ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: Οι εκλογές, η διαπλοκή, η φτώχεια, ο λαϊκισμός
Τι σημαίνουν για μια χώρα που αποτελεί τη φτωχότερη χώρα-μέλος της ΕΕ όπου η διαφθορά έχει καταστεί, για πολλούς στο εξωτερικό, ως το βασικό «brand name» της χώρας;
Λέξεις: Γιώργος Χρηστίδης
Οι βουλγαρικές εκλογές της 4ης Απριλίου 2021. Τι σηματοδοτούν;
Στη γειτονική μας Βουλγαρία διεξήχθησαν στις 4 Απριλίου κοινοβουλευτικές εκλογές, με τη συμμετοχή και των Βουλγάρων που ζουν στο εξωτερικό – συνολικά λειτούργησαν 465 εκλογικά κέντρα σε 69 χώρες εκτός Βουλγαρίας. Με καταγεγραμμένο το 100% των ψήφων, το κόμμα GERB του, «βετεράνου» πλέον, πολιτικού Boyko Borisov διατήρησε, αν και με σημαντικές απώλειες σε σχέση με το 2017 (όπου είχε καταλάβει το 32,65%), τη πρώτη θέση με 26,1%.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, το Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (BSP) της Kornelia Ninova υπέστη μια εκλογική καθίζηση, συγκεντρώνοντας 15% έναντι 27,19% το 2017. Η κρίση την οποία βιώνει το κόμμα, εδώ και χρόνια έχει ξεκάθαρα επιδεινωθεί υπό την τωρινή του ηγεσία, με το κόμμα να δείχνει ανίκανο να υιοθετήσει μια ξεκάθαρη μεταρρυθμιστική ατζέντα, φλερτάροντας με κοινωνικά συντηρητικές θέσεις (όπως σε ζητήματα μετανάστευσης), ενώ οι «σκιές διαπλοκής» συνεχίζουν να ταλαιπωρούν την ηγεσία του. Από τα πρωτοεμφανιζόμενα κόμματα, το κόμμα του δημοφιλούς τηλεπαρουσιαστή-μουσικού Slavi Trifonov, με το χαρακτηριστικό όνομα Υπάρχει Τέτοιος Λαός, κέρδισε το εντυπωσιακό 17,7%, απορροφώντας το μεγαλύτερο κομμάτι της ψήφου διαμαρτυρίας.
Το ”Υπάρχει Τέτοιος Λαός” κέρδισε και ένα μεγάλο κομμάτι των ψήφων των Βουλγάρων του εξωτερικού: γύρω στο 30% (σ’ αντίθεση με το GERB που κέρδισε μόλις το 8,6%). Οι τέως λαϊκιστές-εθνικιστές κυβερνητικοί εταίροι του GERB μένουν εκτός: τόσο το Εθνικό Βουλγαρικό Κίνημα του Valeri Simeonov το οποίο καταποντίστηκε, όσο ιδιαίτερα το VMRO του πρώην Υπουργού Άμυνας Krasimir Karakachanov (που τόσα είχε ποντάρει πάνω στη «Μακεδονική πολιτική του») το οποίο δεν κατάφερε να περάσει το όριο του 4% (συγκεντρώνοντας το 3,7%).
Περνώντας στην εκλογική απόδοση του DPS – το οποίο παραδοσιακά εκφράζει τη μειονοτική τουρκική ψήφο, και του οποίου ο διεφθαρμένος ηγετικός πυρήνας στήριζε την κυβέρνηση Borisov – κατέγραψε μια μικρή αύξηση στο 10,3%, από το 8,9% το 2017. Μάλιστα, αν και ο κυριότερος ανταγωνιστής της «μειονοτικής ψήφου», το κόμμα DOCT του Lyutfi Mestan δεν κατέβηκε στις εκλογές, το DPS μάλλον δεν κατάφερε να κινητοποιήσει την ψήφο των Βουλγάρων Τούρκων που ζουν και ψηφίζουν σε εκλογικά κέντρα στην Τουρκία.
Ενδεικτικό ίσως των προβληματικών σχέσεων που συνεχίζει να έχει η ηγεσία του DPS με την Άγκυρα. Από τα άλλα κόμματα που εισέρχονται στη Βουλή, η Δημοκρατική Βουλγαρία (DB) του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Hristo Ivanov κέρδισε το 9,5% των ψήφων. Η DB, με το πιο συγκροτημένο προεκλογικό πρόγραμμα από τα νέα κόμματα, φαίνεται να κερδίζει και τη μεγαλύτερη στήριξη από τις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της βουλγαρικής κοινωνίας. Τέλος υπάρχει και το επίσης νέο κόμμα, με την επίσης χαρακτηριστική ονομασία Σήκω πάνω! Έξω οι μαφιόζοι!, που κερδίζει ένα 4,7%, απορροφώντας επίσης ένα κομμάτι της ψήφου διαμαρτυρίας.
Το μόνο που συνδέει τα αντιπολιτευόμενα κόμματα προς το GERB είναι η αντίθεση τους προς το GERΒ, που δεν αποτελεί από μόνη της ικανή συνθήκη σχηματισμού κυβέρνησης. Σε περίπτωση αποτυχίας, η Βουλγαρία μάλλον θα οδηγηθεί στον σχηματισμό κυβέρνησης τεχνοκρατών με περιορισμένη εντολή (την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης της πανδημίας και ίσως της υιοθέτησης κάποιων βασικών μεταρρυθμίσεων, όπως στον τομέα της δικαιοσύνης). Το ενδεχόμενο σχηματισμού υπηρεσιακής κυβέρνησης και άμεσης προσφυγής στις κάλπες είναι κάτι που μάλλον φοβίζει τον Borisov, με δεδομένο ότι η υπηρεσιακή κυβέρνηση σχηματίζεται από τον Πρόεδρο Radev, με τον οποίο ο Borisov βρίσκεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση.
Ωστόσο πέρα από την καταμέτρηση των αποτελεσμάτων και τις προοπτικές σχηματισμού της επόμενης κυβέρνησης τη σηματοδοτούν οι εκλογές αυτές; Τι σημαίνουν για μια χώρα που αποτελεί τη φτωχότερη χώρα-μέλος της ΕΕ όπου η διαφθορά έχει καταστεί, για πολλούς στο εξωτερικό, ως το βασικό «brand name» της χώρας;
Το βασικό ερώτημα είναι αν το αποτέλεσμα των εκλογών μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για να αποδομηθεί το βαθύ σύστημα της διαπλοκής που ανδρώθηκε όλα αυτά τα χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το GERB/Borisov – ουσιαστικά από τον Αύγουστο του 2009 μέχρι και σήμερα, με ένα μικρό διάλειμμα την περίοδο 2013-2014. Ένα σύστημα διαπλοκής στο οποίο εμπλέκονται όχι μόνο ο ηγετικός πυρήνας γύρω από τον Borisov, αλλά και πολιτικές προσωπικότητες από άλλα πολιτικά κόμματα, όπως ο πρώην (αλλά ουσιαστικά ο πραγματικός) ηγέτης του DPS, Ahmet Dogan, σκιώδεις φιγούρες όπως ο Delyan Peevski, ο οποίος συνέβαλε στη μιντιακή κυριαρχία του GERB τα τελευταία χρόνια, αλλά και επιχειρηματίες οι οποίοι χρηματοδότησαν, αλλά και ευνοήθηκαν από τη στενή τους σχέση με την ηγεσία του GERB. Και βέβαια, ένα σύστημα διαπλοκής που επωφελήθηκε της ένταξης της Βουλγαρίας στην ΕΕ και τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά κονδύλια, χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις από την ΕΕ, καθώς ο Borisov έχει αντιμετωπιστεί μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα από τους χριστιανοδημοκράτες συμμάχους του στο Βερολίνο, ως ένας «συνεργάσιμος πολιτικός» που έχει συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα της Βουλγαρίας.
Για ένα σημαντικό κομμάτι του βουλγαρικού εκλογικού σώματος – ένα 25% όσων των ψήφισαν σε ένα συνολικά χαμηλό ποσοστό συμμετοχής που δεν ξεπερνάει το 50% – ο Borisov παραμένει ένας «πολιτικός των έργων» που έχει κάνει «ότι καλύτερο μπορεί για να πάει μπροστά η Βουλγαρία».
Για ένα μεγαλύτερο όμως αριθμό Βουλγάρων, ο Borisov βρίσκεται στη καρδιά ενός συστήματος διαπλοκής και μέτριας διακυβέρνησης, μιας κατάστασης που διώχνει τους νέους, συμβάλλοντας στο τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Η οικονομία της αγοράς έχει ανάγκη από κανόνες και ένα κράτος δικαίου για να περιορίζεται η αυθαιρεσία των πάσης φύσεως ισχυρών (και στην περίπτωση της Βουλγαρίας να ελέγχεται η ληστρική συμπεριφορά της επιτήδειας πολιτικής ελίτ της). Κάτι που αναγνωρίζουν και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της οικονομίας της αγοράς στη Βουλγαρία, οι οποίοι μάλιστα υπογραμμίζουν ότι η διαφθορά δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στους ξένους επενδυτές. Οι μεταρρυθμίσεις στο Δικαστικό τομέα συνεχίζονται εδώ και χρόνια, έχοντας μετατραπεί σε μια διαδικασία χωρίς τέλος (an open ended process), χωρίς να παράγουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα (βλέπε τις ετήσιες εκθέσεις που παράγουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ). Kαι όλοι αναρωτιούνται γιατί; Διότι απλά οι διεφθαρμένοι πολιτικοί δεν θέλουν να ολοκληρωθούν…
Η Βουλγαρία έχει ανάγκη από άλλου είδους πολιτικούς και κυρίως πολιτικές. Πολιτικές που όχι μόνο θα επιταχύνουν την οικονομική ανάπτυξη της και θα προσελκύσουν περισσότερα ξένα κεφάλαια (και όχι μόνο στη βάση των φθηνών εργατικών χεριών) αλλά θα επουλώσουν και τις τεράστιες περιφερειακές ανισότητες που έχουν δημιουργηθεί τις τελευταίες δεκαετίες (για όσους ταξιδεύουν στη Βουλγαρία, ο «υδροκεφαλισμός» που χαρακτηρίζει την ανάπτυξη της και οι γιγαντιαίες πλέον διαφορές ανάμεσα στη Σόφια και την ύπαιθρο είναι περισσότερο από ορατές), εμπνέοντας εμπιστοσύνη στη νέα γενιά της. Που θα αντιμετωπίσουν την εκτεταμένη φτώχεια που έχει προκύψει μετά το 1989, πλήττοντας ολόκληρες κατηγορίες του πληθυσμού όπως τους Ρομά, οι οποίοι ζούνε σε διάσπαρτες νησίδες «τριτοκοσμικής μιζέριας».
Που θα ασχοληθούν σοβαρά με το σύστημα υγείας, το οποίο εκτός μεγάλων πόλεων εμφανίζει (ιδιαίτερα στις συνθήκες της πανδημίας) συμπτώματα κατάρρευσης, με τον μέσο όρο του υγειονομικού προσωπικού να είναι άνω των 50 ετών… Τα αποτελέσματα των εκλογών της 4ης Απριλίου θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια καλή αρχή. Η συνέχεια θα δείξει.
*O Γιώργος Χρηστίδης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ