Τι σου είναι τα δάση αδερφούλη
Tα δάση που χάσαμε και κέρδισε η φωτιά.
Φωτογραφίες δορυφόρων. Οι κόκκινες εκτάσεις που κέρδισε η φωτιά και χάσαμε εμείς. Ίσως εμείς να φταίμε που τις χάσαμε. Καπνός μαύρος πάνω από τη μισή χώρα. Ο καπνός της Βόρειας Εύβοιας ορατός από παντού, κατά τόπους και αντιληπτός από τη μυρωδιά του καμένου δάσους.
Μέσα στους καπνούς και την απόγνωση του κόσμου που χάνει σπίτια, περιουσίες, ζώα, δέντρα δεν μπορεί να μη βλέπει κανείς την αρχική κυβερνητική στάση που ακολουθείται ακόμα και σήμερα που η φωτιά από όπου περνάει δεν αφήνει τίποτα. Από την πρώτη σπίθα ένα πράγμα όριζε την τακτική της, τη διαχείριση απέναντι στις πυρκαγιές ακόμα κι όταν πήραν τεράστιες διαστάσεις, την απάντησή της απέναντι στους πολίτες. Ντρέπομαι και μόνο που το θέτω έτσι, αλλά η Κυβέρνηση έκανε αριθμό τους νεκρούς στο Μάτι. Τους έκανε το μαξιλαράκι της για να επικοινωνήσει την ανεπάρκειά της να σώσει όλα, μα όλα τα άλλα ζωντανά και μη πράγματα που μπορεί να απειλήσει η φωτιά. Ας μην έχουμε 103 νεκρούς και ό, τι θέλει ας γίνει.
Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός στο διάγγελμά του παραδέχθηκε εμμέσως ότι είναι ανίκανοι ή απρόθυμοι (;) ως επιτελείο να σώσουν το φυσικό περιβάλλον, προβαίνοντας μάλιστα σε μια διαζευκτική ανάγνωση των συνταγματικών δικαιωμάτων, αυτού της ζωής και αυτού στο φυσικό περιβάλλον, λέγοντας πως όποια τακτική ακολουθούσαμε υπέρ του ενός θα απέκλειε το άλλο. Μια Κυβέρνηση οφείλει να τα προστατεύει όλα και να μην αποκλείει εκ των προτέρων κανένα, αλλά ακόμα κι αν χρειαστεί να περιορίσει κάποιο, αυτό δεν πρέπει να θιγεί στον πυρήνα του. Εδώ πέρα όμως τα δάση αφέθηκαν στο έλεος και τις διαθέσεις της φωτιάς και της άπνοιας (των πρώτων ημερών τουλάχιστον).
Πράγματι ευτυχώς έχουμε ελάχιστους νεκρούς, αλλά έχουμε χιλιάδες μισούς ανθρώπους. Άστεγους, αποκαρδιωμένους, εγκαταλελειμμένους. Ανθρώπους που έβλεπαν τη φωτιά να πλησιάζει από μακριά στα σπίτια τους και αντί να αντικρίζουν με ελπίδα τους μαχητές πυροσβέστες να καταφθάνουν, γιατί είναι πράγματι μαχητές όσοι πυροσβέστες μάχονται αυτή τη στιγμή, λάμβαναν μηνύματα εκκένωσης του σπιτιού τους, ακόμη κι αν ήταν μακριά η φωτιά, ακόμη κι αν υπήρχε περιθώριο με τα κατάλληλα μέσα να σβηστεί. Να φύγουν απλά και μόνο για να μη μετρήσουν στη μαύρη λίστα της Κυβέρνησης αυτής που είχε περιθώριο μέχρι το 103.
Στην Βόρεια Εύβοια, όμως, στον τόπο που οι κάτοικοι ζουν με και στο δάσος, που το αγαπάνε, τους τρέφει και το φροντίζουν κάποιοι πάλεψαν. Δεν άκουσαν το μήνυμα που σε συνδυασμό με τη στάση της πολιτείας λέει φύγε βλέποντας και ξέροντας ότι το σπίτι σου θα καεί. Έμειναν μόνοι με ελάχιστες πυροσβεστικές δυνάμεις να προσπαθούν να σώσουν το βιός τους. Τα δέντρα τους, τα ζώα τους και τις ζωές τους. Φώναζαν, εκλιπαρούσαν, παρακαλούσαν, όταν όμως κανείς δεν τους άκουσε, έδρασαν μόνοι, γιατί είχε δοθεί μεγάλη προτεραιότητα στην Αθήνα, που σε καμία περίπτωση δεν θέλω να πω πως έπρεπε να αφεθεί, όμως η εγκατάλειψη και η τεράστια, ασύλληπτων και αδικαιολόγητων διαστάσεων ζημιά που υπέστη η Εύβοια οφείλεται στο πολιτικό κόστος που ενέχει κάθε ζημιά που παθαίνει η Αθήνα, όταν πλήττεται από κάτι. Στην Πολιτική Προστασία έδιναν την εντύπωση πως τα έχουν χαμένα.
Μετά το θάνατο τον ίδιο και την απώλεια κοντινών προσώπων, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι πιο οδυνηρό από το να βλέπεις το σπίτι σου να ισοπεδώνεται με τη βεβαιότητα ότι δεν θα υπάρχει τίποτα την άλλη μέρα. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στο θυμικό κομμάτι των αναμνήσεων, των βιωμάτων, τη σύνδεση και την ταύτιση της ίδιας της ζωής με την κατοικία. Αρκεί το υλικό. Ότι αύριο θα υπάρχουν συνάνθρωποί μας που θα ανήκουν στη νέα άλλου τύπου, ειδική κατηγορία αστέγων. Δεν θα έχουν σπίτι. Τη βάση δηλαδή για να κάνουν το οτιδήποτε. Πρέπει να είμαστε εμείς εκεί γι’ αυτούς γιατί όπως φάνηκε, αλλά και λέει το σύνθημα των ημερών και η αλληλεγγύη των ανθρώπων, το μόνο που έχουμε είναι ο ένας τον άλλον, ο λαός για το λαό.
Όμως, πρέπει να είμαστε εκεί και για την υπεράσπιση των καμένων εκτάσεων. Των δασών μας. Να μην αφεθούν στη μαυρίλα ή στις εκμεταλλευτικές ορέξεις, τα πλάνα ή τα πρότζεκτς του οποιουδήποτε. Μπορεί πολλοί να λένε ότι υπάρχουν οι νομικές διατάξεις που τα προστατεύουν, όμως η πράξη δείχνει ότι με άλλες νομικές διατάξεις μπορούν εν μια νυκτί από δάση να βαφτιστούν κάπως αλλιώς. Και εν πάση περιπτώσει μια νομική διάταξη είναι ένα δημιούργημα των ανθρώπων που καλούνται να διαχειριστούν και τις φωτιές και τα συμφέροντα και το οικονομικό σύστημα στο οποίο ζούμε έχει διαλέξει σίγουρα τη μεριά του και το σκοπό του θα τον πετύχει ακόμη κι αν χρειαστεί να τον σκεπάσει με την κουβέρτα του νόμιμου.
Πέρα από τις με τη στενή έννοια πρωτοβουλίες για τη διάσωση και διαφύλαξη του πρασίνου, έχουμε πολύ μεγάλη δουλειά στην αντίληψή μας ως προς τα δάση. Πρέπει να μπούνε στη ζωή μας ξανά και αλλιώς νοηματοδοτημένα, με τους δικούς τους όρους. Σαν τόποι που μας φιλοξενούν πρόσκαιρα και μας προσφέρουν λίγη από την ηρεμία και το οξυγόνο τους, σαν απλόχερες πηγές που η απληστία μας τις οργίζει, σαν σπίτια των ζώων που δεν έχασαν το δρόμο τους. Όχι σαν μυστικά και σκοτεινά μέρη, που συναλλάσσονται βαποράκια, ούτε σαν φιλέτα για την ανέγερση πολυτελών βιλών, που όλως τυχαίως δεν προτιμούν οι φωτιές.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ