποια εξάπλωση καθώς αυξάνεται η ποσότητα του ιού στην κοινότητα.
Σε πολλά μέρη, αυτό δεν έχει προκαλέσει μεγάλες αυξήσεις στις νοσηλείες, αλλά αυτό δεν είναι καθολικά αληθές. Ίσως το πιο εκπληκτικό παράδειγμα είναι το Villages, στη Φλόριντα. Με επίκεντρο μια κοινότητα συνταξιούχων, αυτή η μητροπολιτική περιοχή έχει ανοσοποιήσει σχεδόν το 90 τοις εκατό του πληθυσμού άνω των 65 ετών, ωστόσο έχει έρθει αντιμέτωπο με ένα κύμα κρουσμάτων και νοσηλειών.
3. Υπάρχει ακόμη πολύ μεγάλη τυχαιότητα στο πού συμβαίνουν τα χειρότερα ξεσπάσματα του ιου.
Αν και, πάλι, στατιστικά, τα μέρη όπου εμβολιάζονται περισσότεροι άνθρωποι είναι σε καλύτερη μοίρα από τα μέρη όπου εμβολιάζονται λιγότερα άτομα, κρύβεται μια τεράστια αστάθεια μέσα στους αριθμούς. Σε ορισμένο βαθμο, αυτό μπορεί να εξηγηθεί μέσα από τις πολιτικές αποφάσεις και πολιτική πειθαρχία. Αλλά ένα άλλο μέρος του είναι απλώς τύχη.
Την άνοιξη, όταν η Άλφα ήταν η μετάλλαξη για την οποία ανησυχούσαμε περισσότερο, το Μίσιγκαν και σχεδόν μόνο το Μίσιγκαν επλήγει σε μεγάλο βαθμό,φτάνοντας τα ρεκορ νοσηλειών που είχε το χειμώνα. Αυτό δεν συνέβη πουθενά αλλού, αν και κάποιοι επιδημιολόγοι το περίμεναν, με βάση την εμπειρία των ευρωπαϊκών χωρών. Η Άλφα με κάποιο τρόπο έφυγε, και φάνηκε ότι οι ΗΠΑ μπορεί να είναι καθαρές από τη μετάλλαξη.
Περνώντας τώρα στη μετάλλαξη Δέλτα. Σε αυτό το κύμα, ένα κομμάτι του Μιζούρι επηρεάστηκε πριν από την υπόλοιπη χώρα. Θα γινόταν και εκεί ότι έγινε στο Μίσιγκαν; Όπως γνωρίζουμε όλοι εκ των υστέρων, η απάντηση ήταν όχι. Οι νοτιοανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες βιώνουν τώρα τεράστια ξεσπάσματα του ιού, καθώς πολλές πολιτείες πλησιάζουν στο να φτάσουν ή και να ξεπεράσουν τα ρεκόρ τους σε κρούσματα και νοσηλείες.
Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στη βόρεια Φλόριντα βρίσκεται σε τέτοια πίεση που λίγα μέρη έχουν δει καθ ‘όλη τη διάρκεια της πανδημίας. Γιατί εκεί? Γιατί όχι κάπου αλλού με παρόμοια ποσοστά εμβολιασμού και πολιτική αντίθεση στα μέτρα κατά του ιού; Κανείς δεν γνωρίζει με απόλυτη βεβαιότητα και πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ.
4. Τα παιδιά εξακολουθούν να κινδυνεύουν λιγότερο από οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή ομάδα να νοσηλευτούν ή να πεθάνουν από τον ιό. Την ίδια στιγμή, καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, τα παιδιά τώρα διατρέχουν το μεγαλύτερο κίνδυνο νοσηλείας.
Ένα από τα λίγα καλά της πανδημίας ήταν ότι τα παιδιά αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ικανά να αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις του SARS-CoV-2. Ο κίνδυνος σοβαρής ασθένειάς για τα παιδιά ήταν πάντα πολύ χαμηλός. Και τα διαθέσιμα στοιχεία υποδηλώνουν ότι αυτό δεν έχει αλλάξει. Το COVID-NET, ένα πρόγραμμα του CDC για την παρακολούθηση δεδομένων από τα νοσοκομεία, δείχνει ότι το ποσοστό νοσηλείας για παιδιά ποικίλλει από περίπου 0,3 νοσηλείες ανά 100.000 έως 1,5 νοσηλείες ανά 100.000. Αυτό το ποσοστό αυξάνεται τώρα γρήγορα , αλλά παραμένει εντός του ιστορικού περιβλήματος της πανδημίας στις Ηνωμένες Πολιτείες – περίπου μία νοσηλεία ανά 100.000 παιδιά. Παρόμοιες τάσεις ισχύουν για τις ηλικιακές υποομάδες όπως 0–4, 5–11 και όλες κάτω των 18 ετών. Τα ποσοστά νοσηλείας για παιδιά κάτω των 18 παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα από τα ανώτατα ποσοστά νοσηλείας των ενηλίκων 18-49 (10 στους 100.000), 50 –64 (28 σε 100.000) και 65 ετών και άνω (72 σε 100.000).
Αυτών λεγομένων, τα δεδομένα του COVID-NET δεν καλύπτουν ολόκληρη τη χώρα- αντλούν δεδομένα από 99 κομητείες σε 14 πολιτείες, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 10 τοις εκατό του πληθυσμού των ΗΠΑ. Και επίσης δεν έχει δεδομένα από τα νοσοκομεία της Φλόριντα, της πολιτείας που έχει πληγεί περισσότερο.
Αν κοιτάξουμε τις εισαγωγές στα παιδιατρικά νοσοκομεία που συγκεντρώθηκαν από το Υπουργείο Υγείας και Ανθρώπινων Υπηρεσιών, μπορούμε να δούμε ότι βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα τώρα, ξεπερνώντας τη χειρότερη μέρα του χειμερινού κύματος και εξακολουθούν να αυξάνονται. Παρόλο που ο συνολικός αριθμός είναι ακόμα χαμηλός-ο μέσος όρος εβδομαδιαίων εισαγωγών στο νοσοκομείο είναι μικρότερος από 300 την ημέρα- οι νοσηλείες παιδιών στα Νοτιοανατολικά είναι σχεδόν διπλάσιες από ό, τι οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην πανδημία. Ορισμένες πολιτείες αντιμετωπίζουν τώρα δύο ή και τρεις φορές περισσότερες εισαγωγές παιδιών σε νοσοκομεία από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην πανδημία.
Και αυτό που φαίνεται να υποδηλώνουν όλα τα δεδομένα εάν εξεταστούν συλλογικά είναι ότι υπάρχει ένα τεράστιο κύμα κοροναϊού που κυκλοφορεί στο Νότο και ότι οι τρέχοντες αριθμοί των κρουσμάτων που έχουμε ούτε καν δεν πλησιάζουν στο να καταγράψουμε τον πραγματικό αριθμό των λοιμώξεων σε αυτή την περιοχή της χώρας.
5. Οι εμβολιασμένοι μπορούν να μολυνθούν και να μεταδώσουν τον ιό.
Μολύνσεις ανθρώπων που έχουν εμβολιαστεί πάντα συνέβαιναν και θα συμβαίνουν. Κανένα εμβόλιο δεν παρέχει πλήρη ανοσία και το ανοσοποιητικό σύστημα είναι περίεργο και ως ένα βαθμό απρόβλεπτο.
Αλλά υπήρχε κάποια λογική στην ελπίδα ότι ίσως αυτές οι μολύνσεις εμβολιασμένων ανθρώπων δεν θα συμβάλουν στη μετάδοση του ιού. Επειδή η μεγάλη πλειοψηφία των εμβολιασμένων ανθρώπων εμφανίζουν ήπια συμπτώματα, η σκέψη ήταν ότι ίσως να είχαν και χαμηλότερα ιικά φορτία και επομένως να είναι λιγότερο πιθανό να μεταδώσουν τον ιό.
Το πόσο καλά προστατεύουν τα εμβόλια από οποιαδήποτε μόλυνση (όχι μόνο συμπτωματική μόλυνση, νοσηλεία ή θάνατο) είναι ένα έντονα αμφισβητούμενο θέμα. Μια ποικιλία δεδομένων υποδηλώνει ότι ο εμβολιασμός βοηθά στο να μην οδηγήσει η έκθεση στον ιό απαραιτήτως σε μόλυνση και προφανώς βοηθά στην επιβράδυνση της εξάπλωσης μιας επιδημίας.
Αλλά έχει επίσης καταστεί σαφές ότι τα εμβολιασμένα άτομα που μολύνονται μπορούν να μεταδώσουν τον ιό. Τα πιο πρόσφατο στοιχεία ήρθαν όταν Αμερικανοί επιστήμονες μπόρεσαν να μετρήσουν το ιικό φορτίο εμβολιασμένων ατόμων που είχαν μολυνθεί. Οι άνθρωποι αυτοί εμφάνισαν παρόμοια ιικά φορτία με εκείνα μη εμβολιασμένων ατόμων. Ακόμη και εκείνοι που ήταν ασυμπτωματικοί.
Αν και αυτά είναι άσχημα νέα, υπάρχουν και κάποια καλά νέα: Οι μολύνσεις εμβολιασμένων ατόμων φαίνεται να διαρκούν σημαντικά λιγότερο από τις λοιμώξεις στους μη εμβολιασμένους. Αυτό μειώνει το χρονικό διάστημα που θα μπορούσαν τα άτομα αυτά να μεταδώσουν τον ιό.
Αναμφίβολα θα υπάρξουν πολλές περισσότερες μελέτες προς αυτή την κατεύθυνση και τα επιστημονικά άρθρα που αναφέρονται παραπάνω δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί και ούτε καν αξιολογηθεί. Αλλά τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των αδημοσίευτων μελετών που επικαλέστηκαν αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας, δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση: Μολύνσεις εμβολιασμένων ανθρώπων συμβαίνουν και οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να μεταδώσουν τον ιό.
Τι δεν γνωρίζουμε
1. Πόσοι άνθρωποι έχουν νοσήσει με COVID-19; Δηλαδή πόσα άτομα έχουν κάποια ανοσία, από εμβολιασμό ή προηγούμενη μόλυνση;
Γνωρίζουμε ήδη ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας υπο-υπολογίζαμε τον πραγματικό αριθμό των λοιμώξεων. Προφανώς, έχουμε έναν αριθμό κρουσμάτων, αλλά αυτός ο αριθμός είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου των περιπτώσεων που επιβεβαιώθηκαν από ένα θετικό τεστ. Και καθώς οι συνθήκες της πανδημίας έχουν αλλάξει, η σχέση μεταξύ του αριθμού των κρουσμάτων και του πραγματικού αριθμού των λοιμώξεων διαφοροποιείται. Είναι μια τόσο βασική ερώτηση που φαίνεται παράλογο να τη θέσουμε και όμως απλά δεν ξέρουμε πόσοι Αμερικανοί είχαν COVID-19.
Αυτό δεν είναι καθαρά ένα ακαδημαϊκό ερώτημα. Η φυσική μόλυνση θα πρέπει να παρέχει κάποιο επίπεδο ανοσίας, αν και δεν είναι σαφές εάν η φυσική ανοσία είναι τόσο προστατευτική όσο τα εμβόλια. Ανεξάρτητα από αυτό, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πόσα απροστάτευτα ανοσοποιητικά συστήματα υπάρχουν εκεί έξω για να φτάσει ο ιός. Γνωρίζουμε τον αριθμό των πλήρως εμβολιασμένων ατόμων με λογική ακρίβεια – 170 εκατομμύρια ανθρώπων. Αλλά πώς είναι καλύτερο να εκτιμήσουμε πόσοι άνθρωποι έχουν μολυνθεί; Το CDC έχει κάνει κάποια τεστ για τα επίπεδα αντισωμάτων στον πληθυσμό των ΗΠΑ, αλλά τα δεδομένα είναι ελλιπή και ανακριβή. Δεν γίνεται απλά να πολλαπλασιάσουμε τα ποσοστά των ατόμων με αντισώματα με τον αριθμό των ανθρώπων στη χώρα και να λάβουμε έναν σωστό αριθμό.
Μέσω των δεδομένων που αφορούν τις νοσηλείες και τους θανάτους, έχουμε μια εικόνα των κυμάτων μόλυνσης. Υπήρξε ένα μεγάλο κύμα με επίκεντρο τη Νέα Υόρκη την άνοιξη του 2020, ένα μικρότερο καλοκαιρινό κύμα στα Νότια και το τεράστιο εθνικό κύμα του περασμένου χειμώνα. Το 2021, υπήρξε ένα μικρό ανοιξιάτικο κύμα με επίκεντρο τις βόρεις μεσοδυτικές πολιτείες και τώρα υπάρχει το σημερινό μαζικό καλοκαιρινό κύμα στα νοτιοανατολικά.
Μπορεί κανείς να προσθέσει όλα τα κρούσματα από αυτά τα κύματα και να βρει περίπου 36 εκατομμύρια επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Αλλά για κάθε περίοδο της πανδημίας, υπήρξε διαφορετική διαθεσιμότητα και χρήση τεστ – για να μην αναφέρουμε τον μεγάλο αριθμό των ασυμπτωματικών λοιμώξεων. Αυτό οδήγησε με την πάροδο του χρόνου σε πολύ διαφορετικά και άγνωστα ακόμη ποσοστά ανίχνευσης κρουσμάτων. Οι αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας γνωρίζουν ότι εντόπιζαν πολύ λίγα κρούσματα στην αρχή της πανδημίας, ένα πρόβλημα που βελτιώθηκε καθ ‘όλη τη διάρκεια του έτους. Αλλά το 2021, μεταξύ άλλων παραγόντων η διαθεσιμότητα τεστ που γίνονται στο σπίτι και η άρνηση της ύπαρξης του ιού -ιδιαίτερα στις λιγότερο εμβολιασμένες, πολιτικά δεξιές περιοχές όπου ο ιός ανθίζει-, μπορεί να έχει μειώσει τον αριθμό των κρουσμάτων που εντοπίζουμε. Τα εμβολιασμένα άτομα με ήπιες περιπτώσεις νόσησης μπορεί επίσης να έχουν λιγότερα κίνητρα να υποβληθούν σε τεστ, επειδή γνωρίζουν ότι είναι απίθανο να έχουν σημαντικές επιπλοκές. Το ίδιο το CDC, πριν αλλάξει αυτές τις οδηγίες στα τέλη Ιουλίου, δεν συνέστησε αρχικά να κάνουν τεστ οι πλήρως εμβολιασμένοι μετά την έκθεση στον ιό. Ορισμένα ιδρύματα επίσης εγκατέλειψαν την υποχρέωση διεξαγωγής τεστ για εμβολιασμένα άτομα και ορισμένα κέντρα διεξαγωγής τεστ μείωσαν τις υπηρεσίες τους. Όλα αυτά μας δείχνουν ότι τόσο το ενδιαφέρον όσο και η πρόσβαση σε τεστ μπορεί να είναι χαμηλότερα από ότι νωρίτερα στη διάρκεια της πανδημίας.
Το CDC επιχειρεί μια εκτίμηση του συνολικού αριθμού λοιμώξεων. Αυτός ο αριθμός ήταν 120 εκατομμύρια με ένα εύρος μεταξύ των 103 έως 140 εκατομμυρίων πριν από το κύμα της μετάλλαξης Δέλτα. Πόσα άτομα έχουν μολυνθεί από την 1η Ιουνίου; Το CDC έχει μετρήσει περίπου 3 εκατομμύρια κρούσματα, αλλά ποιος ξέρει ποια είναι η σχέση αυτού του αριθμού με τον πραγματικό αριθμό των λοιμώξεων.
Στη συνέχεια, υπάρχει ένα τελευταίο άγνωστο σχετικά με την ανοσία του πληθυσμού: Ποια είναι η αλληλεπικάλυψη μεταξύ των ατόμων που έχουν μολυνθεί και των εμβολιασμένων; Οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν αυτά τα δεδομένα, αλλά είναι ένα πολύ σημαντικό συστατικό της τρέχουσας κατάστασής μας. Εάν δεν υπήρχε αλληλεπικάλυψη μεταξύ των 170 εκατομμυρίων εμβολιασμένων και υπήρχαν 150 εκατομμύρια λοιμώξεις, θα είχαμε 320 εκατομμύρια άτομα με ανοσία, σχεδόν δηλαδή ολόκληρη τη χώρα.
Αλλά πιθανότατα υπάρχει μεγάλη επικάλυψη μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών. Και όσο περισσότερο επικαλύπτονται, τόσο πιο πιθανό είναι να συνεχιστεί η πανδημία. Όταν όλοι στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εμβολιαστεί ή μολυνθεί, δεν θα σημαίνει ότι η πανδημία έχει τελειώσει, αλλά το συλλογικό μας ανοσοποιητικό σύστημα θα έχει γίνει ένας πιο ισχυρός αντίπαλος για τα πολλά στελέχη του SARS-CoV-2.
2. Πόσο καλά λειτουργούν τα εμβόλια στην πρόληψη της μόλυνσης;
Όπως σημειώθηκε, όλα τα διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν ότι τα εμβόλια παραμένουν εξαιρετικά αποτελεσματικά στη μείωση του κινδύνου νοσηλείας και θανάτου από την COVID-19. Αλλά πέρα από αυτό το πολύ σημαντικό αποτέλεσμα, τα δεδομένα είναι πολύ πιο συγκεχυμένα.
Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων είναι θέμα προοπτικής. Αυτό στο οποίο οι άνθρωποι μπορούν να αναφέρονται ως αποτελεσματικότητα του εμβολίου μπορεί να έχει διαφορετικές έννοιες και επομένως η φύση των δεδομένων και των υπολογισμών τους μπορεί να ποικίλει. Αν θέλουμε να μιλήσουμε με ακρίβεια για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου, πρέπει να καθορίσουμε την αποτελεσματικότητα έναντι ενός αποτελέσματος (μόλυνση, συμπτωματική νόσος, νοσηλεία, θάνατος). Πρέπει επίσης να ορίσουμε τις χρονικές παραμέτρους: σε πόσο χρονικό διάστημα; Πότε χορηγήθηκαν τα εμβόλια; Πρέπει να εξετάσουμε τα διαφορετικά εμβόλια. Πρέπει να έχουμε μια καλή κατανόηση των μεταλλάξεων που κυκλοφορούσαν όταν έγινε μια συγκεκριμένη μελέτη. Και τέλος, πρέπει να διευκρινίσουμε για ποιον πληθυσμό συζητάμε – νέοι, ηλικιωμένοι, ανοσοκατεσταλμένοι, εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας κ.λπ.
3. Γιατί έχουν νοσηλευτεί τόσοι περισσότεροι άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες από ό, τι στο Ηνωμένο Βασίλειο;
Μετά από έναν λαμπρό Ιούνιο, όταν τα κρούσματα στις ΗΠΑ έπεσαν στα χαμηλότερα επίπεδα από την αρχή της πανδημίας, άρχισε να κυκλοφορεί περισσότερος ιός σε όλη τη χώρα. Το Ηνωμένο Βασίλειο είχε μόλις μια αύξηση, αλλά δεν είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των νοσηλειών ή των θανάτων. Αυτό φάνηκε να προμηνύει καλά πράγματα για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την 1η Ιουνίου, όταν το κύμα της μετάλλαξης Δέλτα άρχισε να απογειώνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, περίπου το 40 % του πληθυσμού του είχε εμβολιαστεί πλήρως. Το κύμα έφτασε ψηλά -στο 80 τοις εκατό της αιχμής των κρουσμάτων του χειμώνα – αλλά οι νοσηλείες έφτασαν μόνο το 15 τοις εκατό εκείνης της χειμερινής αιχμής πριν το κύμα αρχίσει να υποχωρεί. Από τη Βρετανική σκοπιά, αυτά ήταν φανταστικά νέα.
Fast-forward έναν μήνα αργότερα και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού Ωκεανού. Όταν στις ΗΠΑ το κύμα της μετάλλαξης Δέλτα άρχισε να απογειώνεται στις αρχές Ιουλίου , περίπου το 47 % του πληθυσμού των ΗΠΑ ήταν πλήρως εμβολιασμένο. Αλλά στο αμερικανικό πλαίσιο, οι νοσηλείες όχι μόνο αυξήθηκαν στο 50 τοις εκατό της προ-πανδημικής τους αιχμής , αλλά συνεχίζουν να αυξάνονται. Αρκετές νότιες πολιτείες βλέπουν τις νοσηλείες να κορυφώνονται περισσότερο από ποτέ, παρά τα τρία προηγούμενα κύματα μόλυνσης και τα εκατομμύρια εμβολιασμένων κατοίκων.
Θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να εντοπίσουμε τους διαφορετικούς παράγοντες μεταξύ των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου. Προφανώς, για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια πολύ μεγαλύτερη χώρα με ξεχωριστούς τύπους αστικών δομών.
Υπάρχουν όμως αρκετοί άλλοι άμεσοι τρόποι για να σκεφτούμε γιατί τα πράγματα εξελίσσονται τόσο διαφορετικά στις ΗΠΑ. Η στρατηγική εμβολιασμού του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν ουσιαστικά διαφορετική από την αμερικανική, παρά τη συνολική ομοιότητα των ποσοστών εμβολιασμού. Θα μπορούσε επίσης να έχει παίξει ρόλο το γεγονός ότι οι Αμερικανοί μη εμβολιασμένοι άνθρωποι είναι πιο άνισα κατανεμημένοι στη χώρα από ό, τι οι μη εμβολιασμένοι στο βρετανικό πλαίσιο, με αυτό να έχει διαφορετικές επιδημιολογικές επιπτώσεις.
Ωστόσο, κοιτάζοντας τη Φλόριντα, ένα πράγμα ξεχωρίζει. Για λόγους που λίγοι επιδημιολόγοι μπορούν να καταλάβουν, η πολιτεία δεν είχε πληγεί τόσο σκληρά όσο γειτονικά μέρη με παρόμοιο πληθυσμό και πολιτική. Κοιτάζοντας σχεδόν κάθε μέτρηση πριν από το κύμα της μετάλλαξης Δέλτα βλέπουμε ότι η Φλόριντα τα πήγε αρκετά καλά σε σχέση με τη Νέα Υόρκη, την Καλιφόρνια ή το Ιλινόις. Μέχρι το τρέχον κύμα της μετάλλαξης Δέλτα, η Φλόριντα δεν έχει γνωρίσει κανένα ξέσπασμα της πανδημίας συγκρίσιμο με εκείνο που παρατηρήθηκε σε άλλες μεγάλες πολιτείες.
Αντίθετα, το Ηνωμένο Βασίλειο ήρθε αντιμέτωπο με δύο τεράστια ξεσπάσματα της COVID-19 στα οποία το ποσοστό θνησιμότητας ήταν σχεδόν διπλάσιο από αυτό που ήταν στις ΗΠΑ. Αυτό υποδηλώνει ότι ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του Ηνωμένου Βασιλείου προσβλήθηκε από τον ιό, δίνοντάς τους κάποια φυσική ανοσία. Ο ιός δηλαδή μπορεί να έχει ξεμείνει από σώματα για να μολύνει.
Ίσως, στη Φλόριντα, η καλή τύχη της πολιτείας στα προηγούμενα κύματα της πανδημίας θα μπορούσε να είναι ένας από τους παράγοντες που οδηγούν σε αυτή τη γιγαντιαία αύξηση της COVID-19.
4. Τι ποσοστό των λοιμώξεων επιβεβαιώνουμε ως «κρούσματα»;
Τα ποσοστά θετικότητας είναι μια επικίνδυνη μέτρηση, ειδικά όταν χρησιμοποιούνται ως βάση για κρίσιμες αποφάσεις. Ωστόσο, ως μια χοντροκομμένη μονάδα μέτρησης για το αν τα τεστ είναι επαρκή, βοηθούν στην αφήγηση της ιστορίας των αριθμών των κρουσμάτων που βγαίνουν από τον αμερικανικό Νότο.
Ο στόχος για το ποσοστό θετικότητας στις περισσότερες πολιτείες ήταν κάτω από 3 τοις εκατό. Στη Φλόριντα και τις παρακείμενες κομητείες στην Αλαμπάμα και τη Γεωργία, το ποσοστό θετικότητας σε πολλές κομητείες είναι μεγαλύτερο από 25 %. Όχι τυχαία, σε αυτές τις περιοχές παρατηρούνται επίσης μαζικές αυξήσεις στις νοσηλείες και επειδή η σοβαρή νόσηση εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μη εμβολιασμένα άτομα, θα δούμε επίσης αύξηση των θανάτων.
Τα αυξημένα ποσοστά θετικότητας σημαίνουν πάντοτε ότι ένα πολύ μεγάλο μερίδιο των λοιμώξεων σε μια κοινότητα διαφεύγει της επιτήρησης της δημόσιας υγείας. Υπάρχουν όμως περισσότερες ενδείξεις ότι πράγματι αυτό συμβαίνει. Σε σχέση με τα προηγούμενα κύματα, η αναλογία κρουσμάτων προς νοσηλείες είναι χαμηλότερη. Τον περασμένο χειμώνα, οι ΗΠΑ εντόπισαν 12 εκατομμύρια κρούσματα τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο. Σε αυτό το κύμα, εντόπισαν λιγότερα από 3 εκατομμύρια κρούσματα από την 1η Ιουλίου. Τον περασμένο χειμώνα, έφτασαν στο αποκορύφωμα με πάνω από 120.000 ασθενείς με COVID-19 στο νοσοκομείο ταυτόχρονα. Αυτή τη στιγμή, έχουν ήδη πάνω από 64.000. Δηλαδή έχουν το 25 % των κρουσμάτων και το 50% των νοσηλειών που είχαν τότε.
Επιπλέον, τα τεστ που γίνονται στο σπίτι, και άλλων ειδών τεστ που διενεργούνται σε σε θεσμικά περιβάλλοντα, όπως τα σχολεία, ενδέχεται να μην αναφέρονται στις αρχές. Πραγματικά όλα είναι ένα χάος.
Υπάρχουν πιο ακριβείς τρόποι για να δούμε αυτά τα δεδομένα σε συγκεκριμένα νοσοκομειακά συστήματα και περιοχές, αλλά το αποτέλεσμα είναι ότι είτε η μετάλλαξη Δέλτα κάνει τους ανθρώπους πιο άρρωστους -κάτι που, όπως σημειώθηκε παραπάνω, είναι μια πραγματική πιθανότητα- είτε το ποσοστό ανίχνευσης κρουσμάτων έχει μειωθεί.Ή ίσως να έχουν συμβεί και τα δύο.
5. Πόσοι άνθρωποι θα πεθάνουν;
Για τα άτομα σε χώρες με πρόσβαση σε εμβόλια, τα καλά νέα είναι ότι φαίνεται σχεδόν βέβαιο ότι λιγότεροι άνθρωποι θα πεθάνουν σε αυτό το κύμα της COVID-19 από ό, τι στο χειμερινό κύμα. Λιγότερα τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και στο ποσοστό των λοιμώξεων από την COVID-19, καθώς τα εμβόλια κάνουν πολλούς περισσότερους ανθρώπους λιγότερο ευάλωτους σε σοβαρή νόσηση. Αυτό είναι ένα σποδαίο αγαθό (ένα αγαθό που είναι ηθική υποχρέωση να επεκταθεί και στον υπόλοιπο κόσμο).
Αλλά εκατομμύρια μη εμβολιασμένων ανθρώπων εξακολουθούν να μολύνονται. Και για αυτούς, τα παλιά μοντέλα που ίσχυαν για την COVID-19 θα εξακολουθήσουν να ισχύουν. Οι ηλικιωμένοι που αρρωσταίνουν είναι πιο πιθανό να πεθάνουν. Όσα περισσότερα υποκείμενα νοσήματα έχει ένα μολυσμένο άτομο, τόσο πιο πιθανό είναι να πεθάνει.
Εδώ, πάλι, σε εθνικό επίπεδο, υπάρχουν καλά νέα. Η πιο ευάλωτη ομάδα – δηλαδή άτομα άνω των 75 ετών – μολύνονται περίπου στο 10 % του ποσοστού που μολύνονταν κατά τη χειμερινή κορύφωση. Αυτό είναι μια σημαντική πτώση.
Αλλά σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως για άλλη μια φορά, στη Φλόριντα, αυτή η τάση δεν διατηρείται. Εκεί, το ποσοστό εισαγωγών στο νοσοκομείο αυξάνεται για κάθε ηλικιακή ομάδα, από νέους έως άνω των 80 ετών. Και άτομα ηλικίας μεταξύ 50 και 79 ετών εισάγονται στο νοσοκομείο με υψηλότερα ποσοστά από ποτέ στην πανδημία. Μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους πρόκειται να πεθάνουν και οι αριθμοί δεν θα είναι μικροί.
Υπάρχει επίσης ελπίδα ότι καλύτερα θεραπευτικά και βελτιωμένες πρακτικές φροντίδας θα μειώσουν το ποσοστό θνησιμότητας. Υπάρχει όμως πίεση και προς την άλλη κατεύθυνση. Τα νοσοκομεία σε περιοχές που έχουν πληγεί περισσότερο, είναι λιγότερο πιθανό να είναι σε θέση να παρέχουν το υψηλότερο επίπεδο περίθαλψης.
Η Φλόριντα αναφέρει ήδη έναν εβδομαδιαίο μέσο όρο με περισσότερους από 150 θανάτους την ημέρα, αριθμός που πιθανοτατα θα αυξηθεί. Το ρεκόρ θανάτων της Φλόριντα το χειμώνα ήταν περίπου 180 θάνατοι την ημέρα. Το μεγάλο ερώτημα σε όλα αυτά, λοιπόν, είναι: Μήπως η Φλόριντα δείχνει τι είναι πιθανό να συμβεί στην υπόλοιπη χώρα; Αυτό δεν είναι ακόμη σαφές και ας ελπίσουμε ότι όχι.
6. Ποιοι είναι οι κίνδυνοι της long COVID;
Υπάρχουν τόσα πολλά που δεν γνωρίζουμε για τους κινδύνους του συνδρόμου long COVID. Για παράδειγμα, πόσο ευαίσθητοι είναι οι ενήλικες με ήπιες λοιμώξεις στη long COVID; Τι ισχύει για τα παιδιά; Τι ισχύει για τους εμβολιασμένους που νοσούν; Για αυτούς που νοσούν και δεν εμφανίζουν συμπτώματα;
Τα μετα-ιογενή σύνδρομα έχουν μελετηθεί από καιρό. Το long COVID είναι ένα σύνολο των ανεξήγητων επιπτώσεων ενός ιού που δεν έχουμε ξανασυναντήσει. Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο πράγμα να μελετηθεί. Ωστόσο οι επιστήμονες προσπαθούν κατανοήσουν το βάθος του προβλήματος.
Σύμφωνα με μια μετα-ανάλυση έρευνας, τουλάχιστον ορισμένα συμπτώματα επιμένουν περισσότερο από δύο εβδομάδες για το 80 % των ασθενών με COVID-19. Μια αγγλική έρευνα διαπίστωσε ότι πάνω από το 10 τοις εκατό των ανθρώπων που είχαν COVID-19 δήλωσαν ότι οι επιπτώσεις της νόσου εξακολουθούν να έχουν «σημαντική επίδραση στην καθημερινή τους ζωή» 12 εβδομάδες μετά τη μόλυνση. Μια άλλη έρευνα διαπίστωσε ότι μόνο το 2%των ανθρώπων εμφάνιζαν συμπτώματα 12 εβδομάδες μετά τη μόλυνση. Και μια άλλη βρήκε με τουλάχιστον ένα σύμπτωμα μετά από 12 εβδομάδες το 38 τοις εκατό των ατόμων που είχαν νοσήσει. Πολλές ερευνητικές μελέτες κάνουν λόγο για αυξημένη συχνότητα αυτών των προβλημάτων. Αλλά οι λεπτομέρειες είναι πραγματικά δύσκολο να προσδιοριστούν, όπως και οι παράγοντες κινδύνου.
Και τι γίνεται στην περίπτωση μόλυνσης μετά τον εμβολιασμό; Θα αποδειχθούν αποτελεσματικοί οι εμβολιασμοί στη μείωση του long COVID; Μια μικρή μελέτη σε εργαζόμενους στον τομέα της υγείας βρήκε εκτεταμένα συμπτώματα σε ορισμένα άτομα που είχαν νοσήσει αφότου είχαν κάνει το εμβόλιο. Εάν η μετάλλαξη Δέλτα αρχίσει πραγματικά να επεκτείνεται σε όλες τις ΗΠΑ, θα υπάρξουν πολλές τέτοιες μολύνσεις.
Το παρόν άρθρο αποτελεί μετάφραση του άρθρου “THE MESSIEST PHASE OF THE PANDEMIC YET” του Alexis C. Madrigal, που δημοσιεύτηκε στο The Atlantic στις 15/08/2021
Πηγή: The Atlantic
Δείτε επίσης: