Featured

Το έθιμο του Τσάλμα: «Αν με ρωτούσες δε θα το άλλαζα με τίποτε»

Τέσσερις γυναίκες αφηγούνται την εμπειρία τους και συνθέτουν την ιστορία ενός εθίμου πολλών δεκαετιών.

Parallaxi
το-έθιμο-του-τσάλμα-αν-με-ρωτούσες-δε-772380
Parallaxi

Εικόνες- Λέξεις: Κωνσταντίνα Καδέρη

Στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης κάθε καλοκαίρι στις 23 και 24 Ιουνίου αναβιώνει το έθιμο του Τσάλμα. Τέσσερις γυναίκες αφηγούνται την εμπειρία τους και συνθέτουν την ιστορία του.

Έπρεπε να γυρίσουν πίσω στο χρόνο. Να θυμηθούν στιγμές και να ανασύρουν μνήμες. Αναμνήσεις παλιές αλλά και πρόσφατες. Έπρεπε να αποτυπώσουν με λέξεις αυτό που αισθάνονται για «το έθιμο του Τσάλμα».

Η αγάπη αποτελεί τη κοινή τους αφετηρία. Γι’ αυτό οι κατάλληλες λέξεις δεν άργησαν να βρεθούν και γρήγορα συντέθηκε μια ιστορία γύρω από το έθιμο που οι ρίζες του χάνονται στο χρόνο.

Οι πρωταγωνίστριες πιάνουν το νήμα της ζωής του μόλις από τη δεκαετία του 1960 και φτάνουν μέχρι το σήμερα. Η καθεμιά μοιράζεται τις εμπειρίες, τα βιώματα και τις γνώσεις της και μια εθιμική πορεία εξήντα χρόνων ξεδιπλώνεται.

« Το έθιμο το κληρονομήσαμε από τους παππούδες μας»

Η Ελένη Γηρούκα, από τα πρώτα μέλη του Μουσικοχορευτικού Λαογραφικού Συλλόγου Ασβεστοχωρίου, κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν. Επιστρέφει πίσω στη δεκαετία του ’60,τότε που ήταν μικρό κοριτσάκι. Αν και έχουν περάσει χρόνια δε φαίνεται να έχει ξεθωριάσει τίποτα.

«Όπως και σήμερα έτσι και τότε, το έθιμο αναβίωνε κάθε χρόνο παραμονή και ανήμερα του Αϊ Γιάννη του Κλήδονα, γι’ αυτό και σε πολλές περιοχές το λένε και έθιμο του Κλήδονα. Εδώ στο χωριό όμως, πήρε το όνομα Τσάλμα. Αν και δε γνωρίζω τι σημαίνει, ξέρω πως προήλθε. Μόνο εκείνες τις μέρες άνθιζε στην ευρύτερη περιοχή ένα αναρριχόμενο φυτό, κάτι σαν θάμνος. Μοσχοβολούσε. Οι παλιοί το ονόμαζαν τσάλμα. Από το φυτό αυτό οι νεαρές κοπέλες έπλεκαν στεφάνια, τα οποία και έκαιγαν στις φωτιές.

Το βράδυ της παραμονής του Αϊ Γιάννη του Κλήδονα, δηλαδή στις 23 του Ιούνη, κάθε γειτονιά του χωριού άναβε τη δική της φωτιά. Να φύγει το κακό και στη θέση του να έρθει το καλό, έτσι έλεγαν. Θυμάμαι που γυρνούσαμε σ’ όλες τις γειτονιές και βλέπαμε γύρω μας παντού φωτιές. Ποιος θα είχε τη μεγαλύτερη φωτιά; Σαν παιδιά αυτό μας ένοιαζε. Έβαζαν μουσική από τα τρανζίστορ, χόρευαν, τραγουδούσαν. Παλιότερα έφερναν και όργανα. Γκάιντα και νταούλι. Οι πιο θαρραλέοι μάλιστα πηδούσαν μέσα από τις φωτιές. Αυτό γινόταν μέχρι το πρωί. Προς το τέλος, στη φωτιά έριχναν τα στεφάνια του τσάλμα και της πρωτομαγιάς. Στις στάχτες έψηναν σκόρδα. Πολλοί τα τρώγανε για υγεία».

Όση ώρα μιλούσε ακτινοβολούσε ενθουσιασμό. Ήταν σαν να ήθελε να μοιραστεί μια ιστορία που της συνέβη πριν λίγες ώρες. Για κάθε φράση που ολοκλήρωνε, ένα χαμόγελο σχηματίζονταν στο πρόσωπο της.

«Ύστερα υπήρχε και το έθιμο με το αμίλητο νερό. Το πρωί της παραμονής μαζεύονταν οι ανύπαντρες κοπέλες κάθε γειτονιάς σ’ ένα σπίτι. Πήγαιναν στη κεφαλόβρυση του χωριού και έφερναν νερό σε στάμνες. Κατά τη διαδρομή τους δεν έπρεπε να μιλήσουν σε κανέναν. Μόλις γύριζαν στο σπίτι, έριχναν το νερό σε ένα δοχείο που λέγονταν κλήδονας (κληδών = οιωνός). Μια έβαζε μέσα ένα δαχτυλίδι, άλλη ένα βραχιόλι, ό,τι είχε η καθεμιά. Αυτά τα ονόμαζαν ριζικάρια.

Σκέπαζαν τον κλήδονα με ένα κόκκινο πανί και το έριχναν μέσα στο πηγάδι. Παρέμενε εκεί ολόκληρο το βράδυ. Την επόμενη ημέρα το πρωί ανήμερα του Αϊ Γιάννη του Κλήδονα το έβγαζαν από το πηγάδι και το άνοιγαν. Η κάθε κοπέλα έπαιρνε πίσω το ριζικάρι της. Όποιο ανδρικό όνομα θα άκουγαν πρώτο στο δρόμο θα ήταν και το όνομα του μέλλοντα συζύγου τους. Έλεγαν επίσης, ότι το βράδυ που θα κοιμόντουσαν, αυτόν που θα ονειρεύονταν , αυτόν θα παντρεύονταν».

Θυμόταν και τον εαυτό της να συμμετέχει μαζί με τις υπόλοιπες κοπέλες. Ήταν ένα γεγονός που τα μικρά κορίτσια περίμεναν με μεγάλη ανυπομονησία να συμβεί. Όπως εξηγεί η ίδια η Ελένη Γηρούκα, «εκείνη την εποχή οι νέοι έβλεπαν στο έθιμο μια ευκαιρία για νέες γνωριμίες, καθώς δεν υπήρχε συχνός τρόπος επικοινωνίας μεταξύ αγοριών και κοριτσιών της γειτονιάς. Το πρωινό της παραμονής αναβίωνε το έθιμο με το αμίλητο νερό. Το βράδυ όταν και άναβαν οι φωτιές στις γειτονιές, οι νεαροί θα εκδήλωναν το ενδιαφέρον τους, ζητώντας τις κοπέλες σε χορό. Την επόμενη μέρα, ανήμερα της γιορτής του Αϊ Γιάννη, εκείνες που άρχιζαν να έχουν αισθήματα για τους νεαρούς που γνώρισαν το προηγούμενο βράδυ, πρόσμεναν με μεγάλη αγωνία να ακούσουν το όνομα τους ή να τους δουν στα όνειρα τους. Άλλα τα χρόνια τότε, τα πιστεύαμε ότι όντως συμβαίνανε αυτά γιατί πιστεύαμε στο έθιμο. Αυτό που κληρονομήσαμε από τους παππούδες μας ».

«Κάποια στιγμή το έθιμο του Τσάλμα άρχισε να χάνεται»

Με το πέρασμα του χρόνου η έντονη τοπικιστική χροιά του εθίμου άρχισε να φθείρεται. Το χωριό δεν ήταν πλέον αποκομμένο. Οι δρόμοι προς στη Θεσσαλονίκη είχαν ανοίξει και η πρόσβαση στη μεγαλούπολη είχε γίνει πολύ πιο εύκολη από ότι τον πρώτο καιρό. Τα ενδιαφέροντα τον ανθρώπων άρχισαν να διαφοροποιούνται από το παρελθόν. Τα έθιμα και οι παραδόσεις δεν ήταν πια το κέντρο του κόσμου για τους ανθρώπους του χωριού.

Το 1988 σε μια προσπάθεια επιστροφής στη παράδοση και διαφύλαξης των τοπικών παραδοσιακών χορών και φορεσιών, ιδρύεται ο Μουσικοχορευτικός Λαογραφικός Σύλλογος Ασβεστοχωρίου. Στη κεντρική εκδήλωση του Συλλόγου στις 23 και 24 Ιουνίου, αναβιώνει μέχρι και σήμερα το έθιμο του Τσάλμα.

Στις 23 Ιουνίου διοργανώνεται μια παράσταση παραδοσιακών χορών τοπικών και μη στην αυλή του 1ου Δημοτικού Σχολείου Ασβεστοχωρίου. Στις 24 το ιδίου μηνός προσκεκλημένοι Σύλλογοι άλλων περιοχών παρουσιάζουν το χορευτικό τους πρόγραμμα και η εκδήλωση κλείνει με τα χορευτικά τμήματα του Μουσικοχορευτικού Λαογραφικού Συλλόγου Ασβεστοχωρίου. Αν και τα στεφάνια από το τσάλμα καίγονται στη φωτιά που ανάβει στο τέλος της εκδήλωσης ακόμα και στις μέρες μας, το έθιμο με το αμίλητο νερό αναπαρίσταται μονάχα το 1993 και τελευταία φορά το 2001.

Η Ιωάννα Παλιαχάνη, γίνεται μέλος του Μουσικοχορευτικού Λαογραφικού Συλλόγου το 2001. Έκτοτε συμμετέχει στην εκδήλωση τόσο ως χορεύτρια όσο και ως μια εκ των διοργανωτών της εκδήλωσης. «Είναι μια εκδήλωση που απαιτεί πολύ κόπο και πολύ χρόνο για να στηθεί. Όλοι οι συμμετέχοντες προετοιμάζονται μια ολόκληρη χορευτική χρονιά για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ο κάθε ένας συμβάλει με το δικό του τρόπο. Από τον πιο μικρό μέχρι τον πιο μεγάλο. Για εμάς δεν είναι μια απλή εκδήλωση. Είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο. Στηρίζεται γερά, γιατί υπάρχει αγάπη και αφοσίωση στη παράδοση.

Γι’ αυτό παρά την οποιαδήποτε κούραση, όταν η εκδήλωση θα πλησιάζει προς στο τέλος της και θα δω την αυλή του 1ου Δημοτικού Σχολείου πλημμυρισμένη από κόσμο τα ξεχνάω όλα. Είναι πολύ όμορφο να βλέπεις ανθρώπους που δεν γνωρίζουν για το έθιμο και την εκδήλωση, να έρχονται για πρώτη φορά και να το απολαμβάνουν. Γιατί είναι σαν να μοιράζεσαι μαζί τους κομμάτι της ιστορία του τόπου σου».

«Τότε φορούσαν τη παϊζάνικη φορεσιά και τραγουδούσαν το σοϊλέ-μποϊλε»

Στην εκδήλωση εκτός από το έθιμο του Τσάλμα προσαρτήθηκαν κι άλλα στοιχεία της τοπικής λαογραφικής ιστορίας. Η τοπική παραδοσιακή φορεσιά και οι τοπικοί παραδοσιακοί χοροί. «Αναπόσπαστο τμήμα της παράδοσης αυτού του τόπου είναι οι παραδοσιακές φορεσιές. Οι Ασβεστοχωρίτισσες γυναίκες είχαν δύο φορεσιές την Αγραφιώτικη και τη Παϊζάνικη. Η πρώτη ήταν πιο απλή, πιο καθημερινή. Η δεύτερη ήταν η νυφική. Εντυπωσιακή. Πομπώδης. Από μικρή που ήμουν τη θαύμαζα. Είχε διασωθεί η παραδοσιακή φορεσιά της γιαγιάς μου, από τότε που ήταν εκείνη μικρή και τη φορούσε ως παρανυφάκι. Θα ήμουν γύρω στα πέντε θαρρώ όταν την ξαναφόρεσα εγώ» αφηγείται η Ελένη Γηρούκα.

Τα μάτια της γυάλιζαν. Οι μνήμες ήταν πολύ ζωντανές. Πεντακάθαρες. Με μεγάλη ευχαρίστηση ήθελε να μοιραστεί αυτό που είχε βιώσει. Αυτό για το οποίο εξέφραζε το δέσιμο της σε κάθε της λέξη.

«Εκτός από τις παραδοσιακές φορεσιές, το χωριό είχε τους δικούς του χορούς. Σε γάμους, σε γιορτές ακόμα και στα σπίτια μαζεύονταν, χόρευαν και τραγουδούσαν».

Τότε ξεκίνησε και εκείνη να σιγοτραγουδά. «Σ΄ αυτό το σπίτι που ήρθαμε σοϊλε-μποϊλε, πέτρα να μη ραγίσει σοϊλετζέ-μποϊλετζέ καρά ρίχτιν μπογιτζέ… αυτό ήταν το τραγούδι του γάμου». Στην εκδήλωση που πραγματοποιείται κάποιες χρονιές, το τμήμα ενηλίκων του Συλλόγου, ντύνεται με τις παραδοσιακές φορεσιές, χορεύει και τραγουδά τους παραδοσιακούς χορούς.

Η χοροδιδάσκαλος του Μουσικοχορευτικού Λαογραφικού Συλλόγου, Ιωάννα Σαμαρά αναφέρεται στους τοπικούς παραδοσιακούς χορούς. «Συχνά λένε τα τραγούδια ταξιδεύουν, οι χοροί δεν ταξιδεύουν. Πολλά από τα τραγούδια μπορούν να βρεθούν και σε άλλες περιοχές. Οι χοροί όμως συχνά παρουσιάζουν ιδιομορφίες.

Οι τοπικοί παραδοσιακή χοροί είναι συρτοί ή στα τρία και έχουν επιρροές από Μακεδονία και Ήπειρο. Οι κινήσεις στα χέρια δεν ήταν συγκεκριμένες. Συνήθως ρυθμικά πάνω-κάτω. Παράλληλα τραγουδούσαν ενώ αργότερα έρχονταν μουσικοί από άλλες περιοχές στο χωριό και έτσι προστέθηκε η μουσική από το ζουρνά και το νταούλι. Δεν είναι πολύπλοκοι χοροί, είναι εύθυμοι αλλά γρήγοροι.

Τη πρώτη φορά που συμμετείχα στην εκδήλωση του Τσάλμα πριν λίγα χρόνια, δεν είχα ακριβώς την αίσθηση του τι σήμαινε το έθιμο. Στο τέλος μόλις άκουσα το χειροκρότημα του κόσμου, όλους τους συντελεστές να χορεύουν και να το χαίρεται η ψυχή τους, τον ενθουσιασμό για τη φωτιά άρχισα να αντιλαμβάνομαι την αγάπη που υπάρχει γύρω απ’ αυτό. Τώρα πια για μένα το Τσάλμα ως ήχος στα αυτιά μου είναι κάτι που μου προκαλεί δέος».

«Η νέα γενιά έχει στραφεί στη παράδοση»

Οι αλλαγές που επήλθαν με τα χρόνια, τα νέα στοιχεία που προστέθηκαν άλλα και εκείνα που χάθηκαν, διαμόρφωσαν το έθιμο με το τρόπο που η νέα γενιά το γνωρίζει. Μια εκδήλωση βαθιά ριζωμένη στο τοπικό έθιμο του Τσάλμα, που όπως φαίνεται η νέα γενιά είναι πρόθυμη να συμμετάσχει. Η Μαρία Αλαμπουρνού, χορεύτρια του νεανικού τμήματος του Συλλόγου, συμμετέχει στην διοργάνωση του Τσάλμα από το 2010. «Ξεκίνησα να παίρνω μέρος στην εκδήλωση όταν ήμουν 10 -11 ετών. Το έθιμο τότε δεν μου ήταν πολύ γνώριμο. Δεν περίμενα ότι κάποια χρόνια μετά θα το αγαπούσα τόσο. Το Τσάλμα ήταν η αιτία να αγαπήσω τους παραδοσιακούς χορούς. Αν και σήμερα δεν αναβιώνει το έθιμο όπως συνέβαινε στο παρελθόν, η παράσταση που διοργανώνει ο Σύλλογος φέρνει έστω και λίγο την αύρα εκείνων των χρόνων.

Νιώθω πως έχω προσωπική ευθύνη κάθε χρόνο να δώσω τον καλύτερο μου εαυτό. Νιώθω χαρά με τη χαρά του κόσμου που έρχεται να παρακολουθήσει την εκδήλωση. Περισσότερο απ’ όλα όμως ανυπομονώ για τη φωτιά. Τότε που ένα χωριό θα γίνει μια ανθρώπινη αλυσίδα η οποία θα περιστρέφεται ρυθμικά γύρω από τη φωτιά. Αυτό το συναίσθημα είναι σπάνιο και δεν θα ήθελα να χαθεί».

«Το έθιμο του Τσάλμα για μένα είναι…»

Τέσσερις διαφορετικές γυναίκες θυμηθήκαν προσωπικές τους στιγμές. Συγκινήθηκαν, γέλασαν, μοιράστηκαν, αγάπησαν. Η καθεμία με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο.

«Αν με ρωτούσες δεν θα το άλλαζα με τίποτα. Μέχρι και σήμερα κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια, κάθε φορά περιμένω τη στιγμή που θα μαζευτούμε κάποιες γυναίκες για να κάνουμε στεφάνια από το Τσάλμα. Ως Ελένη Γηρούκα αυτό είναι για μένα η Τσάλμα».

«Το Τσάλμα δεν διαχωρίζεται. Είναι όλο το πακέτο. Είναι το άγχος μη παραπατήσω στο χορό κατά τη διάρκεια της παράστασης. Είναι η αγωνία και η κούραση να πάει όλη η διοργάνωση καλά. Ως Ιωάννα Παλιαχάνη για μένα Τσάλμα είναι η ευχαρίστηση του κόσμου που παρακολουθεί»

«Τσάλμα είναι ο στόχος που θέτεις ως Σύλλογος κάθε χρόνο. Για μένα μάλιστα ως Ιωάννα Σαμαρά είναι ένα στοίχημα. Ένα στοίχημα με τον εαυτό μου. Αν θα καταφέρω να δω στα πρόσωπα τον παιδιών που συμμετέχουν τη χαρά που παίρνω εγώ όταν τα βλέπω να αγαπούν τη παράδοση»

«Τσάλμα είναι οι άνθρωποι του. Ως Μαρία Αλαμπουρνού βλέπω στο Τσάλμα τη διάθεση των ανθρώπων να ανταμωθούν μεταξύ τους. Να πιάσει ο ένας το χέρι του άλλου και να αρχίσουν τον χορό»

Η μια γενιά κληροδοτεί στην επόμενη τα ήθη και τα έθιμα του τόπου όπου ζει. Η μια ψάχνει να βρει το παρελθόν τους και η άλλη ανυπομονεί να γνωρίσει το μέλλον τους. Και αυτό τις δένει. Αυτό είναι πολύ σημιτικό για τη παράδοση.

*** Αρχές δεκαετίας 1960 η Παϊζάνικη φορεσιά βραβεύεται στην Αθήνα με το βραβείο της Δώρα Στράτου. *** Οι εξαγωγές ασβέστη στο εξωτερικό έκαναν γνωστό το Ασβεστοχώρι, που αλλιώς ονομάζονταν και Παϊζάν και οι κάτοικοι του Παϊζανοί. Κάποιοι πιστεύουν ότι προήλθε από τη λέξη «χωριάτης» στα γαλλικά.

Διαβάστε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα