Η Σταυρούπολη και οι ουδέτερες στάσεις απέναντι στο φασισμό
Γιατί κανένας δεν θέλει να μιλήσει ανοιχτά για την προέλευση της βίας ως φασιστικής;
Η Θεσσαλονίκη αποδεικνύει ότι ακόμα και σήμερα με ελάχιστα διαστήματα ή στιγμές φωτεινότητας παραμένει δυστυχώς μια σκοτεινή πόλη, που πάντα θα κουβαλάει τις δολοφονίες της, τον Πολκ, τον Λαμπράκη τις εκδιώξεις των Εβραίων, τα τρία αντισημιτικά και ναζιστικά Ε (ΕΕΕ), τον εμπρησμό του Κάμπελ, τη φασιστική επίθεση στο Δήμαρχο Γιάννη Μπουτάρη, τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία και των ανεμβολίαστων και τώρα τις φασιστικές επιθέσεις στη Σταυρούπολη. Και γράφει το κοντέρ…
Βέβαια, αυτή τη φορά έχουμε να κάνουμε μαζί με το φασισμό εν γένει και με δυο ζητήματα συνδεόμενα στενά με αυτόν, που η πόλη συγκεκριμένα επιλέγει να μην βλέπει και να πορεύεται με αυτά σαν να μην τρέχει τίποτα, αδυνατώντας ή μη θέλοντας (;) να συλλάβει τα αποτελέσματά τους. Ίσως και να βολεύουν κάποιους.
Ήδη από το Σάββατο και κατά το τέλος του φετινού Gay Pride έγινε κατανοητό για μια ακόμη φορά ότι οι ”κρυμμένοι” εθνικιστές, ρατσιστές, φασίστες ψάχνουν μικρές αφορμές για να βγουν από τις τρύπες τους και να δράσουν, προβαίνοντας σε πράξεις εγκληματικές απέναντι σε ειρηνικές διαδηλώσεις, επειδή τους ενοχλεί ο κόσμος της αγάπης και της ελευθερίας. Πέταξαν πέτρες σε μαζεμένο πλήθος, το οποίο διεκδικούσε και διαδήλωνε ειρηνικά για τα δικαιώματά (του).
Έτσι και στις 22 Σεπτεμβρίου δεν χρειάστηκαν και πολύ ή πολλά για να εμφανιστούν ξανά. Όταν φοιτήτριες και φοιτητές φοιτητικών συλλόγων κατά την κατάληψη των σχολείων, βρέθηκαν εκεί για να μοιράσουν τις αποφάσεις τους και φυλλάδια σχετικά με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, θέμα το οποίο αφορά τόσο τους μαθητές ως υποψηφίους των εξετάσεων, αλλά και τους φοιτητές που βλέπουν τις σπουδές και τα πανεπιστήμιά τους να υποβαθμίζονται, δέχθηκαν φασιστική επίθεση από μαθητές, οι οποίοι ορμώμενοι από το σχολείο έβγαιναν με καδρόνια και στιλιάρια, υπερασπιζόμενοι ντεμέκ το σχολείο τους.
Και πάμε στο πρώτο ζήτημα; Ποιο σχολείο;
Τα ΕΠΑΛ, ενώ η αρχική τους λειτουργία σκοπό είχε να προσεγγίσει, να εκπαιδεύσει και να καταρτίσει παιδιά, μαθητές που ήθελαν να ασχοληθούν με τεχνικά επαγγέλματα, έχει καταντήσει και χρωματιστεί στο μυαλό όλου του κόσμου, όλων των παιδιών και των μαθητών ως ένα σχολείο αποθήκη που πηγαίνουν διεκπεραιωτικά όσοι μαθητές δεν πιάνουν τα γράμματα, οι μάγκες, οι αυτοαποκαλούμενοι αλήτες, που απλά δεν θέλουν το πρόγραμμα του σχολείου και μπορούν να ελίσσονται πιο άνετα στο περιβάλλον του ΕΠΑΛ. Γι’ αυτό όμως δεν ευθύνονται τα παιδιά που πηγαίνουν εκεί, αφού ως τέτοια είναι στιγματισμένα από όλους, με αποτέλεσμα να έχει χαθεί η λειτουργικότητα των τεχνικών λυκείων και να έχουν γεμίσει με παιδιά που στην πράξη δεν επιθυμούν να τραβήξουν τον αντίστοιχο δρόμο. Φυσικά μεγάλες ευθύνες έχει και η Πολιτεία από άποψη χρηματοδότησης, υποδομών και μέτρων για την εκαπιδευτική ανασύσταση και επαναπροσέγγιση, για να κερδίσει αυτά τα παιδιά. Και μέσα σε όλο αυτό το αλλαγμένο περιβάλλουν υπάρχουν μαθητές και μαθήτριες που πράγματι θέλουν να λάβουν την κατάρτιση που υπό κανονικές συνθήκες θα λάμβαναν από τα ΕΠΑΛ και δυστυχώς δεν έχουν την ευκαιρία, αφού τα περισσότερα μαθήματα θυμίζουν αστεία ή οπαδικά σκηνικά.
Οι μαθητές -κυρίως- αυτών των σχολείων θεωρούν πως κουβαλάνε το φορτίο, την υποχρέωση να ανταποκριθούν σε αυτή την ταυτότητα των κάφρων, των αγράμματων, του περιθωρίου γενικά και έτσι διαιωνίζουν το λάθος και ορίζουν τις ζωές τους βάσει αυτής της πεποίθησης. Μέσα σε αυτό το περιθώριο υπάρχει συχνά η βία, η εξωτερικευόμενη μαγκιά που εκδηλώνεται ως μη αποδοχή του άλλου, του λιγότερου μάγκα, του οπαδού διαφορετικής ομάδας, του παιδιού που δεν ξενυχτάει καθημερινά, όσο εκείνοι. Με τέτοιες ιδέες στο κεφάλι που γίνονται σταδιακά σύμβολα της ταυτότητάς του, αφού όλοι αναζητάμε μια ταυτότητα σε αυτή την ηλικία, αλλά και πάντα γίνεται πρόσφορο το έδαφος για την ”ανάπτυξη” φασιστικών αντιλήψεων και πρακτικών.
Ένα άλλο ζήτημα παρεμφερές και επίσης σχετικό με την επώαση του αυγού του φιδιού είναι η εγκατάλειψη της Δυτικής Θεσσαλονίκης πάλι εξαιτίας της στάσης που όλη η πόλη και κυρίως οι διοικήσεις θέλουν και επιμένουν να κρατούν απέναντί τους. Η φτωχή πλευρά της πόλης με οικογένειες της εργατιάς και των εργατικών κατοικιών, οι άνθρωποι χαμηλού μορφωτικά επιπέδου, οι σκληροπυρηνικοί οπαδικοί σύνδεσμοι, τα χαμηλά εισοδήματα, οι δρόμοι των μεταναστών, οι πιάτσες των εκδιδομένων γυναικών, τα εγκαταλελειμμένα κτίρια, τα σφαγεία, οι περιοχές που δεν πρέπει να περνάς βράδυ. Οι περιοχές αυτές με αυτή την ταμπέλα και οι άνθρωποι τους που πράγματι με το βαλάντιό τους μπορούν να νοικιάσουν στα μικρά και υποβαθμισμένα διαμερίσματα βιώνουν τον αντίκτυπο των κρίσεων, οικονομικών, υγειονομικών, κοινωνικών εντονότερα και μπορούν πολύ πιο εύκολα μέσα στις συνθήκες φτώχειας και της περιθωριοποίησης να αναπτύξουν αισθήματα ισοπεδωτισμού, πολιτικής οργής, ολικής απαξίωσης του συστήματος και των δομών του, συνωμοσιολογικά καλούπια υποδοχής των ειδήσεων και των εξελίξεων.
Για τα παραπάνω ούτε λόγος έγινε στην παρουσίαση της επίθεσης βίαιας των μαθητών κατά των αντιφασιστών φοιτητών, ούτε μάλλον ενδιαφέρουν την Υπουργό Νίκη Κεραμέως, η οποία δεν έθιξε το ζήτημα και νομίζει ότι απλά είναι μια κοντρίτσα μεταξύ αντιδραστικών νέων και μάλλον περιμένει ότι οι μαθητές αυτοί θα βρουν κάποια στιγμή τα λεφτά για να πληρώσουν τα χρήματα των ιδιωτικών σχολών και θα μπουν αργά ή γρήγορα στη παραγωγή με τους όρους που επιθυμεί η αγορά και όχι τα ίδια τα παιδιά.
Δεν είναι δυνατόν το περιστατικό αυτής της οργανωμένης επίθεσης με μαχαίρια και καρδόνια και μολότοφ φασιστών, που όλως τυχαίως είναι και αντιεμβολιαστές, που εκτοξεύονταν μέσα από το σχολείο να μην έχει πάρει ανοιχτά θέση κανείς και να μην μιλάει για φασιστική βία. Φτάνει με αυτά τα ουδέτερα και αχρωμάτιστα σχόλια, που θεωρούν απλά το περιστατικό καταδικαστέο, επειδή απλά έχει βία. Δεν γίνεται μια ολόκληρη κοινωνία και πόσο μάλλον η τηλεόραση να λειτουργεί λες και είναι γραφείο τύπου και βγάζει απλά μια καταδικαστική ανακοίνωση τύπου καταδικάζουμε τη βία από όπου κι αν προέρχεται, γιατί αυτό είναι έμμεσο κλείσιμο του ματιού στους φασίστες, αφού κανείς δεν τους θίγει, κανείς δεν τους καταλογίζει τη βία που ασκούν, κανείς δεν μιλά ανοιχτά για την άρρηκτη σχέση του φασισμού και της βίας, ως λόγου και ιδεολογίας που τη γεννά και την αναπαράγει.
Αλλά κι όταν αυτό ειπωθεί από κάποιες φωνές αμέσως τα αντανακλαστικά των πλυντηρίων που φαίνεται να αποτελούν πλειοψηφία στα μέσα κινητοποιούνται αμέσως και μιλάνε για την κόκκινη βία στον αντίποδα και εκσφενδονίζουν ατάκες όπως τι δουλειά είχαν οι φοιτητές εκεί, ενοχλούν τα παιδιά μας, λες και η λογική απάντηση -ακόμη κι αν λέμε τώρα το μοίρασμα ψηφισμάτων αποτελούσε ενόχληση- η απάντηση είναι το ξύλο. Όσο δεν συνδέουμε και δεν μιλάμε για την προέλευση της βίας από το φασισμό, τόσο αυτοί θα βγαίνουν στους δρόμους, θα μπαίνουν στα σχολεία και θα δέρνουν ό,τι δεν τους αρέσει ως εικόνα. Δεν έχουμε τελειώσει, αυτό είναι σίγουρο.
Διαβάστε επίσης:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ