Ο θρυλικός «Ήλιος» “δύει” στη Θεσσαλονίκη
Ύστερα από 25 χρόνια λειτουργίας το αγαπημένο στέκι αποχαιρέτησε τους θαμώνες του.
Έφτασε η ώρα που η Θεσσαλονίκη αποχωρίζεται ένα ακόμα θρυλικό της στέκι. Έχοντας δει τα τελευταία χρόνια τα λουκέτα του Φλου και του Λούκι Λουκ, η πόλη που δεν καταφέρνει, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (Berlin, Θερμαϊκός), να κρατήσει εν ζωή τα μπαρ που έγραψαν ιστορία, αποχαιρετά τώρα τον Ήλιο.
Ο «Ήλιος» κοίταζε το Λευκό Πύργο για 25 χρόνια και έμελλε να βάλει και αυτός το λιθαράκι του στη νυχτερινή μυθική εποχή των μπαρ της πόλης.
Άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του στους Θεσσαλονικείς που έψαχναν ένα μέρος για να περνούν αβίαστα τα βράδια τους, τον Σεπτέμβρη του 1998· Ως συνέχεια μιας ολόκληρης εποχής που η πόλη διέθετε αυθεντικά μπαρ, σαν αυτά που αγαπάμε να επισκεπτόμαστε σε μητροπόλεις του εξωτερικού.
Το παρουσιαστικό του, με τη μεγάλη ξύλινη μπάρα, μπορεί να θύμιζε ροκάδικο, αλλά στην πραγματικότητα στον «Ήλιο» ηχούσαν όλων των ειδών τα ακούσματα.
Από Funk, σε Soul και House τραγούδια και τους Djs που έπαιζαν φρέσκα κομμάτια, το μαγαζί έδωσε το δικό του μουσικό στίγμα. «Επικοινωνούσαμε μεταξύ μας, λέγαμε “αυτό μου αρέσει και αυτό όχι”, ρωτούσαμε ο ένας στον άλλον “αυτό το άκουσες”», μου λέει ο Κώστας Ζηκόπουλος, ιδιοκτήτης του.
Μέσα στον «Ήλιο» δημιουργήθηκαν και χώρισαν ζευγάρια, γεννηθήκαν παιδιά, φτιάχτηκαν παρέες και οικογένειες. Προτού όμως πάρουν σειρά όλα αυτά, το αγαπημένο στέκι στην οδό Νικηφόρου Φωκά 5 είχε άλλη ταυτότητα.
Τέσσερα περίπου χρόνια πριν ανοίξει ως καφέ-μπαρ, ο «Ήλιος» ήταν μία αποθήκη. Την είχε πάρει ο Κώστας -ο οποίος παράλληλα δουλεύει ως Dj από το 1984 σε πολλά γνωστά μαγαζιά της Θεσσαλονίκης- και έφερνε μεταχειρισμένα ρούχα. Ένα Thrift shop, με second-hand προχωρημένα ρούχα από το Άμστερνταμ και το Παρίσι, που λάτρευαν να φοράνε, όσοι ψώνιζαν από εκεί, τις νύχτες και τις μέρες τους.
Κάπως έτσι λοιπόν, αφού ο χρόνος παρήλθε, τρεις «Κωστάδες», ο Κώστας Ζηκόπουλος, ο Κώστας Παπίλιας και ο Κώστας Αγιώτης, αποφάσισαν να δημιουργήσουν το θρυλικό «Ήλιο» που ξέραμε ως σήμερα. Ένα μπαρ που προσκύνησε όλη η Θεσσαλονίκη, ένας ναός που κατεβαίνοντας τα σκαλιά του γνώρισε νύχτες μυθικές, καθώς οι γενιές διαδέχονταν η μια την άλλη, νέα κοινά προστίθενταν, όμως οι πιστοί θαμώνες αυτού του υπέροχου ποτάδικου με τις μουσικές που όλοι ρωτούσαν το Dj τι είναι το κομμάτι που παίζει, έμεναν πάντα εκεί.
Τα πιο γνωστά παιδιά του κέντρου σύχναζαν εκεί και οι νύχτες που ξημέρωναν μέρες με φόντο το Λευκό Πύργο στον πεζόδρομο της Νικηφόρου Φωκά έγραψαν ιστορία!
«Ήλιος» βαφτίστηκε, επειδή τους άρεσε. Κανένας ιδιαίτερος συμβολισμός πίσω από την επιλογή αυτή. Και μάλιστα στις αρχές, το μαγαζί τιμούσε με το παραπάνω το όνομά του. Πέρα από την πινακίδα και μια τοιχογραφία, που ζωγραφισμένος στέκει ακόμα ο ήλιος, οι αφίσες που κρέμονταν, αλλά και τα τραπεζάκια που είχαν έρθει από το μακρινό Μπαλί απεικόνιζαν και αυτά, ήλιους, σε διάφορες εκδοχές.
Και ενώ αποτελούσε πόλο έλξης για τους ανθρώπους της πόλης, οι “πληγές” που άνοιξαν με τον ερχομό της πανδημίας, δεν το άφησαν να επιβιώσει. Πώς άλλωστε, ένα μαγαζί με πέντε τραπεζοκαθίσματα και ακριβό ενοίκιο, που βίωσε την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου, τον κορονοϊό και τους δύσκολους χειμώνες, μπορεί να σταθεί στα πόδια του;
Ο «Ήλιος» είναι μια κλασική ιστορία ενός μαγαζιού που έκανε τον κύκλο του. Γνώρισε τις εποχές της άνθησης και κάποια στιγμή ο χρόνος φάνηκε αμείλικτος μαζί του. Και παρ’ όλο που ήρθε η στιγμή να “δύσει”, οι στιγμές που χάρισε σε όσους έτυχε να βρεθούν εκεί πίνοντας τη μπύρα, το κοκτέιλ ή τον καφέ τους, θυμίζουν ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα… Αν το αναζητήσεις και το δεις, θα σου μείνει αξέχαστο…