Featured

Βίλα Λεβίδη: Το κόσμημα αρχιτεκτονικής του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου

Η βίλα Λεβίδη και οι ταινίες που αγαπήσαμε, μας επιστρέφουν στις ένδοξες μέρες της.

Έφη Κελεμπέκη
βίλα-λεβίδη-το-κόσμημα-αρχιτεκτονική-762903
Έφη Κελεμπέκη

Δεν είναι λίγα τα παλιά αρχοντικά και οι επιβλητικές βίλες, που εδώ και δεκαετίες έχουν εγκαταλειφθεί και ρημάζουν στη χώρα μας.  Αυτά τα σπίτια, φαντάσματα μιας παλιάς, χαμένης αίγλης και σύμβολα παρακμής, κρύβουν μέσα τους μια ιδιόρρυθμη γοητεία και μια στεναχώρια που σαγηνεύει πολλούς. Για αυτό άλλωστε, τα περισσότερα από αυτά, συνδέονται με αστικούς θρύλους και ιστορίες για στοιχειά.

Δυστυχώς, όταν τέτοια κτήρια αφήνονται στη μοίρα τους, γίνονται θύματα λεηλασίας και βανδαλισμών και υποβαθμίζονται ακόμα περισσότερο από το ανθρώπινο χέρι, παρά από τον καιρό. Έτσι, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να φανταστούμε πως θα ήταν τα σπίτια αυτά στις ένδοξες μέρες τους.

εικόνα: Facebook/ Μάρω Μπουρδάκου

Υπάρχει όμως ένα κτίσμα, σήμερα ερειπωμένο και εξαθλιωμένο, που η επιβλητική και εντυπωσιακή του όψη τις δεκαετίες 1960-1980 χαράσσεται ανεξίτηλη στη μνήμη μας, μέσα από τις ταινίες στις οποίες τα χρόνια εκείνα είχε «πρωταγωνιστήσει», ο λόγος για την Βίλα Λεβίδη.

Στο κέντρο της Παλλήνης, σε έναν καταπράσινο λόφο με πεύκα και κυπαρίσσια, σε κτήμα 80 στρεμμάτων, χτίστηκε το 1935 από τον διάσημο αρχιτέκτονα της εποχής, Κωνσταντίνο Σακελλάριο, μια βίλα-κόσμημα, αξεπέραστης  ομορφιάς και ανεκτίμητης αρχιτεκτονικής αξίας.

Μέσω μιας καμάρας, η βίλα συνδέεται με έναν πύργο, που προϋπήρχε της βίλας στο λόφο και από τον τρόπο κατασκευής του συμπεραίνεται ότι είναι οθωμανικός. Αποτελείται από 70, μικρά και μεγάλα, δωμάτια. Έτσι, είναι γνωστή και ως «ο πύργος με τα 70 δωμάτια».  Στην κατασκευή της χρησιμοποιήθηκε παντού πεντελικό μάρμαρο και τα ταβάνια είχαν επένδυση από άχυρο. Αξιοσημείωτο είναι και το τεράστιο σπιτάκι του σκύλου.

Κάτι όμως που αναμφίβολα θα έκοβε την ανάσα  ακόμα και του πιο απαιτητικού κριτή, είναι η μοναδική θέα από το λόφο, καθώς, όποιος βρίσκεται εκεί, έχει στα πόδια του και προς απόλαυση του ολόκληρη την Αθήνα.

Το εντυπωσιακότατο αυτό κτίσμα μεταβιβάζεται, υπό άγνωστες συνθήκες, από τον βασιλιά Παύλο, στον Δημήτρη Λεβίδη. Ο Λεβίδης, της παλιάς βυζαντινής οικογένειας ευγενών στρατιωτικών και πολιτικών, ήταν αυλάρχης στα ανάκτορα του Τατοΐου, απόστρατος αντισυνταγματάρχης και για κάποιο χρονικό διάστημα υπήρξε πρόεδρος της Ελληνικής βουλής. Η σύζυγος του Λεβίδη, Τούλα Μπότση, ήταν αδερφή του Νάσου Μπότση, εκδότη των εφημερίδων «Ακρόπολις» και «Απογευματινή», γνωστή κοσμική Αθηναία, που είχε κερδίσει και τον τίτλο της Σταρ Ελλάς.

Ο θάνατος του Λεβίδη το 1963 είχε σοβαρό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Προκειμένου να καλύπτει η οικογένεια τις βασικές της ανάγκες, η Τούλα Μπότση αναγκάζεται να μισθώνει τον χώρο της βίλας σε εταιρείες παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών ως στούντιο γυρισμάτων.

Έτσι, η αξεπέραστη ομορφιά της βίλας αποτυπώθηκε για πάντα στο φιλμ και στη μνήμη των θεατών, χάρη σε μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες, όπως η ταινία Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη, Το Λεβεντόπαιδο και φυσικά Η Αρχόντισσα και ο Αλήτης.

Για όποιον λοιπόν έχει νοσταλγία για το, όχι και τόσο μακρινό, παρελθόν και αναζητά να αναβιώσει τις ένδοξες μέρες ενός αρχιτεκτονικού διαμαντιού, υπάρχει μια γκάμα κλασσικών ταινιών της Finos Film (αλλά και μεταγενέστερων, της δεκαετίας του΄80) στις οποίες μπορεί να καταφύγει.

Η Αρχόντισσα κι ο Αλήτης (1968)

Προκειμένου να αποφύγει τον ανεπιθύμητο γάμο με έναν εφοπλιστή, η Ρένα, κόρη ενός πλούσιου Κερκυραίου, το σκάει από το σπίτι της, μεταμφιεσμένη ως αγόρι με το όνομα Πίπης. Στο δρόμο της προς τα Γιάννενα συναντά τον Λευτέρη, ένα φτωχόπαιδο που πηγαίνει να δουλέψει, προκειμένου να παντρέψει την αδερφή του. Η Ρένα και ο Λευτέρης ερωτεύονται, όμως, ύστερα από μια παρεξήγηση, η Ρένα επιστρέφει σπίτι της, νομίζοντας πως το μόνο ήθελε ο Λευτέρης από εκείνη ήταν η αμοιβή που έδινε ο πατέρας της σε όποιον κατάφερνε να την εντοπίσει.

Μια από τις πιο δημοφιλείς και αγαπημένες ελληνικές ταινίες, με εμβληματικά κομμάτια, όπως το Η Αγάπη Θέλει Δύο, που έφτασε τα 700.000 εισιτήρια σε εισπράξεις στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Το σενάριο της ταινίας θυμίζει αρκετά την ταινία του Φρανκ Κάπρα Συνέβη μια Νύχτα. Πρωταγωνιστούν η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ ξανά μαζί, ύστερα από τέσσερα χρόνια απουσίας στη Finos Film, ενώ στο πλάι τους βρίσκεται και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος.

Αν και η ιστορία λαμβάνει χώρα στην Κέρκυρα, το σπίτι της Βουγιουκλάκη και του Παπαγιαννόπουλου είναι η βίλα Λεβίδη. Συγκεκριμένα, στη βίλα γυρίστηκαν τα δύο πάρτι της ταινίας στη χαρακτηριστική αυλή με την πισίνα, αλλά και κάποιες σκηνές στην είσοδο, μπροστά από την περίφημη καμάρα που ενώνει τη βίλα με τον πύργο.

Το Λεβεντόπαιδο (1969)

Ο Αρίστος είναι λιμενεργάτης και τραγουδιστής σε ταβέρνα και ετοιμάζεται να παντρευτεί την Μαριώ. Ένα βράδυ όμως, γνωρίζει την Κατερίνα, κόρη βιομήχανου που παριστάνει την φτωχή και την ερωτεύεται. Η πραγματική της ταυτότητα και το γεγονός ότι είναι αρραβωνιασμένη αποκαλύπτονται ύστερα από ένα ατύχημα.

Μετά την επιστροφή της Αλίκης Βουγιουκλάκη και του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στη Finos Film, σχεδόν επιβάλλεται στον Φιλοποίμενα Φίνο να γυρίσει μια ταινία με τον Παπαμιχαήλ, αλλά χωρίς την Βουγιουκλάκη και έτσι, στο Λεβεντόπαιδο πρωταγωνιστεί στο πλάι της Ελένας Ναθαναήλ και της Νόρας Βαλσάμη. Στην ταινία ξεχωρίζουν τα τραγούδια του Μάνου Λοΐζου, σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου.

Στο Λεβεντόπαιδο βλέπουμε για άλλη μια φορά την αυλή της βίλας και την καμάρα που τη συνδέει με τον πύργο, αλλά και το γνωστό τραπέζι στην αυλή, όπου διαδραματίζονται σκηνές και σε άλλες ταινίες, όπως Η Αρχόντισσα και ο Αλήτης.

Μια Ιταλίδα από  την Κυψέλη (1967)

Μια πλούσια και δύσκολη γυναίκα, ταλαιπωρεί την οικογένεια της με τη ξενομανία  της. Ο αδερφός της επιστρέφει από την Ιταλία στην Ελλάδα με τη γυναίκα του, την οποία παρουσιάζει ως Ελληνίδα, για να μην την αποκληρώσει. Τελικά, το ζευγάρι, σε συνεργασία με τον σύζυγο της αδερφής, καταφέρνει να της αλλάξει γνώμη.

Η ταινία, σε σκηνοθεσία και σενάριο Ντίνου Δημόπουλου, αποτελεί διασκευή του ομώνυμου θεατρικού έργου του Νίκου Τσιφόρου και του Πολύβιου Βασιλειάδη.  Παίζουν οι Μάρω Κοντού, Αλέκος Αλεξανδράκης, Γιάννης Βογιατζής, Κατερίνα Γιουλάκη και Δημήτρης Νικολαΐδης.

Υπάρχουν ορισμένες σκηνές της ταινίας στην αυλή της βίλας Λεβίδη, με χαρακτηριστικότερα τα πλάνα από τις μικρές καμάρες και τα σκαλοπάτια που οδηγούν με ένα πλακόστρωτο δρομάκι στην αυλή.

Δικτάτωρ Καλεί Θανάση (1973)

Ο Θανάσης είναι ένας φιλόδοξος φωτογράφος και έχει αναλάβει να φωτογραφίσει έναν εξόριστο δικτάτορα της Νότιου Αμερικής, που φρουρείται σε μια βίλα. Καταφέρνει να πλησιάσει τον δικτάτορα, που του δίνει ένα χαρτί με τον κωδικό των καταθέσεων του σε μια ελβετική τράπεζα, λίγο πριν πεθάνει.  Έτσι, ο Θανάσης μπλέκει σε μπερδέματα, χωρίς καν να γνωρίζει την αξία του χαρτιού αυτού.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο Θανάσης Βέγγος. Καθώς η πρεμιέρα της έγινε στις 12 Νοεμβρίου του 1973, πέντε μέρες δηλαδή πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου, η ταινία ήταν άτυχη εισπρακτικά.

Τα τελευταία λεπτά της ταινίας είναι σαφώς γυρισμένα στη βίλα Λεβίδη, καθώς βλέπουμε τη βεράντα με τις μεταλλικές καρέκλες κήπου, την αυλή, την πισίνα και τις μικρές καμάρες.

Ο Τρομοκράτης (1975)

Η δικτατορία έχει τελειώσει και τρεις φίλοι απαγάγουν έναν πλούσιο επιχειρηματία, για να βρουν χρήματα για το Ανθρωπιστικό Κίνημα που δημιούργησαν, προκειμένου να σώσουν την Ελλάδα. Σύντομα όμως διαπιστώνουν ότι η οικογένεια του επιχειρηματία δεν νοιάζεται για αυτόν.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο Κώστας Βουτσάς και είναι η τελευταία του συνεργασία με την Finos Film.

Εδώ χρησιμοποιείται τόσο το εξωτερικό, όσο και το εσωτερικό της βίλας. Συγκεκριμένα, για άλλη μια φορά φαίνεται η μεγάλη καμάρα της εισόδου και κομμάτι του κήπου, αλλά υπάρχουν και αρκετά πλάνα εντός της βίλας, στα οποία βλέπουμε ξύλινο πάτωμα και πόρτες, αλλά και ξύλινα δοκάρια στο ταβάνι, μεγάλες μπαλκονόπορτες, άσπρο στους τοίχους και μια εσωτερική καμάρα, που απ’ όσο ξέρουμε και από ότι έχει απομείνει σήμερα, ήταν χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής της βίλας.

Ο Μάγκας με το Τρίκυκλο (1972)

Η Δέσποινα έχει ταβέρνα μαζί με την αδερφή της, Νίτσα, όμως δέχεται να εργαστεί ως καθαρίστρια σε μια διαφημιστική εταιρεία που διευθύνει η Τόνια, ελπίζοντας πως θα γίνει μοντέλο. Όταν η Τόνια επισκέπτεται την ταβέρνα της Δέσποινας, της κάνει εντύπωση ο μάγκας της περιοχής, Σταύρος και τον προσλαμβάνει με σκοπό να τον εξευγενίσει. Έτσι ξεκινάει ένα ειδύλλιο ανάμεσα τους.

Η ταινία είναι κινηματογραφική διασκευή του θεατρικού μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη Το Σεξ και πώς να το Αποκτήσετε, που ανέβηκε σο θέατρο Πάνθεον τη σεζόν 1970-71.

Η βίλα χρησιμοποιείται ως το σπίτι της Τόνιας και βλέπουμε για άλλη μια φορά πλάνα στη πισίνα, αλλά και με φόντο τις μικρές καμάρες.

Αν κάποιος επιθυμεί μια ξενάγηση στο εσωτερικό της βίλας μπορεί να δει την ταινία Το Παίζω και Πολύ Άντρας, που έχει γυριστεί σχεδόν εξ ολοκλήρου στους χώρους της.  Στην ταινία αυτή φαίνονται πιο καθαρά τα στοιχεία που παρατηρούμε στον Τρομοκράτη, οι εσωτερικές καμάρες, η κυριαρχία του ξύλου, η παραδοσιακή διακόσμηση και οι άσπροι τοίχοι. Επίσης αποκτάμε πρόσβαση και σε άλλους χώρους της βίλας, όπως ένα μπάνιο και κάποια δωμάτια.

Άλλες ταινίες και βιντεοκασέτες που έχουν γυριστεί στη βίλα είναι οι Εραστές του Ονείρου, Πονηρό Θηλυκό, Κατεργάρα Γυναίκα, Όμορφες Μέρες, Ψηλός, Λιγνός και Ψεύταρος, Το Φρικιό και πολλές ακόμα.

Είναι σαφές ότι το δέλεαρ για την κινηματογραφική βιομηχανία ήταν ο πανέμορφος κήπος της βίλας. Η πισίνα, η μικρές καμάρες, η κεραμιδί, περιστροφική σκάλα, τα μικρά μονοπάτια ανάμεσα στα πεύκα και τα κυπαρίσσια, αποθανατίστηκαν με κάθε ευκαιρία και μέχρι εξάντλησης από τον κινηματογραφικό φακό. Κάτι φυσικά αναμενόμενο, όχι μόνο για το φυσικό κάλος της περιοχής, αλλά και για την χλιδή που ένα τέτοιο μέρος αποπνέει. Βέβαια, στις μεταγενέστερες ταινίες που η βίλα χρησιμοποιήθηκε ως στούντιο, κομμάτι της αίγλης της έχει χαθεί και ήδη φαίνεται παραμελημένη.

Το 1990 πεθαίνει η Τούλα Μπότση και ο λόφος περνάει στον γιό και μοναδικό της κληρονόμο, Γιώργο Λεβίδη. Ο Γιώργος Λεβίδης, που ακολούθησε καριέρα διπλωμάτη και έζησε πολλά χρόνια στο εξωτερικό, αποφασίζει να πουλήσει το λόφο. Το 1991, την παραμονή της υπογραφής των συμβολαίων, το μεγαλύτερο τμήμα της βίλας καίγεται από άγνωστη αιτία. Μετά την πώληση, ο λόφος εγκαταλείφθηκε. Η βίλα καταστράφηκε και κανένας δεν έδειξε ενδιαφέρον για τη διατήρηση και την προστασία της. Αντίθετα, πολλοί ήταν αυτοί που συνέβαλαν στην καταστροφή της, σηκώνοντας ότι μπορεί να είχε αξία, γκρεμίζοντας, ακόμα και ανοίγοντας τρύπες στους τοίχους αναζητώντας κρυμμένους θησαυρούς. Η σημερινή εικόνα είναι τουλάχιστον θλιβερή και σίγουρα ντροπιαστική.

Σήμερα το μέλλον της βίλας είναι αβέβαιο. Οι κάτοικοι της Παλλήνης διεκδικούν μέσω ψηφίσματος την απόκτηση των κτισμάτων και των μη δασικών εκτάσεων από τον Δήμο Παλλήνης, με σκοπό την ανακατασκευή της βίλας και την μετατροπή της σε χώρο πολιτισμού.

Με πληροφορίες από: irafina, newsnowgr.comReader, Finos Film, RPN

Δείτε επίσης: 

Οι ιστορίες εντός και εκτός της Casa Bianca

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα