Featured

Υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν, αλλά δεν μπορούν να μείνουν σπίτι

Η αχτίδα ανθρωπιάς και αισιοδοξίας κόντρα στην «μαυρίλα» της πανδημίας στη Θεσσαλονίκη, οι κίνδυνοι της επόμενης ημέρας και η ανάγκη για θεσμικές πρωτοβουλίες

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
υπάρχουν-άνθρωποι-που-θέλουν-αλλά-δεν-411632
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Οι ζωές όλων μας έχουν αλλάξει δραματικά τον τελευταίο χρόνο. Διαμαρτυρόμαστε, λέμε ότι φτάσαμε στα όρια μας, αναπολούμε τις ξέγνοιαστες στιγμές και τις δραστηριότητες μας εκτός σπιτιού. Τι συμβαίνει όμως με εκείνους τους ανθρώπους που θέλουν να μείνουν μέσα, αλλά δεν μπορούν;

Πόσο έχουν αυξηθεί οι ανάγκες τους, ποιοι είναι οι φόβοι τους και οι ανησυχίες 100 και πλέον συνανθρώπων μας που αναγκάζονται να ζουν σε συνθήκες αστεγίας;

Και μέσα σε όλη τη «μαυρίλα» των τελευταίων μηνών, πώς έχει καταφέρει να ξεπροβάλλει μία αχτίδα ανθρωπιάς και αλληλεγγύης στη Θεσσαλονίκη;

Η Parallaxi συνομίλησε με την Νανά Μιχαλοπούλου, Συντονίστρια Κοινωνικής Υπηρεσίας της ΑΡΣΙΣ, η οποία μας περιέγραψε την κατάσταση που επικρατεί τον τελευταίο καιρό στην πόλη μας.

Η κουβέντα φυσικά άρχισε από τις καιρικές συνθήκες των προηγούμενων ημερών, που σε συνδυασμό με την πανδημία, επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση των συνανθρώπων μας που αναγκάζονται να μείνουν στο δρόμο ή να αναζητήσουν στέγη μέσω των κοινωνικών ομάδων και δράσεων της Θεσσαλονίκης.

«Οι καιρικές συνθήκες των τελευταίων ημερών επιδείνωσαν την κατάσταση που επικρατεί στους δρόμους, ευτυχώς όμως λειτούργησε ο έκτακτος χώρος στη ΔΕΘ, που ήταν μία σημαντική ανάσα. Η πανδημία έχει πλήξει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν πολλές υπηρεσίες με αποτέλεσμα για παράδειγμα να μην υπάρχει πλέον η δυνατότητα για να παρέχεται στους ανθρώπους που το έχουν ανάγκη, πρωινό, καφέ και έναν χώρο πιο ζεστό για να περάσουν την ημέρα τους».

«Δεν έχουν πρόσβαση στην ορθή ενημέρωση»

Καθημερινά, γινόμαστε δέκτες δεκάδων πληροφοριών γύρω από την εξέλιξη της πανδημίας, τα νέα μέτρα που ισχύουν στις ζωές μας. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, υπάρχουν ανισότητες, καθώς δεν έχουν όλοι οι συμπολίτες μας πρόσβαση σε τηλεοράσεις, smartphones, διαδίκτυο, προκειμένου να μπορούν να λάβουν χρήσιμη και αναγκαία πληροφόρηση για την καθημερινότητα τους.

«Ο νέος τρόπος λειτουργίας των υπηρεσιών που απαιτείται τηλεφωνικό ραντεβού ή μέσω διαδικτύου, είναι κάτι που επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση γι’ αυτούς τους ανθρώπους που δεν έχουν τέτοια πρόσβαση. Αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο τους αστέγους που κοιμούνται σε παγκάκια, αλλά μία ευρύτερη ομάδα ευάλωτων ανθρώπων που μπορεί να έχουν ένα σπίτι για να μείνουν, αλλά να μη διαθέτουν μία “έξυπνη” συσκευή για να συνδέονται στο διαδίκτυο, ούτε να λαμβάνουν την πληροφορία άμεσα και ορθά» αναφέρει η κυρία Μιχαλοπούλου και εν συνεχεία συμπληρώνει:

«Στην Κοινωνική μας Υπηρεσία φτάνουν άτομα καθημερινά τα οποία δεν έχουν ορθή ενημέρωση. Εμείς κάθε μέρα παίρνουμε πληροφορίες για τα όσα μέτρα εξαγγέλλονται, αλλά για κάποιους δεν ισχύει αυτό. Γι’ αυτό το λόγο γίνεται μία τεράστια προσπάθεια διαρκούς ενημέρωσης τόσο από τη δική μας πλευρά, αλλά και από άλλες δομείς και άλλους φορείς, ωστόσο δεν φτάνει από μόνο του. Χρειάζεται μία συστηματική προσπάθεια που να μπορεί να είναι σταθερά διαθέσιμο για όσους ανθρώπους δεν έχουν πρόσβαση στην ορθή ενημέρωση, στο τηλέφωνο και στο διαδίκτυο».

«Κοιτάξαμε τον διπλανό μας»

Ένα ιδιαίτερα ενθαρρυντικό στοιχείο που δίνει δύναμη και κουράγιο στον καθημερινό αγώνα που δίνουν οι κοινωνικές οργανώσεις της Θεσσαλονίκης είναι ένα «κύμα» ανθρωπιάς που έχει απλωθεί στην πόλη το τελευταίο διάστημα. Είτε ατομικά, είτε συλλογικά, έχουμε αλλάξει τον τρόπο σκέψης μας και προσέγγισης μας στα πράγματα και έχουμε βάλει πλέον στο επίκεντρο και τον συνάνθρωπο μας.

Βέβαια, όπως εξηγεί η κυρία Μιχαλοπούλου, αυτό είναι και ένα μεγάλο στοίχημα και για την επόμενη μέρα της πανδημίας.

«Είναι αρκετά διαφορετικά τα πράγματα από το πρώτο lockdown. Τότε αντιμετωπίζαμε το άγνωστο, δεν ξέραμε από πού μας ήρθε, «πάγωσαν» αρκετά πράγματα. Τώρα δε συμβαίνει το ίδιο. Υπάρχουν επίσης πολλές ιδιωτικές πρωτοβουλίες, εθελοντικές και αλληλέγγυες που κινήθηκαν και έτσι καθημερινά υπάρχουν μέσα στη μέρα πολλές δράσεις για παροχή φαγητού, ειδών πρώτης ανάγκης. Μπροστά στην κρίση, γιατί σαν κρίση μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε συλλογικά, αντιληφθήκαμε ότι βιώνουμε μία δύσκολη περίοδο και οι περισσότεροι κοιτάξαμε και το διπλανό μας. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Μας το αφήνει αυτό το κέρδος η πανδημία όταν φύγει, το θέμα είναι όμως να το κρατήσουμε. Καθημερινά, λαμβάνουμε πολλά παραπάνω τηλεφωνήματα από πριν, από ανθρώπους που θέλουν να φέρουν τρόφιμα, ρούχα, κ.α.

Άνθρωποι που δεν το σκέφτοταν αυτό πριν. Ενισχύουν τώρα όπως μπορούν. Όχι μόνο υλικά, αλλά και συναισθηματικά. Μόνο που κάποιος μπαίνει στη διαδικασία να σκεφτεί να δώσει κάτι, αυτό για μένα είναι μία μετατόπιση από την συνήθεια μας να αδιαφορούμε να κοιτάμε πέρα από το σπίτι μας και το δικό μας κύκλο για τις ανάγκες των υπολοίπων. Μπορεί σε κάποιους να φαίνονται πολύ αισιόδοξα όλα αυτά, αλλά και εμείς έτσι κρατιόμαστε αυτές τις ημέρες. Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Τα αιτήματα των ανθρώπων – εθελοντών που θέλουν να βοηθήσουν αυξήθηκαν, αλλά παράλληλα αυξήθηκαν και οι ανάγκες εκείνων που χρειάζονται βοήθεια».

Μπορεί όλα τα παραπάνω να δίνουν μία νότα αισιοδοξίας, όμως οι μεγάλες δυσκολίες είναι μπροστά μας. Μη γνωρίζοντας ακόμη το αποτύπωμα που θα αφήσει ο κορονοϊός στην καθημερινότητα μας, την οικονομική ζωή του τόπου, δεν αποκλείεται και άλλοι συνάνθρωποι μας να βρεθούν σε δυσχερή θέση.

«Οδηγούμαστε σε μία επαναφτωχοποίηση. Άνθρωποι που είχαν μπει σε μία σειρά και μπορούσαν να έχουν τη δουλειά τους, να βγάζουν ένα εισόδημα για να κρατάνε το σπίτι τους, όχι βέβαια σε βαθμό που θα τους εξασφάλιζε εφ’όρου ζωής, απειλούνται ξανά να επιστρέψουν σε κατάσταση φτώχειας, ίσως κάποιοι από αυτούς και αστεγίας, που είναι φυσικά κάτι που απευχόμαστε» υπογραμμίζει σχετικά η κυρία Μιχαλοπούλου και συμπληρώνει:

«Η πανδημία είναι μία δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι που ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή. Το φοβούνται σίγουρα και ανησυχούν ότι μπορεί η ζωή τους να βρεθεί σε κίνδυνο. Ωστόσο, αυτό που τους προβληματίζει πρωτίστως είναι το βιοποριστικό τους. Η πανδημία έχει ταράξει τις σταθερές που δειλά δειλά είχαν αρχίσει να δημιουργούν. Να μιλήσουμε για εργασιακή ένταξη, όταν δεν ξέρουμε ακόμη ποιες επιχειρήσεις θα καταφέρουν να ορθοποδήσουν και να ανοίξουν; Είναι και τα δικά μας τα εργαλεία περιορισμένα ως προς το κομμάτι αυτό. Εστιάζω στο κομμάτι της εργασίας, γιατί είναι κάτι σημαντικό για ανθρώπους που βιώνουν δύσκολες καταστάσεις, είναι άνεργοι, κοντά ή κάτω από τα όρια της φτώχειας, μένουν στο δρόμο, εκτός από εκείνους που δεν δύναται να εργαστούν για εξατομικευμένους λόγους ο καθένας, άρα χρειάζονται μία στήριξη με τα αντίστοιχα επιδόματα και την αντίστοιχη φροντίδα.

Η λογική δεν είναι να πάμε με μία επιδοματική προσέγγιση, αλλά να δώσουμε τη δυνατότητα στους ανθρώπους αυτούς να ορθοποδήσουν. Και αυτό θα γίνει μόνο εάν καταφέρει να εργαστεί και να είναι σε θέση να καλύψει τα έξοδα του».

«Η ένδεια δεν ξεχωρίζει εθνικότητα»

Μπροστά στην κρίση είμαστε όλοι ίσοι. Αυτό είναι το μήνυμα που θέλουν να περάσουν όλες οι κοινωνικές ομάδες που δραστηριοποιούνται στη Θεσσαλονίκη και στόχο έχουν να παρέχουν τα απαραίτητα σε εκείνους που το έχουν ανάγκη:

«Δεν έχουμε παρατηρήσει μία μεγάλη αύξηση στους ανθρώπους που ζουν στο δρόμο είναι όμως κάτι που το φοβόμαστε. Είμαστε σε επιφυλακή για τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί. Η πανδημία, η απουσία εργασίας και εισοδημάτων, τα προγράμματα που ολοκληρώνονται, ο προσφυγικός πληθυσμός που ήρθε στη χώρα μέσω του προγράμματος ESTIA. Η αστεγία, η φτώχεια, η ένδεια δεν ξεχωρίζει εθνικότητα, καταγωγή, χώρα προέλευσης. Εάν έχουμε στο δρόμο ανθρώπους, έχουμε στο δρόμο ανθρώπους.

Το υποστηρικτικό δίκτυο είναι ικανό να λειτουργήσει για ένα Χ διάστημα. Η εμπειρία δείχνει ότι όταν συναντάμε έναν άνθρωπο να κοιμάται έξω, τον συναντάμε όταν σταματάει να έχει πλέον υποστηρικτικό δίκτυο».

Υπάρχει κατανόηση

Στο πρώτο lockdown δεν έλειψαν οι περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η αυστηρότητα και ο έλεγχος από πλευράς των Αρχών έφτασαν στα άκρα, με αποτέλεσμα άστεγοι να καλούνται να πληρώσουν πρόστιμα για «άσκοπες μετακινήσεις». Τα πράγματα πλέον έχουν αλλάξει.

«Δεν το αντιμετωπίζουμε πλέον σε τέτοιο βαθμό. Έφτασαν φυσικά μεμονωμένες περιπτώσεις και σε εμάς, αλλά ήταν ελάχιστες. Οι ενστάσεις επίσης έγιναν δεκτές και τα όποια πρόστιμα είχαν επιβληθεί διαγράφηκαν. Μας λένε πάντως και οι άνθρωποι από το δρόμο ότι η Αστυνομία πλέον δεν εξαντλεί την αυστηρότητα της, ούτε προχωράει σε ελέγχους απέναντι τους».

Θεσσαλονίκη: Διαγράφονται τα πρόστιμα για άσκοπη μετακίνηση σε άστεγους

Απαιτούνται θεσμικές κινήσεις

Μπορεί η ατομική συνεισφορά του καθένα μας να είναι ιδιαίτερα χρήσιμη και άκρως ενθαρρυντική, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να λησμονήσουμε ότι ειδικά αυτό το διάστημα είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία η θεσμική πρωτοβουλία.

Γι’ αυτό και η Νανά Μιχαλοπούλου στον επίλογο της κουβέντας μας, επισημαίνει:

«Είναι σημαντικό ότι οι άνθρωποι εθελοντικά πια στράφηκαν και αναζητούν τρόπους να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους. Αυτό βέβαια μπορεί να είναι κάτι πολύτιμο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει και δεν είναι ικανό από μόνο του να αντικαταστήσει το θεσμικό κομμάτι. Μπορεί να παίρνουμε αισιοδοξία, χαρά και δύναμη από την ανθρωπιά των τελευταίων μηνών, αλλά δεν πρέπει να επαναπαύει κανέναν μας από τις κινήσεις που πρέπει να γίνουν θεσμικά».

Το προφίλ των αστέγων

Στα τέλη Νοεμβρίου η ΑΡΣΙΣ μέσω της Ομάδας Εργασίας στο Δρόμο (Streetwork) είχε δώσει μία «εικόνα» της κατάστασης που επικρατούσε με τους άστεγους στη Θεσσαλονίκη, στοιχεία που όπως εξήγησε και η κ. Μιχαλοπούλου παραμένουν πάνω-κάτω ίδια μέχρι και σήμερα.

Τότε, η ομάδα Streetwork είχε εντοπίσει 106 ανθρώπους να ζουν σε συνθήκες αστεγίας στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, από τους οποίους οι περισσότεροι είναι άντρες (87) και ελληνικής καταγωγής οι 90. Η πλειοψηφία τους εντάσσεται στην ηλικιακή ομάδα 51- 65 ετών (51), ενώ η δεύτερη σε αριθμό ηλικιακή ομάδα είναι αυτή των 36 – 50 ετών (30).

Το πρόγραμμα Streetwork υλοποιήθηκε κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών ετών (Ιούνιος 2017 -Αύγουστος 2020) από την ΑΡΣΙΣ και το Δήμο Θεσσαλονίκης με τη δωρεά του “Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος” (ΙΣΝ), στο πλαίσιο της δωρεάς των 10 εκατομμυρίων ευρώ που έχει διαθέσει το ΙΣΝ προς το Δήμο Θεσσαλονίκης.

Στη διάρκεια των τριών χρόνων η ομάδα Streetwork υλοποίησε 1.270 εξορμήσεις, εντόπισε και υποστήριξε 773 άστεγους, εκ των οποίων το 80% είναι άντρες. Το ηλικιακό φάσμα του άστεγου πληθυσμού ανήκει κυρίως στις ηλικίες 51-65 και 36-50.

Το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε τον περασμένο Αύγουστο, αλλά η ΑΡΣΙΣ αποφάσισε να συνεχιστεί η δράση της ομάδας Streetwork, αφού αποτελεί βασικό τρόπο προσέγγισης και υποστήριξης των ατόμων που διαβιούν στο δρόμο και μάλιστα εν μέσω καραντίνας. Διαμέσου της συστηματικής παρουσίας της ομάδας δημιουργείται σχέση εμπιστοσύνης και οι άστεγοι μπορούν να υποστηριχθούν και να αρχίσουν σταδιακά να επανεντάσσονται στον κοινωνικό ιστό.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα