Ζώντας σε έναν ημι-εμβολιασμένο κόσμο. Αποτελούν οι εμβολιασμένοι κίνδυνο;
Είτε εμβολιασμένος είτε όχι μπορείς να βάλεις ένα πλαίσιο ασφαλείας γύρω από τις καθημερινές δραστηριότητες σου.
Εδώ και έναν χρόνο βρισκόμαστε στη δίνη της πανδημίας, των περιορισμών, των λοκντάουν, της χρήσης της μάσκας στην καθημερινότητα μας, της τηλεργασίας, της κοινωνικής αποστασιοποίησης, γενικότερα, σε συνθήκες ζωής που δεν τις είχαμε φανταστεί.
Σε όλο αυτό το κλίμα ήρθαν να προστεθεί το τελευταίο διάστημα η μάχη μεταξύ των εμβολίων, που αποτελούν το διαβατήριο για την επιστροφή στη ζωή μας προ κορονοϊού, και των μεταλλάξεων που βάζουν φρένο στην έξοδο μας από το σκοτεινό τούνελ.
Εκτός του Ισραήλ, στον υπόλοιπο πλανήτη οι εμβολιασμοί ναι μεν συνεχίζονται, αλλά δεν είναι ικανοί ακόμη για να χτίσουν το πολυπόθητο τείχος ομαδικής ανοσίας απέναντι στον κορονοϊό.
Η διαδικασία των εμβολιασμών έχει ανοίξει μία μεγάλη συζήτηση όχι μόνο σε επιστημονικό, αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο, καθώς φέρνει στην επιφάνεια πρακτικά και ηθικά ερωτήματα.
Θα μπορώ να ταξιδέψω ελεύθερα εφόσον εμβολιαστώ; Μπορούν δύο εμβολιασμένα άτομα από διαφορετικά νοικοκυριά να φάνε μαζί; Εάν οι γονείς σας έχουν εμβολιαστεί, αλλά εσείς όχι, θα μπορείτε να τους δείτε; Τι θα γίνει εάν μόνο ο ένας κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου; Πώς θα περιηγηθούμε στον άγνωστο κόσμο μας ως εμβολιασμένοι και μη εμβολιασμένοι στην επόμενη ημέρα;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι όταν αποφασίζουμε τι θα πρέπει και τι δεν θα πρέπει να κάνουμε, καλό θα ήταν να μη σκεφτόμαστε εάν έχουμε εμβολιαστεί ή όχι, αλλά να σκεφτόμαστε το αν η οικογένεια μας, οι γείτονες μας, οι υπάλληλοι των σούπερ μάρκετ που επισκεπτόμαστε, οι συνάδελφοι μας, οι φίλοι μας, εξακολουθούν να είναι ευάλωτοι στον ιό.
Τα εμβόλια κατά του κορονοϊού σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν οι επιστήμονες μοιάζουν να είναι φανταστικά, αφού θεωρούνται εξαιρετικά αποτελεσματικά στην προστασία των ανθρώπων από το να νοσήσουν σοβαρά από τον κορονοϊό, να νοσηλευτούν ή να χάσουν τη μάχη. Όλα αυτά δηλαδή που θέλουμε να αποφύγουμε στην προσπάθεια που γίνεται να επιστρέψουμε στην κανονικότητα.
Η συζήτηση όμως γίνεται πολύπλοκη σχετικά με το τι μπορεί να κάνουν οι άνθρωποι αφού εμβολιαστούν. Ακόμη και αυτοί που εμβολιάζονται δεν είναι βέβαιο ακόμη ότι δε θα εντοπιστούν θετικοί στον κορονοϊό ή δε θα νοσήσουν έστω και σε ήπια μορφή. Και φυσικά το μεγάλο ερώτημα όλων είναι εάν παρά τον εμβολιασμό ένα άτομο μπορεί να μεταδώσει τον ιό σε κάποιον άλλον. Μέχρι στιγμής τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι ο εμβολιασμός οδηγεί σε μείωση της μετάδοσης της COVID-19, αλλά το θέμα παραμένει ακόμη ανοιχτό.
Όλο αυτό οδηγεί σε μία δύσκολη κατάσταση. Ο εμβολιασμός μας δίνει την επιλογή να μειώσουμε τους κινδύνους που τυχόν θα αντιμετωπίσουμε από τον ιό, αλλά θα μπορούσαμε να παραμένουμε εμείς κίνδυνος για τους άλλους;
Για να το κάνουμε πιο απλό. Εάν ένας εμβολιασμένος άνθρωπος βγει έξω για φαγητό δεν μπορεί ακόμη να είναι βέβαιος εάν δεν μεταδίδει τον ιό στην μη εμβολιασμένη παρέα του και το προσωπικό του εστιατορίου. Και αυτοί με τη σειρά τους θα μεταφέρουν τον ιό από το εστιατόριο στο σπίτι τους και στην οικογένεια τους που δεν θα έχει ακόμη εμβολιαστεί.
Οι εμβολιασμοί στον κόσμο αυξάνονται, ενώ τα κρούσματα μειώνονται. Είτε εμβολιασμένος είτε όχι μπορείς να βάλεις ένα πλαίσιο ασφαλείας γύρω από τις καθημερινές δραστηριότητες σου.
Στην εποχή της πανδημίας ο καθένας μας έχει να αντιμετωπίσει μία σειρά δραστηριοτήτων να στις οποίες μπορεί να βρεθεί εκτεθειμένος στον ιό. Όταν συναντιέσαι με φίλους έξω ή σε κάποιο σπίτι, όταν πηγαίνεις στη δουλειά σου, όταν στέλνεις τα παιδιά σου στο σχολείο ή στον παιδικό σταθμό. Εάν εσείς ή κάποιος άλλος με τον οποίο ζείτε είστε ευάλωτοι στον ιό επιλέξτε για παράδειγμα τα ψώνια σας από τα σούπερ μάρκετ να σας παραδοθούν με delivery. Εάν ζείτε μόνος σε μία περιοχή όπου λίγα άτομα νοσούν, μπορείτε να σχηματίστε μία «φούσκα» με φίλους. Το εμβόλιο μπορεί να προσφέρει αρκετά μπόνους και όταν η εξάπλωση του ιού είναι μικροί τα μπόνους αυτά αυξάνονται.
Η Saskia Popescu, επιδημιολόγος στο George Mason University, τονίζει πώς είτε είμαστε εμβολιασμένοι, είτε όχι, πρέπει να εξετάσουμε τρεις βασικές παραμέτρους στην περιοχή στην οποία ζούμε. Τον αριθμό των νέων κρουσμάτων ανά 100.000 άτομα, τον ρυθμό μετάδοσης του ιού και τον ρυθμό με τον οποίο οι άνθρωποι αποδεικνύεται ότι είναι θετικοί στον κορονοϊό.
Σύμφωνα με την Popescu δεν υπάρχουν μαγικοί αριθμοί που θα έφερναν αμέσως τον πλανήτη στην προ-COVID εποχή, αλλά θα μπορούσαν κάποιες δραστηριότητες να επανέλθουν μόλις ο ρυθμός μετάδοσης αρχίσει να πέφτει από το 0,5 και κάτω και τα ποσοστά της θετικότητας των τεστ είναι από το 2% και κάτω.
Ακόμα και το να μπούμε στον πειρασμό να δούμε πόσα εμβόλια έχουν γίνει μέχρι στιγμής στη χώρα που ζούμε δεν μπορεί να μας καθησυχάσει, τονίζει η Whitney Robinson, καθηγήτρια επιδημιολογίας στο University of North Carolina. Και αυτό γιατί θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας το γεγονός ότι η διανομή εμβολίων μέχρι στιγμής έχει εστιάσει σε συγκεκριμένα κοινωνικά δίκτυα (για παράδειγμα στους υγειονομικούς), ενώ σε κάποιες χώρες λευκοί και πλούσιοι παλεύουν για να αποκτήσουν προτεραιότητα έναντι άλλων στη διαδικασία, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης κοινότητας να κινδυνεύει να μην αποκομίσει τα οφέλη των εμβολίων.
Έτσι, το να γνωρίζεις την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή σου θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρώτο βήμα για να λάβεις τις αποφάσεις σου για το αν θα πρέπει να διοργανώσεις ένα πάρτι ή να καλέσεις τον παππού σου για να φάτε μαζί μεσημεριανό. Όλοι οι ειδικοί συγκλίνουν ότι ακόμη και αν έχεις εμβολιαστεί δεν πρέπει να σταματήσεις να προσέχεις. Μπορεί οι εμβολιασμένοι να μην διατρέχουν κίνδυνο μόλυνσης, αλλά το να συρρέουν σε εστιατόρια ή να βγαίνουν έξω χωρίς μάσκα μπορεί να βάλει σε κίνδυνο όλους τους υπόλοιπους, από τη στιγμή που ενδεχομένως μεταδίδουν τον ιό.
Το να επιστρέψουμε στις παλιές συνήθειες μας την ώρα που χιλιάδες συνάνθρωποι μας εξακολουθούν να μολύνονται καθημερινά από τον ιό μπορεί να αποδειχτεί μοιραίο.
Όλα αυτά βέβαια δε σημαίνουν ότι δεν γίνεται συζήτηση για οποιαδήποτε χαλάρωση μέτρων για αυτούς που θα εμβολιαστούν. Αρκετοί ειδικοί θεωρούν ότι οι άνθρωποι αυτοί θα πρέπει να επιστρέψουν στην εργασία τους, θα μπορούν με ασφάλεια να βλέπουν τους συγγενείς τους, γιατί έτσι θα καταφέρουν να πείσουν και άλλους να εμβολιαστούν. Εάν υποβαθμιστεί η επιτυχία των εμβολίων τότε θα αποθαρρυνθούν αρκετοί άνθρωποι στο να το κάνουν, γιατί εάν δεν αλλάξει η ζωή τους δε θα έχουν κανένα κίνητρο.
Τα εμβολιασμένα άτομα θα πρέπει επίσης να βρουν δημιουργικούς τρόπους να μειώσουν τους κινδύνους για τους μη εμβολιασμένους ανθρώπους. «Οι παππούδες θέλουν να αγκαλιάσουν ξανά τα εγγόνια τους» αναφέρει η Tara Kirk Sell, ανώτερη μελετητής στο Hopkins Center for Health Security και προσθέτει: «Δεν έχω πρόβλημα με αυτό, αλλά σκεφτείτε να ζητήσετε από τον παππού και τη γιαγιά σας να φοράνε μάσκα κατά τη διάρκεια της αγκαλιάς ή να σας συναντήσουν κάπου έξω». Σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας έχουμε αναπτύξει ένα οπλοστάσιο στρατηγικών για να καταστήσουμε ασφαλείς ορισμένες δραστηριότητες. Το εμβόλιο αποτελεί ένα ισχυρό όπλο κατά της μετάδοσης του ιού, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να ξεχάσουν όλα τα υπόλοιπα.
Ένας εμβολιασμένος ογκολόγος που ζει με την ανασοκατεσταλμένη αδελφή του θα πρέπει να συμπεριφέρεται διαφορετικά από έναν συνταξιούχο που ζει μόνος. Στα εστιατόρια και στα καταστήματα δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσα ευάλωτα άτομα βρίσκονται γύρω μας. Μικρές ιδιωτικές συγκεντρώσεις στις οποίες μπορεί να προσαρμοστεί μία τακτική ενάντια στην εξάπλωση του ιού θα είναι το ασφαλέστερο πρώτο βήμα προς την ομαλότητα για δραστηριότητες όπως οι συναυλίες, οι μεγάλοι γάμοι, ένα δείπνο σε εσωτερικό χώρο. Ταξίδια με τη συμμετοχή λίγων ατόμων επίσης μπορεί να είναι ένας από τους προσεχής στόχους. Στις ΗΠΑ οι ειδικοί ευελπιστούν ότι μέχρι το τέλος της χρονιάς θα μπορούν να κάνουν ταξίδια σε άλλες Πολιτείες χωρίς να ανησυχούν για το αν αυτό προκαλέσει κακό στη δημόσια υγεία.
Το να συνεχίζουμε να παραμένουμε ασφαλείς ακόμη και όταν χαλαρώνουμε λίγο είναι ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλίσουμε ότι κάποια μέρα θα ζήσουμε ξανά έναν κόσμο με γεμάτα μπαρ και κινηματογράφους, πάρτι γενεθλίων. Είναι επίσης ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγουμε να μολυνθούμε από τον κορονοϊό στο μέλλον, ανεξάρτητα από το εάν έχουμε εμβολιαστεί.
Κανείς δεν ξέρει πόσο καιρό θα είμαστε προστατευμένοι από τον ιό εάν εμβολιαστούμε ή απλώς είχαμε μολυνθεί παλιότερα, από τη στιγμή που δεν έχουν περάσει τουλάχιστον επτά μήνες από τη στιγμή που κάποιος έκανε το εμβόλιο. Αυτό που γνωρίζουμε μέχρι στιγμής είναι ότι οι πιθανότητες για ένα εμβολιασμένο άτομο να νοσήσει σοβαρά από τον κορονοϊό είναι να μολυνθεί από κάποια μετάλλαξη του που δεν την αντιμετωπίζει όπως θα έπρεπε το εμβόλιο που έλαβε. Τέτοιες μεταλλάξεις είναι πιθανό να προκύψουν σε συγκεκριμένα μέρη ή ομάδες πληθυσμού που η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων δεν πρόλαβαν να εμβολιαστούν.
Όπως ανέφερε και ο Gregg Gonsalves, επιδημιολόγος του Yale School of Public Health: «Κατά τη διάρκεια της πανδημίας είμαστε όλοι στο ίδιο σκάφος».