Η άσχημη αλήθεια για τη βιομηχανία ομορφιάς των δισεκατομμυρίων ευρώ
Η συγγραφέας και ακτιβίστρια Aραμπέλ Σικάρντι εκθέτει σε νέο βιβλίο τη βιομηχανία ομορφιάς και τα «τέρατα» πίσω από τη λαμπερή βιτρίνα
Τα κραγιόν, τα προϊόντα μέικ απ και τα αρώματα κινούν μια παγκόσμια βιομηχανία ομορφιάς αξίας άνω των 415 δισεκατομμυρίων ευρώ όμως πίσω από τη βιτρίνα αυτού του λαμπερά όμορφου κόσμου, υπάρχουν τέρατα.
Αυτό υποστηρίζει η συγγραφέας Aραμπέλ Σικάρντι, η οποία διατηρεί μια σχέση «αγάπης-μίσους» με τον χώρο, στο νέο της βιβλίο, The House of Beauty (Ο Οίκος της Ομορφιάς).
Στη νέα έκδοση η Σικάρντι αφαιρεί το μέικ απ από τη βιομηχανία ομορφιάς, και αποκαλύπτει την ασχήμια. Από τις εκμεταλλευτικές συνθήκες εργασίας και την υπερκατανάλωση, μέχρι τους στενούς δεσμούς της Coco Chanel με τον φασισμό και την παιδική εργασία.
«Όταν σας λέω ότι η ομορφιά είναι ένα τέρας, πρέπει να ξέρετε ότι είναι το αγαπημένο μου είδος τέρατος» γράφει η συγγραφέας και σύμβουλος με έδρα τη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες, η οποία έχει αφιερώσει την καριέρα της στην αποκάλυψη της «τρομοκρατικής δύναμης» της βιομηχανίας ομορφιάς.
Μέσα από το νέο της έργο, καταδεικνύει πώς η γοητεία των καλλυντικών συνδέεται με την κλιματική κρίση, τις θηριωδίες του πολέμου του Βιετνάμ και τη ναζιστική ιδεολογία, θέτοντας ένα κρίσιμο ερώτημα: Ποιο είναι το τίμημα της λάμψης;
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Το άσχημο πρόσωπο της ομορφιάς Η πρώτη κιόλας πρόταση του βιβλίου της Σικάρντι, είναι ένα ηχηρό χαστούκι. Στις επόμενες σελίδες της η συγγραφέας και σύμβουλος που εργάζεται στον τομέα της ομορφιάς και της τεχνολογίας επιστρέφει στο αγαπημένο της χόμπι, να δείχνει την αλήθεια πίσω από τη βιομηχανία ομορφιάς την οποία έχει σχολιάσει ως «μία τρομοκρατική δύναμη».
Η Σικάρντι αποφάσισε να αναζητήσει όλη τη σκληρή πραγματικότητα μετά από χρόνια θητείας ως συντάκτρια ομορφιάς στο BuzzFeed που έληξε άδοξα. Όταν η Σικάρντι επέκρινε μία διαφημιστική καμπάνια ακολούθησε σύγκρουση με τη διεύθυνση της ιστοσελίδας και εκείνη βρέθηκε στην έξοδο. «Τέτοιου είδους πολιτικές και η υποκρισία εξακολουθούν να συμβαίνουν πολύ συχνά» λέει στον The Guardian.
Σε μία εποχή μη ρεαλιστικών προτύπων ομορφιάς, αυτή η αμφιθυμία δεν χρήζει ιδιαίτερης εξήγησης. Ωστόσο, η Σικάρντι «σκάβει» βαθύτερα αναδεικνύοντας τη σχέση της βιομηχανίας ομορφιάς με την κλιματική κρίση, το υπέρογκο κόστος βασικών αγαθών, όπως το σαμπουάν, στις φυλακές των ΗΠΑ, καθώς και τον ιστορικό δεσμό των κέντρων μανικιούρ στις ΗΠΑ με τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Παρά τις σκοτεινές αυτές πτυχές, η Σικάρντι παραμένει αφοσιωμένη στο να «διηγείται ιστορίες για τη βιομηχανία της ομορφιάς». «Φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά, δίνει παρηγοριά. Μου έχουν πει ας πούμε ότι τα μηνιαία ραντεβού για μανικιούρ είναι μία από τις λίγες πολυτέλειες που μπορούσα να προσφέρω στον εαυτό μου» θυμάται.
Μεγάλοι οίκοι, μεγάλα εγκλήματα Η φθηνή παιδική εργασία στον αναπτυσσόμενο κόσμο αποτελεί ζοφερό αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης, αγγίζοντας σχεδόν όλους τους εμπορικούς τομείς.
Μια πρόσφατη έρευνα του BBC αποκάλυψε τη χρήση ανήλικων εργατών στη συγκομιδή γιασεμιού για λογαριασμό μεγάλων εταιρειών αρωμάτων παρά τις δηλώσεις «μηδενικής ανοχής» στην παιδική εργασία. Το γιασεμί προέρχεται κυρίως από την Αίγυπτο, χώρα που ελέγχει περίπου το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής.
Οι συλλέκτες γιασεμιού, συχνά οικογενειάρχες σε φάρμες μικροϊδιοκτητών, αναγκάζονται να απασχολούν τα παιδιά τους λόγω πολύ χαμηλών αμοιβών.
Η έρευνα αποκάλυψε παιδιά ακόμα και 12 ετών να εργάζονται νύχτα, παρά την απαγόρευση εργασίας ανηλίκων κάτω των 15 ετών κατά τις ώρες από τις 7 το απόγευμα έως τις 7 το πρωί.
Οι μεγάλες εταιρείες αρωμάτων καθορίζουν την αγορά, πιέζοντας για χαμηλά κόστη, γεγονός που συντελεί στην καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Οι ελεγκτικές διαδικασίες αποδεικνύονται ανεπαρκείς και περιορίζονται στην επιβεβαίωση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων χωρίς λεπτομερή επιτήρηση.
Κατ’ επέκταση, το πρόβλημα μεταφέρεται στους καταναλωτές, που αγνοούν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες παράγονται τα πολυτελή αυτά προϊόντα.
Στην Αίγυπτο, η γυναίκα συλλέκτρια που κατέγραψε το BBC εκφράζει την απογοήτευσή της για τις τεράστιες ανισότητες ανάμεσα στις αμοιβές των εργατών και την τελική τιμή του αρώματος στην αγορά.
«Πρωταγωνιστές σε ταινία τρόμου» Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου είναι μία ιστορία τύπου «διάλεξε τη δική σου περιπέτεια», όπου ο αναγνώστης πλοηγείται στις διαδικασίες κατασκευής, μάρκετινγκ και πώλησης ενός προϊόντος ομορφιάς.
Η Σικάρντι ήθελε να δείξει πόσο περίπλοκη και διασυνδεδεμένη είναι η βιομηχανία της ομορφιάς με τόσους πολλούς άλλους κλάδους, με έναν τρόπο που οι αναγνώστες να μπορούν να το συζητήσουν και να κατανοήσουν ότι οι άπειρες δυνατότητες είναι όλες αλληλένδετες.
Όπως εξηγεί αυτό έγινε σκόπιμα για να ακυρωθούν από την αρχή οι όποιες προσδοκίες για το τι μπορεί να είναι ένα βιβλίο για τη βιομηχανία της ομορφιάς.
Η Σικάρντι οδηγεί τον αναγνώστη σε δύσκολες αλήθειες. Αναφέρεται σε θάνατους εργαζομένων και την παιδική εργασία και συνεντευξιάζει πολλές ειδικότητες σε έναν ιστό ασχήμιας γύρω από τη βιομηχανία ομορφιά. Από ελεγκτές, σε μέλη ΜΚΟ που καταγράφουν τους θανάτους παιδιών εργατών, αγρότες, πωλητές λιανικής, χημικούς καλλυντικών, δικηγόρους και διευθύνοντες συμβούλους, όλοι έχουν κάτι να πουν για το δαιδαλώδες αυτό πεδίο.
«Είμαστε όλοι συμμετέχοντες και συνένοχοι στον τρόπο με τον οποίο παράγεται η ομορφιά σε όλο τον κόσμο», τονίζει η Σικάρντι. «Ήθελα ο αναγνώστης να εμπλακεί άμεσα στην ιστορία, σαν να είναι ο μόνος που επιβίωσε από μια ταινία τρόμου».
Σανέλ και φασισμός Η Σικάρντι θίγει εμφατικά το πώς η μόδα, η ομορφιά και ο φασισμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Το κεφάλαιο για την Κοκό Σανέλ είναι αποκαλυπτικό: η σχεδιάστρια είχε εραστή Ναζί και προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τους ναζιστικούς νόμους για να υφαρπάξει τον έλεγχο της επιχείρησης αρωμάτων της από τους Εβραίους ιδιοκτήτες της.
«Πάντα με γοήτευε η ιστορία της Σανέλ, γιατί δεν καταλάβαινα πραγματικά γιατί αυτό το τεράστιο μέρος της ιστορίας της είχε αποσιωπηθεί», εξηγεί.
«Για χρόνια αναρωτιόμουν γιατί δεν χρησιμοποίησε την επιρροή της για να βελτιώσει τις συνθήκες γύρω της. Αλλά δεν είχε το καλό μέσα της. Μεγάλωσε μέσα σε αντισημιτισμό σε μια εποχή που αυτό θεωρούνταν φυσιολογικό, προβλεπόμενο, και οι άνθρωποι με τους οποίους έκανε παρέα είχαν τις ίδιες απόψεις με εκείνη. Έζησε μέσα σε μια πολύ ιδιαίτερη, προνομιούχο φούσκα και ήθελε να συνεχίσει να ζει εκεί όσο χειροτέρευε ο κόσμος γύρω της» προσθέτει.
«Πιστεύω πως πολλοί άνθρωποι σήμερα ίσως ταυτίζονται λίγο παραπάνω με τη Σανέλ, για να είμαι ειλικρινής. Ήθελα να πω μια ιστορία για το πόσο περίπλοκη ήταν η ζωή της και πόσα από τα ερωτήματα που αντιμετώπισε είναι και δικά μας. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για ένα κεφάλαιο που δικαιολογεί τη συμπεριφορά της. Δεν είναι ένα κεφάλαιο που σε γεμίζει αισιοδοξία, αλλά θεωρώ πως είναι μια πολύ σημαντική αφήγηση για το πώς πρέπει να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τον εαυτό μας».
«Βλέπω την βιομηχανία της ομορφιάς ως ένα πεδίο που μας ενώνει. Συχνά, όπως καταγράφω σ’ αυτό το βιβλίο, μας εκμεταλλεύεται, ενώ άλλες φορές μας δένει, ή φροντίζει τους πιο ευάλωτους. Παλαιότερα διοργάνωνα συλλογές αλληλοβοήθειας συγκεντρώνοντας προϊόντα ομορφιάς από διάφορα μέσα όπως περιοδικά για να τα προωθήσω σε ευάλωτες ομάδες, ή για να τα πουλήσουμε ώστε να συγκεντρώσουμε χρήματα για εκτρώσεις και νομική βοήθεια μεταναστών» συνεχίζει η Σικάρντι.
Λιγότερα και καλύτερα Η συγγραφέας και ακτιβίστρια ξέρει ότι δεν ευθύνεται μόνο ο καταναλωτής. «Μπορείς να φτιάχνεις απ’ το μηδέν τα δικά σου καλλυντικά, να ανακυκλώνεις σωστά και να είσαι απόλυτα ηθικός, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα κάνεις κάποια μεγάλη διαφορά. Η ανισότητα ανάμεσα σε ισχυρούς και ευάλωτους, ανάμεσα στο 1% της ελίτ του πλανήτη και του υπόλοιπου κόσμου είναι απίστευτα δυσανάλογη. Όμως αυτό δεν αποτελεί άλλοθι για να συνεχίσουμε να αγοράζουμε ό,τι μας αρέσει. Η ηττοπάθεια δεν ωφελεί κανέναν».
«Πρέπει να μιλήσουμε για τα κακώς κείμενα για να βρούμε το καλύτερο δυνατό σενάριο για εμάς και την κοινότητα μας. Να μοιραστούμε αυτή τη γνώση και να θέσουμε έναν μακροπρόθεσμο συλλογικό στόχο» ξεκαθαρίζει.
«Ένα εύκολο βήμα είναι να αποφύγεις προϊόντα μιας χρήσης, όπως οι μάσκες προσώπου. Σαπούνι με το κομμάτι είναι καλύτερη αγορά επίσης από αυτά στο σούπερ μάρκετ γιατί αυτά τα προϊόντας χρειάζονται λιγότερους πόρους. Δεν χρειάζεσαι απαραίτητα μία ρουτίνα ομορφιάς με 15 προϊόντα. Χρησιμοποίησε λιγότερα, απλοποίησε τις συνήθειες σου και προχώρα» λέει η Σικάρντι.
Ως επίλογο η Σικάρντι γράφει για την ανάγκη της φροντίδας και της υποστήριξης ο ένας στον άλλον επιλέγοντας ένα αισιόδοξο τόνο σε ένα μάλλον σκοτεινό βιβλίο.
«Δεν ήθελα να τρελαθώ. Πέρασα δέκα χρόνια δουλεύοντας το βιβλίο αυτό, τουλάχιστον πέντε με έξι χρόνια αφιερώθηκαν στην έρευνα και στο να αντιμετωπίσω μερικές από τις πιο σκληρές και φρικιαστικές αλήθειες που έχουμε κάνει ο ένας στον άλλον ως ανθρωπότητα πίσω από τη βιτρίνα της ομορφιάς. Δεν ήθελα να είναι όμως ένα σπαραξικάρδιο βιβλίο, έπρεπε να βρω μια ισορροπία. Οπότε επέλεξα να κλείσω έτσι γιατί ήθελα να πω στον εαυτό μου ότι όχι, δεν είναι όλα απαίσια εκεί έξω. Έπρεπε να βρω το φως μέσα στις ιστορίες και να το αναδείξω. Η αρχή μου είναι ότι η βιομηχανία της ομορφιάς είναι τέρας αλλά ταυτόχρονα και φροντίδα. Και αυτό έχει εξίσου μεγάλη σημασία» είπε.
Το τίμημα Σύμφωνα με τη μελέτη The High Price of Beauty: Child labour in global cosmetics της ΜΚΟ World Vision «η παγκόσμια αγορά καλλυντικών αναπτύσσεται ραγδαία, υποκινούμενη από τις αλλαγές στον τρόπο ζωής, την αυξανόμενη ενημέρωση των καταναλωτών, τα αυξανόμενα διαθέσιμα εισοδήματα και το ρόλο των κοινωνικών μέσων και των χορηγούμενων influencers.
Αξιολογούμενη στα 532.43 δισεκατομμύρια δολάρια το 2018, η παγκόσμια αγορά καλλυντικών χτυπήθηκε με πτώση 15% κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 το 2020, και ανάκαμψε το 2021.
Εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 622 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2028. Ωστόσο, εκτός εάν αλλάξουν οι παγκόσμιες και εθνικές πολιτικές, αυξηθεί η εταιρική ευθύνη και οι καταναλωτές δράσουν, μεγάλο μέρος της ανάπτυξης της βιομηχανίας καλλυντικών θα μπορούσε να επιτευχθεί εις βάρος ή μέσω της εκμετάλλευσης παιδιών».
Το βιβλίο The House of Beauty είναι διαθέσιμο εδώ.
Πηγή: Λουκάς Καρνής / in.gr
