Τρεις επιλογές που δεν πρέπει να χάσεις από το online #tdf23

Οι προτάσεις του Γιάννη Γκροσδάνη για το 23ο Ντοκιμαντέρ Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Γιάννης Γκροσδάνης
τρεις-επιλογές-που-δεν-πρέπει-να-χάσει-732557
Γιάννης Γκροσδάνης

To Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης επιστρέφει online και παρουσιάζει τα καλύτερα ντοκιμαντέρ από ολόκληρο τον κόσμο

Παρακάτω, ξεχωρίσαμε τρεις επιλογές που δεν πρέπει να χάσεις.

Mole Agent

Στο online #tdf23 το Mole Agent της Μαϊτε Αλμπέρντι από την Χιλή αποτελεί ένα από τα δυνατά χαρτιά της ψηφιακής ημί-βερσιόν του Φεστιβάλ.

Ένας 80χρονος χήρος προσλαμβάνεται ως “κατάσκοπος” από ένα ιδιωτικό γραφείο ερευνών για να διαπιστώσει αν σε ένα γηροκομείο οι τρόφιμοι κακοποιούνται από το προσωπικό. Την υπόθεση αυτή κάνει μια γυναίκα της οποίας η κατάκοιτη μητέρα φιλοξενείται στον συγκεκριμένο οίκο ευγηρίας και για αυτό προσλαμβάνει το συγκεκριμένο γραφείο ερευνών.

Παρά την αφορμή και το αρχικό χτίσιμο μιας μυστηριώδους (αστυνομικής) ατμόσφαιρας ο υπερήλικας πρωταγωνιστής της ταινίας έρχεται αντιμέτωπος με τις πολλές διαφορετικές όψεις του σκληρού εγκλεισμού και της μοναξιάς των φιλοξενούμενων – κυρίως γυναικών – του γηροκομείου. Απόμαχοι της ζωής αφημένοι/ες από τους δικούς τους ανθρώπους σε ένα χώρο που προσομοιάζει με πάρκινγκ ψυχών, που ωστόσο ψάχνουν ακόμη και αν αυτό γίνεται με τη βοήθεια ψευδαισθήσεων λίγη συντροφιά, ένα χάδι, μια καλή κουβέντα, λίγη στοργή και ανθρωπιά. Με τις οικογένειες τους άφαντες ακόμη και από το επισκεπτήριο – είναι σοκαριστικό ότι οι περισσότερες από τις πρωταγωνίστριες της ιστορίας δεν έχουν επισκέψεις από τα παιδιά τους ή άλλα συγγενικά τους πρόσωπα. Ακόμη και αυτή η γυναίκα που αποτέλεσε την αφορμή για τον 80χρονο ήρωα μας να βρεθεί στο περιβάλλον αυτού γηροκομείου παραμένει απρόσωπη και άφαντη σε όλη τη διάρκεια της ταινίας.

Συγκινητικό το Mole Agent, παρά την αφέλεια εώς αδυναμία σε ότι αφορά την αρχική ιδέα της αστυνομικής έρευνας και του θρίλερ (η οποία καλύπτει μόνο ένα μικρό μέρος εν τέλει στην σεναριακή πλοκή της ταινίας), συνδυάζει στοιχεία ντοκιμαντέρ και (κοινωνικού) δράματος. Σημειώστε ότι η ταινία που εκπροσωπεί την Χιλή στα φετινά Όσκαρ αποτελεί ένα από τα δυνατά χαρτιά για την κατηγορία Διεθνούς Ταινίας.

Καετάνο Βελόσο – Μέρες χωρίς Μουσική

Στο Narcissus off duty ο Καετάνο Βελόσο δεν μιλάει για την μουσική του αλλά για τα σκοτεινά χρόνια της Βραζιλίας όταν μπήκε στο γύψο της στρατιωτικής χούντας. Γυρίζει το χρόνο πίσω και θυμάται την σύλληψη και φυλάκιση του (μαζί με τον Ζιλμπέρτο Ζιλ). Μια διαδικασία που ο ίδιος πίστευε ότι αντιστοιχούσε σε ένα τυπικό αστυνομικό έλεγχο εξελίχθηκε σε μια οδύσσεια που κράτησε 2 μήνες με την στρατοχωροφυλακή να τον εξαφανίζει, να τον μετακινεί από το Σάο Πάολο όπου έμενε στο Ρίο ντε Τζανεϊρο γυρίζοντας τις φυλακές και τα στρατόπεδα κράτησης της βραζιλιάνικης χούντας.

Η εμπειρία του Βελόσο υπήρξε συγκλονιστική καθώς τίποτα από όσα έζησε δεν συνέβη φυσικά τυχαία καθώς το σχέδιο της χούντας ήταν να εξαφανίσει κάθε πρόσωπο από τον χώρο της πολιτικής, της δημοσιογραφίας και της τέχνης που θεωρούσε ως απειλή για την δική της “έννομη και ηθική τάξη”. Κατεξοχήν εκπρόσωπος του πνευματικού κινήματος τροπικαλίσμο που επηρέασε την Βραζιλία στα μέσα της δεκαετίας του ’60 (όπως και ο Ζιλ) ο Βελόσο βίωσε στο πετσί του την πολιτιστική τρομοκρατία που καθιέρωσε η χούντα με στόχο να εξοντώσει ή έστω να προκαλέσει αυτολογοκρισία και σιωπή σε δεκάδες καλλιτέχνες της χώρας. Είναι εντυπωσιακή η αφήγηση του Βελόσο που θυμάται τις στιγμές εκεινες που μουδιασμένος από τον απόλυτο φόβο δεν ένιωθε το σώμα του ενώ εξαιρετική είναι και η στιγμή που αδυνατεί να ανακαλέσει στη μνήμη του τον λοχαγό εκείνο που παραβίασε τους κανόνες του καθεστώτος δίνοντας πολύτιμο χρόνο σε ένα επισκεπτήριο της τότε συζύγου του να εξελιχθεί σε μια συνεύρεση – ανάσα ζωής για τον ίδιο.

Πολύτιμη καταγραφή της βραζιλιάνικης ιστορίας αλλά και δεικτική (παραβολική) αναφορά για το εφιαλτικό παρόν της χώρας με τον ακραίο Χαϊρ Μπολσονάρο – δηλωμένος θαυμαστής εκείνου του σκοτεινού καθετώτος – να καταπατά σε κάθε ευκαιρία τους δημοκρατικούς θεσμούς και να δημιουργεί ερωτηματικά για την πορεία της Βραζιλίας που μεταβάλλεται σιγά σιγά σε ένα ισοπεδωμένο φαιό νταμάρι ανάλογο με το ντεκόρ που πλαισιώνει την αφήγηση του Καετάνο Βελόσο.

Belushi

John Belushi. Photo Credit: Judy Belushi Pisano/Courtesy of SHOWTIME.

Ο Τζον Μπελούσι αποτελεί έναν από τους κορυφαίους κωμικούς της γενιάς του. Κι αυτό παρά το ξαφνικό και αδόκητο τέλος που είχε χαμένος στην πλήρη ανασφάλεια που ένιωθε και τις επαναλαμβανόμενες καταχρήσεις ουσιών που έκανε. Παιδί Αλβανών μεταναστών που έψαχναν το αμερικάνικο όνειρο τους στη Γη της Επαγγελίας αγάπησε το θέατρο πολύ γρήγορα και θέλησε να αφοσιωθεί σε αυτό. Διέπρεψε ως κωμικός του θιάσου Second City στο Σικάγο στις αρχές του ’70 και αργότερα έκανε το μεγάλο βήμα αναζητώντας την τύχη του στη Νέα Υόρκη, επιλογή που δικαιώθηκε καθώς τον έφερε σε επαφή με αρκετούς ηθοποιούς – κωμικούς της γενιάς του (όπως ο Τσέβι Τσεϊς, ο Μπιλ Μάρεϊ, κ.α.). Η παρουσία του στο τηλεοπτικό Saturday Night Live υπήρξε καταλυτική αναδεικνύοντας το τεράστιο ταλέντο του και κάνοντας τον απόλυτα δημοφιλή σε όλη την Αμερική. Δύσκολος αλλά γενναιόδωρος με τους συνεργάτες του έδειχνε να απολαμβάνει την τεράστια φήμη και δημοσιότητα που απέκτησε αν και όσοι ήταν δίπλα του καταλάβαιναν ότι δυσκολεύοταν να την διαχειριστεί. Αργότερα έκανε το μεγάλο βήμα περνώντας στον κόσμο του Χόλυγουντ. Πρόλαβε να γυρίσει λίγες ταινίες αλλά και εδώ η παρουσία του υπήρξε απόλυτα επιδραστική για αρκετό κόσμο χάρη στους Blues Brothers, το Τρελό Θηριοτροφείο, την απίστευτη συνεργασία του με τον Σπήλμπεργκ στο 1941, κλπ.

Όλα αυτά τα θυμάται το ντοκιμαντέρ του Ρ.Τζ. Κάτλερ και τα αναδεικνύει με ωραίο τρόπο, όπως συνέβησαν. Έχοντας την μεγάλη τύχη να έχει στα χέρια του το αρχείο του Μπελούσι, το οποίο περιλαμβάνει σπουδαίες φωτογραφίες από το ξεκίνημα ακόμα της ζωής του αλλά και την αλληλογραφία και τις σημειώσεις που κρατούσε ο καλλιτέχνης και στην οποία συχνά πυκνά εξέφραζε την αμηχανία του αλλά και την έντονη μοναξιά που ένιωθε κατά διαστήματα και τον οδηγούσε στις καταχρήσεις. Σημαντική πτυχή της ταινίας βέβαια αποτελεί το ηχητικό υλικό των δεκάδων τηλεφωνικών κατά κύριο λόγο συνεντεύξεων από φίλους και συνεργάτες του Μπελούσι. Το γεγονός ότι η ταινία δεν καλύπτεται από οπτικοακουστικές (βίντεο) συνεντεύξεις δίνει την ευκαιρία στην ταινία να αναδείξει ακόμη περισσότερο τις φωτογραφίες και τα βίντεο του αρχειακού υλικού τα οποία συνδυάζονται εύστοχα με τις αφηγήσεις που ακούγονται. Συνοπτικά έχουμε μια ωραία ταινία με εναλλαγές μεταξύ γέλιου και θλίψης που μας ξαναθυμίζει την πορεία του σπουδαίου αυτού κωμικού και μας γεμίζει με μελαγχολία με όσα θα μπορούσε να κάνει και δεν πρόλαβε. Μοναδική ίσως ένσταση (προσωπική) είναι η μη επαρκής ενασχόληση του σκηνοθέτη με την σπουδαία επίδραση που είχε η παρουσία του Μπελούσι στην αμερικάνικη κωμωδία.

Διαβάστε επίσης…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα