Το «σοφό μείγμα» στρατηγικής για την πανδημία που διχάζει

Ανάμεσα στα μέτρα αποκλεισμού και την αναζήτηση μιας αγνώστων προδιαγραφών συλλογικής ανοσίας, ποια είναι η ενδεδειγμένη στρατηγική απέναντι στην επιδημία;

Parallaxi
το-σοφό-μείγμα-στρατηγικής-για-την-π-584091
Parallaxi

Ανάμεσα στα μέτρα αποκλεισμού και την αναζήτηση μιας αγνώστων προδιαγραφών συλλογικής ανοσίας, ποια είναι η ενδεδειγμένη στρατηγική απέναντι στην επιδημία;

Η εφαρμογή περιοριστικών μέτρων έχει σώσει ζωές, αλλά το κοινωνικό και οικονομικό τους κόστος είναι βαρύ, λένε ορισμένοι. Στο άλλο άκρο, το να αφήνεις να κυκλοφορεί ελεύθερα ο ιός στην κοινότητα ελπίζοντας σε ανάπτυξη συλλογικής ανοσίας, σε κάποιο χρονικό σημείο, χρειάζεται μεγάλη δόση κυνισμού και την παραδοχή ότι ο αριθμός των νεκρών θα είναι τεράστιος. Αλλωστε, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι ο Sars-Cov-2 είναι ένας άγνωστος ιός. Αγνωστο είναι το είδος της ανοσίας που αναπτύσσεται απέναντί του, καθώς και η χρονική της διάρκεια.

Κατά συνέπεια, ποια είναι η σωστή στρατηγική για την πανδημία;

Περιοριστικά μέτρα με τίμημα

Κατά το κινεζικό μοντέλο, τα περιοριστικά μέτρα εφαρμόσθηκαν με αυστηρό τρόπο σε πολλές χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο…) ή περισσότερο χαλαρά (Γερμανία, Ελβετία…).

Ο κατ΄οίκον περιορισμός αποφασίσθηκε σε πολλές περιπτώσεις υπό το βάρος της έκτακτης ανάγκης και στόχος του δεν είναι η εξαφάνιση της επιδημίας, αλλά η αποφυγή της παράλυσης του συστήματος υγείας, και κυρίως του τομέα της παροχής εντατικής θεραπείας, εξαιτίας της μαζικής ροής ασθενών. Είναι η μέθοδος της μείωσης της μετάδοσης μέσω του περιορισμού των επαφών μεταξύ των ατόμων.

Από την άποψη αυτή, τα περιοριστικά μέτρα απέδωσαν: σύμφωνα με τους περισσότερους ειδικούς, έσωσαν χιλιάδες ζωές.

Ομως το τίμημα είναι η σοβαρή οικονομική ύφεση και σοβαρά κοινωνικο-υγειονομικά προβλήματα: αύξηση των ανισοτήτων, ενδοοικογενειακή βία, στρες, επιδείνωση άλλων, εκτός Covid-19, προβλημάτων υγείας…Και οι συνέπειες μπορεί να περιλαμβάνουν θανάτους.

Αρθρο τριών επιστημόνων στην επιθεώρηση European Journal of Cancer προειδοποιεί για την πιθανότητα «αύξησης των θανάτων που οφείλονται στον καρκίνο» τους προσεχείς μήνες.

Ο λόγος; Ο ρυθμός των διαγνωστικών εξετάσεων και οι θεραπείες μειώθηκαν λόγω της εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων και λόγω της προτεραιότητας που δόθηκε στην Covid-19 στην οργάνωση των ιατρικών υπηρεσιών.

Η επιτυχία της εφαρμογής περιοριστικών μέτρων έχει δύο όψεις: εμποδίζοντας τον ιό να κυκλοφορεί στην κοινότητα, εμποδίζει επίσης την επίτευξη του επιπέδου συλλογικής ανοσίας που, θεωρητικά , θα έθετε φραγμό στην νόσο.

Στην Γαλλία, έρευνα του Ινστιτούτου Παστέρ έδειξε ότι περί το 6% του πληθυσμού θα έχει εκτεθεί στον κορονοϊό μέχρι τις 11 Μαΐου, οπότε και θα αρχίσει η χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, επίπεδο πολύ χαμηλό για την αποφυγή νέου κύματος της επιδημίας, αφού θα χρειαζόταν περί το 70% του πληθυσμού να έχει εκτεθεί στον κορονοϊό, με την ελπίδα να έχει αναπτυχθεί ανάλογου επιπέδου ανοσία.

Οι περισσότερες χώρες που επέλεξαν τα περιοριστικά μέτρα σχεδιάζουν την σταδιακή χαλάρωσή τους τις προσεχείς εβδομάδες, με την παράλληλη διατήρηση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης.

Ο στόχος είναι ο έλεγχος της επιδημίας μέσω μαζικών διαγνωστικών ελέγχων και της απομόνωσης των ασθενών. Και αποφυγή επιστροφής στο σημείο της εκκίνησης, δηλαδή στην επιστροφή των μέτρων αποκλεισμού.

Συλλογική ανοσία: στοίχημα υψηλού ρίσκου

Η Σουηδία επέλεξε μία μοναδική προσέγγιση: δεν επέβαλε μέτρα αποκλεισμού του πληθυσμού και επένδυσε στην επίκληση του υψηλού αισθήματος ευθύνης των πολιτών. Οι μόνοι σοβαροί περιορισμοί είναι η απαγόρευση των συγκεντρώσεων άνω των 50 ατόμων, οι επισκέψεις σε οίκους ευγηρίας και το κλείσιμο των λυκείων και των πανεπιστημίων.

Η κυβέρνηση υπερασπίζεται την στρατηγική της, παρά τις κατηγορίες για υπερβολική χαλαρότητα που προέρχονται από άλλες χώρες και ορισμένους επιστήμονες. Το σουηδικό επιχείρημα: τα οφέλη από τον αυστηρό περιορισμό δεν δικαιολογούν τις κοινωνικές του επιπτώσεις.

Ο ιός είναι ένα τσουνάμι που σαρώνει την Ευρώπη ό,τι και να κάνουμε, δήλωσε ο σουηδός επιδημιολόγος Johan Giesecke σε συνέντευξή του στην βρετανική ιστοσελίδα UnHerd.

Θεωρεί λοιπόν ότι η κυβέρνησή του ακολουθεί την σωστή στρατηγική: προστασία των ηλικιωμένων και των ευπαθών, αλλά κυκλοφορία του ιού ανάμεσα στους νεότερους και λιγότερο ευπαθείς.

Αυτό θα επέτρεπε, θεωρητικά, την επίτευξη συλλογικής ανοσίας, «πράγμα που δεν είναι ο στόχος της στρατηγικής, αλλά συνέπειά της».

«…δεν είναι ευχάριστο..!»

Ο καθηγητής Giesecke απορρίπτει την σύγκριση με τις άλλες σκανδιναβικές χώρες που καταγράφουν μικρότερο αριθμό νεκρών χάρη στον ημιπεριορισμό. Λέει ότι η σύγκριση πρέπει να γίνει σε έναν χρόνο. Οι τελικές διαφορές ανάμεσα στις χώρες θα είναι τότε ελάχιστες, προβλέπει.

Ποιος είναι ο συλλογισμός του; Οι άνθρωποι που πεθαίνουν τώρα από την Covid-19 είναι κυρίως ηλικιωμένοι και ευάλωτοι, «που έτσι κι’άλλιώς θα πέθαιναν σε λίγους μήνες», από άλλα αίτια…

«Αυτό τους αφαιρεί πολλούς μήνες ζωής, δεν είναι ευχάριστο, αλλά σε σύγκριση με τις αρνητικές συνέπειες των περιοριστικών μέτρων…»

Αυτήν την στρατηγική είχε υιοθετήσει το Ηνωμένο Βασίλειο, πριν ανακρούσει πρύμναν στα μέσα του Μαρτίου.

Και ο λόγος; Μελέτη του Imperial College του Λονδίνου προέβλεπε μέχρι και 510.000 νεκρούς στο Ηνωμένο Βασίλειο, εάν δεν εφαρμόζονταν μέτρα, προοπτική μάλλον καθόλου «ευχάριστη». Αυτή η μελέτη είχε τεράστια απήχηση και εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου και έπεισε και άλλες κυβερνήσεις να λάβουν περιοριστικά μέτρα.

Αλλά, για τον καθηγητή Giesecke, αυτές οι προσομοιώσεις είναι «αμφισβητήσιμες», διότι «υπερβολικά απαισιόδοξες». Εξάλλου διαβεβαιώνει ότι η θνητότητα της Covid-19, την οποία δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια, είναι στην πραγματικότητα «υπερτιμημένη». Ο ίδιος πάντως την τοποθετεί στο 0,1% των κρουσμάτων.

Το μοντέλο της Σουηδίας και γενικότερα των χωρών που δεν έλαβαν αυστηρά περιοριστικά μέτρα είναι σημαντικό για να αναλυθεί ώστε να αξιολογηθούν καλύτερα οι συνέπειες των μέτρων που εφάρμοσαν διαφορετικές χώρες, λέει ο καθηγητής Antoine Flahault, διευθυντής του Institut de santé globale του Πανεπιστημίου της Γενεύης.

Το κορεατικό μοντέλο

Η μαζική πραγματοποίηση τεστ, η καραντίνα των θετικών περιστατικών, η ινχηλάτηση των επαφών: η στρατηγική που χρησιμοποιήθηκε από την Νότια Κορέα και άλλες χώρες της Ασίας αναφέρεται ως υπόδειγμα. Αυτήν την στρατηγική θέλουν να εφαρμόσουν οι χώρες που αίρουν τα περιοριστικά μέτρα.

Ομως, η μέθοδος προϋποθέτει «τεστ σε μεγάλη ποσότητα, μάσκες σε μεγάλη ποσότητα, ψηφιακά εργαλεία και τεράστιο αριθμό ανθρώπων που θα επιφορτισθούν με την ιχνηλάτηση των εν δυνάμει ασθενών», επισημαίνει ο γάλλος επιδημιολόγος Dominique Costagliola.

Εξάλλου, η στρατηγική αυτή δεν εγγυάται μακροπρόθεσμα αποτελέσματα

Αφού αρχικά απέφυγε τα μέτρα αποκλεισμού χάρη στην εφαρμογή αυτής της στρατηγικής της Νότιας Κορέας, η Σιγκαπούρη βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με το δεύτερο κύμα της επιδημίας, που προήλθε από τα πολυπληθή καταλύματα των μεταναστών εργατών.

Η συνέπεια του δεύτερου κύματος είναι ότι η χώρα αναγκάσθηκε να λάβει μέτρα αποκλεισμού, τα οποία παρατάθηκαν μέχρι τον Ιούνιο.

Σοφό μείγμα

Τους επόμενους μήνες θα αποδειχθεί ότι ενδεχομένως η καλύτερη στρατηγική είναι ο συνδυασμός όλων των επιμέρους στρατηγικών.

Σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση Science, θα χρειασθεί αναμφίβολα εναλλαγές ανάμεσα σε περιόδους αποκλεισμού και ανοίγματος μέχρι το 2022, για όσο χρονικό διάστημα θα απαιτηθεί για την ανάπτυξη αποτελεσματικού εμβολίου ή θεραπείας (χωρίς να υπάρχει σήμερα εγγύηση ότι αυτό θα γίνει δυνατόν).

Θα χρειασθεί «πιθανότατα για μία μακρά περίοδο να παίζουμε το “ανοίγουμε λίγο, ξανακλείνουμε, ανοίγουμε, ξανακλείνουμε», προέβλεψε ο καθηγητής Jean-François Delfraissy, πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής που συμβουλεύει την γαλλική κυβέρνηση, ενώπιον κοινοβουλευτικής επιτροπής.

Οι περίοδοι ανοίγματος θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στην κίνηση προς την περίφημη συλλογική ανοσία.

Από την μια πλευρά, ο στόχος του «65%έως 70% ανοσίας». Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι «οι υπηρεσίες υγείας και εντατικής θεραπείας φθάνουν στα όριά τους όταν η κυκλοφορία του ιού πλήττει περί το 10% του πληθυσμού», εξηγεί ο καθηγητής Ιολογίας Bruno Lina.

«Κατά συνέπεια, αυτή η ανοσία πρέπει να οικοδομηθεί, αλλά σε μεγάλη χρονική διάρκεια και προοδευτικά, δηλαδή «το ταχύτερο δυνατόν, αλλά όχι και με υπερβολική ταχύτητα», εξηγεί.

«Για τον στόχο πρέπει να υπολογίσουμε στους ενήλικες μέχρι 50 ετών, όπου τα ποσοστά των σοβαρών μορφών προσβολής είναι σχετικά χαμηλά».

«Εάν αυτοί αποκτήσουν ανοσία, θα καταλήξουν να προστατεύουν το σύνολο του πληθυσμού», λέει ο καθηγητής Lina, υπογραμμίζοντας ότι στο διάστημα αυτό «θα πρέπει να προστατεύσουμε τους πλέον ευάλωτους».

«Πάντως, αυτή η αναζήτηση της συλλογικής ανοσίας τελεί υπό μία αίρεση, έναν κρίσιμο άγνωστο παράγοντα: αγνοούμε ακόμη τι είδους ανοσία εξασφαλίζουμε όταν προσβληθούμε από τον κορονοϊό και πόσο χρόνο διαρκεί»…

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα