Σαν να είναι η 13η Μαρτίου
Ας προσπαθήσουμε να φέρουμε τις πραγματικές στιγμές της ζωής που είχαμε στις 13 Μαρτίου, χωρίς να δημιουργήσουμε νέες εστίες αγωνίας, θλίψης, ανεργίας και χρεών.
Όταν στις 13 Μαρτίου το απόγευμα ειδοποιηθήκαμε ότι θα πρέπει να κλειδώσουμε άμεσα τα καταστήματά μας μέχρι νεωτέρας, γνωρίζαμε ότι εκτός από τα γεμάτα ψυγεία μας θα έπρεπε να αδειάσουμε και τα ταμεία μας. Το αιφνίδιο κλείσιμο ενός καταστήματος εστίασης απαιτεί πολλά περισσότερα από το κλείσιμο ενός καταστήματος λιανεμπορίου ή ενός γραφείο παροχής υπηρεσιών. Με τις πρώτες ύλες να χάνονται ανεπιστρεπτί και τα υψηλά ενοίκια να συνεχίζουν να ζητούνται, εστιατόρια και καφέ βρέθηκαν στο μείον από την πρώτη μέρα του lockdown της χώρας. Και φυσικά συνέχισαν να πέφτουν όλο και πιο κάτω τους σχεδόν δύο μήνες αργίας τους και θα βρεθούν ακόμα πιο κάτω τους επόμενους μήνες όταν θα κληθούν να λειτουργούν με το ένα τρίτο του τζίρου τους, σύμφωνα με τις πλέον αισιόδοξες προβλέψεις. Με λίγα τραπεζάκια έξω σε αραιή διάταξη, με απολυμαντικό στο τραπέζι και με μασκοφόρους για προσωπικό, οι πιθανότητες να κερδίσουν την προτίμηση των φοβισμένων πολιτών είναι μικρές. Φτάνουμε λοιπόν κοντά στο τέλος ενός κλάδου η ραγδαία ανάπτυξη του οποίου την τελευταία δεκαετία παρομοιάζεται από πολλούς με αυτόν της οικοδομής τη δεκαετία του 1980;
Ίσως. Και για αυτό η κυβέρνηση επιχειρεί με μια σειρά μέτρων που ξεκινούν από τη μείωση των δημοτικών τελών ή του ΦΠΑ και φτάνουν στην παραχώρηση μεγαλύτερης έκτασης για τη χρήση τραπεζοκαθισμάτων σε εξωτερικούς χώρους, να μειώσει αυτόν τον κίνδυνο. Τα μέτρα αυτά δεν είναι περιττά, είναι όμως δευτερεύουσας αξίας σε σύγκριση με τη βασικότερη ανάγκη της εστίασης αυτήν τη στιγμή: την κάλυψη της ρευστότητας προκειμένου τα καταστήματα να είναι σε θέση να ανοίξουν σαν να είναι το βράδυ της 13ης Μαρτίου, με τα ψυγεία τους γεμάτα και την προοπτική κατανάλωσης των προϊόντων των ψυγείων σχεδόν βέβαιη. Πώς μπορεί να λειτουργήσει ένα εστιατόριο που δεν έχει χρήματα για να αγοράσει εκ νέου τις πρώτες ύλες του, ακόμα και αν έχει απλωμένα τα τραπέζια του σε ολόκληρη την πλατεία του Λευκού Πύργου; Πώς μπορεί να λειτουργήσει ένα εστιατόριο με ελάχιστους φοβισμένους πελάτες που διστάζουν να ξαναέρθουν γιατί κάτι ακούστηκε για νέο κύμα πανδημίας, ακόμα και αν έχει μειωμένες μελλοντικές υποχρεώσεις σε καταβολή φόρων και δημοτικών τελών;
Ένα τέτοιο εστιατόριο δε θα μπορέσει να λειτουργήσει για πολύ. Ίσως να χρεωθεί με δανεισμό, ίσως να απολύσει μερικούς εργαζομένους του, αλλά δε θα σταθεί όρθιο για καιρό. Ένα τέτοιο εστιατόριο θα ήταν καλύτερα να μην ανοίξει. Και εδώ βρίσκεται το μέτρο που η κυβέρνηση δεν έχει βάλει στο τραπέζι. Το δικαίωμα επιχειρήσεων της εστίασης να συνεχίσουν να βρίσκονται σε αναστολή εργασιών μέχρι τη χρονική στιγμή που κατά τη δική τους εκτίμηση θα διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα ώστε να ανοίξουν σαν να είναι η 13η Μαρτίου. Δεν υπάρχει λόγος να ανοίξουμε τα καταστήματα εστίασης βιαστικά για να τα κλείσουμε μέσα σε λίγους μήνες οριστικά. Με δεδομένη την αδυναμία του ελληνικού κράτους να συνδράμει οικονομικά στις δυσκολίες των επιχειρήσεων της εστίασης, ως μόνη διέξοδος προβάλλει η παραχώρηση της πρωτοβουλίας των κινήσεων στους ίδιους του ιδιώτες με μόνη υποχρέωση από την πλευρά της Πολιτείας την κάλυψη του επιδόματος των εργαζομένων των επιχειρήσεων που παραμένουν σε αναστολή –όπως έκανε για το τελευταίο δίμηνο– για ένα εύλογο χρονικό διάστημα, όπως για παράδειγμα μέχρι το τέλος του 2020.
Ας προσπαθήσουμε να φέρουμε τις πραγματικές στιγμές της ζωής που είχαμε στις 13 Μαρτίου, χωρίς να δημιουργήσουμε νέες εστίες αγωνίας, θλίψης, ανεργίας και χρεών. Ας δημιουργήσουμε!
*Ο Νίκος Νυφούδης είναι επιχειρηματίας και π. Βουλευτής του Ποταμιού